Ι.ΜΥΛΩΝΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Μυλωνά, δεν σας έδωσα το λόγο. Σεβαστείτε με σας παρακαλώ όπως σας σεβάστηκε κι εγώ. Έδωσα το λόγο στην Πολιτική Αγωγή. Απλώς έκανα μία σύσταση σε όλο τον κόσμο. Δεν θέλατε να κάνω αυτή την σύσταση. Δεν θέλω δηλαδή ούτε να πω περισσότερα ούτε λέξη. Προεδρεύω σε μια αρκετά δύσκολη υπόθεση με πάρα πολλά θέματα και θέλω να υπάρξει μία ηρεμία.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Λόγω σεβασμού στο Δικαστήριό σας σταματάω εδώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την κατανόηση.
Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: Θέλω να αναφέρω στο Δικαστήριό σας το έσχατον όριον της ακυρωτικής ανοχής σχετικά με κλήσεις και κλητήρια θεσπίσματα στα οποία έχουν πράγματι παρεισφρήσει λάθη. Με παλαιότερη απόφαση ο ¶ρειος Πάγος η οποία μάλιστα στηρίχθηκε και σε σχόλιο του ομιλούντος εδέχθη ότι αρκεί η υλική πράξη επιδόσεως, η οποία δίδει την αφορμή εις τον κατηγορούμενο να πληροφορηθεί αν κάτι έχει παραληφθεί.
Είναι απόφαση της δεκαετίας του ΄80 και δυστυχώς ο χρόνος είναι πολύς να θυμάμαι απ’ έξω και τον αριθμό της αποφάσεως, θα τον έχω όμως αύριο στην διάθεσή σας. Αρκεί και η υλική πράξη επιδόσεως. Επρόκειτο περί περιπτώσεως κ. Πρόεδρε όπου η ακυρώτις του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσεως θα οδήγη σε παραγραφή σε παραγραφή της υποθέσεως.
???.: Έχει παραγραφεί.
Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: Το τι έχει κάνει, εγώ το ανέφερα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ αν έχει παραγραφεί θα τα βρούμε τότε που πρέπει.
Ι.ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, νομίζω ότι το θέμα έχει καλυφθεί για την Πολιτική Αγωγή από τις αναπτύξεις του κ. Αναγνωστόπουλου και πιστεύω άλλωστε ότι η Πολιτική Αγωγή γενικώς και ως προς την μακρηγορία αλλά και ως προς άλλα φαινόμενα ασκείται εις αυτοπειθαρχία για να βοηθήσει το Δικαστήριό σας. Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στην πρόοδο της διαδικασίας εμένα τι να με βοηθήσετε; Το Δικαστήριο εδώ θα κάτσει όσο καιρό του πείτε και τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Και τον Αύγουστο εδώ θα είστε. Δεν θα διακόψουμε ούτε μία μέρα. Ξεχάστε τις διακοπές. ¶μα θέλετε να προχωρήσει η διαδικασία, προχωρήστε. Δεν θέλετε, μην την προχωράτε.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα πρώτα απ’ όλα να απευθύνω κι εγώ μία έκκληση σε όλους τους Συναδέλφους να διατηρήσουν έναν τόνο ηρεμίας στη συζήτηση αυτή. Οι αντιπαραθέσεις είναι αναπόφευκτες. Γι’ αυτό είμαστε εδώ για να κάνουμε αντιπαράθεση αλλά σε νομικό επίπεδο και με τους κανόνες τους δικονομικούς και με τους δεοντολογικούς. Να μην την καθιστούμε προσωπική την αντιπαράθεση αυτή. Έχω αυτοπεριοριστεί κι εγώ κάποιες φορές όταν έχω διακοπεί, έχω προκληθεί. Δεν έχει σημασία από ποιον και γιατί.
Νομίζω πάντως ότι στοιχειώδες μέτρο αυτοπεριορισμού και αποτελεσματικότητας αυτής της ανάγκης είναι ότι πρώτον, όταν κάποιος αναφέρεται και δη ονομαστικά σε τοποθετήσεις άλλων συναδέλφων του να είναι πολύ προσεκτικός τουλάχιστον σε εκείνα τα οποία αποδίδει ότι είπε ο συνάδελφός του και ας τα κρίνει όπως θέλει μετά. Είναι δικαίωμά του αυτό. Δεύτερον, όταν εν τη ρύμη του λόγου του φεύγει σε κάποιες εκφράσεις οι οποίες είναι υπερβολικές δεν βλάπτει, τον τιμά ιδιαίτερα. Αντίθετα, να έχει το θάρρος να τις ανακαλεί. Κλείνω ως προς αυτό.
