Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (30/4/2003) Μέρος 6/8

Πέμπτη, 01 Μαΐου 2003 23:35
UPD:23:42
A- A A+

κ.ΠΑΠΑΗΛΙΟΥ: Και εκεί ακόμα, πώς μπορεί να χτυπήθηκε στο πόδι, αυτό μου κάνει εντύπωση, από τι απόσταση βρισκόταν ο δράστης;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μα είπε, από εδώ μέχρι τον κ. Εισαγγελέα κύριε συνάδελφε.

Μ.ΤΣΙΓΚΑΝΟΥ: Τόση είναι η συνολική απόσταση από απέξω μέχρι το Ταμείο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι να κάνουμε έτσι το λέει, καλύτερα όμως να έρθει ο άλλος να μας τα πει, διότι τούτη από διήγηση μας τα λέει τώρα. Μπορώ να δώσω μεγάλη βάση; Έχουμε διατάξει βιαία προσαγωγή να έρθει ο άλλος, ο οποίος στο κάτω – κάτω λέει ότι τραυματίστηκε κιόλας, να έρθει εδώ να τα πει. Τι να κάνουμε.

Μ.ΤΣΙΓΚΑΝΟΥ: Τον ειδοποίησα εγώ τον κ. Βεχλίδη, είναι εκτός Αθηνών και έρχεται σήμερα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχουμε τίποτε άλλο; Ελάτε κ. Βλάχο.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Εκεί που ήταν η τζαμαρία της Τράπεζας είπατε και υπήρχε οπτική επαφή με τον δρόμο και το πεζοδρόμιο, ο Ταμίας βρισκόταν σε απόσταση όσο εσείς και ο κ. Εισαγγελέας. Ο Ταμίας ήταν πίσω από το ταμείο εκείνη τη στιγμή που τον πυροβόλησαν; Προς τα που βλέπει το ταμείο;

Μ. ΤΣΙΓΚΑΝΟΥ: Το ταμείο μας δεν βλέπει προς τον δρόμο. Θεωρήστε ότι εδώ είναι οι πόρτες μας και ο δρόμος και εμείς κοιτάμε εδώ στον εσωτερικό χώρο. Ο Ταμίας μας έχει όλη την εικόνα στρεφόμενος. Εμείς βλέπουμε προς τα έξω, αλλά δεν κοιτάει το ταμείο μας φυσιολογικά.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Δεν κοιτάζει. ¶ρα για τα δύο ταμεία πρέπει να στραφεί για να δει προς τα έξω. Αυτό θέλω να σας πω. Δηλαδή ότι η θέση του ταμία δεν είναι έτσι τοποθετημένη που να βλέπει τον δρόμο, αλλά που να βλέπει το εσωτερικό της Τραπέζης. Λογικό.

Μ. ΤΣΙΓΚΑΝΟΥ: Αλλά αυτό μόνο στην περίπτωση που δουλεύει κάποιος και δουλεύει με το κοινό μπροστά του. Όταν μετράς λεφτά ας πούμε, τα βγάζεις έξω και κάνεις Ταμείο, κοιτάς ?

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Μήπως ξέρετε – τελευταία ερώτηση – από ποιο σημείο εισήλθε το βλήμα της σφαίρας, η σφαίρα που τον χτύπησε;

Μ. ΤΣΙΓΚΑΝΟΥ: Από ποιο σημείο του ?

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Του ποδιού του. Από το μπροστινό ή από το πίσω;

