Της Ανθής Αγγελοπούλου
Ένας στους έξι ανθρώπους σε κάποιο στάδιο της ζωής του εμφανίζει ατοπική δερματίτιδα (ΑΔ), γνωστή επίσης και ως ατοπικό έκζεμα.
Η ατοπική δερματίτιδα είναι ένα κληρονομικό νόσημα που κατατάσσεται 2η στη λίστα με τα επιβαρυντικά νοσήματα για την ποιότητα ζωής των παιδιών, κυρίως λόγω των εμφανών δερματικών βλαβών, του έντονου κνησμού και των προβλημάτων ύπνου που αυτός προκαλεί. Το 50% των παιδιών υποφέρει από ευερεθιστότητα και κακή διάθεση, ενώ στο 60% επηρεάζεται η σχολική τους απόδοση. Επιπλέον 4 στα 10 παιδιά υφίστανται σχολικό εκφοβισμό λόγω της νόσου.
Ωστόσο, όπως ανέφερε σήμερα ο Καθ. Δερματολογίας ΑΠΘ κος Ιωαννίδης, με αφορμή το Παγκόσμιο Συνέδριο Δερματολογίας, η ατοπική δερματίτιδα δεν είναι αποκλειστικά παιδική νόσος. Έχει παρατηρηθεί παγκοσμίως μια σημαντική αύξηση στην επίπτωση της νόσου, κυρίως σε άτομα 20-35 ετών, των οποίων η ζωή αλλάζει σημαντικά, όπως λέει ο καθηγητής.
Μάλιστα, σύμφωνα με μελέτες, έχει υπολογιστεί ότι το 70% των ενηλίκων ασθενών υποφέρει από ψυχολογική πίεση και το 30% επηρεάζεται σημαντικά ως προς τις διαπροσωπικές του σχέσεις και την ερωτική του ζωή. Πολλοί αποφεύγουν πλέον να εκθέτουν το σώμα τους, αλλά και να αθλούνται.
Ο επιπολασμός της νόσου σε όλη τη διάρκεια της ζωής έχει σημειώσει αύξηση σε παγκόσμιο επίπεδο τα τελευταία 30 χρόνια. Στις ανεπτυγμένες χώρες, φαίνεται να σταθεροποιείται σε ποσοστό 10-20%, ενώ σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες το ποσοστό είναι χαμηλότερο αλλά βαίνει αυξανόμενο.
Στο 60% περίπου των περιπτώσεων, η νόσος εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους ζωής (πρώιμη έναρξη), ωστόσο μπορεί να ξεκινήσει σε οποιαδήποτε ηλικία.
Τα πρώτα κλινικά σημεία είναι η ξηρότητα και η τραχύτητα του δέρματος, και συνήθως οι εκζεματικές βλάβες εμφανίζονται μετά από τον δεύτερο μήνα της ζωής. Η πορεία της νόσου μπορεί να είναι σταθερή για μακρές περιόδους ή υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα με επαναλαμβανόμενες εξάρσεις.
Η νόσος είναι ήπια στο 80% περίπου των προσβεβλημένων παιδιών. Σύμφωνα με μελέτες, σε ποσοστό έως 70% των περιπτώσεων η νόσος βελτιώνεται σε μεγάλο βαθμό ή και εξαλείφεται κατά την όψιμη παιδική ηλικία. Παράγοντες κινδύνου για συνέχιση της νόσου στην ενήλικη ζωή είναι η πρώιμη και σοβαρή έναρξη της νόσου, το οικογενειακό ιστορικό ατοπικής δερματίτιδας και η πρώιμη ευαισθητοποίηση σε αλλεργιογόνο.
Η κα Κατσαρού, Καθηγήτρια Δερματολογίας και Υπεύθυνη παιδο-δερματολογικού Τμήματος στο Νοσοκομείο Συγγρός τόνισε ότι στόχος πλέον της αντιμετώπισης της ατοπικής δερματίτιδας είναι όχι μόνο η βραχυπρόθεσμη πυροσβεστική αντιμετώπιση των εξάρσεων, όπως γινόταν μέχρι σήμερα, αλλά η απομάκρυνση του κύκλου εξάρσεων που ταλαιπωρούν παιδιά και ενήλικες.
Εκτός από τα στεροειδή υπάρχει μια νεότερη κατηγορία φαρμάκων που κυκλοφορεί διεθνώς, όπως είναι η αλοιφή τακρόλιμους, που θεωρείται βασικός εκπρόσωπος αυτής της κατηγορίας και έχει βοηθήσει εκατομμύρια ανθρώπους με μέτρια και σοβαρή ατοπική δερματίτιδα να ζήσουν με λιγότερες και μικρής έντασης εξάρσεις.
Σύμφωνα με την κ. Κατσαρού, η αλοιφή αυτή έχει τις αντιφλεγμονώδεις δράσεις ενός στεροειδούς μέτριας ισχύος, αλλά χωρίς τις ανεπιθύμητες ενέργειές του στο δέρμα και αντίθετα με τα στεροειδή, ενισχύει την κεράτινη στιβάδα αυξάνοντας τα απαραίτητα λιπίδια, δεν επηρεάζει το δερματικό φραγμό και δεν προκαλεί ατροφία και μείωση του κολλαγόνου, απομακρύνοντας έτσι τον κίνδυνο νέων εξάρσεων.
Ενδείκνυται για άτομα με μέτρια και σοβαρή ατοπική δερματίτιδα που χρειάζονται γρήγορη ανακούφιση από τα συμπτώματα όπως η φαγούρα, το αίσθημα καύσου και η ερυθρότητα, όταν πρέπει να διακοπεί η λήψη στεροειδών, προσφέροντας μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.
Ο κ. Ιωαννίδης επεσήμανε ότι σήμερα οι επιστήμονες γνωρίζουν πια ότι πρόκειται για μια «έξυπνη» και πολυπαραγοντική νόσο, που εμφανίζεται όταν συνυπάρχει δυσλειτουργία του δερματικού φραγμού ταυτόχρονα με δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Επιπλέον, χάρη στα ευρήματα νέων ερευνών και στις προόδους της βιοτεχνολογίας, αρκετές θεραπείες που δρουν σε συγκεκριμένους μοριακούς στόχους αποτελούν ελπιδοφόρες μελλοντικές θεραπευτικές επιλογές.
Η αποτυχία της θεραπείας λόγω κακής συμμόρφωσης, ιδίως της τοπικής θεραπείας, είναι συχνή και σχετίζεται με την ανεπαρκή πληροφόρηση και τη δυσφορία που προκαλούν τα σχήματα.
Οι γιατροί θα πρέπει να αφιερώνουν επαρκή χρόνο ώστε να καθιστούν σαφή τόσο τη νόσο όσο και τη θεραπεία της, και να διατηρούν το σχήμα απλό και εξατομικευμένο σε κάθε ασθενή. Οι γραπτές οδηγίες και εξηγήσεις προς τον ασθενή και τους συγγενείς από τον ιατρό είναι ιδιαίτερα χρήσιμες.
Επίσης, τα ολοκληρωμένα προγράμματα εκπαίδευσης προς τα άτομα των οποίων η ζωή επηρεάζεται από την ατοπική δερματίτιδα, αμβλύνουν τη σοβαρότητα της νόσου και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής.