Διεθνής ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι ανέπτυξε μία νέα, πιο γρήγορη μέθοδο για τον εντοπισμό επιβλαβών επιπέδων βακτηρίων στις παραλίες. Το νέο μοντέλο παρέχει στους υπευθύνους ένα καλύτερο εργαλείο πρόβλεψης για τη λήψη αποφάσεων κλεισίματος των παραλιών όταν οι λουόμενοι απειλούνται από τα επίπεδα μόλυνσης του νερού.
Η ομάδα δοκίμασε και βελτιστοποίησε το μοντέλο πρόβλεψης, χρησιμοποιώντας ένα σύνολο δεδομένων παρακολούθησης δέκα ημερών από μία δημοφιλή παραλία στο Μαϊάμι της Φλόριντα των Ηνωμένων Πολιτειών. Το προγνωστικό μοντέλο χρησιμοποιεί πληροφορίες σχετικά με τα κύματα, τις παλίρροιες, τις βροχοπτώσεις και την ηλιακή ακτινοβολία ώστε να προβλέψει με μεγαλύτερη ακρίβεια τη συγκέντρωση επιβλαβών βακτηρίων και την κίνησή τους κατά μήκος της ακτής, επιτρέποντας τη βελτίωση της λήψης αποφάσεων.
Η μόλυνση των υδάτων μπορεί να προέρχεται από διάφορες πηγές όπως αστικά λύματα, απορροή ομβρίων υδάτων, ή και από ανθρώπινους ή ζωικούς παράγοντες.
Η παρακολούθηση των επιπέδων βακτηρίων όπως οι εντερόκοκκοι είναι υποχρεωτική ώστε να προστατεύεται η υγεία των λουόμενων. Οι σύγχρονοι μέθοδοι υπολογίζουν τα επίπεδα μόλυνσης συλλέγοντας δείγματα από τις παραλίες και εξετάζοντάς τα στα εργαστήρια. Η διαδικασία αυτή σημαίνει ότι το κλείσιμο μίας παραλίας μπορεί να καθυστερήσει κατά 24 έως 48 ώρες, επιτρέποντας έτσι σε αρκετούς λουόμενους να εκτεθούν σε επιβλαβή επίπεδα βακτηρίων στο ενδιάμεσο διάστημα.
«Η ανάπτυξη αυτού του νέου μοντέλου μας επιτρέπει για πρώτη φορά την εκτίμηση των επιπέδων μόλυνσης στις παραλίες που υπόκεινται σε πηγές ρύπανσης κυρίως από την άμμο και την απορροή από καταιγίδες», αναφέρουν οι ερευνητές.