Δεύτερον, έγινε λόγος και από τους δύο Εισαγγελείς. Βεβαίως επανορθώθηκε από τον κ. Λάμπρου και δεν έχω να πω τίποτε έπ’ αυτού. Εκφράστηκε όμως και κατά κάποιο τρόπο συνεπικούρησε και η Πολιτική Αγωγή προηγουμένως, μία δυσφορία στην υποβολή ενστάσεων, μία έμμεση έτσι μομφή για την παρέλκυση της δίκης κλπ.
Οφείλω να πω ξεκάθαρα εδώ πέρα το εξής: ως Συνήγορος του Τζωρτζάτου μόνος κατά το στάδιο της ανακριτικής διαδικασίας, υπέβαλλα το αίτημα δια του υπομνήματος, επί της προτάσεως του κ. Καρούτσου προς το Συμβούλιο Εφετών να μην συνεκδικαστούν όλες οι υποθέσεις αυτές δεδομένου ότι όπως ανέπτυξα σε κείνο το υπόμνημα η από κοινού συνεκδίκαση θα δημιουργήσει προβλήματα τέτοια καθυστερήσεων συν το γεγονός ότι θα υποβαθμίσει την αυτοτέλεια μιας εκάστης των εκδικαζομένων υποθέσεων και βεβαίως θα δημιουργήσει και τον κίνδυνο ενός γενικευμένου τεκμηρίου ενοχής το οποίο θα υποκαταστήσει την ουσιαστική αναζήτηση της αλήθειας σε κάθε υπόθεση.
Δεν ευτύχησε βέβαια η πρότασή μου αυτή να γίνει δεκτή παρά το γεγονός ότι προτάσεις χωρισμού των συνεκδικαζομένων υποθέσεων είχαν υποβληθεί και από συναδέλφους της Πολιτικής Αγωγής. Εκείνοι οι οποίοι λοιπόν αποφάσισαν την συνεκδίκαση 150 κακουργημάτων με τόσους κατηγορούμενους και τόσους Δικηγόρους και με τόσες δίκες που κάθε μία από αυτές μόνη της αν γινόταν θα μπορούσε να διαρκεί μέρες-εβδομάδες και μήνες. Εκείνοι ας αναλογισθούν τις συνέπειες του ότι ευλόγως θα προβάλλονται και ενστάσεις, θα προβάλλονται δικαιώματα και όπως συμβαίνει εν προκειμένου θα επισημαίνονται και οι υποχρεώσεις της κατηγορούσας αρχής.
Δεν θεωρώ αναλώσιμα τα δικαιώματα αυτά ή ότι έχουν μπει για πλάκα στον Κ.Π.Δ., όπως επίσης δεν θεωρώ ότι είναι ορθό δικονομικά όλες οι ενστάσεις να συζητούνται από κοινού, τσουβαλιασμένα δηλαδή και αν ήμουν εδώ την περασμένη Παρασκευή το πρωί όταν ετέθη το ζήτημα από την Έδρα να συζητηθεί από κοινού η ένσταση αναρμοδιότητας η οποία ερείδεται στο χαρακτηρισμό των εγκλημάτων ως πολιτικών μαζί με εκείνες οι οποίες αφορούν την αντισυνταγματικότητα του Ν. 2928/2001, θα προέβαλα αντίσταση σθεναρά διότι η από κοινού συζήτηση μοιραία δεν θα μπορούσε παρά να οδηγήσει.....
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Παπαδάκη, δεν σας δόθηκε ο λόγος γι’ αυτό. Σας δόθηκε ο λόγος πάνω σε μία ένσταση που έκανε εκ μέρους του κ. Τζωρτζάτου. Τώρα λάβαμε απόφαση σε αυτό.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Καλώς ελάβατε απόφαση και δεν μέμφομαι γι’ αυτό.
Λέω ότι η από κοινού συζήτηση των ενστάσεων μοιραία υποβαθμίζει την αυτοτέλεια της κάθε μίας και δεν θεωρώ παρέλκυση της διαδικασίας την υποβολή των ενστάσεων διαδοχικά και αυτό το πράγμα όσον αφορά την υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου θα πράξουμε. Στην συγκεκριμένη ένσταση τώρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Τζωρτζάτος ποιος είναι, γιατί δεν σας γνωρίζω. Εσείς, ο πρώτος είστε.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Στην συγκεκριμένη ένσταση, νομίζω ότι είναι άδικες οι κρίσεις περί ευρηματικότητος του κ. Μυλωνά όχι διότι δεν έχω απόλυτη εκτίμηση στον συνάδελφο και συνυπερασπιστή ο οποίος μας τιμά εδώ με την παρουσία του που συνυπερασπιζόμαστε τον κ. Τζωρτζάτο αλλά πρώτον, διότι όλες οι ενστάσεις είναι προϊόν συλλογικής διαδικασίας της υπερασπιστικής ομάδας του κ. Τζωρτζάτου και δεύτερον, διότι με την ένσταση αυτή επισημαίνεται μία πολύ συγκεκριμένη απτή και απροκάλυπτη παραβίαση δικονομικών κανόνων στην οποία θα ήθελα πολύ να έχω ακούσει μία συγκεκριμένη απάντηση είτε από τους αξιοτίμους κ.κ. Εισαγγελείς, είτε από τους προλαλήσαντες συναδέλφους της Πολιτικής Αγωγής.
Θα πω το εξής εδώ χωρίς να επικαλεστώ την ΕΣΔΑ την οποία δεν κατέχω στο βάθος που κατέχει ο κ. Μυλωνάς παρά μονάχα τις διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας.
Ζήτημα πρώτον, άρθρο 174 του Κ.Π.Δ. Τι λέει αυτό; Ότι έχουμε το δικαίωμα, ότι η ακυρότητα της κλήσης του κλητηρίου θεσπίσματος κλπ καλύπτονται εάν εκείνος που κλητεύθηκε στη δίκη εμφανιστεί και δεν προβάλλει αντιρρήσεις για την πρόοδό της. Αυτό ακριβώς κάνουμε. Προβάλλουμε αντιρρήσεις για την πρόοδο της δίκης. Δεν προβάλλουμε αναιρετικό έλεγχο σε ό,τι αφορά τις παραλήψεις του βουλεύματος και τις κλήσεις και αυτό το πράγμα είναι σύννομο. ¶ρα λοιπόν δεν τίθεται θέμα αναιρετικού ελέγχου που ελέχθη.
Δεύτερον, άρθρο 321, παρ. 1. Τι λέει; Λέει το εξής πράγμα εδώ, ότι θα πρέπει περιέχει το κλητήριο θέσπισμα, τον ακριβή καθορισμό της πράξης για την οποία κατηγορείται και μνεία του άρθρου του ποινικού νόμου που την προβλέπει.
Είναι τυχαίο ότι έχουν μπει στην ίδια παράγραφο ο ακριβής καθορισμός της πράξης και η μνεία του άρθρου του Ποινικού Κώδικα που την προβλέπει, του ποινικού νόμου που τη προβλέπει; Τι είδους απάντηση είναι αυτή ότι το βούλευμα σε κάποια σελίδα περιέχει συλλήβδην όλα τα άρθρα τα οποία εφαρμόζονται για όλους τους κατηγορουμένους, για όλα τα αδικήματα; Λοιπόν; Εγώ πού ξέρω ποιο είναι το άρθρο με το οποίο εισάγεται η κατηγορία για τον πελάτη μου; Πώς μπορώ να γνωρίζω ποια είναι η ποινή που απειλείται γι’ αυτόν; Πώς θα μπορέσω αύριο όταν θα βγάλετε μία απόφαση και θα παραθέσετε αυτά τα άρθρα να εφαρμόσω τις διατάξεις περί μεταβολής της κατηγορίας και να ελέγξω εάν πράγματι διαφέρουν επί τω χειρότερο από εκείνα με τα οποία έχει εισαχθεί και αν είναι σύννομη η απόφαση περί καταδίκης.
Δεν είναι το θέμα απλό να πληροφορηθεί την πράξη που έκανε. Είναι να πληροφορηθεί τις συνέπειες οι οποίες επέρχονται. Είναι για πλάκα ότι το 484 και το 510 προβλέπουν ποινή ακυρότητας η οποία ιδρύει αναιρετικό έλεγχο στις περιπτώσεις που δεν αναγράφονται τα άρθρα του ποινικού νόμου για τα οποία κατηγορείται;
Ποια είναι η απάντηση της κατηγορούσας αρχής και οποιουδήποτε άλλου έπ’ αυτού; Δεν θα έπρεπε να λέει ότι ο κ. Τζωρτζάτος κατηγορείται ότι έκανε αυτό και αυτό και αυτό; Μάλιστα, το οποίο συνιστά απλή συνέργια ή άμεση συνέργια ή αυτουργία ή το ένα, το άλλο και τιμωρείται με αυτές και με αυτές και με αυτές τις διατάξεις. Πού είναι αυτά πράγματα στο βούλευμα;
Σε 1.500 σελίδες βουλεύματος δεν θα έπρεπε να υπάρχουν αυτά σε κάθε μία πράξη; Γιατί δεν υπάρχουν; Δεν είναι άκυρο λοιπόν το κατηγορητήριο κατ’ αυτά; Δεν είναι άκυρη εμμέσως και η κλήση η οποία αναφέρεται στο κατηγορητήριο; Το ξεπερνάμε και αυτό έτσι;
Τέλος, σε ό,τι αφορά τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται, όχι συλλήβδην στις κατηγορίες, γιατί λέγονται για λόγους εντυπώσεων διάφορα εδώ, σε μια κατηγορία από τις 33 του Τζωρτζάτου, στη συμμετοχή στην 17Ν μετά το έτος 1972, όπου όπως ομολογεί έχει αποχωρήσει. Ποιο συγκεκριμένο περιστατικό αναγράφεται στο βούλευμα, το οποίο να το καθιστά συγκεκριμένο και όχι αόριστο ως προς αυτή την κατηγορία και να αναφέρει περιστατικά, ενδείξεις, ή σκέψεις, οι οποίες οδηγούν τον συντάξαντα στη κρίση ότι μέχρι τον Ιούλιο του 2002, καθώς αναφέρει το κατηγορητήριο, ήταν εντεταγμένος στην Οργάνωση αυτή.
Λοιπόν εδώ δεν άκουσα εγώ καμία απάντηση, άκουσα ορισμένες σκέψεις εδώ τεθλασμένες, αλλά απάντηση δεν υπήρξε. Την αναμένω από το Δικαστήριό σας. Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Μυλωνάς έχει το λόγο παρακαλώ.
Ι.ΜΥΛΩΝΑΣ: Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε. Το διάστημα που προηγήθηκε ένιωσα τουλάχιστον τρία συναισθήματα. Ένιωσα μια δυσάρεστη έκπληξη, ένιωσα απογοήτευση, ένιωσα και ανακούφιση όμως. Η δυσάρεστη έκπληξη: Είναι δυνατόν ένας πραγματικά έγκριτος και διαπρεπής Πανεπιστημιακός, να λεει ότι «ανέχθηκε την ανάπτυξη νομικών επιχειρημάτων εκ μέρους της Υπεράσπισης›;
Ένιωσα όμως και μια μεγάλη τολμώ να πω, απογοήτευση. Ανέπτυξα μια επιχειρηματολογία, καλή, κακή, τεκμηριωμένη, ή όχι, δεν θα το κρίνω εγώ. Ευτυχώς για μένα, είχα την πρόνοια να έχω και το γραπτό κείμενο και να το έχω καταθέσει στο Δικαστήριο. Απογοητεύτηκα όμως, όταν άκουσα πάλι από τον ίδιο διαπρεπή Πανεπιστημιακό, να διαστρεβλώνει αυτά που είπα. Ξέρω πολύ καλά τι σημαίνει διαστρέβλωση της πραγματικότητας, έχω απογοητευθεί πολύ, αλλά πρέπει να το πω.
Ούτε για αναιρετικό λόγο μίλησα, για αναιρετικό έλεγχο και πολύ περισσότερο, επικαλέστηκα μεν το άρθρο 139, αλλά ουδέποτε αναφέρθηκα στο σκέλος του που μιλάει για αιτιολογία. Αναφέρθηκε διεξοδικά, το ότι δεν τίθεται θέμα επαρκούς ή μη επαρκούς αιτιολογίας, όταν εγώ δεν είπα τίποτα τέτοιο.
Σε τρία, ή τέσσερα σημεία του κειμένου μου -δεν θα τα επαναλάβω μη σας κουράζω- αναφέρθηκα στο άρθρο 139, μόνο όμως στο σκέλος, που αυτό το άρθρο λεει, ότι το παραπεμπτικό βούλευμα πρέπει να αναφέρει και τον αριθμό του άρθρου του Ποινικού Νόμου. Ένα εντελώς ξεχωριστό κομμάτι του 139, είναι το προηγούμενο σκέλος το οποίο, ούτε μια φορά δεν ανέφερα, το οποίο λεει, ότι οι αποφάσεις και τα βουλεύματα, πρέπει να αιτιολογούνται ειδικά και εμπεριστατωμένα.
Διαπιστώνω λοιπόν, ότι παρά την γνώση των διατάξεων των άρθρων του νόμου, είναι πολύ χρήσιμη και απαραίτητη, η λεπτομερής παράθεση και υπόμνησή τους και πάλι, ώστε να μην δημιουργούνται τέτοιες απογοητεύσεις.
Πρέπει να πω όμως, ότι ένιωσα και μια ανακούφιση, από τον τρόπο που ο σεβαστός κ. Πρόεδρος τοποθετήθηκε, από τον τρόπο που προσπάθησε και κατάφερε -νομίζω- να καταλαγιάσει την ένταση που δημιουργήθηκε.
Ας έρθω όμως λίγο και στην ουσία του θέματος. Πρώτα – πρώτα πρέπει να το πω, ότι ο σεβαστός αξιότιμος κ. Εισαγγελέας ο κ. Μαρκής και λαμπρός το υπογραμμίζω νομικός, ίσως λίγο υποτιμά τον ίδιο του τον εαυτό και τον αδικεί όταν λεει ότι συνιστά νομική ακροβασία, η επίκληση παραβίασης ενός δικαιώματος που προβλέπεται στην ΕΣΔΑ.
Νομίζω ότι κατ’ εξοχήν τα ελληνικά δικαστήρια πρέπει αυτά από μόνα τους -πόσο μάλλον όταν προβάλει θετικό ισχυρισμό ο συνήγορος της Υπεράσπισης- να εφαρμόζουν το δίκαιο. Αλίμονο εάν περιμένουμε να τελειώσει μια δίκη και μετά να πάμε στο Στρασβούργο για να δικαιωθούμε.
Να δούμε όμως λοιπόν ποια ήταν η ουσία αυτής της ένστασής μου που φυσικά και δεν αφορά έναν ειδικό έλεγχο, φυσικά και δεν αφορά την αιτιολογία του παραπεμπτικού βουλεύματος. Έχει ένα πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο, που το λεω και πάλι, ευτυχώς αποτυπώνεται σε ένα γραπτό κείμενο.
Τι λεω πολύ απλά; Ο κ. Τζωρτζάτος, όπως κάθε κατηγορούμενος, είχε ένα αναφαίρετο δικαίωμα που πανηγυρικά διατυπώνεται στο άρθρο 6 παρ. 3Α της ΕΣΔΑ. Όταν έρχεται σε ένα Ποινικό Δικαστήριο και μάλιστα αντιμετωπίζει βαρύτατα και πάρα πολλά κακουργήματα, το στοιχειώδες που πρέπει να έχει υπόψη του, είναι γιατί ακριβώς κατηγορείται. Αυτός η φύση και ο λόγος της κατηγορίας, περιγράφεται –διορθώνω έπρεπε να περιγράφεται εκ του νόμου- στο παραπεμπτικό βούλευμα. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Γιατί; Υπάρχει μια σοβαρότατη πρώτη παραβίαση. Και από τις τρεις παραβιάσεις και οι τρεις νομίζω ότι έχουν μια ξεχωριστή βαρύτητα και πρέπει να εξεταστούν αυτοτελώς από το Δικαστήριό σας.
Υπάρχει σαφής επιταγή από το άρθρο 139 του Κ.Π.Δ. να παρατίθεται τα άρθρα του Ποινικού Νόμου για να ξέρει ο κάθε κατηγορούμενος, πως χαρακτηρίζονται από το Ποινικό Νόμο οι πράξεις που του προσάπτονται.
Εδώ το ομολόγησε ο σεβαστός κ. Εισαγγελέας ο πρώτος, ότι δεν υπάρχει ειδική αναφορά για τον κ. Τζωρτζάτο. Σε κάποιο σημείο του βουλεύματος, για όλους μαζί τους κατηγορούμενους -ζωή να έχουν 19 είναι- υπάρχει μια αναφορά συλλήβδην όλων των άρθρων. Είναι αυτό τήρηση της επιταγής του άρθρου 139; Φυσικά και το αμφισβητώ. Θα το κρίνει το Δικαστήριό σας.
Έρχομαι όμως και στο δεύτερο σκέλος της πολύ συγκεκριμένης μας ένστασης. Υπάρχει ένα άρθρο 6.3Α της ΕΣΔΑ, που τι μας λεει; Θέλουμε δεν θέλουμε, η νομολογία του Στρασβούργου είναι σταθερή. Πρέπει να ξέρει ο κατηγορούμενος, όχι μόνο τα πραγματικά περιστατικά, πρέπει με λεπτομέρεια να ξέρει και το νομικό χαρακτηρισμό των πράξεών του. Και συμπληρώνω εγώ και να υπάρχει και μια στοιχειώδης υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών, στα νομικά δεδομένα και στα άρθρα του Ποινικού Κώδικα που εφαρμόζονται.
Πρέπει να υπάρχει λοιπόν νομικός χαρακτηρισμός και νομικοί συλλογισμοί. Υπάρχουν αυτοί οι συλλογισμοί ειδικά για τον κ. Τζωρτζάτο; Δεν υπάρχουν. Αν το Δικαστήριό σας έχει άλλη άποψη, βεβαίως θα την διατυπώσει στην απόφασή του.
Τελειώνω με το τρίτο και πιο τρανταχτό παράδειγμα καταφανούς παραβίασης των στοιχειωδών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου. Υπάρχει μια κατηγορία – κλειδί και για τον κ. Τζωρτζάτο και για τους άλλους κατηγορούμενους, αναφέρομαι στον κ. Τζωρτζάτο βέβαια. Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. ¶ρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα.
Υπάρχει στο παραπεμπτικό βούλευμα οποιαδήποτε αναφορά πραγματικών περιστατικών; Γιατί η απλή, η κοινή λογική μου λεει τα εξής: όταν κάποιος κατηγορείται ότι συμμετείχε σε μια εγκληματική οργάνωση, πρέπει στη συνέχεια το παραπεμπτικό βούλευμα να του πει, ότι «η συμμετοχή σου αυτή στην εγκληματική οργάνωση, προκύπτει από τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά, έκανες εκείνο, το άλλο, το τρίτο›.
Να δεχθώ, ότι εμμέσως πλην σαφώς, προκύπτει σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα η συμμετοχή του, για τις πράξεις μέχρι το ’92, γιατί υπάρχει ένα κατηγορητήριο, υπάρχει η παράθεση στο κατηγορητήριο πραγματικών περιστατικών, τα οποία αναφέρονται στη δράση της Οργάνωσης της 17Ν. Τι γίνεται όμως από το ’92 και μετά; Από το ’92 και μετά δεν κατηγορείται ο κ. Τζωρτζάτος, για ανθρωποκτονίες, εκρήξεις, ληστείες και οτιδήποτε άλλο.
Έχει δηλώσει αρμοδίως ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών, ότι «εγώ από το ’92 και μετά αποχώρησα από την 17Ν›. Στοιχειώδης τήρηση του τεκμηρίου αθωότητας απαιτεί τα εξής: για το διάστημα από το ’92 και μέχρι το 2001 υπάρχει ένα πραγματικό περιστατικό που να αφορά την συμμετοχή στην Οργάνωση στην 17Ν και να παρατίθεται στο βούλευμα; Μπορεί να μην έχω διαβάσει καλά το βούλευμα. Ας μου υποδειχθεί ότι στο φύλλο τάδε, υπάρχει αυτή η μνεία πραγματικού περιστατικού που αναφέρεται στη συμμετοχή.
Κάτι ακόμα πιο σημαντικό. Από το 2001 και μετά, το άρθρο 187 έχει αναβαθμιστεί, έχει γίνει κακούργημα. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο χρόνος τέλεσης από τον κ. Τζωρτζάτο είναι σαφής, μέχρι την ημέρα της σύλληψής του, δηλαδή μέχρι την 18η Ιουλίου του 2002. Υπάρχει έστω και μια λέξη που να αναφέρεται σε πραγματικό περιστατικό, που να πιστοποιεί συμμετοχή του κ. Τζωρτζάτου, για το διάστημα 2001 με 2002; Όχι.
Βεβαίως θα μπορούσε να πει κανείς, από τη στιγμή που έχουμε ως αρχικό δεδομένο και το αποδέχθηκε ο κ. Τζωρτζάτος, ότι κάποτε, το ’85, ’86 συμμετείχε στην Οργάνωση, ας μας αποδείξει ο κ. Τζωρτζάτος, ότι κάποια στιγμή έφυγε. Αυτή ακριβώς η σκέψη, συνιστά μια κατάφωρη παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας. Γιατί κάθε κατηγορούμενος τεκμαίρεται αθώος, δεν πρέπει αυτός να αποδείξει την αθωότητά του, αντιθέτως πρέπει, το παραπεμπτικό βούλευμα εν προκειμένω που έκρινε ότι υπάρχουν ενδείξεις ενοχής εις βάρος του και για το 187, να πει ότι «κύριε Τζωρτζάτο, απ’ αυτά τα συγκεκριμένα περιστατικά, εγώ συμπεραίνω ότι συμμετείχες στην εγκληματική Οργάνωση και το ’85 και το ’95 και το 2002›. Επ’ αυτού δεν υπάρχει ούτε μια φράση στο παραπεμπτικό βούλευμα.
Βέβαια, πρέπει να προσθέσω και εδώ είναι ένα άλλο λάθος που έγινε, ότι το παραπεμπτικό βούλευμα το συγκεκριμένο δεν περιέχει ολική αναφορά στην εισαγγελική πρόταση. ¶λλωστε αυτό έχει κριθεί και από τον ¶ρειο Πάγο, ότι δεν είναι νόμιμο. Το παραπεμπτικό βούλευμα σε συγκεκριμένα σημεία και μόνο, που δεν αφορούν το 187, η κατηγορία για το 187, λεει σε αυτό το σημείο, επικουρικά αναφερόμαστε και στις ορθές σκέψεις του κ. Εισαγγελέως.
Συνοψίζω. Από κανένα μα κανένα σημείο του βουλεύματος δεν προκύπτει ότι υπάρχει κάποιο πραγματικό περιστατικό, που να τεκμηριώνει συμμετοχή του κ. Τζωρτζάτου στην 17Ν από το 1992 και μετά. Είναι μια σοβαρότατη πλημμέλεια, δεν έχει να κάνει με αιτιολογία και με εντατικό έλεγχο, έχει να κάνει με το στοιχειώδες δικαίωμα, με ένα στοιχειώδες προαπαιτούμενο της δίκαιης δίκης, να γνωρίζει ο κ. Τζωρτζάτος και ο κάθε Τζωρτζάτος για τι ακριβώς κατηγορείται.
Το ότι κατηγορείται με άλλους 19, δεν του στερεί το δικαίωμα, να ξέρει ακριβώς –όπως επιτάσσει και το 6.3Α της ΕΣΔΑ– ποια πραγματικά περιστατικά του προσάγονται και ποιος είναι ο ακριβής νομικός χαρακτηρισμός.Γι’ αυτά τα φλέγοντα και καθοριστικά ζητήματα, δεν άκουσα κάποιο πειστικό αντίλογο. Το Δικαστήριο φυσικά, θα κρίνει την τύχη αυτής της ένστασης.
Σ.ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε μου επιτρέπετε; Ήθελα να πω, επειδή κάτι ακούστηκε προηγουμένως, ότι η Πολιτική Αγωγή διατηρεί, κάθε συνάδελφος, το δικαίωμα να έχει θέση και άποψη, το αν λαμβάνει το λόγο για λόγους δικονομικούς ή όχι, δεν σημαίνει ότι εκφράζεται ή εκπροσωπείται από κανέναν. Όταν επιτρέψατε άλλη δήλωση που να δίνει διαφορετικό συμπέρασμα, θα επιτρέψετε και την δική μου. Δεν κάνετε χάρη σε κανέναν σ’ αυτή την αίθουσα, τη δικονομία εφαρμόζετε.
.........: Κύριε Πρόεδρε για ένα λεπτό εάν μου επιτρέψει ο κ. Μυλωνάς, ο κ. συνάδελφος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι τελείωσε η διαδικασία, δεν μπορείτε να πείτε λέξη, παρακαλώ πολύ. Λυπάμαι, αλλά δεν μπορείτε να πείτε λέξη.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
Κ.ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Συνεχίζεται τη Δευτέρα η δευτερολογία.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποια δευτερολογία;
Κ.ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Επί της ενστάσεως.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν τελειώσατε; Τελείωσε αυτή. Πάλι τα ίδια θα λέμε; Θέλετε να λέμε τα ίδια και τα ίδια; Σας ακούσαμε. Εκτός εάν έχετε κάτι να διευκρινίσετε ευχαρίστως. Μας δώσατε και τις αποφάσεις, τις διαβάσαμε. Απ’ ότι είδατε, όλα τα είδαμε. Γραπτώς την έχετε πει, έχει καταχωρηθεί.
Α.ΛΥΚΟΥΡΕΖΟΣ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ πολύ θα τελειώσουμε τώρα, να δούμε τι θα πούμε για την ένσταση και τι θα πούμε για τον κ. Τζωρτζάτο, είναι ένας από τους κ. κατηγορουμένους. Πότε θα την βγάλουμε του χρόνου την απόφαση; Παρακαλώ να μην διακόψουμε, μπορούμε και εδώ να διασκεφτούμε.
