Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Όταν τον Ιανουάριο του 2013 ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ετοιμαζόταν να αποχωρήσει από την προεδρία του Eurogroup δήλωνε: «Αν κοιτάξουμε προσεκτικά τα στοιχεία των 10 τελευταίων ετών θα δούμε ότι οι χώρες του Βορρά δεν είναι πιο ενάρετες από εκείνες του Νότου».
Ο διάδοχός του, Γερούν Ντέισελμπλουμ, μάλλον δεν άκουγε. Αν και ο ίδιος το αρνείται πεισματικά, η πρόσφατη πολύκροτη δήλωση αναπαρήγαγε το στερεότυπο των άσωτων Νότιων, σε μια περίοδο που η Ευρωζώνη κάθε άλλο παρά διχαστικές κορόνες έχει ανάγκη. Και ίσως τελικά να είναι αυτή η δήλωση που θα σημάνει το πρόωρο τέλος της θητείας του.
Την παραίτησή του ζητούν, μεταξύ άλλων, ο Πορτογάλος πρωθυπουργός Αντόνιο Κόστα, ο Ιταλός πρώην πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, οι επικεφαλής των ομάδων του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και των Σοσιαλιστών στο Ευρωκοινοβούλιο, Μάνφρεντ Βέμπερ και Τζιάνι Πιτέλα. Το σχόλιό του απρεπές, ξενοφοβικό, σεξιστικό, είναι όμως μόνο η αφορμή. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί δεν πείστηκαν ποτέ πως ο Ολλανδός μπορεί να γεμίσει τα παπούτσια του προκατόχου του.
Όταν ανέλαβε την προεδρία του Eurogroup είχαν περάσει μόλις δύο μήνες από την επιλογή του ως υπουργού Οικονομικών της Ολλανδίας. Το βιογραφικό του ήταν μάλλον «φτωχό» και η παρουσία του σε ευρωπαϊκές και διεθνείς διαπραγματεύσεις σχεδόν ανύπαρκτη. Ήταν μία «άχρωμη και άοσμη» επιλογή και κατά συνέπεια ιδανική, ώστε να μην προκαλέσει ιδιαίτερες αντιδράσεις.
Ωστόσο, η απειρία του κατέστη εμφανής στους χειρισμούς της κυπριακής κρίσης, με την οποία έλαβε το βάπτισμα του πυρός. Μπορεί να μη χρεώνεται ο ίδιος το «τιμωρητικό» σχέδιο για τον κυπριακό τραπεζικό τομέα, χρεώνεται όμως τις έντονες αναταράξεις στις αγορές από τη δήλωσή του ότι αυτό θα λειτουργήσει ως μοντέλο για το μέλλον. Και τούτο γιατί έσκασε σαν βόμβα, πριν οι Ευρωπαίοι προλάβουν να επεξεργαστούν ένα πλαίσιο νέων κανόνων.
Η πρώτη του επιτυχία ήρθε το 2014 με τη συμφωνία για την τραπεζική ένωση, ένα σημαντικό βήμα στη διαδικασία της ολοκλήρωσης. Εκείνος ο συμβιβασμός, όμως, ήταν ενδεικτικός της στάσης που θα τηρούσε στα πάντα. Τα γερμανικά «όχι» έγιναν όλα δεκτά. Έκτοτε οι δηλώσεις του είτε για το ελληνικό ζήτημα είτε για το μέλλον της Ευρωζώνης σπανίως απέκλιναν από εκείνες του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Τώρα είναι αμφίβολο εάν έχει τη στήριξη έστω της Γερμανίας. Ο ίδιος δηλώνει θυμωμένος για την «παρερμηνεία» των δηλώσεών του. Ίσως μέσα του να θυμώνει περισσότερο με τις επιλογές του.