Θέση στον δημόσιο διάλογο για τα Θρησκευτικά πήραν οι επιτροπές εμπειρογνωμόνων που κατήρτησαν τα νέα προγράμματα σπουδών του μαθήματος.
Οι εμπειρογνώμονες υπερασπίζονται το έργο τους, λέγοντας ότι η διαφοροποίηση του μαθήματος δεν είναι τόσο ριζοσπαστική όσο παρουσιάζεται στη βάση ποικίλων παραναγνώσεων.
Όπως αναφέρουν, είναι ένα μάθημα που δίνει απόλυτη προτεραιότητα στην παράδοση του τόπου μας, στην ορθόδοξη χριστιανική. «Δεν έχει κατηχητικό χαρακτήρα, καθώς η κατήχηση είναι μια υπόθεση της Εκκλησίας και της οικογένειας, όχι του σχολείου. Παράλληλα, όπως και στα προηγούμενα προγράμματα, ενημερώνει και για τον κόσμο των θρησκειών», συμπληρώνουν.
Σε σχετική ανακοίνωση χαρακτηρίζεται ανακριβής η αίσθηση ότι υπάρχει «πολλή θρησκειολογία» ή ότι το μάθημα είναι «ουδετερόθρησκο». «Ασφαλώς, εξάλλου, το μάθημα δεν είναι “θρησκειολογικό”. Πόσω μάλλον δεν ισχύει η κατηγορία ότι το μάθημα προωθεί τον θρησκευτικό συγκρητισμό», συμπληρώνεται.
«Το μάθημα είναι ορθόδοξο, κατά αντιστοιχία με την κοινωνική πλειοψηφία και κύρια πολιτισμική ταυτότητα της κοινωνίας μας. Συνάμα είναι ανοιχτό στην ετερότητα και εμπεριέχει και γνωσιακή ύλη για άλλες θρησκείες, όπως ίσχυε και στο παρελθόν. Απλώς υπάρχει μια αναδιάρθρωση της ύλης, που υπηρετεί καλύτερα τις σύγχρονες συνθήκες και αντανακλά τις παραστάσεις για τον κόσμο που ήδη έχουν τα παιδιά», προστίθεται στην ανακοίνωση.
Κατά τις επιτροπές εμπειρογνωμόνων, «η εγκυκλοπαιδική ενημέρωση για το τι συντελείται στον κόσμο στο πεδίο της θρησκείας κατεβαίνει σε πιο μικρές ηλικίες και θεωρείται δεδομένη στο Λύκειο, όπου ο μαθητής αναμετριέται με τις προσωπικές του υπαρξιακές αναζητήσεις. Η κατάλληλη ενημέρωση για τον κόσμο γύρω μας είναι η μόνη υπεύθυνη στάση για το μάθημα των Θρησκευτικών».