Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Η γενιά του 1960 πρέπει να προβληματιστεί έντονα και σοβαρά για τις συντάξεις της, αλλά και για το μέλλον των παιδιών της. Αυτοί που γεννήθηκαν το 1957, δηλαδή πριν από 60 έτη, έχουν μπει στην τελική ευθεία της συνταξιοδότησης και όχι μόνον στην Ελλάδα. Όμως, έως ότου φθάσουν στο κόψιμο του νήματος, ίσως κτυπήσει το καμπανάκι. Διότι η κατάσταση καμία αισιοδοξία δεν εμπνέει και το γεγονός αυτό δεν είναι εύκολα κατανοητό - ιδιαίτερα στην εποχή μας, όπου η πραγματικότητα εύκολα παραμορφώνεται και γίνεται εικονική προς όφελος κάποιων επιτήδειων.
Ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος
Η κατάσταση, όμως, δεν παύει να είναι σοβαρή. Οι γενιές του τέλους της δεκαετίας του 1950, οι αποκαλούμενοι boomers, όπως και αυτές που ακολουθούν, πρέπει να σχεδιάσουν μία διάρκεια ζωής που έχει αυξηθεί παγκοσμίως κατά 11 χρόνια για τους άνδρες και 12 χρόνια για τις γυναίκες και αυτό μέσα σε μία περίοδο 40 ετών. Έτσι, φέτος, η απάντηση στη μακροβιότητα θα καθορίσει εάν οι boomers θα περάσουν μία ανέφελη συντάξιμη ζωή ή αν θα χρειαστεί να πάρουν τηλέφωνο τα παιδιά τους και να ζητήσουν στέγη και τροφή για τα γεράματα.
Όπως τονίζει ο Larry Fink, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της BlackRock, κορυφαίας εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίων και επενδύσεων, όλοι αυτοί οι boomers θα αντιμετωπίσουν σοβαρό κενό στη χρηματοδότηση των συντάξεών τους. Διότι, σε παγκόσμιο επίπεδο, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, παρά τις καλές αποδόσεις των ομολόγων και των ιδίων κεφαλαίων τους, δύσκολα θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στη δημογραφική έκρηξη.
Ήδη, τα παραφορτωμένα κρατικά συνταξιοδοτικά ταμεία παραπαίουν. Σχεδιάστηκαν όταν οι συντάξεις διαρκούσαν κατά κανόνα λίγα χρόνια, αλλά τώρα επεκτείνονται για δεκαετίες. Στις ΗΠΑ, η χρεοκοπία του Ντιτρόιτ το 2013 κατέδειξε ότι στο επίπεδο αυτό τα τεράστια ελλείμματα που αντιμετωπίζει το αμερικανικό κράτος είναι πάνω από 2,2 τρισεκατομμύρια δολάρια. Και, όπως εκτιμά το Κέντρο Συνταξιοδοτικών Ερευνών, το ποσό αυτό μπορεί να φθάσει τα 3,6 τρισεκατομμύρια το 2030. Συνεπώς, περί το 2033 το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης της Αμερικής θα έχει στερέψει. Την ίδια χρονιά, εκτιμά η BlackRock, το αντίστοιχο χρηματοδοτικό κενό στην Κίνα θα ξεπερνά τα 11 τρισεκατομμύρια δολάρια, στη δε Ευρώπη η κατάσταση θα είναι απελπιστική.
Ας σημειωθεί επίσης ότι σήμερα στην Αμερική μεγάλα είναι τα κενά και στο επίπεδο των ατομικών καταθέσεων συνταξιοδότησης. Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Διασφάλισης Συντάξεων, τα κενά αυτά φθάνουν τα 14 τρισεκατομμύρια δολάρια και μόνο 4 Αμερικανοί στους 10 διαθέτουν κάποιο συνταξιοδοτικό πρόγραμμα. Όσο για τις αποταμιεύσεις των προσυνταξιούχων, βρίσκονται κατά μέσο όρο στα 12.000 δολάρια. Παρεμφερής είναι η εικόνα και στον υπόλοιπο κόσμο όπου, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, διαπιστώθηκε ότι σχεδόν ο μισός ενεργός πληθυσμός παγκοσμίως δεν αποταμιεύει αρκετά για τη σύνταξή του και το 20% δεν αποταμιεύει καθόλου.
«Παρ’ όλα αυτά», λέει ο Larry Fink, «οι πολιτικές ηγεσίες αγνοούν τις παραπάνω προκλήσεις και, ηλιθίως, δεν αξιοποιούν καθόλου τα οφέλη τού να ζουν οι άνθρωποι περισσότερα χρόνια. Αντιθέτως, ενδιαφέρονται περισσότερο για το κατέβασμα των ορίων συνταξιοδότησης, γεγονός που δείχνει πλήρη αφροσύνη». Κατά την BlackRock, στο επίπεδο της αφροσύνης, η Ελλάδα και η Γαλλία κατέχουν τα πρωτεία στην Ε.Ε. Ιδιαίτερα δε για την Ελλάδα επισημαίνονται οι κραυγαλέες ανισότητες στις συντάξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα εις βάρος του δεύτερου.
Ο ρόλος της ιδιωτικής ασφάλισης
Υπό αυτές τις συνθήκες η BlackRock -και όχι μόνον- εμμέσως πλην σαφώς συμφωνεί με την τελευταία πρόταση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, για τον ρόλο που μπορεί να παίξει η ιδιωτική ασφάλιση στην αντιμετώπιση των συνταξιοδοτικών προβλημάτων της χώρας - ιδιαίτερα δε σε μία περίοδο εξόδου της από τις παγκόσμιες αγορές κεφαλαίων και τις ροές τους. Στο πλαίσιο αυτών των εξελίξεων, τόσο η BlackRock όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα συνιστούν και στις ιδιωτικές εταιρείες να αναθεωρήσουν τις συνταξιοδοτικές τους πολιτικές και να μη ζητούν από υγιείς και ενεργητικούς υπαλλήλους να αποχωρούν στα 65 χρόνια τους.
«Στην αποκαλούμενη κοινωνιολογία των γηρατειών», μας έλεγε πρόσφατα ο Γάλλος καθηγητής Κοινωνιολογίας Βενσάν Καραντέκ, «πρέπει να αναθεωρήσουμε αρκετές πτυχές της, γιατί από πολλές πλευρές ο πληθυσμός των ηλικιωμένων αλλάζει πρόσωπο. Η μεταβολή των ηλικιωμένων σε συνταξιούχους είναι ένα μεταπολεμικό φαινόμενο, που σήμερα δημιουργεί προκλήσεις διόλου αμελητέες». Και το θέμα είναι με ποια κριτήρια αντιμετωπίζει αυτές τις τελευταίες η πολιτική.