Από την έντυπη έκδοση
Του Δημήτρη Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]
Τρεις μήνες από την εισβολή των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στη Συρία, στις 20 Ιανουαρίου, και έπειτα από 58 ημέρες επιχειρήσεων, «η τουρκική σημαία κυματίζει στην Αφρίν», όπως πανηγύρισε χθες ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, διαλαλώντας και την «εξόντωση 3.603 τρομοκρατών».
Οι στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες εξετάζουν ήδη την επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας» των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΤΕΔ) κι ασφαλώς θα αχθούν σε χρήσιμα συμπεράσματα για την αποτελεσματικότητα ενός στρατού, με αβυσσαλέα διαφορά σε ποσότητα και ποιότητα δύναμης πυρός έναντι του αντιπάλου του, ο οποίος χρειάστηκε δύο μήνες επιχειρήσεων για να κάμψει την αντίσταση των κουρδικών «Μονάδων Προστασίας του Λαού» (YPG). Η Τουρκία από χθες κατέχει τμήμα εδάφους μιας άλλης χώρας και παρότι η ηγεσία της διαβεβαιώνει ότι «δεν πήγε για να μείνει», η προϊστορία της πολιτικής δράσης της δεν πείθει ότι καθοδηγείται από τον σεβασμό στην ανεξαρτησία, εν προκειμένω της Συρίας, και στις Συνθήκες.
Το 1974, εκμεταλλευόμενη το προδοτικό πραξικόπημα της χούντας στην Κύπρο, εισέβαλε στο νησί με το πρόσχημα την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης κι έκτοτε η «Επιχείρηση Ειρήνευσης» συνεχίζεται με την κατοχή του 38% του κυπριακού εδάφους. Τώρα, 44 χρόνια μετά, εισβάλλει στην επικράτεια μιας καθημαγμένης, από έναν 7ετή εμφύλιο, χώρας, επιδιώκοντας να επιβάλει τους όρους πολιτικής διευθέτησης σε μια σύγκρουση στην οποίαν εμπλέκονται ευθέως ή μέσω αντιπροσώπων τόσο δυνάμεις της περιοχής (Ιράν, Σαουδική Αραβία κ.ά) όσο και οι υπερδυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, κ.ά.).
Η κατοχή της Αφρίν φαίνεται να καταλύει de facto την, με τη συνεργασία της τσαρικής Ρωσίας, μυστική συμφωνία Πικό - Σάικς του 1916 που καθόρισε εν πολλοίς τα σύνορα στην περιοχή κι επαναφέρει στη μνήμη την περίπτωση της Αλεξανδρέττας, την απόσπασή της από την επικράτεια της Συρίας και την προσάρτησή της στην Τουρκία, μέσω ενός «δημοψηφίσματος», το 1939.
Οι διαβεβαιώσεις της τουρκικής ηγεσίας, ότι για την περιοχή της Αφρίν θα αποφασίσουν οι κάτοικοί της, ας εξεταστούν υπό το φως των πληροφοριών ότι σχεδιάζει να μεταφέρει εκεί χιλιάδες Τουρκμένους, αλλοιώνοντας αποφασιστικά τη δημογραφική σύνθεσή της. Χρήσιμα συμπεράσματα προκύπτουν και για την πολιτική των ΗΠΑ-Ρωσίας στην περιοχή, όπου η διοίκηση Τραμπ επιδιώκει να συμμαζέψει τη χαοτική πολιτική που παρέλαβε, χωρίς έως τώρα θεαματικά αποτελέσματα, ενώ η Μόσχα δεν έχει κανένα δισταγμό να θυσιάσει «παλαιούς συμμάχους» -έως πρόσφατα διατηρούσε σταθμούς επαφής και συμβούλους στην κουρδική διοίκηση της Αφρίν- όταν πρόκειται να προωθήσει τα στενότερα γεωπολιτικά συμφέροντά της. Και τελευταίο, αλλά όχι έσχατο. Μια μονιμοποίηση της τουρκικής κατοχής στην περιοχή σημαίνει δεινή αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης, που μεταξύ άλλων καθόρισε και τα σύνορα της Τουρκικής Δημοκρατίας.