Αν και φτωχότερη, η Eurovision παραμένει λαμπερή παρά τα 55 της χρόνια, καθώς η σκληρή οικονομική πραγματικότητα που βιώνει η Ευρώπη δεν είναι ικανή να κάμψει τις φιλοδοξίες της, σύμφωνα με το Reuters.
Αν και φτωχότερη, η Eurovision παραμένει λαμπερή παρά τα 55 της χρόνια, καθώς η σκληρή οικονομική πραγματικότητα που βιώνει η Ευρώπη δεν είναι ικανή να κάμψει τις φιλοδοξίες της, σύμφωνα με το Reuters.
Με τους θεατές του να ξεπερνούν τα 124 εκατομμύρια, ο ευρωπαϊκός διαγωνισμός τραγουδιού που μεταδίδεται από τα μεγαλύτερα τηλεοπτικά δίκτυα της Ευρώπης είδε τον προϋπολογισμό του να λυγίζει υπό το βάρος των οικονομικών ανησυχιών των ευρωπαϊκών κρατών.
Το κρατικό νορβηγικό τηλεοπτικό δίκτυο NRK αναγκάστηκε να πωλήσει τα δικαιώματά του στο φετινό Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου σε ανταγωνιστή του προκειμένου να καλύψει τη φετινή διοργάνωση της Eurovision που φιλοξενεί η σκανδιναβική χώρα.
«Εννοείται πως επηρεαζόμαστε από την οικονομική κρίση, φέτος διαγωνίζονται λιγότερες χώρες, καθώς αρκετές χώρες αποσύρθηκαν για τον ίδιο λόγο –δημοσιονομικές περικοπές», σχολιάζει ο Svante Stockselius, εκτελεστικός επόπτης του διαγωνισμού.
«Ίσως είναι προτιμότερο για μία χώρα να απέχει για ένα χρόνο και να επανέλθει τον επόμενο, παρά να προβεί σε περικοπές στα παιδικά προγράμματα ή τις ειδήσεις», δήλωσε στο Reuters, επισημαίνοντας ότι στόχος της διοργάνωσης δεν είναι η επίτευξη κέρδους. Από το φετινό διαγωνισμό αποφάσισαν να απέχουν η Τσεχία, το Μαυροβούνιο και η Ανδόρρα καθώς και η Ουγγαρία, η οποία όμως θα μεταδώσει τον διαγωνισμό.
Το NRK έχει δηλώσει ότι το κόστος του διαγωνισμού –ο οποίος περιλαμβάνει τρεις βραδιές πλέον, δύο ημιτελικούς και έναν τελικό– θα ανέλθει στα 32 εκατ. δολάρια. Το κόστος της περσινής Eurovision ανήλθε, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δώσει η Μόσχα στη δημοσιότητα, στα 43 εκατ. δολάρια, με τα 30 εκατ. εξΆ αυτών να έχουν καλυφθεί από τη ρωσική κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τον Svante Stockselius, η Νορβηγία δεν αποβλέπει σε κέρδη από τη φετινή διοργάνωση, καθώς η τελευταία χώρα που φιλοξένησε μια «κερδοφόρα Eurovision» ήταν η Ελλάδα, χάρη στους «λιγότερο αυστηρούς» κανονισμούς όσον αφορά στις διαφημίσεις, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.