Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Με τη δημοσίευση των επιστολών που αντάλλαξαν ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας με τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις και τον επίτροπο Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι κλείνει επίσημα η μεταμνημονιακή εποπτεία, κάτι που ασφαλώς προσδίδει μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής, όπως αναφέρει και στη γραπτή του δήλωση ο ΥΠΟΙΚ.
Ωστόσο, είναι εξαιρετικά σημαντικό οι αγορές να αντιληφθούν ότι οι δεσμεύσεις θα τηρηθούν απαρέγκλιτα, καθώς βρισκόμαστε σε μια εξαιρετικά ευαίσθητη περίοδο εύθραυστων ισορροπιών. Δεδομένου ότι η χώρα δεν έχει ανακτήσει ακόμη την επενδυτική βαθμίδα -εκτιμάται ότι απέχουμε πάνω από 12 μήνες από τη συγκεκριμένη στιγμή-, το κρίσιμο είναι τα ελληνικά ομόλογα να εξακολουθούν να είναι επιλέξιμα από την ΕΚΤ στα διάφορα προγράμματα στήριξης των κρατικών τίτλων που διατηρεί σε ισχύ. Αυτό έχει ως προϋπόθεση να τηρούνται οι δημοσιονομικές και μακροοικονομικές δεσμεύσεις.
Στην πράξη, αυτό θα αποτυπωθεί με τη σύνταξη του πρώτου προσχεδίου προϋπολογισμού στη νέα περίοδο με τέτοιον τρόπο ώστε η χώρα να επιστρέψει στα πρωτογενή πλεονάσματα. Τους πρώτους μήνες μετά την έξοδο από τη μεταμνημονιακή εποπτεία το οικονομικό επιτελείο θα κληθεί να σχεδιάσει μια ευρεία δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία θα πρέπει να «χωράει» και τη βελτίωση των δημοσιονομικών δεδομένων, αλλά και τη χρηματοδότηση των βασικών μέτρων στήριξης που προωθούνται για την επόμενη χρονιά.
Δύο έλεγχοι ανά έτος
Από τις 21 Αυγούστου η χώρα θα ενταχθεί στο καθεστώς της μεταπρογραμματικής παρακολούθησης το οποίο προβλέπει δύο ελέγχους ανά έτος. Το καθεστώς αυτό θα διαρκέσει ουσιαστικά… δεκαετίες, καθώς περαιτέρω χαλάρωση θα υπάρξει όταν αποπληρωθεί ποσοστό του χρέους μεγαλύτερο του 75% προς τον λεγόμενο επίσημο τομέα, δηλαδή τον ESM και τον EFSF. Αυτό χρονικά τοποθετείται για το 2059.
Ο πρώτος έλεγχος στο πλαίσιο της μεταπρογραμματικής παρακολούθησης θα πρέπει να ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο -εν όψει και της κατάθεσης του τελικού σχεδίου του προϋπολογισμού στη Βουλή-, ενώ με βάση την έκθεση που θα συνταχθεί, θα δρομολογηθεί και η απόφαση για την εκταμίευση της τελευταίας δόσης των ANFAs και SMPs, ύψους άνω των 700 εκατ. ευρώ.
Η ένεση ρευστότητας προγραμματίζεται για τον Δεκέμβριο μετά την έκδοση σχετικής απόφασης από το Eurogroup. Από εκεί και πέρα, η τελευταία εκκρεμότητα θα είναι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας μέσα στο 2023. «Είμαστε στην ευχάριστη θέση να επιβεβαιώσουμε ότι η Επιτροπή δεν σκοπεύει να παρατείνει την ενισχυμένη εποπτεία μετά τη λήξη της στις 20 Αυγούστου 2022» αναφέρει η κοινή επιστολή των κ. Ντομπρόβσκις και Τζεντιλόνι προς τον ΥΠΟΙΚ Χρήστο Σταϊκούρα, η οποία δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, βάζοντας και επίσημα τέλος στο καθεστώς της μεταμνημονιακής εποπτείας.
Η επιστολή, γραμμένη σε ιδιαίτερα θετικό ύφος για την Ελλάδα, περιγράφει συνοπτικά τις επιτυχίες σε οικονομικό επίπεδο, αλλά θυμίζει και τη δέσμευση που έχει αναλάβει η χώρα για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Τόσο από την απαντητική δήλωση του Χρήστου Σταϊκούρα όσο και από τη δήλωση που έκανε χθες ο υπουργός Οικονομικών προκύπτουν τα πλεονεκτήματα που μπορεί να έχει αυτή η εξέλιξη.
Ο κ. Σταϊκούρας επικαλέστηκε τέσσερις λόγους: 1. Ενισχύει τη θέση της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές. 2. Παρέχει πρόσθετη ώθηση στην αναπτυξιακή δυναμική της και στην προσέλκυση επενδύσεων. 3. Προσδίδει βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής, στο πλαίσιο βέβαια των υφιστάμενων κανόνων που ισχύουν για όλα τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη. 4. Φέρνει πιο κοντά την επίτευξη και του τελευταίου στόχου που έχουμε θέσει, αυτού της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας.