Πολύπλοκοι μηχανισμοί συμβάλλουν στην εμφάνιση κνησμού, οι οποίοι ενεργοποιούνται ανάλογα με διάφορα εξωτερικά και εσωτερικά αίτια και μερικές φορές δίχως εμφανή λόγο.
Συγκεκριμένα, τελευταίες μελέτες έδειξαν ότι ο κνησμός είναι πολύ ενοχλητικός μεν, αλλά είναι συχνά ωφέλιμος, αφού μπορεί να μας προειδοποιήσει για έναν πιθανό κίνδυνο (π.χ. ότι αγγίξαμε μια τσουκνίδα ή μας τσίμπησε ένα έντομο) ή για να αναζητήσουμε θεραπεία για κάποιο υποκείμενο πρόβλημα (π.χ. μια αλλεργική αντίδραση).
Η ξηροδερμία, σύμφωνα με τους ειδικούς, ευθύνεται πρωτίστως για την εμφάνιση κνησμού ή κάποιες παροδικές δερματοπάθειες ή δερματικές αλλεργικές αντιδράσεις ή τροφικές αλλεργίες, ενώ μερικές γυναίκες μπορεί να εκδηλώσουν κνησμό στο δέρμα της κοιλιάς και των μηρών στη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Υπάρχουν επίσης μερικά φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν φαγούρα, όπως ισχυρά οπιοειδή αναλγητικά, ορισμένα φάρμακα για την ελονοσία ή τις μυκητιάσεις, αντιβιοτικά, αντισυλληπτικά κ.λπ..
Ακόμα και η σιδηροπενική αναιμία και ο σακχαρώδης διαβήτης μπορεί να τον προκαλέσουν. Τέλος, συχνή αιτία κνησμού είναι το στρες και το άγχος.
Αναλύοντας το θέμα ο Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος Μάρκος Μιχελάκης επισημαίνει ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που υποφέρουν από χρόνιο κνησμό, δηλαδή από παρατεταμένη και επίμονη φαγούρα ή οποία συνήθως διαρκεί πάνω από έξι εβδομάδες.
Ωστόσο, δεν έχει πάντα συγκεκριμένη αιτία και η αντιμετώπισή της είναι δύσκολη, με συνέπεια να πλήττεται σημαντικά η ποιότητα της ζωής τους.
Όπως λέει, όταν ένας ασθενής έχει γενικευμένο κνησμό ή όταν ο κνησμός διαρκεί πάνω από δύο εβδομάδες και δεν βελτιώνεται με απλά μέτρα αυτοφροντίδας, είναι απαραίτητο να αξιολογείται από ειδικό.
Το ίδιο και όταν ο κνησμός είναι τόσο σοβαρός ώστε εμποδίζει τον ύπνο ή τις καθημερινές δραστηριότητες, όταν εμφανίζεται ξαφνικά και ανεξήγητα και όταν συνοδεύεται από άλλες εκδηλώσεις, όπως έντονη κόπωση, απώλεια βάρους, αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου ή της ούρησης, πυρετό ή ερυθρότητα στο δέρμα. Όταν ο χρόνιος κνησμός οφείλεται σε συγκεκριμένη αιτία, η αντιμετώπισή της συνήθωςτον καταπραΰνει.
Υπάρχουν όμως αρκετές περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι εμφανή τα αιτία, και έτσι οι ασθενείς υποφέρουν μέχρι να βρεθεί θεραπεία.
Για να καταπραΰνετε τον κνησμό, ο Δρ. Μιχελάκης συνιστά:
* Βάλτε σε μια πετσέτα στο δέρμα ψυχρά, υγρά επιθέματα ή παγοκύστη για 5-10 λεπτά ή έως ότου υποχωρήσει ο κνησμός.
* Χρησιμοποιείτε καλής ποιότητας ενυδατικές κρέμες χωρίς χημικά πρόσθετα, αρώματα ή αλκοόλ. Να τις εφαρμόζετε στο προσβεβλημένο δέρμα τουλάχιστον μία φορά την ημέρα.
* Δροσίζετε το δέρμα σας με κρέμες και λοσιόν που περιέχουν 1% μενθόλη ή καλαμίνη ή να βάζετε στο ψυγείο την ενυδατική κρέμα σας για να πετύχετε την ίδια δράση.
* Αποφεύγετε τις επαλείψεις με οινόπνευμα.
* Μην ξύνεστε. Το ξύσιμο δημιουργεί την ψευδαίσθηση της ανακούφισης του κνησμού, αλλά στην πραγματικότητα ερεθίζει το δέρμα, εντείνει τον κνησμό και μπορεί να οδηγήσει σε μόλυνση και ουλές.
* Κάνετε ένα σύντομο, χλιαρό ή δροσερό ντους (ανάλογα με το τι σας ανακουφίζει). Όταν τελειώσετε, σκουπίστε απαλά - ταμποναριστά (χωρίς τρίψιμο) το δέρμα σας και αλείψτε το απαλά με υδατική κρέμα.
Για να αποφύγετε τον κνησμό:
* Κάντε μπάνιο με χλιαρό νερό (ποτέ με καυτό),
* Αποφεύγετε το αφρόλουτρο,
* Χρησιμοποιήστε λοσιόν, σαπούνια και καθαριστικά χωρίς αρώματα και αλκοόλ,
* Φορέστε χαλαρά, βαμβακερά ρούχα,
* Διατηρείτε το σπίτι σας σχετικά δροσερό με ουδέτερη υγρασία
* Χρησιμοποιήστε υγραντήρα τον χειμώνα εάν είστε επιρρεπείς στην ξηροδερμία και το έκζεμα.
* Αν όλ’ αυτά δεν αποδίδουν και χρειάζεστε πρόσθετη, φαρμακευτική βοήθεια (π.χ. αντισταμινικές αλοιφές, τοπικά κορτικοστεροειδή), συμβουλευθείτε έναν δερματολόγο.