Από την έντυπη έκδοση
ΠΑΝΟΣ Φ. ΚΑΚΟΥΡΗΣ
[email protected]
Μέχρι το χθεσινό διάγγελμα του πρωθυπουργού υπήρχε κάποια ελπίδα ότι θα μπορούσε να ακυρωθεί ή να αναβληθεί η ανοησία του δημοψηφίσματος -επί ανύπαρκτου θέματος ή διλήμματος- και να ξεκινήσει μια επιχείρηση για να περισωθεί ό,τι μπορεί πλέον.
Τώρα δεν υπάρχει ελπίδα, αλλά υπάρχει σιγουριά.
Η βεβαιότητα ότι βαίνουμε προς το χειρότερο και είμαστε ή πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι γι’ αυτό.
Ο Αλέξης Τσίπρας είχε μια τελευταία ευκαιρία χθες να διορθώσει το στρατηγικό λάθος που έκανε τα ξημερώματα του Σαββάτου, όταν προκήρυξε το δημοψήφισμα, να αναφωνήσει -με τρόπο- ένα mea culpa και να επιταχύνει τις εξελίξεις για μια νέα συμφωνία με τους εταίρους. Θα περιόριζε έτσι τον χρόνο που η Ελλάδα θα είναι ξεκρέμαστη, χωρίς δανεικά και στήριξη από πουθενά, με χρεοκοπημένο το Δημόσιο, το τραπεζικό σύστημα και εκατομμύρια νοικοκυριά.
Πρώτη η Αγκελα Μέρκελ βγήκε και δήλωσε πως οποιαδήποτε διαπραγμάτευση θα γίνει μετά το δημοψήφισμα και ακολούθησαν και οι υπόλοιποι «θεσμοί» στην ίδια «γραμμή».
Πώς θα μπορούσε να επιταχυνθεί η διαδικασία έναρξης των διαπραγματεύσεων; Με μόνο μία κίνηση, την ακύρωση του δημοψηφίσματος.
Αντ’ αυτού είχαμε μια επιθετική ρητορική απέναντι στους εταίρους στο χθεσινό διάγγελμα, η οποία δεν είχε κανένα νόημα, μετά τις νέες ελληνικές προτάσεις που υποβλήθηκαν, στις οποίες είναι σαφές πως η ελληνική πλευρά αποδέχεται επώδυνα μέτρα, που προτείνουν και οι εταίροι.
Αυτό σημαίνει πως άνετα θα μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία και να γυρίσουμε σελίδα. Αντί αυτών, το διάγγελμα πέτυχε να εξαγριώσει ακόμη περισσότερο τους εταίρους, οι οποίοι ήδη πνέουν τα μένεα.
Και θα χρειαστεί τη Δευτέρα, μετά το δημοψήφισμα, να διαπραγματευτεί μαζί τους. Τι άραγε; Με κλειστές τις τράπεζες, με capital controls, με τον φόβο για το χειρότερο και με τις ουρές των συνταξιούχων στις τράπεζες, θα είναι κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο.
Και για τις σκηνές έξω από τις τράπεζες κακώς είπε πως φταίει ο Ντράγκι και ο Σόιμπλε.
Σαφώς και έχουν και αυτοί τις ευθύνες τους, καθώς συμπεριφέρονται περισσότερο ως δανειστές παρά ως εταίροι, αλλά οι βασικές ευθύνες είναι της κυβέρνησης και της διαπραγματευτικής τακτικής που ακολούθησε.
Από την… εξυπνάδα της «δημιουργικής ασάφειας», που αποδείχτηκε σαφέστατα καταστροφική, το δάκτυλο στους Γερμανούς και τα ψέματα που ακολούθησαν για να δικαιολογηθεί η χειρονομία, μέχρι την ανάρτηση του πανό στο κτήριο του ΥΠΟΙΚ υπέρ του «όχι», αλλά και την προπαγάνδα υπέρ του «όχι» από το site του υπουργείου Οικονομικών.
Η μεγαλύτερη ευθύνη της κυβέρνησης είναι ο λάθος χρόνος που επιλέχθηκε για τη σύγκρουση, σε μια περίοδο που το Δημόσιο και οι τράπεζες είχαν στεγνώσει και στις ουρές των τραπεζών και των ATMs στεγνώνει και η… αξιοπρέπεια.