Τη δυσαρέσκειά του για τις σχέσεις της Αυστρίας με το Ιράν εκφράζει σε συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Ντι Πρέσε», με την ευκαιρία επίσκεψής του στη Βιέννη, ο πρόεδρος της Βουλής του Ισραήλ Γιούλι Έντελσταϊν, ασκώντας εμμέσως πλην σαφώς κριτική στην προγραμματιζόμενη επίσκεψη του Αυστριακού ομοσπονδιακού προέδρου Χάιντς Φίσερ στο Ιράν εντός του 2014, η οποία έχει ωστόσο επανειλημμένα αναβληθεί.
«Δεν γνωρίζω καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, της οποίας η πολιτειακή ηγεσία συζητά καν την πραγματοποίηση μιας επίσκεψης στην Τεχεράνη και αυτό μου προξενεί δυσαρέσκεια», τονίζει χαρακτηριστικά ο προερχόμενος από το κυβερνών δεξιό κόμμα «Λικούντ» Ισραηλινός πολιτικός, ο οποίος είχε ήδη συνάντηση στη Βιέννη με τον πρόεδρο Χ. Φίσερ, όπως και με την πρόεδρο της αυστριακής Βουλής, Ντόρις Μπούρες, μαζί με την οποία παραβρέθηκε επίσης σε τελετή μνήμης για το Ολοκαύτωμα.
Στην ίδια συνέντευξη στην «Ντι Πρέσε», ο κ. Έντελσταϊν προειδοποιεί τη διεθνή κοινότητα εναντίον της επανάληψης κανονικών σχέσεων με την Τεχεράνη, τονίζοντας ότι «το Ιράν είναι το πραγματικό πρόβλημα και ότι «ο πολύ σημαντικός αγώνας κατά του ΙΚ αποσπά την προσοχή από τον κακό λύκο με το όνομα Ιράν, το οποίο προετοιμάζει όχι μόνον πυρηνικά όπλα αλλά και πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, που φθάνουν πολύ πέρα από το Ισραήλ».
Ο ίδιος, σε μία προφανή αναδίπλωσή του, κάνει λόγο για παρεξήγηση και για λάθος απόδοση δηλώσεών του από ισραηλινή εφημερίδα, σύμφωνα με την οποία κατηγόρησε την Αυστρία για έλλειψη διαχείρισης - από μέρους της - του Ολοκαυτώματος.
Προσθέτει ωστόσο ότι η Αυστρία ανέλαβε πολύ αργά την ευθύνη για το Ολοκαύτωμα και «σίγουρα δεν ήταν η πρώτη χώρα» που προχώρησε σε επανορθώσεις.
Παρατηρητές στη Βιέννη συνδέουν τη "δυσαρέσκεια" που εκφράζει στη σημερινή συνέντευξή του ο πρόεδρος της ισραηλινής Βουλής, και με τη σαφέστατη κριτική που είχε ασκήσει, τέλη Αυγούστου, στη στάση του Ισραήλ στη Γάζα, ο Αυστριακός ομοσπονδιακός πρόεδρος, επισημαίνοντας πως το Ισραήλ δικαιολογεί τις ενέργειές του με την προστασία του εδάφους του, ωστόσο ενεργεί στρατιωτικά με τόσο μεγάλη σκληρότητα «ώστε ο αριθμός των θυμάτων να παρουσιάζει μια σημαντική, αν όχι ακραία, δυσαναλογία».