Ελλειμμα δημοκρατίας η απουσία ουσιαστικής αντιπολίτευσης

Τετάρτη, 08 Ιανουαρίου 2003 15:29

A- A A+

Οι εκλογές που έγιναν πριν από δύο μήνες στην Αμερική αποτελούν το πιο πρόσφατο παράδειγμα ενός φαινομένου που επεκτείνεται: δημοκρατικά εκλεγμένοι ηγέτες, στους οποίους δεν αντιτάσσονται ηγέτες της αντιπολίτευσης ικανοί να καρπωθούν τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης και να αποκτήσουν έτσι πολιτικές προοπτικές.

Το φαινόμενο αυτό, γράφει στη «La Repubblica» ο πρώην διευθυντής του London School of Economics, Ραλφ Ντάρεντορφ, δεν περιορίζεται στο χώρο που κάποτε προσδιοριζόταν ως στρατόπεδο της Δεξιάς.

Στη Βρετανία, το Συντηρητικό κόμμα της αντιπολίτευσης διέρχεται μια φάση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυτοκαταστροφική.

Στη Γερμανία, η δύσκολη νίκη του Γκέρχαρντ Σρέντερ μοιάζει σήμερα πιο ασφαλής χάρις στις ασκήσεις αυτοκριτικής που κάνει η χριστιανοδημοκρατική αντιπολίτευση και στην ηθική κατάρρευση των Ελευθέρων Δημοκρατών.

Η Γαλλία και η Ιταλία παρουσιάζουν ένα πολιτικό τοπίο ακόμη πιο ξεκαθαρισμένο: ο πρόεδρος Σιράκ και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι δεν έχουν αντιπάλους που να μπορούν να τους δημιουργήσουν προβλήματα.

Στην Ινδία, η αυτοκαταστροφική κατάσταση που επικρατεί στο Κόμμα του Κονγκρέσου έχει κάνει ευκολότερη τη ζωή στην κυβέρνηση.

Και στη Ρωσία, ο πρόεδρος Πούτιν συμπεριφέρεται στη Δούμα όπως ο Γκιούλιβερ ανάμεσα στους Λιλιπούτειους.

Πώς εξηγείται αυτό το φαινόμενο, δεδομένου μάλιστα ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι αρχηγοί των κυβερνήσεων δεν είναι χαρισματικοί ηγέτες;

Μία από τις αιτίες, σημειώνει ο Ντάρεντορφ, είναι η προσωποποίηση της πολιτικής που παρατηρείται σε όλο τον κόσμο. Αυτό που θέλουν οι ψηφοφόροι, ανεξαρτήτως χαρίσματος, είναι ένας οδηγός, κατά προτίμηση με κάποια γνωρίσματα διασημότητας. Αυτή η «διασημότητα» μπορεί να οφείλεται στην προσωπικότητα, όπως στις περιπτώσεις του Μπλερ και του Μπερλουσκόνι, ή στις συνθήκες, όπως στις περιπτώσεις του Μπους, του Σρέντερ ή του Πούτιν.

Μια άλλη αιτία είναι ο βαθύς μετασχηματισμός των δημοκρατικών συστημάτων. Το τέλος των ιδεολογιών είναι ένα πολυχρησιμοποιημένο κλισέ: είναι όμως γεγονός ότι σε όλες τις περιπτώσεις όπου οι κυβερνήσεις δεν έχουν απέναντί τους μια ουσιαστική αντιπολίτευση, δεν είναι εύκολο να διατυπωθεί μια πολιτική εναλλακτική λύση που να μπορεί να αμφισβητήσει τον υπάρχοντα ηγέτη.

Από αυτή την πλευρά, η περίπτωση του Πούτιν είναι η πιο χαρακτηριστική. Ακόμη κι ο Μπλερ και ο Μπερλουσκόνι, όμως, διαθέτουν έναν ανάλογο βαθμό «πολιτικής ασυλίας».

Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή η κατάσταση θα διαρκέσει επ’ άπειρον. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση, και κυρίως στα πιο παλιά της μέλη, η ευρωπαϊκή ενοποίηση θεωρείται δεδομένη, αλλά οι αμφιβολίες παραμένουν σε μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος. Δεν αποκλείεται έτσι να εκδηλωθούν διαφορές ανάμεσα στους αδιαμφισβήτητους ηγέτες και σε ορισμένα λαϊκά στρώματα. Η ανησυχία εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, όπως για παράδειγμα η απάθεια των ψηφοφόρων.

Ενας άλλος παράγων που μπορεί να αποδειχθεί αποφασιστικός είναι η «αντιπολίτευση των μέσων ενημέρωσης», που οδηγεί πολλούς ηγέτες (για παράδειγμα τον Πούτιν) να προσπαθούν να περιορίσουν την ελευθερία της έκφρασης. Δεν μπορεί επίσης να παραγνωρίσει κανείς το φαινόμενο των κομμάτων διαμαρτυρίας, όπως στην Ολλανδία με την περίπτωση του Πιμ Φόρτουϊν.

Το αποτέλεσμα: από τη μια πλευρά ο αυταρχισμός των ηγετών χωρίς αντιπολίτευση, από την άλλη οι αυξανόμενες διαμαρτυρίες του «δρόμου». Ο Ραλφ Ντάρεντορφ, καταλήγει ότι οι κυβερνήσεις χωρίς αντιπολίτευση αποτελούν απειλή για τη δημοκρατία.

Πηγές: La Repubblica, ΑΠΕ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή