Multimedia

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους

Κυριακή, 01 Ιανουαρίου 2017 22:11

Το πρακτορείο Reuters επέλεξε 11 φωτογραφίες που ξεχώρισαν τη χρονιά που πέρασε και δίνει τον λόγο στους φωτογράφους για να αποκαλύψουν την ιστορία τους. 

Επιμέλεια: Σταυρούλα Παπαβασιλείου

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Το άψυχο κορμί του 11χονου Μαχμούντ Μπαράκα, ο οποίος σκοτώθηκε σε βομβαρδισμούς στη συνοικία Δούμα της Δαμασκού, κείτεται σε ένα τραπέζι, κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών της ταφής του (24 Οκτωβρίου 2016).Ο φωτογράφος Μπασάμ Καμπιέχ θυμάται:Έδειχνε τόσο μόνος, ξαπλωμένος πάνω στο τραπέζι, με τα ρούχα του λερωμένα με αίμα. Ο Μπαρακά σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών στη Δούμα, στην ανταρτοκρατούμενη ανατολική Γκούτα, την οποία επιχειρεί να ανακαταλάβει ο κυβερνητικός στρατός. Η μητέρα του και τα αδέρφια του τραυματίστηκαν από τα πυρά. Ο πατέρας του και οι θείοι του πέθαναν κατά τη διάρκεια άλλων επιθέσεων πέρσι. Εκείνη την ημέρα, έγιναν πολλές αεροπορικές επιδρομές. Προσπάθησα να πάω στις στοχοθετημένες περιοχές, αλλά καθώς ένα νέο κύμα επιθέσεων άρχιζε, αναγκάστηκα να περιμένω και βρέθηκα στο σημείο όπου ετοιμάζονταν οι ταφές των θυμάτων. Οι εργαζόμενοι περίμεναν μέχρι να έρθει κάποιος συγγενής του παιδιού για να τυλίξουν το σώμα του με ένα σάβανο. Κάποιος προσπάθησε να ισιώσει τα πόδια του παιδιού, αλλά ήταν ήδη άκαμπτος κι έτσι παρέμειναν λυγισμένα. Ένας γείτονας πήγε να αναζητήσει τον παππού του Μπαράκα, ο οποίος δούλευε σε προάστιο της πόλης. Ενώ τον περίμενα, αποφασίστηκε να μεταφερθεί η σορός στο σπίτι της οικογένειας πριν φτάσει ο παππούς. Πήγαμε στο σπίτι της οικογένειας. Ο παππούς έφτασε. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ένα ακόμη εγγόνι του, ο τελευταίος γιος του νεκρού παιδιού του, είχε πεθάνει. Δάκρυα έτρεχαν στο πρόσωπό του. Η γιαγιά του Μπαράκα και άλλοι συγγενείς έκλαιγαν και φώναζαν «γιατί έφυγες Μαχμούντ, γιατί έφυγες;». Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Η οικογένεια θρηνούσε στο σπίτι και η σορός μεταφέρθηκε στο τοπικό τέμενος για να διαβαστούν οι προσευχές. Τα παιδιά της γειτονιάς μαζεύτηκαν για να δουν τον νεκρό τους φίλο. Η σορός στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο νεκροταφείο.
REUTERS / BASSAM KHABIEH

Το άψυχο κορμί του 11χονου Μαχμούντ Μπαράκα, ο οποίος σκοτώθηκε σε βομβαρδισμούς στη συνοικία Δούμα της Δαμασκού, κείτεται σε ένα τραπέζι, κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών της ταφής του (24 Οκτωβρίου 2016).

Ο φωτογράφος Μπασάμ Καμπιέχ θυμάται:

Έδειχνε τόσο μόνος, ξαπλωμένος πάνω στο τραπέζι, με τα ρούχα του λερωμένα με αίμα. Ο Μπαρακά σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών στη Δούμα, στην ανταρτοκρατούμενη ανατολική Γκούτα, την οποία επιχειρεί να ανακαταλάβει ο κυβερνητικός στρατός.

Η μητέρα του και τα αδέρφια του τραυματίστηκαν από τα πυρά. Ο πατέρας του και οι θείοι του πέθαναν κατά τη διάρκεια άλλων επιθέσεων πέρσι. Εκείνη την ημέρα, έγιναν πολλές αεροπορικές επιδρομές. Προσπάθησα να πάω στις στοχοθετημένες περιοχές, αλλά καθώς ένα νέο κύμα επιθέσεων άρχιζε, αναγκάστηκα να περιμένω και βρέθηκα στο σημείο όπου ετοιμάζονταν οι ταφές των θυμάτων. Οι εργαζόμενοι περίμεναν μέχρι να έρθει κάποιος συγγενής του παιδιού για να τυλίξουν το σώμα του με ένα σάβανο. Κάποιος προσπάθησε να ισιώσει τα πόδια του παιδιού, αλλά ήταν ήδη άκαμπτος κι έτσι παρέμειναν λυγισμένα.

Ένας γείτονας πήγε να αναζητήσει τον παππού του Μπαράκα, ο οποίος δούλευε σε προάστιο της πόλης. Ενώ τον περίμενα, αποφασίστηκε να μεταφερθεί η σορός στο σπίτι της οικογένειας πριν φτάσει ο παππούς. Πήγαμε στο σπίτι της οικογένειας. Ο παππούς έφτασε. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ένα ακόμη εγγόνι του, ο τελευταίος γιος του νεκρού παιδιού του, είχε πεθάνει. Δάκρυα έτρεχαν στο πρόσωπό του. Η γιαγιά του Μπαράκα και άλλοι συγγενείς έκλαιγαν και φώναζαν «γιατί έφυγες Μαχμούντ, γιατί έφυγες;».

Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Η οικογένεια θρηνούσε στο σπίτι και η σορός μεταφέρθηκε στο τοπικό τέμενος για να διαβαστούν οι προσευχές. Τα παιδιά της γειτονιάς μαζεύτηκαν για να δουν τον νεκρό τους φίλο. Η σορός στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο νεκροταφείο.

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Η Σουάντ Χαμίντι αφαιρεί τη νικάμπ της, μετά την απελευθέρωση του χωριού της από τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), στη Συρία (9 Ιουνίου 2016).Ο Ρόντι Σαίντ διηγείται:Όταν οι υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ δυνάμεις κατάφεραν να απωθήσουν τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους από το χωριό της Χαμίντι, στη βόρεια Συρία, η 19χρονη χαμογέλασε και έβγαλε βιαστικά τη νικάμπ που ήταν υποχρεωμένη να φορά από το 2014, όταν το Ι.Κ. ίδρυσε το αυτοαποκαλούμενο «χαλιφάτο» στη Συρία και το Ιράκ.«Ένιωσα απελευθερωμένη», είπε η Χαμίντι έχοντας ανταλλάξει το μαύρο πέπλο που κάλυπτε το πρόσωπό της με μια κόκκινη μαντίλα. «Μας ανάγκαζαν να το φοράμε παρά τη θέλησή μας και γι’ αυτό το έβγαλα για να τους εκνευρίσω», συμπλήρωσε.Επισκεπτόμουν εδάφη που είχαν απελευθερωθεί από τις SDF και η άφιξη μου συνέπεσε με την επιστροφή της Χαμίντι στο σπίτι της. Το Αμ Αντάσα ήταν υπό τον έλεγχο των τζιχαντιστών από το 2014. Όπως λέει η Χαμίντι, η ζωή υπό το Ισλαμικό Κράτος διέπεται από αυστηρούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένου και του ντυσίματος. «Όσοι δεν τηρούσαν τους κανόνες τιμωρούνταν, μερικές φορές ανάγκαζαν τον κόσμο να μένει σε σκαμμένους τάφους για μέρες», αναφέρει και συμπληρώνει ότι «από τότε που οι SDF πήραν τον έλεγχο, ζούμε μια νέα ζωή».Από το σπίτι της οικογένειάς της η Χαμίντι λέει ότι φοβάται ότι το Ι.Κ. θα επιστρέψει κάποια μέρα: «Θέλω να σβήσω το Νταές (σ.σ. αραβικό ακρωνύμιο του Ι.Κ.) από τη μνήμη μου. Ελπίζω όλες οι περιοχές που ελέγχονται από το Νταές να απελευθερωθούν, να απελευθερωθούν οι άνθρωποι, ώστε να μπορούν να ζήσουν όπως εμείς τώρα».Για μένα, λέει ο Σαίντ, αυτή η φωτογραφία εκφράζει τη δύναμη της προσωπικότητας της Χαμίντι, την ανάκτηση της ελευθερίας της. Είναι η στιγμή που ξεπερνά κανείς τον φόβο της θρησκευτικής τιμωρίας.
REUTERS / RODI SAID

Η Σουάντ Χαμίντι αφαιρεί τη νικάμπ της, μετά την απελευθέρωση του χωριού της από τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), στη Συρία (9 Ιουνίου 2016).

Ο Ρόντι Σαίντ διηγείται:

Όταν οι υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ δυνάμεις κατάφεραν να απωθήσουν τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους από το χωριό της Χαμίντι, στη βόρεια Συρία, η 19χρονη χαμογέλασε και έβγαλε βιαστικά τη νικάμπ που ήταν υποχρεωμένη να φορά από το 2014, όταν το Ι.Κ. ίδρυσε το αυτοαποκαλούμενο «χαλιφάτο» στη Συρία και το Ιράκ.

«Ένιωσα απελευθερωμένη», είπε η Χαμίντι έχοντας ανταλλάξει το μαύρο πέπλο που κάλυπτε το πρόσωπό της με μια κόκκινη μαντίλα. «Μας ανάγκαζαν να το φοράμε παρά τη θέλησή μας και γι’ αυτό το έβγαλα για να τους εκνευρίσω», συμπλήρωσε.

Επισκεπτόμουν εδάφη που είχαν απελευθερωθεί από τις SDF και η άφιξη μου συνέπεσε με την επιστροφή της Χαμίντι στο σπίτι της. Το Αμ Αντάσα ήταν υπό τον έλεγχο των τζιχαντιστών από το 2014. Όπως λέει η Χαμίντι, η ζωή υπό το Ισλαμικό Κράτος διέπεται από αυστηρούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένου και του ντυσίματος. «Όσοι δεν τηρούσαν τους κανόνες τιμωρούνταν, μερικές φορές ανάγκαζαν τον κόσμο να μένει σε σκαμμένους τάφους για μέρες», αναφέρει και συμπληρώνει ότι «από τότε που οι SDF πήραν τον έλεγχο, ζούμε μια νέα ζωή».

Από το σπίτι της οικογένειάς της η Χαμίντι λέει ότι φοβάται ότι το Ι.Κ. θα επιστρέψει κάποια μέρα: «Θέλω να σβήσω το Νταές (σ.σ. αραβικό ακρωνύμιο του Ι.Κ.) από τη μνήμη μου. Ελπίζω όλες οι περιοχές που ελέγχονται από το Νταές να απελευθερωθούν, να απελευθερωθούν οι άνθρωποι, ώστε να μπορούν να ζήσουν όπως εμείς τώρα».

Για μένα, λέει ο Σαίντ, αυτή η φωτογραφία εκφράζει τη δύναμη της προσωπικότητας της Χαμίντι, την ανάκτηση της ελευθερίας της. Είναι η στιγμή που ξεπερνά κανείς τον φόβο της θρησκευτικής τιμωρίας.

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Η Ιέσια Έβανς συλλαμβάνεται ενώ συμμετέχει σε διαδήλωση στο Μπατόν Ρουζ της Λουιζιάνα, ύστερα από τη δολοφονία του 37χρονου Άλτον Στέρλινγκ από πυρά αστυνομικών (9 Ιουλίου 2016).Ο 31χρονος φωτογράφος Τζόναθαν Μπάκμαν βρέθηκε στην περιοχή προκειμένου να καλύψει την πρώτη πορεία διαμαρτυρίας στην καριέρα του και κατάφερε να βγάλει τη φωτογραφία - σύμβολο των διαδηλώσεων του κινήματος «Black Lives Matter»:Μια γυναίκα στέκεται ψύχραιμη στη μέση του δρόμου, με το μακρύ της φόρεμα να ανεμίζει, ενώ απέναντί της αστυνομικοί με πλήρη εξάρτυση ετοιμάζονται να τη συλλάβουν. Το πρόσωπό της δεν είχε καμία έκφραση. Απλώς στεκόταν στο σημείο.Λίγο πριν βγάλω τη συγκεκριμένη φωτογραφία της Ιέσια Έβανς, είχα γυρισμένη την πλάτη μου και φωτογράφιζα συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών. Τότε άκουσα κάποιον πίσω μου να φωνάζει «μην στέκεσαι, συλλαμβάνουν κόσμο». Γύρισα και είδα αυτή τη γυναίκα να στέκεται στη μέση του δρόμου. Ήξερα τι επρόκειτο να συμβεί. Οι αστυνομικοί θα τη συλλάμβαναν. Κινήθηκα γρήγορα και τράβηξα τη φωτογραφία.Όταν επέστρεψα στο αυτοκίνητό μου και είδα τι είχα βγάλει, ήξερα ότι είχα μια δυνατή εικόνα. Ωστόσο, δεν φαντάστηκα ότι αυτή η φωτογραφία θα γινόταν viral. Είμαι ευγνώμων που έγινε αφορμή για να ξεκινήσει η συζήτηση για ένα σημαντικό ζήτημα για τη χώρα.
REUTERS / JONATHAN BACHMAN

Η Ιέσια Έβανς συλλαμβάνεται ενώ συμμετέχει σε διαδήλωση στο Μπατόν Ρουζ της Λουιζιάνα, ύστερα από τη δολοφονία του 37χρονου Άλτον Στέρλινγκ από πυρά αστυνομικών (9 Ιουλίου 2016).

Ο 31χρονος φωτογράφος Τζόναθαν Μπάκμαν βρέθηκε στην περιοχή προκειμένου να καλύψει την πρώτη πορεία διαμαρτυρίας στην καριέρα του και κατάφερε να βγάλει τη φωτογραφία - σύμβολο των διαδηλώσεων του κινήματος «Black Lives Matter»:

Μια γυναίκα στέκεται ψύχραιμη στη μέση του δρόμου, με το μακρύ της φόρεμα να ανεμίζει, ενώ απέναντί της αστυνομικοί με πλήρη εξάρτυση ετοιμάζονται να τη συλλάβουν. Το πρόσωπό της δεν είχε καμία έκφραση. Απλώς στεκόταν στο σημείο.

Λίγο πριν βγάλω τη συγκεκριμένη φωτογραφία της Ιέσια Έβανς, είχα γυρισμένη την πλάτη μου και φωτογράφιζα συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών. Τότε άκουσα κάποιον πίσω μου να φωνάζει «μην στέκεσαι, συλλαμβάνουν κόσμο». Γύρισα και είδα αυτή τη γυναίκα να στέκεται στη μέση του δρόμου. Ήξερα τι επρόκειτο να συμβεί. Οι αστυνομικοί θα τη συλλάμβαναν. Κινήθηκα γρήγορα και τράβηξα τη φωτογραφία.

Όταν επέστρεψα στο αυτοκίνητό μου και είδα τι είχα βγάλει, ήξερα ότι είχα μια δυνατή εικόνα. Ωστόσο, δεν φαντάστηκα ότι αυτή η φωτογραφία θα γινόταν viral. Είμαι ευγνώμων που έγινε αφορμή για να ξεκινήσει η συζήτηση για ένα σημαντικό ζήτημα για τη χώρα.

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Μια κούκλα διακρίνεται δίπλα σε ένα καλυμμένο πτώμα, στη Νίκαια της Γαλλίας, όπου στις 14 Ιουλίου 2016 ένας άνδρας έπεσε με φορτηγό αυτοκίνητο πάνω σε πλήθη ανθρώπων που είχαν συγκεντρωθεί για να δουν τα πυροτεχνήματα που θα εκτοξεύονταν το βράδυ της εθνικής εορτής της Γαλλίας.Ο φωτογράφος Έρικ Γκαγιάρ θυμάται: Ήμουν σπίτι σε διακοπές, μετά από δύο εξαντλητικές εβδομάδες, κατά τις οποίες κάλυπτα το Euro 2016, όταν ένας συνάδελφος από το Παρίσι μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι ένα φορτηγό χτύπησε πολίτες στη Νίκαια. Υπέθεσα ότι επρόκειτο για τροχαίο ατύχημα -όχι ένα από τα γεγονότα που συνήθως καλύπταμε. Τότε, όμως, έλαβα ειδοποίηση στο κινητό μου. Οι αρχές ανακοίνωναν ότι ήταν επίθεση. Δεν σταμάτησα να σκεφτώ τι μπορεί να ήταν. Πήρα τις κάμερές μου και ξεκίνησα για τη μοτοσυκλέτα μου. Δεν ήταν δυνατό να φτάσω στο σημείο της επίθεσης με τη μηχανή κι όπως πάρκαρα, πρόσεξα ότι υπήρχε ένα σώμα πεσμένο στο κράσπεδο.Μόνο όταν κοίταξα μέσα από τον καθρέφτη της μηχανής συνειδητοποίησα πόσα πτώματα βρίσκονταν πίσω μου. Περίπου 12 σοροί, μερικές ήδη καλυμμένες με τραπεζομάντηλα από τα κοντινά εστιατόρια, βρίσκονταν στον παραλιακό δρόμο.Η φωτογραφία με την κούκλα κυκλοφόρησε ευρέως στο διαδίκτυο, συχνά με λανθασμένη λεζάντα που αναφέρεται σε νεκρό παιδί. Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν γνωρίζει με σιγουριά την ηλικία του εν λόγω θύματος. Δεν νομίζω ότι ήταν παιδί. Δεν ξέρω γιατί η κούκλα ήταν εκεί. Ήταν γονιός που βρισκόταν στο σημείο με το παιδί του, εξού και η κούκλα; Κάποιος έβαλε την κούκλα εκεί αργότερα; Όλοι με ρωτούν…Όταν πας στον πόλεμο ξέρεις ότι βρίσκεσαι σε εχθρικό περιβάλλον, περιμένεις να δεις δυσάρεστες εικόνες, αλλά ταράχτηκα πολύ με όσα είδα εκείνη τη νύχτα γιατί ο τρόμος είχε έρθει στην πόλη μου, τη Νίκαια. Η επίθεση σημειώθηκε μόλις 500 μέτρα από το σπίτι μου.​
REUTERS / ERIC GAILLARD

Μια κούκλα διακρίνεται δίπλα σε ένα καλυμμένο πτώμα, στη Νίκαια της Γαλλίας, όπου στις 14 Ιουλίου 2016 ένας άνδρας έπεσε με φορτηγό αυτοκίνητο πάνω σε πλήθη ανθρώπων που είχαν συγκεντρωθεί για να δουν τα πυροτεχνήματα που θα εκτοξεύονταν το βράδυ της εθνικής εορτής της Γαλλίας.

Ο φωτογράφος Έρικ Γκαγιάρ θυμάται: 

Ήμουν σπίτι σε διακοπές, μετά από δύο εξαντλητικές εβδομάδες, κατά τις οποίες κάλυπτα το Euro 2016, όταν ένας συνάδελφος από το Παρίσι μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι ένα φορτηγό χτύπησε πολίτες στη Νίκαια. Υπέθεσα ότι επρόκειτο για τροχαίο ατύχημα -όχι ένα από τα γεγονότα που συνήθως καλύπταμε. Τότε, όμως, έλαβα ειδοποίηση στο κινητό μου. Οι αρχές ανακοίνωναν ότι ήταν επίθεση. Δεν σταμάτησα να σκεφτώ τι μπορεί να ήταν. Πήρα τις κάμερές μου και ξεκίνησα για τη μοτοσυκλέτα μου. Δεν ήταν δυνατό να φτάσω στο σημείο της επίθεσης με τη μηχανή κι όπως πάρκαρα, πρόσεξα ότι υπήρχε ένα σώμα πεσμένο στο κράσπεδο.

Μόνο όταν κοίταξα μέσα από τον καθρέφτη της μηχανής συνειδητοποίησα πόσα πτώματα βρίσκονταν πίσω μου. Περίπου 12 σοροί, μερικές ήδη καλυμμένες με τραπεζομάντηλα από τα κοντινά εστιατόρια, βρίσκονταν στον παραλιακό δρόμο.

Η φωτογραφία με την κούκλα κυκλοφόρησε ευρέως στο διαδίκτυο, συχνά με λανθασμένη λεζάντα που αναφέρεται σε νεκρό παιδί. Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν γνωρίζει με σιγουριά την ηλικία του εν λόγω θύματος. Δεν νομίζω ότι ήταν παιδί. Δεν ξέρω γιατί η κούκλα ήταν εκεί. Ήταν γονιός που βρισκόταν στο σημείο με το παιδί του, εξού και η κούκλα; Κάποιος έβαλε την κούκλα εκεί αργότερα; Όλοι με ρωτούν…

Όταν πας στον πόλεμο ξέρεις ότι βρίσκεσαι σε εχθρικό περιβάλλον, περιμένεις να δεις δυσάρεστες εικόνες, αλλά ταράχτηκα πολύ με όσα είδα εκείνη τη νύχτα γιατί ο τρόμος είχε έρθει στην πόλη μου, τη Νίκαια. Η επίθεση σημειώθηκε μόλις 500 μέτρα από το σπίτι μου.​

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Η ηλικίας 15 μηνών Σιβάνι είναι δεμένη με σχοινί από τον αστράγαλο, ενώ οι γονείς της εργάζονται, στο Αχμενταμπάντ της Ινδίας (19 Απριλίου 2016).Ο φωτογράφος Αμίτ Ντέιβ αφηγείται:Έβγαζα φωτογραφίες από την καθημερινότητα στο Αχμενταμπάντ, όταν είδα μερικούς εργάτες να τραβούν βαριά ηλεκτρικά καλώδια και αισθάνθηκα ότι θα δημιουργούνταν ένα ωραίο κάδρο. Το φως δεν ήταν τόσο καλό κι έτσι περίμενα να βελτιωθεί. Τα παιδιά των εργατών έτρεχαν τριγύρω κι έπαιζαν στην άκρη του δρόμου, αλλά ένα παιδί καθόταν μόνο του και πλησίασα να δω για ποιο λόγο.Η ηλικίας 15 μηνών Σιβάνι τραβούσε την πλαστική ταινία με την οποία είχε δέσει το πόδι της η μητέρα της. Η ταινία ήταν πιασμένη σε έναν βράχο στο εργοτάξιο. Ξυπόλητη και καλυμμένη από σκόνη και υπό θερμοκρασία 40 βαθμών Κελσίου, πέρασε 9 ώρες δεμένη με την κορδέλα που έγραφε τη λέξη «προσοχή».Η μητέρα του κοριτσιού, Σάρτα Καλάρα, υποστηρίζει ότι δεν έχει άλλη επιλογή για να φυλάξει την κόρη της, όση ώρα αυτή και ο σύζυγός της εργάζονται σε εκσκαφές του εδάφους για την τοποθέτηση καλωδίων, κερδίζοντας 3,8 δολάρια την ημέρα ο καθένας.«Την δένω για να μη βγει στον δρόμο. Ο μικρός μου γιος είναι 3,5 χρονών και δεν μπορεί να τη φροντίσει», λέει η 23χρονη. «Αυτή η περιοχή έχει κίνηση. Δεν έχω άλλη επιλογή. Το κάνω για την ασφάλειά της».Όπως λένε οι γονείς, τα παιδιά μένουν μαζί τους μέχρι τα 7-8 τους χρόνια, οπότε πηγαίνουν να ζήσουν με τους παππούδες τους. Η Καλάρα υποστηρίζει ότι οι εργοδότες δεν ασχολήθηκαν με το πρόβλημά της. «Δεν τους ενδιαφέρουμε εμείς ή τα παιδιά μας, το μόνο που τους απασχολεί είναι η δουλειά τους», καταλήγει.
REUTERS / AMIT DAVE

Η ηλικίας 15 μηνών Σιβάνι είναι δεμένη με σχοινί από τον αστράγαλο, ενώ οι γονείς της εργάζονται, στο Αχμενταμπάντ της Ινδίας (19 Απριλίου 2016).

Ο φωτογράφος Αμίτ Ντέιβ αφηγείται:

Έβγαζα φωτογραφίες από την καθημερινότητα στο Αχμενταμπάντ, όταν είδα μερικούς εργάτες να τραβούν βαριά ηλεκτρικά καλώδια και αισθάνθηκα ότι θα δημιουργούνταν ένα ωραίο κάδρο. Το φως δεν ήταν τόσο καλό κι έτσι περίμενα να βελτιωθεί. Τα παιδιά των εργατών έτρεχαν τριγύρω κι έπαιζαν στην άκρη του δρόμου, αλλά ένα παιδί καθόταν μόνο του και πλησίασα να δω για ποιο λόγο.

Η ηλικίας 15 μηνών Σιβάνι τραβούσε την πλαστική ταινία με την οποία είχε δέσει το πόδι της η μητέρα της. Η ταινία ήταν πιασμένη σε έναν βράχο στο εργοτάξιο. Ξυπόλητη και καλυμμένη από σκόνη και υπό θερμοκρασία 40 βαθμών Κελσίου, πέρασε 9 ώρες δεμένη με την κορδέλα που έγραφε τη λέξη «προσοχή».

Η μητέρα του κοριτσιού, Σάρτα Καλάρα, υποστηρίζει ότι δεν έχει άλλη επιλογή για να φυλάξει την κόρη της, όση ώρα αυτή και ο σύζυγός της εργάζονται σε εκσκαφές του εδάφους για την τοποθέτηση καλωδίων, κερδίζοντας 3,8 δολάρια την ημέρα ο καθένας.

«Την δένω για να μη βγει στον δρόμο. Ο μικρός μου γιος είναι 3,5 χρονών και δεν μπορεί να τη φροντίσει», λέει η 23χρονη. «Αυτή η περιοχή έχει κίνηση. Δεν έχω άλλη επιλογή. Το κάνω για την ασφάλειά της».

Όπως λένε οι γονείς, τα παιδιά μένουν μαζί τους μέχρι τα 7-8 τους χρόνια, οπότε πηγαίνουν να ζήσουν με τους παππούδες τους. Η Καλάρα υποστηρίζει ότι οι εργοδότες δεν ασχολήθηκαν με το πρόβλημά της. «Δεν τους ενδιαφέρουμε εμείς ή τα παιδιά μας, το μόνο που τους απασχολεί είναι η δουλειά τους», καταλήγει.

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Πολίτες τρέχουν προκειμένου να προστατευθούν από βομβαρδισμό στη συνοικία Ταχρίρ της Μοσούλης (17 Νοεμβρίου 2016).Ο φωτογράφος Γκόραν Τομάσεβιτς διηγείται:Είχα πάει στη συνοικία Ταχρίρ αρκετές φορές, καλύπτοντας τις επιχειρήσεις των ιρακινών δυνάμεων και της αμερικανικής αεροπορίας για την εκδίωξη των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους από την περιοχή. Το να καλύπτεις μάχες είναι σκληρό και συχνά είναι δύσκολο να φτάσω στην πρώτη γραμμή, αλλά στην προκειμένη περίπτωση το κατάφερα.Όταν φτάσαμε όλα ήταν ήρεμα. Λίγο αργότερα σημειώθηκε επίθεση αυτοκτονίας με παγιδευμένο αυτοκίνητο, ενέργεια του Ι.Κ. σε αντίποινα για την προώθηση των ιρακινών δυνάμεων στη Μοσούλη. Υπήρχαν θύματα, παιδιά ουρλιάζανε και μερικά σπίτια καταστράφηκαν. Σημειώθηκαν επίσης συγκρούσεις. Έχω καλύψει αρκετές μάχες στην καριέρα μου, αλλά αυτό που με τάραξε στη Μοσούλη είναι ο αριθμός των επιθέσεων με παγιδευμένα οχήματα. Όταν τα πράγματα ηρέμησαν κάπως, είδα μια ομάδα πολιτών να προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το «διάλειμμα» από τους πυροβολισμούς και να βγαίνει στον δρόμο.Ήταν νέοι και μεγαλύτεροι άνθρωποι, οι οποίοι αισθάνθηκαν αρκετά ασφαλείς, ώστε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους κρατώντας μερικά από τα υπάρχοντά τους, περπατώντας προσεχτικά, αλλά ήρεμα, προς το σημείο που στεκόμουν και φωτογράφιζα τα όσα συνέβαιναν γύρω μου.Ξαφνικά άρχισε βομβαρδισμός στόχου του Ι.Κ. λίγες εκατοντάδες μέτρα πίσω τους. Ήταν κοντά και ακολούθησαν σκηνές πανικού. Ο κόσμος ούρλιαζε, έσκυβε για να καλυφθεί και έτρεχε, καθώς καπνός υψωνόταν λίγο πιο πέρα. Έτρεξαν γρήγορα προς οποιοδήποτε καταφύγιο μπορούσαν να βρουν. Εγώ άκουσα το αεροπλάνο πριν ξεκινήσει ο βομβαρδισμός και από την εμπειρία μου ήξερα ότι είχα λίγο χρόνο. Αυτά τα πράγματα γίνονται γρήγορα και πρέπει να δράσεις γρήγορα. Πρώτα πρέπει να σιγουρευτείς ότι είσαι ασφαλής και να είσαι συγκεντρωμένος, ώστε να βγάλεις φωτογραφία. Ετοιμάζεις τον φακό και παραμένεις ήρεμος...
REUTERS / GORAN TOMASEVIC

Πολίτες τρέχουν προκειμένου να προστατευθούν από βομβαρδισμό στη συνοικία Ταχρίρ της Μοσούλης (17 Νοεμβρίου 2016).

Ο φωτογράφος Γκόραν Τομάσεβιτς διηγείται:

Είχα πάει στη συνοικία Ταχρίρ αρκετές φορές, καλύπτοντας τις επιχειρήσεις των ιρακινών δυνάμεων και της αμερικανικής αεροπορίας για την εκδίωξη των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους από την περιοχή. Το να καλύπτεις μάχες είναι σκληρό και συχνά είναι δύσκολο να φτάσω στην πρώτη γραμμή, αλλά στην προκειμένη περίπτωση το κατάφερα.

Όταν φτάσαμε όλα ήταν ήρεμα. Λίγο αργότερα σημειώθηκε επίθεση αυτοκτονίας με παγιδευμένο αυτοκίνητο, ενέργεια του Ι.Κ. σε αντίποινα για την προώθηση των ιρακινών δυνάμεων στη Μοσούλη. Υπήρχαν θύματα, παιδιά ουρλιάζανε και μερικά σπίτια καταστράφηκαν. Σημειώθηκαν επίσης συγκρούσεις. Έχω καλύψει αρκετές μάχες στην καριέρα μου, αλλά αυτό που με τάραξε στη Μοσούλη είναι ο αριθμός των επιθέσεων με παγιδευμένα οχήματα. Όταν τα πράγματα ηρέμησαν κάπως, είδα μια ομάδα πολιτών να προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το «διάλειμμα» από τους πυροβολισμούς και να βγαίνει στον δρόμο.

Ήταν νέοι και μεγαλύτεροι άνθρωποι, οι οποίοι αισθάνθηκαν αρκετά ασφαλείς, ώστε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους κρατώντας μερικά από τα υπάρχοντά τους, περπατώντας προσεχτικά, αλλά ήρεμα, προς το σημείο που στεκόμουν και φωτογράφιζα τα όσα συνέβαιναν γύρω μου.

Ξαφνικά άρχισε βομβαρδισμός στόχου του Ι.Κ. λίγες εκατοντάδες μέτρα πίσω τους. Ήταν κοντά και ακολούθησαν σκηνές πανικού. Ο κόσμος ούρλιαζε, έσκυβε για να καλυφθεί και έτρεχε, καθώς καπνός υψωνόταν λίγο πιο πέρα. Έτρεξαν γρήγορα προς οποιοδήποτε καταφύγιο μπορούσαν να βρουν. Εγώ άκουσα το αεροπλάνο πριν ξεκινήσει ο βομβαρδισμός και από την εμπειρία μου ήξερα ότι είχα λίγο χρόνο. Αυτά τα πράγματα γίνονται γρήγορα και πρέπει να δράσεις γρήγορα. Πρώτα πρέπει να σιγουρευτείς ότι είσαι ασφαλής και να είσαι συγκεντρωμένος, ώστε να βγάλεις φωτογραφία. Ετοιμάζεις τον φακό και παραμένεις ήρεμος...

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Η Ρόμπιν Ρόι κοιτά έκπληκτη τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος πήγε να τη χαιρετήσει στο περιθώριο προεκλογικής του συγκέντρωσης στο Λόουελ της Μασαχουσέτης (4 Ιανουαρίου 2016).Ο Μπράιαν Σνάιντερ θυμάται:Για ορισμένους η αντίδραση της Ρόι ήταν σαν να έχει συναντήσει έναν ροκ σταρ. Για άλλους, έμοιαζε τρομαγμένη. Στην πραγματικότητα, η γυναίκα ήταν ένθερμη οπαδός του τότε υποψήφιου των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία των ΗΠΑ. Φορώντας μπλουζάκι με το σύνθημα «Ομπάμα απολύεσαι, ψηφήστε Τραμπ», περίμενε για την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τον δισεκατομμυριούχο. Κι αυτός την πλησίασε και της μίλησε.Όλοι οι υποψήφιοι χαιρετούν τους υποστηρικτές τους που βρίσκονται στην πρώτη σειρά στις ομιλίες τους. Είναι μια ευκαιρία για τους ψηφοφόρους τους να τους γνωρίσουν και να φωτογραφηθούν μαζί τους.Οι φωτογράφοι ήταν αρκετά περιορισμένοι στις προεκλογικές συγκεντρώσεις του Τραμπ. Οι περισσότερες λήψεις του πόντιουμ γίνονταν από το πίσω μέρος της αίθουσας με τηλεφακό (400 χιλιοστών). Μετά την ομιλία μια μικρή ομάδα φωτογράφων συνόδευσε τον τότε υποψήφιο πρόεδρο στις εξέδρες, όπου συνομίλησε με υποστηρικτές του. Έβγαλα τη φωτογραφία αυτή με 50άρη φακό από τη σκηνή.Η Ρόι συνέχισε να υποστηρίζει τον Τραμπ σε όλη τη διάρκεια της εκστρατείας του. «Αισθανθήκαμε ότι ο Τραμπ είναι ένας από εμάς και δεν προσπαθούσε να το κρύψει. Είναι τέλειος; Όχι, αλλά δείχνει να ενδιαφέρεται ειλικρινά για τους πολίτες. Δεν μας μιλά υποτιμητικά», λέει η ίδια.Σχεδόν έναν χρόνο μετά τη συνάντησή της με τον εκλεγμένο πια πρόεδρο των ΗΠΑ, η Ρόι ελπίζει ότι θα τηρήσει τις περισσότερες από τις υποσχέσεις τους και ότι θα ενώσει τους πολίτες της χώρας προκειμένου να σταματήσουν «οι πολιτικές ανοησίες».
REUTERS / BRIAN SNYDER

Η Ρόμπιν Ρόι κοιτά έκπληκτη τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος πήγε να τη χαιρετήσει στο περιθώριο προεκλογικής του συγκέντρωσης στο Λόουελ της Μασαχουσέτης (4 Ιανουαρίου 2016).

