Η αναμονή μέχρι τη νηπιακή ηλικία για την πιθανή εμφάνιση, αλλά και αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του αυτισμού μπορεί να οδηγήσει στο χάσιμο πολύτιμου χρόνου, όπως εκτιμούν οι επιστήμονες, βασισμένοι στα ευρήματα μιας πρόσφατης μελέτης.
Πλέον είναι γνωστό μέσα από προσεκτική παρατήρηση και διάφορα τεστ ότι τα βρέφη από την ηλικία των έξι μηνών δείχνουν τα πρώτα σημάδια της διαταραχής που ανήκει στο φάσμα του αυτισμού (ASD): Μειωμένη επαφή με τα μάτια, έλλειψη ενδιαφέροντος για το περιβάλλον, μειωμένη συμμετοχή, επαναλαμβανόμενα μοτίβα κίνησης, και εν γένει έλλειψη επικοινωνίας με τους φροντιστές του.
Πολλά παιδιά δεν υφίστανται κανενός είδους πρώιμη παρέμβαση πριν από την ηλικία των δύο ή τριών ετών- και αυτό επειδή η διάγνωση για αυτισμό δεν θεωρείται πιθανή πριν από αυτή την ηλικία. Αλλά η νέα μελέτη δείχνει ότι η θεραπεία σε πρώιμη φάση μπορεί να είναι το κλειδί για την εξάλειψη των συμπτωμάτων σε μακροπρόθεσμη βάση. Τα βρέφη μπορούν να ωφεληθούν σημαντικά από μια συμπεριφορική θεραπεία που ονομάζεται Early Start. Η θεραπεία αναπτύχθηκε από ερευνητές στο Πανεπιστήμιο Duke των ΗΠΑ.
Τα βρέφη που συμμετείχαν στη μελέτη ήταν όλα μεταξύ 6 και 15 μηνών. Η θεραπεία αποτελείτο από 12 ώρες θεραπευτικές συνεδρίες με το παιδί και τους γονείς του. Ακολούθησαν δεκαπενθήμερες επισκέψεις για έξι εβδομάδες, και παρακολούθηση στους 24 και 36 μήνες ζωής των βρεφών. Στο τέλος του 18ου μήνα τα παιδιά στην ομάδα θεραπείας παρουσίαζαν σημαντικά λιγότερα συμπτώματα και δεν εμφάνιζαν αναπτυξιακή ή γλωσσική καθυστέρηση.
Σύμφωνα με την έρευνα το γεγονός ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται πιο κοντά στο παιδί, οι γονείς, ενεργοποιήθηκαν και συμμετείχαν στη θεραπεία ήταν το «κλειδί» για την επιτυχία της. ήταν πραγματικά το κεντρικό τμήμα της θεραπείας. «Οι γονείς ήταν εκεί κάθε μέρα με τα μωρά τους, δίνοντας σημασία στις μικρές καθημερινές στιγμές, που είναι οι κρίσιμες στιγμές μάθησης για τα μωρά. Αυτές οι στιγμές είναι ό,τι καλύτερο μπορούν οι γονείς να αξιοποιήσουν με έναν τρόπο που κανείς άλλος δεν μπορεί», δηλώνουν οι επιστήμονες που διεξήγαγαν τη μελέτη, τα αποτελέσματα της οποία δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση Journal of Autism and Developmental Disorders.