Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
«Mου πήρε δύο ώρες να κάνω τα εκατόν πενήντα μέτρα προς τη γραμμή του μετώπου. Έπεφτα συνεχώς στο έδαφος ή απλώς παραπατούσα, μέχρι που ήμουν μούσκεμα ως το κόκαλο και καλυμμένος από χώμα.
Είχα σχεδόν φτάσει στο οχυρό μας, όταν πάτησα σε μια τρύπα από οβίδα και βρέθηκα ως τη μέση μες στη λάσπη και βούλιαζα συνεχώς. Φώναξα βοήθεια, αλλά ο θόρυβος από το φράγμα πυρός ήταν πολύ δυνατός για να με ακούσει κανείς... Αντιμετώπιζα τη φρικτή μοίρα να πνιγώ σε μια θάλασσα καφετιάς κόλλας... Και τότε, καθώς η λάσπη ήταν μέχρι το σαγόνι μου, μια τεράστια έκρηξη έγινε λίγα μέτρα πιο πέρα, καθώς μια οβίδα χτυπούσε στο έδαφος, κι εγώ τινάχτηκα ψηλά στον αέρα, για να προσγειωθώ είκοσι μέτρα μακρύτερα, με κομμένη την ανάσα αλλά σώος». («Αν οι νεκροί δεν ανασταίνονται», Φίλιπ Κερ, εκδ. Κέδρος)
Κόλλησε στις διαπραγματεύσεις η ελληνική οικονομία, σαν τον Γκούντερ, μόνο που δεν έγινε νουάρ λογοτεχνία. Κόλλησε στη λάσπη και τον άργιλο στο α’ τρίμηνο του 2017, με τη βούλα της ΕΛΣΤΑΤ, επιβεβαιώνοντας τις ανησυχίες για τις επιπτώσεις της καθυστέρησης της β’ αξιολόγησης.
Η αξιολόγηση έκλεισε και απομένει η επικύρωση της συμφωνίας από τη Βουλή. Εννοείται ότι προβλέπει σκληρά μέτρα για το 2018-2020, προφανώς η στενότητα θα έχει διάρκεια, αλλά όλα δείχνουν ότι βρισκόμαστε στο σημείο όπου είναι ξανά (μετά τη δειλή ανάκαμψη του 2014) εφικτή η επανεκκίνηση της οικονομίας. Έστω και με χαμήλωμα του πήχη της ανάπτυξης.
Ας μη διεκδικήσει, όμως, κανείς εύσημα για την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς. Το ζωντάνεμα, η μεγέθυνση δεν είναι αποτέλεσμα διαχειριστικής ή επενδυτικής έκρηξης.
Είναι ελατηρίου κατεύθυνση, για όσους έχουν μηχανιστική αίσθηση ή κρίσης «βρόμικη δουλειά», που δεν δικαιολογεί ανεμελιά. Οι άνεργοι και οι υποτιμημένοι θα αργήσουν πολύ να βρουν γιατρειά.