Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Οι αριθμοί απασχολούν τους υπουργούς και τα Μέσα, αλλά ελάχιστα αποκαλύπτουν για την οικονομική κατάσταση των πολιτών και ακόμα λιγότερα για την ανισότητα και την επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου για τα μεσαίων και χαμηλότερων εισοδημάτων νοικοκυριά.
Από το 2010 το Λονδίνο ακολουθούσε σφιχτή δημοσιονομική πολιτική, με στόχο τον μηδενισμό του ελλείμματος έως το 2018. Χρόνια περικοπών και εξάλειψης βασικών υπηρεσιών. Το δημοψήφισμα για το Βrexit, αν και δεν είχε άμεση σχέση με τα οικονομικά «ζωνάρια», έλυσε τα μάγια.
Ο υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, καταθέτοντας τον προϋπολογισμό για το 2017, είπε ορθά κοφτά ότι η διαρκής λιτότητα, που επικρατεί σε όλη την Ευρώπη, δεν είναι πανάκεια και αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη.
Βερολίνο ακούει; Η Βρετανία δίδει έμφαση στις δημόσιες επενδύσεις σε περιοχές που έχει πλήξει η αποβιομηχάνιση, συμβάλλοντας έτσι στη νίκη του Βrexit. Ο υπουργός Οικονομικών εξήγγειλε έργα υποδομής 30 δισ., διατήρηση της αύξησης της κρατικής σύνταξης κατά 2,5%, μείωση του εταιρικού φόρου από 20% σε 17%, 2 δισ. για την έρευνα και επιπλέον κονδύλια για την ανάπτυξη των δικτύων επικοινωνίας.
Εντάξει, δεν σκορπά και στερλίνες από το Γουεστμίνστερ. Για τη Βρετανία μιλάμε, αλλά υπό τις παρούσες συνθήκες είναι σαν να κινείς παγόβουνο.
Σε λελογισμένη τόνωση των δημόσιων επενδύσεων καλεί τις αναπτυγμένες χώρες ο ΟΟΣΑ, και μάλιστα συντονισμένα, σε διεθνές επίπεδο, προειδοποιώντας για την «παγίδα» της χαμηλής ανάπτυξης. Στο ίδιο μήκος κύματος και η Κομισιόν, ιδιαίτερα για όσες χώρες έχουν δημοσιονομικό περιθώριο. Ακόμα και για ελλειμματικές χώρες, όμως, έχει αναγνωρίσει ότι δεν έχει πολύ νόημα από οικονομικής και πολιτικής άποψης το να προσπαθήσει να τις εξαναγκάσει σε μια αντιπαραγωγική προσαρμογή.
Η Γερμανία έχει, όμως, άλλη αρχή. Σαν τη γαλοπούλα δεν θα ταχθεί ποτέ δημοσίως υπέρ των Χριστουγέννων.