Ο Μπράιαν Σνάιντερ θυμάται:

Για ορισμένους η αντίδραση της Ρόι ήταν σαν να έχει συναντήσει έναν ροκ σταρ. Για άλλους, έμοιαζε τρομαγμένη. Στην πραγματικότητα, η γυναίκα ήταν ένθερμη οπαδός του τότε υποψήφιου των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία των ΗΠΑ. Φορώντας μπλουζάκι με το σύνθημα «Ομπάμα απολύεσαι, ψηφήστε Τραμπ», περίμενε για την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τον δισεκατομμυριούχο. Κι αυτός την πλησίασε και της μίλησε.

Όλοι οι υποψήφιοι χαιρετούν τους υποστηρικτές τους που βρίσκονται στην πρώτη σειρά στις ομιλίες τους. Είναι μια ευκαιρία για τους ψηφοφόρους τους να τους γνωρίσουν και να φωτογραφηθούν μαζί τους.

Οι φωτογράφοι ήταν αρκετά περιορισμένοι στις προεκλογικές συγκεντρώσεις του Τραμπ. Οι περισσότερες λήψεις του πόντιουμ γίνονταν από το πίσω μέρος της αίθουσας με τηλεφακό (400 χιλιοστών). Μετά την ομιλία μια μικρή ομάδα φωτογράφων συνόδευσε τον τότε υποψήφιο πρόεδρο στις εξέδρες, όπου συνομίλησε με υποστηρικτές του. Έβγαλα τη φωτογραφία αυτή με 50άρη φακό από τη σκηνή.

Η Ρόι συνέχισε να υποστηρίζει τον Τραμπ σε όλη τη διάρκεια της εκστρατείας του. «Αισθανθήκαμε ότι ο Τραμπ είναι ένας από εμάς και δεν προσπαθούσε να το κρύψει. Είναι τέλειος; Όχι, αλλά δείχνει να ενδιαφέρεται ειλικρινά για τους πολίτες. Δεν μας μιλά υποτιμητικά», λέει η ίδια.

Σχεδόν έναν χρόνο μετά τη συνάντησή της με τον εκλεγμένο πια πρόεδρο των ΗΠΑ, η Ρόι ελπίζει ότι θα τηρήσει τις περισσότερες από τις υποσχέσεις τους και ότι θα ενώσει τους πολίτες της χώρας προκειμένου να σταματήσουν «οι πολιτικές ανοησίες».

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους. Ο Τζαμαϊκανός σπρίντερ Γιουσέιν Μπολτ κοιτά τον Αντρέ ντε Γκρας, κατά τη διάρκεια της κούρσας των ημιτελικών των 100 μ. στους Ολυμπιακούς αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο (14 Αυγούστου 2016).Ο φωτογράφος Κάι Φάφενμπαχ διηγείται:Καθώς ο Μπολτ ετοιμαζόταν για τον ημιτελικό των 100 μέτρων, αποφάσισα να πειραματιστώ με αργή ταχύτητα κλείστρου στη συγκεκριμένη κούρσα. Ρύθμισα την κάμερά μου (ταχύτητα κλείστρου) στο 1/50 του δευτερολέπτου και περίμενα τη στιγμή που θα περάσει από μπροστά μου.Την κατάλληλη στιγμή κοίταξε αριστερά με ένα περήφανο χαμόγελο και η πρώτη μου σκέψη ήταν να είναι καθαρή η λήψη. Στάθηκα τυχερός, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι η φωτογραφία θα γινόταν viral.
REUTERS / KAI PFAFFENBACH

Ο Τζαμαϊκανός σπρίντερ Γιουσέιν Μπολτ κοιτά τον Αντρέ ντε Γκρας, κατά τη διάρκεια της κούρσας των ημιτελικών των 100 μ. στους Ολυμπιακούς αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο (14 Αυγούστου 2016).

Ο φωτογράφος Κάι Φάφενμπαχ διηγείται:

Καθώς ο Μπολτ ετοιμαζόταν για τον ημιτελικό των 100 μέτρων, αποφάσισα να πειραματιστώ με αργή ταχύτητα κλείστρου στη συγκεκριμένη κούρσα. Ρύθμισα την κάμερά μου (ταχύτητα κλείστρου) στο 1/50 του δευτερολέπτου και περίμενα τη στιγμή που θα περάσει από μπροστά μου.

Την κατάλληλη στιγμή κοίταξε αριστερά με ένα περήφανο χαμόγελο και η πρώτη μου σκέψη ήταν να είναι καθαρή η λήψη. Στάθηκα τυχερός, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι η φωτογραφία θα γινόταν viral.

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Η Τζένιλιν Ολάιρες κλαίει κρατώντας στην αγκαλιά της το πτώμα του συντρόφου της, που σκοτώθηκε σε συγκρούσεις στο Πασάι Σίτι των Φιλιππίνων (23 Ιουλίου 2016).Ο φωτογράφος Τσαρ Ντανσέλ διηγείται:Όταν η φωτογραφία έγινε viral στις Φιλιππίνες, ο πρόεδρος Ροντρίγκο Ντουτέρτε τη χαρακτήρισε μελοδραματική. Αναφέρθηκε στη φωτογραφία της Ολάιρες κατά τη διάρκεια της ομιλίας του για την Κατάσταση του Έθνους και σχολίασε ότι τα μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν να την παρουσιάσουν σαν την Πιετά του Μιχαήλ Άγγελου.Έξι άτομα δολοφονήθηκαν εκείνη την ημέρα στη Μανίλα, ανάμεσα στα οποία και ο Μάικλ Σιαρόν, ο 29χρονος σύντροφος της Ολάιρες, ο οποίος δέχθηκε τα πυρά αγνώστων που επέβαιναν σε μηχανή.Τους τελευταίους μήνες ασχολούμαι συστηματικά τις δολοφονίες υπόπτων για διακίνηση ναρκωτικών. Τις νύχτες δημοσιογράφοι και φωτογράφοι από πολλά μέσα ενημέρωσης εργάζονται όλοι μαζί σε μια ομάδα. Ο θάνατος του Σιαρόν ήταν ο τελευταίος που καλύψαμε εκείνο το βράδυ. Είναι σοκαριστικό να φτάνει κανείς στη σκηνή ενός θανάτου. Χρειάστηκε να βγάλω μερικές φωτογραφίες μέχρι να προσέξω την Ολάιρες να κρατά στην αγκαλιά της τον σύντροφό της.«Ένας φίλος μου φώναξε ότι πυροβόλησαν τον Μάικλ. Έτρεξα να τον δω», είπε η Ολάιρες από την υποβαθμισμένη περιοχή Πασάι της πρωτεύουσας. Όπως σημειώνει η ίδια, ο Σιαρόν ήταν χρήστης ναρκωτικών, αλλά ήταν αδύνατο να ήταν έμπορος γιατί ήταν πολύ φτωχός και δεν μπορούσε καν να βρει χρήματα για να εξασφαλίσει το επόμενο γεύμα του. «Δεν θέλω τη συμπόνοια του κόσμου. Δεν χρειάζομαι την προσοχή του προέδρου. Ξέρω ότι δεν του αρέσουν αυτού του είδους οι άνθρωποι. Προσωπικά, απλώς ελπίζω ότι θα πιάσουν αυτούς που όντως είναι ένοχοι», λέει η Ολάιρες.
REUTERS / CZAR DANCEL

Η Τζένιλιν Ολάιρες κλαίει κρατώντας στην αγκαλιά της το πτώμα του συντρόφου της, που σκοτώθηκε σε συγκρούσεις στο Πασάι Σίτι των Φιλιππίνων (23 Ιουλίου 2016).