ΔΙΑΚΟΠΗ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το Δικαστήριο απορρίπτει και τις δυο ενστάσεις, διότι το παραπεμπτικό βούλευμα προσδιορίζει την κατηγορία με μεγάλη ευκρίνεια και ακρίβεια, ώστε ο κ. Τζωρτζάτος να γνωρίζει, για ποιο πράγμα παραπέμπεται, να μπορεί να πληροφορηθεί την κατηγορία και δεν παραβιάζεται ούτε το άρθρο 321, ούτε το 6 παρ. 2Α της ΕΣΔΑ.
Επίσης απορρίπτει και την άλλη ένσταση, ως προς το αμετάκλητο, διότι οι παραπεμπτικές διατάξεις ήσαν αμετάκλητες από την αρχή. Αν ακόμα είχε ο Εισαγγελεύς δικαίωμα -που το είχε φυσικά- δεν έχει ασκήσει τέτοιο δικαίωμα και δεν υπάρχει λόγος εδώ να πούμε το αντίθετο.
Κατόπιν τούτου θα διακόψουμε για την Δευτέρα. Θα έρθουν οι μάρτυρες των τριών πρώτων υποθέσεων κ. Εισαγγελεύ; Τι λετε; Μήπως η Υπεράσπιση έχει κάτι άλλο;
(Διαλογικές Συζητήσεις)
Π.ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπατε τις ενστάσεις, κατά την πρόοδο της διαδικασίας είπατε θα προκύψουν και άλλα. Δηλαδή δεν θέλετε πρόοδο της διαδικασίας; Αυτό είναι το θέμα.
(Διαλογικές συζητήσεις)
Σ.ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε υπάρχει ένα πρόβλημα. Νομίζω ότι δικονομικά υπάρχει δυνατότητα για την αλλαγή στη σειρά των μαρτύρων. Εγώ αδυνατώ να βρίσκομαι εδώ, για να ασκήσω τα καθήκοντά μου ως Υπερασπιστής της Πολιτικής Αγωγής της δευτέρας υποθέσεως του συνηγόρου Μάτη. Ο ¶ρειος Πάγος δεν πρόκειται να μου δώσει αναβολή για υπόθεση την οποία συζητώ την Δευτέρα και έχω κώλυμα το οποίο θέτω στο Δικαστήριό σας. Εάν ανακύψει το θέμα, να μην θεωρηθεί ότι δεν ασκώ τα καθήκοντά μου στην πλέον ευαίσθητη στιγμή της συζητήσεως.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αντιλαμβάνεστε ότι στο μέτρο του δυνατού θα τα κάνουμε αυτά, δεν είναι δυνατόν να αλλάζουμε ούτε τη σειρά των μαρτύρων, ούτε τίποτα τώρα, θα δούμε τι μπορούμε να κάνουμε.
Οι υποθέσεις του Ρόμπερτ Τσαντ, δηλαδή οι μάρτυρες Κοντοδιός, Κωστάκος. Υπόθεση Μάτη, Ξενοφών Μάτης, Νικηφόρος Μάτης, Παύλος Νικολαϊδης, Γεώργιος Κάσσιος, Αγγελική Γκελεστάθη, Ανθούσα Φύσαρη, Γεώργιος Μομφεράτος, Ειρήνη Μομφεράτου, Ερμιόνη Ρουσέτη, Αλέξανδρος Μποροβάς, Κωνσταντίνος Μπακατσέλος. Θα είναι την Δευτέρα εδώ και θα δούμε τι θα κάνουμε.
Σ.ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Έχει συμπληρωματικό κατάλογο κ. Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν έχει, να πείτε και τον συμπληρωματικό κατάλογο.
Σ.ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Στο τέλος έχει άλλους 4 μάρτυρες ο συμπληρωματικός κατάλογος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελεύ για δείτε τον κατάλογο να το πούμε και αυτό.
Β.ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε να σας πω, μια και τον έχω μπροστά μου. Είναι Αργύριος Ευθυμίου, Αγγελική Δαβίλα, Νικόλαος Μαντζούνης, και Μιχαήλ Χαβατζόβλου-Χατζόγλου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλιστα ας έρθουν εδώ και βλέπουμε, μου λετε και για τις ενστάσεις και οτιδήποτε άλλο. Εγώ είπα απλώς μια φειδώ στη διαδικασία.
Η συνεδρίαση διακόπτεται για την Δευτέρα 9 η ώρα.