Τη σοβαρότητα του προβλήματος των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων επεσήμανε η Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρία CLEO, η οποία ιδρύθηκε με δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, με στόχο τη βελτίωση της ασφάλειας των ασθενών και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας στα ελληνικά νοσοκομεία με έμφαση στην πρόληψη των νοσοκομειακών λοιμώξεων και στην ορθολογική χρήση των αντιβιοτικών.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου & Πρόληψης Λοιμώξεων (ECDC), περίπου 6% των νοσηλευόμενων ασθενών στην Ευρώπη αναπτύσσει ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, με τον συνολικό αριθμό των ασθενών να φτάνει στα 3,2 εκατ. στην Ευρώπη για το έτος 2011-2012.
Όπως λένε οι ειδικοί, οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις αποτελούν σοβαρό πρόβλημα για τη δημόσια υγεία καθώς οι νοσηλευόμενοι κινδυνεύουν, ιδιαίτερα αν βρίσκονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ).
Τα ευρωπαϊκά δεδομένα δείχνουν ότι περίπου 1 στους 5 ασθενείς εμφανίζει ενδονοσοκομειακή λοίμωξη στις ΜΕΘ, με την πλειοψηφία αυτών των λοιμώξεων να προέρχονται από μικρόβια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά. Και ο λόγος δυστυχώς είναι η μέχρι σήμερα αλόγιστη χρήση των αντιβιοτικών τόσο στους ανθρώπους όσο και στα ζώα.
Στην Ελλάδα τα δεδομένα του ECDC δείχνουν ότι 1 στους 10 νοσηλευόμενους περίπου το 9% θα πάθει κάποια ενδονοσοκομειακή λοίμωξη. Η χώρα μας δυστυχώς είναι πολύ ψηλά στον ευρωπαϊκό χάρτη συχνότητας νοσοκομειακών λοιμώξεων, ειδικά στις ΜΕΘ, όπου φτάνουμε το 50% στους ενήλικες και το 30% στα νεογνά.
Επιπλέον, η Ελλάδα κατέχει μία από τις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη σε νοσοκομειακές λοιμώξεις που οφείλονται σε ανθεκτικά μικρόβια και την 1η θέση στην κατανάλωση αντιβιοτικών στα νοσοκομεία, με το τραγικό ποσοστό του 54,7%.
Οι επιπτώσεις σε ασθενείς και σύστημα υγείας είναι σημαντικές καθώς παρατείνουν την παραμονή των ασθενών στο νοσοκομείο, αυξάνουν εντυπωσιακά το κόστος νοσηλείας, όπως επίσης και τα ποσοστά θνητότητας. Κάθε χρόνο 3.000 άνθρωποι στην Ελλάδα πεθαίνουν λόγω κάποιας νοσοκομειακής λοίμωξης, ενώ κοστίζουν στο ελληνικό σύστημα υγείας 1.2 δισ. ευρώ.
Παράγοντες που συμβάλλουν στον αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη νοσοκομειακής λοίμωξης στην Ελλάδα
Από τους πιο συνηθισμένους παράγοντες είναι το ίδιο το νοσοκομειακό περιβάλλον, δηλαδή το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, τα ιατρικά εργαλεία, οι επισκέπτες, κ.λπ., ενώ εξίσου σημαντικός παράγοντας είναι και η χρήση παρεμβατικών συσκευών όπως είναι οι ουροκαθετήρες, οι αναπνευστήρες και οι κεντρικοί φλεβικοί καθετήρες.
Ωστόσο, στους ιδιαίτερα επιβαρυντικούς παράγοντες καταγράφεται η έλλειψη συμμόρφωσης του ιατρό-νοσηλευτικού προσωπικού σε απλές τυποποιημένες πρακτικές, όπως η συμμόρφωση με τις πρακτικές υγιεινής των χεριών ή με τις πρακτικές εισαγωγής και φροντίδας παρεμβατικών συσκευών (π.χ. ουροκαθετήρες, κεντρικοί φλεβικοί καθετήρες και αναπνευστήρες).
