Του Δημήτρη Χατζηνικόλα
«Τίποτε δεν έχει κλείσει ακόμη και τίποτε δεν θα πρέπει να θεωρείται οριστικό». Με τη φράση αυτήν κυβερνητικό στέλεχος κωδικοποιούσε επί της ουσίαςτις χθεσινοβραδινές εξελίξεις στις Βρυξέλλες και τις νέες διαφωνίες που προέκυψαν μεταξύ των θεσμών και συγκεκριμένα μεταξύ του ΔΝΤ και της Κομισιόν, με την ΕΚΤ στον «άχαρο» ρόλο του παρατηρητή.
Οι διαφωνίες αυτές ανάγκασαν τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ να καλέσει εκ νέου σήμερα τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα στις Βρυξέλλες, ώστε η τριμερής που θα έχουν νωρίτερα οι επικεφαλής των τριών θεσμών να διευρυνθεί με την παρουσία του κ. Τσίπρα.
Η ανησυχία της ελληνικής πλευράς είναι το ενδεχόμενο να υπάρξει και νέα αντιπρόταση των θεσμών, πιο κοντά στις απαιτήσεις της Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία αφενός διαφωνεί με το φορολογικό πακέτο της κυβέρνησης, αφετέρου επιμένει στην περικοπή της ασφαλιστικής δαπάνης της τάξεως του 1% του ΑΕΠ.
Ο φόβος της Αθήνας εντείνεται διότι η όποια πρόταση εκ των πραγμάτων θα έχει χαρακτήρα ολιγόωρου τελεσιγράφου αφού στις 20:00 στη συνεδρίαση του Eurogroup οι ΥΠΟΙΚ θα πρέπει να έχουν μια πρώτη βάση συμφωνίας (ένα low staff level agreement) στην οποία θα προβλέπεται μια εξάμηνη, όπως όλα δείχνουν, παράταση και πως η κάθε εκταμίευση θα συνδέεται με συγκεκριμένα προαπαιτούμενα.
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων παραμένει και η αναφορά στο χρέος η οποία όμως θα έρθει, λέει η πλευρά των δανειστών, μετά το κλείσιμο της αξιολόγησης.
Αυτήν τη στιγμή διαφωνίες από την πλευρά του ΔΝΤ υπάρχουν στο θέμα της αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών και την επαναφορά τους στα προ του καλοκαιριού του 2014 επίπεδα. Το Ταμείο ζητά επίσης τη μείωση των υψηλότερων συντάξεων.
Οι διαφοερές αυτές δεν είναι ικανές να οδηγήσουν σε ρήξη, ωστόσο -όπως δηλώνει κυβερνητικό στέλεχος- η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών «είναι το μεγάλο πρόβλημα για την επίτευξη μια συμφωνίας».