Ο φωτογράφος Τσαρ Ντανσέλ διηγείται:

Όταν η φωτογραφία έγινε viral στις Φιλιππίνες, ο πρόεδρος Ροντρίγκο Ντουτέρτε τη χαρακτήρισε μελοδραματική. Αναφέρθηκε στη φωτογραφία της Ολάιρες κατά τη διάρκεια της ομιλίας του για την Κατάσταση του Έθνους και σχολίασε ότι τα μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν να την παρουσιάσουν σαν την Πιετά του Μιχαήλ Άγγελου.

Έξι άτομα δολοφονήθηκαν εκείνη την ημέρα στη Μανίλα, ανάμεσα στα οποία και ο Μάικλ Σιαρόν, ο 29χρονος σύντροφος της Ολάιρες, ο οποίος δέχθηκε τα πυρά αγνώστων που επέβαιναν σε μηχανή.

Τους τελευταίους μήνες ασχολούμαι συστηματικά τις δολοφονίες υπόπτων για διακίνηση ναρκωτικών. Τις νύχτες δημοσιογράφοι και φωτογράφοι από πολλά μέσα ενημέρωσης εργάζονται όλοι μαζί σε μια ομάδα. Ο θάνατος του Σιαρόν ήταν ο τελευταίος που καλύψαμε εκείνο το βράδυ. Είναι σοκαριστικό να φτάνει κανείς στη σκηνή ενός θανάτου. Χρειάστηκε να βγάλω μερικές φωτογραφίες μέχρι να προσέξω την Ολάιρες να κρατά στην αγκαλιά της τον σύντροφό της.

«Ένας φίλος μου φώναξε ότι πυροβόλησαν τον Μάικλ. Έτρεξα να τον δω», είπε η Ολάιρες από την υποβαθμισμένη περιοχή Πασάι της πρωτεύουσας. Όπως σημειώνει η ίδια, ο Σιαρόν ήταν χρήστης ναρκωτικών, αλλά ήταν αδύνατο να ήταν έμπορος γιατί ήταν πολύ φτωχός και δεν μπορούσε καν να βρει χρήματα για να εξασφαλίσει το επόμενο γεύμα του. «Δεν θέλω τη συμπόνοια του κόσμου. Δεν χρειάζομαι την προσοχή του προέδρου. Ξέρω ότι δεν του αρέσουν αυτού του είδους οι άνθρωποι. Προσωπικά, απλώς ελπίζω ότι θα πιάσουν αυτούς που όντως είναι ένοχοι», λέει η Ολάιρες.

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Η Γκλέισε Κέλι ντα Σίλβα κρατά στην αγκαλιά της την κόρη της Μαρία - Τζοβάνα, στο Ρεσίφε της Βραζιλίας (25 Ιανουαρίου 2016).Ο Ουέσλει Μαρσελίνο διηγείται:Η Σίλβα ήταν επτά μηνών έγκυος όταν ο υπέρηχος έδειξε ότι το κεφάλι του αγέννητου παιδιού της είχε σταματήσει να αναπτύσσεται. Η τριών μηνών κόρη της έχει μικροκεφαλία, μια πάθηση με χαρακτηριστικό το μικρό μέγεθος του κεφαλιού, η οποία μπορεί να συμπεριλαμβάνει και βλάβη στον εγκέφαλο.Πέρασα ένα διάστημα με την Σίλβα και την οικογένειά της, παρατηρώντας την να φροντίζει την κόρη της. «Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι η κόρη μου θα μπορούσε να γεννηθεί με κάποια βλάβη. Όταν την είδα για πρώτη φορά, έκλαψα. Είδα την τέλεια κόρη μου και ευχαρίστησα τον θεό. Ήταν ένα αίσθημα αγάπης, ευτυχίας», λέει η Σίλβα.Το ζήτημα είναι ευαίσθητο. Η οικογένεια αγωνιούσε και ήταν σημαντικό, ως φωτογράφος να δείχνω ευαισθησία και σεβασμό. Πάντα πλησιάζω το θέμα μου με την κάμερα κατεβασμένη, για να μιλήσω πρώτα. Πρέπει να τους ακούσεις όλους. Η Σίλβα είχε δημιουργήσει μια ομάδα ανταλλαγής μηνυμάτων με άλλες μητέρες παιδιών με μικροκεφαλία. Μοιράζονταν εμπειρίες και υποστήριζε η μία την άλλη. Ελπίζει ότι η κατάσταση της κόρης της δεν θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη μετέπειτα ζωή της. «Δεν το πίστευα όταν οι γιατροί είπαν ότι δεν θα περπατήσει», λέει και συμπληρώνει «θέλω να πιστέψω ότι όλα θα πάνε καλά».Τους μήνες που ακολούθησαν κράτησα επαφή με την οικογένεια. Η ζωή τους δεν είναι εύκολη. Η Σίλβα παράτησε τη δουλειά της για να αφοσιωθεί στη φροντίδα της κόρης της. Ο πατέρας έχει μια προσωρινή δουλειά, αλλά βγάζει λιγότερα από 200 δολάρια τον μήνα. Το παιδί χρειάζεται πολλά φάρμακα και η οικογένειά της δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει οικονομικά, ελπίζοντας σε βοήθεια από τα κρατικά προνομιακά επιδόματα, από τα οποία όπως λένε δεν έχουν εισπράξει ακόμη τίποτα.
REUTERS / UESLEI MARCELINO

Η Γκλέισε Κέλι ντα Σίλβα κρατά στην αγκαλιά της την κόρη της Μαρία - Τζοβάνα, στο Ρεσίφε της Βραζιλίας (25 Ιανουαρίου 2016).

Ο Ουέσλει Μαρσελίνο διηγείται:

Η Σίλβα ήταν επτά μηνών έγκυος όταν ο υπέρηχος έδειξε ότι το κεφάλι του αγέννητου παιδιού της είχε σταματήσει να αναπτύσσεται. Η τριών μηνών κόρη της έχει μικροκεφαλία, μια πάθηση με χαρακτηριστικό το μικρό μέγεθος του κεφαλιού, η οποία μπορεί να συμπεριλαμβάνει και βλάβη στον εγκέφαλο.

Πέρασα ένα διάστημα με την Σίλβα και την οικογένειά της, παρατηρώντας την να φροντίζει την κόρη της. «Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι η κόρη μου θα μπορούσε να γεννηθεί με κάποια βλάβη. Όταν την είδα για πρώτη φορά, έκλαψα. Είδα την τέλεια κόρη μου και ευχαρίστησα τον θεό. Ήταν ένα αίσθημα αγάπης, ευτυχίας», λέει η Σίλβα.

Το ζήτημα είναι ευαίσθητο. Η οικογένεια αγωνιούσε και ήταν σημαντικό, ως φωτογράφος να δείχνω ευαισθησία και σεβασμό. Πάντα πλησιάζω το θέμα μου με την κάμερα κατεβασμένη, για να μιλήσω πρώτα. Πρέπει να τους ακούσεις όλους.

Η Σίλβα είχε δημιουργήσει μια ομάδα ανταλλαγής μηνυμάτων με άλλες μητέρες παιδιών με μικροκεφαλία. Μοιράζονταν εμπειρίες και υποστήριζε η μία την άλλη. Ελπίζει ότι η κατάσταση της κόρης της δεν θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη μετέπειτα ζωή της. «Δεν το πίστευα όταν οι γιατροί είπαν ότι δεν θα περπατήσει», λέει και συμπληρώνει «θέλω να πιστέψω ότι όλα θα πάνε καλά».

Τους μήνες που ακολούθησαν κράτησα επαφή με την οικογένεια. Η ζωή τους δεν είναι εύκολη. Η Σίλβα παράτησε τη δουλειά της για να αφοσιωθεί στη φροντίδα της κόρης της. Ο πατέρας έχει μια προσωρινή δουλειά, αλλά βγάζει λιγότερα από 200 δολάρια τον μήνα. Το παιδί χρειάζεται πολλά φάρμακα και η οικογένειά της δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει οικονομικά, ελπίζοντας σε βοήθεια από τα κρατικά προνομιακά επιδόματα, από τα οποία όπως λένε δεν έχουν εισπράξει ακόμη τίποτα.

Ανασκόπηση 2016: Ο λόγος στους φωτογράφους . Πιλότος μέσα σε αεροσκάφος F-22 Raptor της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ, το οποίο ετοιμάζεται να ανεφοδιαστεί εν πτήσει από ένα αεροσκάφος τύπου KC-135. Το F-22 ξεκίνησε από τη Βρετανία με προορισμό την αεροπορική βάση Μιχαήλ Κογκαλνισεάνου (25 Απριλίου 2016).Ο Τόμπι Μελβίλ αφηγείται: Φοβάμαι τις πτήσεις κι έτσι όταν με ρώτησαν αν ήθελα να ταξιδέψω από την αμερικανική βάση των ΗΠΑ στη Βρετανία προς τα σύνορα της Ρουμανίας με την Κριμαία, προκειμένου να φωτογραφίσω τον εναέριο ανεφοδιασμό, αρχικά δίστασα. Έχω νιώσει ναυτία πολλές φορές σε άλλες αποστολές που μου έχουν ανατεθεί: με ελικόπτερο πάνω από τη Βαγδάτη, πτήση πάνω από κορυφές βουνών στο Κόσοβο και σε εξαθέσιο ελικοφόρο που «αναπηδούσε» λόγω της καταιγίδας στις Άνδεις. Η ευκαιρία, ωστόσο, να φωτογραφίσω από μια τόσο διαφορετική θέση με έκανε να ξεπεράσω τους ενδοιασμούς μου. Το ξυπνητήρι που χτύπησε στις 3.30 σηματοδότησε την έναρξη μιας ημέρας με 19 ώρες εργασίας. Πέρασα οχτώ ώρες της βάρδιας στον αέρα στο θορυβώδες, σκοτεινό, ηλικίας 50 ετών αεροσκάφος μεταφοράς καυσίμων. Οι πιλότοι της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ μου έδωσαν πολλές ευκαιρίες να φωτογραφίσω τις μανούβρες των αεροσκαφών. Τα Raptors πετούσαν με ταχύτητα εκατοντάδων κόμβων σε απόσταση λίγων μέτρων από εμάς και με μεγάλη ακρίβεια ένας σωλήνας, που έβγαινε από το αεροσκάφος, στο οποίο επέβαινα, κλείδωνε σε μια μικρή οπή στην οροφή των F-22.Έμεινα ικανοποιημένος από τη φωτογραφία, λόγω της καλής ορατότητας και της ανεμπόδιστης θέας που είχα από τη θέση μου. Μετά το τέλος της πτήσης κατάφερα να κρύψω τα πόδια μου που ακόμη έτρεμαν. Δεν ανέφερα στους πιλότους ότι είχα κάνει εμετό σε μια σκάλα…
REUTERS / TOBY MELVILLE

Πιλότος μέσα σε αεροσκάφος F-22 Raptor της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ, το οποίο ετοιμάζεται να ανεφοδιαστεί εν πτήσει από ένα αεροσκάφος τύπου KC-135. Το F-22 ξεκίνησε από τη Βρετανία με προορισμό την αεροπορική βάση Μιχαήλ Κογκαλνισεάνου (25 Απριλίου 2016).

Ο Τόμπι Μελβίλ αφηγείται:

Φοβάμαι τις πτήσεις κι έτσι όταν με ρώτησαν αν ήθελα να ταξιδέψω από την αμερικανική βάση των ΗΠΑ στη Βρετανία προς τα σύνορα της Ρουμανίας με την Κριμαία, προκειμένου να φωτογραφίσω τον εναέριο ανεφοδιασμό, αρχικά δίστασα.

Έχω νιώσει ναυτία πολλές φορές σε άλλες αποστολές που μου έχουν ανατεθεί: με ελικόπτερο πάνω από τη Βαγδάτη, πτήση πάνω από κορυφές βουνών στο Κόσοβο και σε εξαθέσιο ελικοφόρο που «αναπηδούσε» λόγω της καταιγίδας στις Άνδεις.

Η ευκαιρία, ωστόσο, να φωτογραφίσω από μια τόσο διαφορετική θέση με έκανε να ξεπεράσω τους ενδοιασμούς μου. Το ξυπνητήρι που χτύπησε στις 3.30 σηματοδότησε την έναρξη μιας ημέρας με 19 ώρες εργασίας. Πέρασα οχτώ ώρες της βάρδιας στον αέρα στο θορυβώδες, σκοτεινό, ηλικίας 50 ετών αεροσκάφος μεταφοράς καυσίμων. Οι πιλότοι της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ μου έδωσαν πολλές ευκαιρίες να φωτογραφίσω τις μανούβρες των αεροσκαφών. Τα Raptors πετούσαν με ταχύτητα εκατοντάδων κόμβων σε απόσταση λίγων μέτρων από εμάς και με μεγάλη ακρίβεια ένας σωλήνας, που έβγαινε από το αεροσκάφος, στο οποίο επέβαινα, κλείδωνε σε μια μικρή οπή στην οροφή των F-22.

Έμεινα ικανοποιημένος από τη φωτογραφία, λόγω της καλής ορατότητας και της ανεμπόδιστης θέας που είχα από τη θέση μου. Μετά το τέλος της πτήσης κατάφερα να κρύψω τα πόδια μου που ακόμη έτρεμαν. Δεν ανέφερα στους πιλότους ότι είχα κάνει εμετό σε μια σκάλα…