Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Ο Θεός κι η ψυχή του. Όποιος κι αν εξαπέλυε τέτοιο πυκνό σώμα μίσους και εναντίον οποιουδήποτε, η θλίψη θα εκυκλοφόρει εις όλας τας αρτηρίας, εις όλας τας φλέβας. Όταν, όμως, τα εξαπολύει ένας αξιωματούχος της ιεροσύνης, η κακία αποκτά και θεσμική αξία. Κάποιος που επέλεξε το σχήμα, υποτίθεται ότι το έπραξε για να υπηρετήσει αξίες. Όταν κυκλοφορεί με πολεμικές κραυγές και σκότος μοιράζει, τον άγιο νόμο του Χριστού δεν παραβιάζει; «Το “φτύστε τους” είναι το λιγότερο. Αν είχα όπλο, και μπορούσα από τον νόμο, θα το χρησιμοποιούσα να τελειώνουμε».
Για να τελειώνουμε, τα ωμοφόρια ή οι μίτρες δεν κάνουν τους Μητροπολίτες. Η Εκκλησία δεν είναι δικό του σπίτι και κανενός τσιφλίκι. Τη γενική ισοπέδωση και γενίκευση, όπως και τη βλακώδη αντίδραση -επίθεση σε ναό- δεν την κατανοώ. Την Εκκλησία τη γεννάει μια κλήση, όπως λέει η ίδια η λέξη. Κλήση συμμετοχής.
Για να τελειώνουμε, τα ράσα δεν κάνουν τον παπά. Το ξέραμε ότι είναι βαριά η καλογερική. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει, όμως, όσοι και όσες κάνουμε βλάσφημες σκέψεις, πόσο βαριά είναι η ποιμενική. Ιδίως για όσους έχουν την αίσθηση, επειδή απέκτησαν εξουσία, ότι Τον διορθώνουν.
Εμείς, όμως, αλειτούργητοι και εκκλησίασμα, άπιστοι και πιστοί, αδιόρθωτοι και απρόσκλητοι, άλλα μπορούμε να διορθώσουμε, αν στην ευκολία δεν ενδώσουμε. Τις φωνές μίσους να απομονώσουμε, γιατί η Δικαιοσύνη δεν βλέπει την αισχύνη και οφθαλμοφανώς άνισα μας κρίνει.
Ο λόγος μίσους, που επαναλήφθηκε επί τα χείρω εντός του δικαστηρίου, πέρασε. Με τρόπο ανατριχιαστικό και ατιμώρητο. Δεν είναι επαρκής ο νόμος, η τοπική έδρα δεν άντεχε να τον εφαρμόσει ή οι φέροντες βαριά ονόματα αξιώνονται ιδιαίτερης μεταχείρισης;
Είναι κι αυτός ο εναγκαλισμός δικαστών και λειτουργών που έχει γίνει θεσμός. Είναι κι αυτοί που μας φτύνουν κατάμουτρα. Ακόμα και αν το κάνουν… μεταφορικά. Είναι τόσοι που αλωνίζουν και με παραληρηματικά μάς ζαλίζουν.
Μα, είναι η πτώση της Δικαιοσύνης που δεν σ’ αφήνει να βρεις ειρήνη. «Εστι δίκης οφθαλμός, ός τα πανθ’ ορά»;