«Η ελληνική οικονομία χρειάζεται νέες θέσεις εργασίας, όχι νέες απολύσεις», τονίζει ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος, σε δήλωσή του σχετικά με τις προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων.
Υπενθυμίζεται ότι σε χθεσινή εισήγησή του ο Γενικός Εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, έκρινε ότι το άρθρο του ελληνικού νόμου 1387/1983 που απαιτεί, μεταξύ άλλων, από τους εργοδότες να λαμβάνουν διοικητική έγκριση πριν προβούν σε ομαδικές απολύσεις παραβιάζει την κοινοτική νομοθεσία.
«Παρακολουθούμε με προσοχή τις εξελίξεις επί του σχετικού παραπεμπτικού ερωτήματος που εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο σεβασμός απέναντι σε κάθε δικαιοδοτική αρχή αποτελεί αυτονόητη υποχρέωση, η ελληνική όμως Πολιτεία θα υπερασπιστεί την υφιστάμενη νομοθετική ρύθμιση μέχρι το τέλος της δικαστικής διαδικασίας», ανέφερε ο κ. Κατρούγκαλος σχολιάζοντας την εισήγηση.
Ο ίδιος διευκρίνισε ότι οι προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα δεν είναι δεσμευτικές, αλλά αποτελούν εισήγηση προς το δικαστήριο. Επισήμανε παράλληλα ότι οι προτάσεις αυτές, θεωρούν ότι υφίσταται αντίθεση με το ευρωπαϊκό δίκαιο κυρίως ως προς το όργανο που αποφασίζει σχετικά με τις ομαδικές απολύσεις και ως προς ορισμένες άλλες διαδικαστικές παραμέτρους, όχι σε σχέση με τις ουσιαστικές εγγυήσεις προστασίας καθ’ εαυτές, οι οποίες ενσωματώνουν στο ελληνικό δίκαιο κοινοτική οδηγία.
«Οι ομαδικές απολύσεις αποτελούν, άλλωστε, και ένα από τα θέματα διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς, παράλληλα με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που με επίταση επιδιώκει η ελληνική πλευρά», προσθέτει ο κ. Κατρούγκαλος, διαβεβαιώνοντας ότι «σε κάθε περίπτωση θα εξασφαλιστεί και σε αυτό το επίπεδο η ουσιαστική προστασία από τις ομαδικές απολύσεις».
Ο υπουργός Εργασίας σημειώνει ακόμη ότι «επί του ζητήματος υπάρχει στην Ελλάδα ομοφωνία όλων των κοινωνικών συνομιλητών, της εργοδοτικής πλευράς συμπεριλαμβανομένης», δηλώνοντας τέλος πως «όσοι επιμένουν σε ιδεοληπτικές θέσεις θα βρεθούν και πάλι απομονωμένοι, όπως συνέβη και κατά την διαπραγμάτευση του ασφαλιστικού».