Περί αλληλεγγύης

Πέμπτη, 24 Μαρτίου 2016 07:00
REUTERS/MARKO DJURICA

Κι όσοι επικρίνουν τις κυβερνήσεις που αποφασίζουν με εθνικά κριτήρια στο προσφυγικό, ας αναρωτηθούν πόση «αλληλεγγύη» υπάρχει στην αποδοχή της απαίτησης Κάμερον να επιβάλει ένα καθεστώς διακρίσεων σε όσους Ανατολικοευρωπαίους εργάζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

A- A A+

Από την έντυπη έκδοση 

Του Δημήτρη Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]

Το προσφυγικό εξελίσσεται με τρόπο που θέτει σε δοκιμασία τις ανοχές -και τις αντοχές- των ευρωπαϊκών κοινωνιών και εκθέτει την αδυναμία των κυβερνήσεων να διαχειρισθούν αποτελεσματικά την κατάσταση που διαμορφώνεται και με δική τους καθοριστική ευθύνη.

Στην Ελλάδα, το κράτος μοιάζει να έχει αποποιηθεί την ευθύνη της αποστολής του, αναθέτοντας σε ΜΚΟ και στην ιδιωτική φιλανθρωπία το έργο της φροντίδας εξαθλιωμένων ανθρώπων.

Στην τρέχουσα πολιτική διαχείριση απουσιάζει ως περιεχόμενο ο ουμανισμός και περισσεύει ο κυνισμός, με αναγκαίο παρακολούθημα τη ρητορική εναντίον κυβερνήσεων και λαών, που επέλεξαν να διαχειριστούν το ζήτημα με κριτήρια εθνικής κι όχι κοινοτικής πολιτικής.

Στη σημερινή Ε.Ε., πάντως, με τη συνοχή της εν κινδύνω, κανείς δεν μπορεί να κουνά το δάχτυλο σε κανέναν.

Και πολύ περισσότερο σε λαούς που έζησαν σχεδόν μισόν αιώνα πίσω από τείχη και συρματοπλέγματα είναι άδικο να εκτοξεύεται η κατηγορία για έλλειψη αλληλεγγύης και για προδοσία των ευρωπαϊκών ιδεωδών και του ανθρωπισμού.

Οι κατηγορίες αυτές εμπίπτουν στο επίπεδο ηθικής όσων τις αναμασούν και αδικούν την ιστορική πραγματικότητα, αποσιωπώντας μια αναμφισβήτητη αλήθεια.

Οτι, δηλαδή, το ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος οικοδομήθηκε αναλώμασι των λαών της Ανατολικής Ευρώπης, για την τύχη των οποίων οι εργαζόμενοι στη Δυτική Ευρώπη αδιαφόρησαν πλήρως, ακόμη κι όταν τα τεκμήρια για την πραγματική φύση του καθεστώτος που τους είχε επιβληθεί ήταν κοινός τόπος σε όλες τις δυτικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Η Εμα Γκόλντμαν, που δεν έκρυψε την απογοήτευσή της από τη Ρωσία μόλις δύο χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο Αντρέ Ζιντ επιστρέφοντας από την ΕΣΣΔ το 1936, ο Αρθουρ Κέισλερ οδήγησε από το μηδέν και το άπειρο, η ομολογία του Αρθουρ Λόντον και το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, με τον Νικήτα Χρουστόφ να καταγγέλει τον σταλινισμό, όλα αυτά ήταν αψευδείς μαρτυρίες για τον ολοκληρωτικό ζόφο που είχε εγκατασταθεί στη μισή ευρωπαϊκή ήπειρο, πριν ακόμη γίνουν γνωστές οι αφηγήσεις των Ζαχάροφ, Σολζενίτσιν, Σαλάμοφ.

Ενώ ακόμη και οι εισβολές σε Ουγγαρία το 1956 και Τσεχοσλοβακία το 1968 δεν στάθηκαν ικανές να πυροδοτήσουν στη Δύση ένα κύμα συμπαράστασης σε δοκιμαζόμενους Ευρωπαίους πολίτες.

Αντιθέτως, σε ρόλο «χρήσιμου ηλίθιου» πλήθος Δυτικοευρωπαίων διανοουμένων, πολιτικών και συνδικαλιστών τέθηκαν επικεφαλής πορειών και διαδηλώσεων για την ειρήνη και τον αφοπλισμό.

Από τις ελάχιστες φωνές τότε, που κατήγγειλαν τα «ζωτικά ψεύδη» των δύο υπερδυνάμεων στον χώρο κυριαρχίας τους, ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, με δημόσιες ομιλίες του το 1969 στη Βόρεια Αμερική και με το δοκίμιο «Η ελευθερία του ανθρώπου», το 1970.

Η αλληλεγγύη δεν είναι κανόνας εφαρμογής κατά το δοκούν.

Κι όσοι επικρίνουν τις κυβερνήσεις που αποφασίζουν με εθνικά κριτήρια στο προσφυγικό, ας αναρωτηθούν πόση «αλληλεγγύη» υπάρχει στην αποδοχή της απαίτησης Κάμερον να επιβάλει ένα καθεστώς διακρίσεων σε όσους Ανατολικοευρωπαίους εργάζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Κι αυτό, η Ε.Ε των «28» το αποφάσισε…

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή