Αντιμέτωπο με τη φθορά του χρόνου είναι το σπίτι όπου έζησε η ελληνίδα ντίβα της όπερας, Μαρία Κάλλας, στην Αθήνα. Πρόκειται για το κτήριο επί της οδού Πατησίων 61 και Σκαραμαγκά του αρχιτέκτονα Κώστα Κιτσίκη, ένα νεοκλασικό κτήριο, στολίδι για την εποχή του, παραδομένο όμως σήμερα στην εγκατάλειψη του χρόνου. Μοναδική μέχρι στιγμής ελπίδα για τη διάσωσή του, αποτελεί το ενδιαφέρον που έχει επιδείξει ο Δήμος Αθηναίων.
Για την κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει, το - πρωτοπόρο για την εποχή του - νεοκλασικό, διαβιβάστηκαν πρόσφατα στη Βουλή δύο έγγραφα, από το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού και το υπουργείο Εργασίας.
Σύμφωνα με τον υφυπουργό Πολιτισμού, Γιάννη Ανδριανό, πρόκειται για ένα σημαντικό δείγμα πολυκατοικίας της περιόδου 1921- 1932, έργο του αρχιτέκτονα Κώστα Κιτσίκη, ιδιοκτησίας του ΝΑΤ. Το κτήριο αυτό έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και προστατεύεται από τις διατάξεις του νόμου για την προστασία αρχαιοτήτων και εν γένει πολιτιστικής κληρονομιάς. Πρόκειται για τον Ν. 3028/2002 που ορίζει ότι «ο κύριος ή ο νομέας μνημείου υποχρεούνται να μεριμνά για την άμεση εκτέλεση των εργασιών συντήρησης, στερέωσης ή προστασίας ετοιμόρροπου μνημείου χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, με δική του δαπάνη και υπό την εποπτεία και τις υποδείξεις της Υπηρεσίας».
Από το έγγραφο, ωστόσο, προκύπτει ότι «μέχρι σήμερα δεν έχει κατατεθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες για έγκριση, μελέτη αποκατάστασης του κτηρίου ή αλλαγή χρήσης αυτού σε μουσειακό χώρο από τους ιδιοκτήτες του, όπως προβλέπεται από τον Ν. 3028/2002».
Την ίδια ώρα και σύμφωνα με έγγραφο του υπουργού Εργασίας, Γιάννη Βρούτση, «το κτήριο έχει υποστεί σοβαρές ζημιές στον σεισμό της Αθήνας (Σεπτέμβριος 1999), με αποτέλεσμα να απαιτείται μεγάλη δαπάνη για την επισκευή του, η οποία με δεδομένη την υποβάθμιση της περιοχής και την κρίση στην αγορά ακινήτων, καθιστά ασύμφορη οποιαδήποτε διαδικασία ανακαίνισης». Ωστόσο, όπως ενημερώνει ο κ. Βρούτσης, «έχει υπάρξει πρόσφατη εκδήλωση ενδιαφέροντος εκ μέρους του Δήμου Αθηναίων για το αναφερόμενο κτήριο και το διοικητικό συμβούλιο του ΝΑΤ βρίσκεται σε αναμονή συγκεκριμένων προτάσεων προκειμένου να τις αξιολογήσει».