Δυστυχώς, στην Ελλάδα, η συμμόρφωση αναφορικά με τους κανόνες υγιεινής των χεριών είναι εξαιρετικά χαμηλή, αφού φτάνει περίπου στο 33%. Όπως καταγράφουν οι ειδικοί, αυτό οφείλεται κυρίως στην μη κατάλληλη ενημέρωση/εκπαίδευση του ιατρο-νοσηλευτικού προσωπικού σχετικά με την εφαρμογή των ορθών πρακτικών.
Δύο στοιχεία που υποστηρίζουν το συγκεκριμένο συμπέρασμα
Πρώτον, σύμφωνα με δεδομένα της ερευνητικής ομάδας του Κέντρου Κλινικής Επιδημιολογίας & Έκβασης Νοσημάτων (CLEO) για τις υποδομές και τα αναλώσιμα υγιεινής χεριών σε επιλεγμένα νοσοκομεία της Ελλάδας, το ECDC εμφανίζει την Ελλάδα μεταξύ των χωρών με τη μεγαλύτερη κατανάλωση αντισηπτικού, υποδηλώνοντας επαρκή διαθεσιμότητα αντισηπτικού στα ελληνικά νοσοκομεία.
Δεύτερον, από τα δεδομένα και τις δράσεις του CLEO διαπιστώθηκε ότι το ποσοστό συμμόρφωσης στην υγιεινή των χεριών αυξήθηκε κατά 50% μετά από μία απλή και σχεδόν ανέξοδη παρέμβαση, την πραγματοποίηση μίας καμπάνιας ενημέρωσης για τη σωστή τεχνική πλυσίματος των χεριών στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό του Νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία».
Ωστόσο, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι δεν πρέπει να παραβλεφθεί το σοβαρό θέμα της υποστελέχωσης των δημόσιων νοσοκομείων στη χώρα μας ως προς την αυξημένη συχνότητα εμφάνισης νοσοκομειακών λοιμώξεων.
Τα διεθνή δεδομένα δείχνουν ότι η κάλυψη των αναγκών των νοσοκομείων από μη μόνιμο ιατρο-νοσηλευτικό προσωπικό, και υποστελεχωμένο προσωπικό καθαριότητας του νοσοκομείου, το οποίο είναι σύνηθες στις μέρες μας (π.χ. επικουρικοί ιατροί, συμβασιούχοι νοσηλευτές κτλ) σχετίζεται με αύξηση νοσοκομειακών λοιμώξεων ενώ, καθοριστικό ρόλο παίζει και η υποστελέχωση των ομάδων και επιτροπών επιτήρησης λοιμώξεων των νοσοκομείων.
Τέλος, η παρατεταμένη διάρκεια νοσηλείας, λόγω ανεπαρκούς προγραμματισμού και έλλειψης υποδομών που θα εξασφάλιζαν ταχεία διαχείριση των ασθενών, καθώς και η παρατεταμένη και χωρίς ένδειξη χρήση παρεμβατικών συσκευών, έχουν σαν αποτέλεσμα την έκθεση των ασθενών σε ανθεκτικά μικρόβια του ιατρονοσηλευτικού περιβάλλοντος για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο τον κίνδυνο για νοσοκομειακές λοιμώξεις.
Κλείνοντας, η ομάδα της CLEO τόνισε ότι, αν και υπάρχει αδυναμία της χώρας να προβεί άμεσα σε δομικές αλλαγές της λειτουργίας των νοσοκομείων, λόγω της οικονομικής κρίσης, είναι εφικτή η μείωση των νοσοκομειακών λοιμώξεων με την εφαρμογή απλών προγραμμάτων πρόληψης.
Τα διεθνή δεδομένα έχουν αποδείξει ότι πάνω από το 50% αυτών των λοιμώξεων μπορούν να προληφθούν εφαρμόζοντας συνεχή καταγραφή των λοιμώξεων, διαρκή γνωστοποίηση αυτών των δεδομένων στο ιατρο-νοσηλευτικό προσωπικό και τους διοικητές των νοσοκομείων και εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας σε πρακτικές πρόληψης.