Μ. ΤΣΙΓΚΑΝΟΥ: Δεν το ξέρω καθόλου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για μισή ώρα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, με συγχωρείτε ένα λεπτό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ. Ο κ. Εισαγγελέας κάτι θέλει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Προ διακοπής, θέλω να ρωτήσω τον κ. Κουφοντίνα τι έγιναν τα λεφτά, 110 εκ. δρχ. Μπορεί να μας απαντήσει κ. Πρόεδρε σας παρακαλώ πάρα πολύ;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶μα θέλει ας απαντήσει. Τι να πω; Είπε δεν ξέρω, δεν απαντάω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κι αν αυτά τα χρήματα έγιναν αυτά που έγιναν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν απαντάει λέει και τελείωσε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εσείς κ. Σάββα. Τι έγιναν τα χρήματα;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ξέρει λέει για χρήματα. No money.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το θέμα είναι σοβαρό. 110 εκ. είναι κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελεύ, όταν οι κατηγορούμενοι λένε «εμείς δεν θα απαντήσουμε› δεν επιτρέπεται να τους ρωτάμε καν. Τι να κάνουμε; Εκτός αν αλλάξουν, να μας πουν αυτοί. Δεν κάνει να τους ρωτάμε.

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η διαδικασία που έχει διακοπεί. Ο κ. Εισαγγελεύ έχει τον λόγο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εγώ θέλω να παρακαλέσω τον κ. Σάββα να απαντήσει στο ερώτημα τι έγιναν τα 110 εκ. δραχμές; Σε ποια τσέπη πήγαν; Αν το ξέρει, αν δεν το ξέρει δεν πειράζει.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Ήθελα να πω ότι κατηγορείτε την Οργάνωση ότι ξόδεψε 700 εκ. σε ένα διάστημα 20 ετών. Αυτή τη στιγμή μένουμε σε κελιά τουαλέτες τα οποία είναι εκτός προδιαγραφών -δηλαδή αν ήταν αυτή η τουαλέτα σ’ ένα καφενείο θα το είχε κλείσει το Υγειονομικό και η Πυροσβεστική- τα οποία έχουν στοιχίσει το κάθε ένα το αντίστοιχο ποσό που μας κατηγορείτε για τη σημερινή ληστεία, δηλαδή πάνω από 100 εκ. Είναι 32 κελιά 3,2 δις. Δικαζόμαστε επίσης σε μια αίθουσα η οποία έχει στοιχίσει 700 εκ. όσο ποσό μας κατηγορείτε για 20 χρόνια. Αναρωτιέμαι κι εγώ σε ποια τσέπη πήγαν αυτά τα λεφτά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποια από όλα τα λεφτά;

Σ. ΞΗΡΟΣ: Τα λεφτά των κελιών και του Δικαστηρίου αυτού, δηλαδή είναι 4,2 δις μέσα σε 15 – 20 μέρες, ή ένα μήνα το πολύ δουλειά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Απάντηση δι’ ερωτήσεως.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Κουφοντίνα και υμάς ερωτώ.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Θέλετε να σας απαντήσω, αν και δεν έχω λόγο. Θα πω όμως γενικά μιλώντας μερικά πράγματα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Όχι.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Εγώ θα απαντήσω όπως θέλω. Αν μου κλείσει το μικρόφωνο ο κ. Πρόεδρος θα σταματήσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ δεν κλείνω μικρόφωνα σε κανέναν.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Κουφοντίνα τι έγιναν τα προηγούμενα 78 εκ. και τα 245 χιλιάδες ευρώ αυτά τα λεφτά τι έγιναν;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Θα σας δώσω απάντηση συνολικά. Θα πω τρία πράγματα.

Πρώτον θα πω για τη ληστεία των Τραπεζών γενικά. Θέλω να πω ότι μεταξύ ενός που εισβάλλει ένοπλος σε μια Τράπεζα και των ιδιοκτητών της, υπάρχει η εξής διαφορά: ο εισβολέας δηλώνει με ειλικρίνεια τις προθέσεις του.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ότι πάει να ληστέψει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μην τον διακόπτουμε.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Οι ιδιοκτήτες τις μεταμφιέζουν με όμορφα φινετσάτα λόγια. Το αποτέλεσμα όμως της δράσης τους είναι απείρως ληστρικότερο, βίαιο και εγκληματικό. Δεν αναφέρομαι στην υπόθεση των πανωτοκιών όπου έχουν καταστραφεί χιλιάδες άνθρωποι και επιχειρήσεις και έχουν οδηγηθεί στην απόγνωση και την αυτοκτονία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το τσιτάτο είναι του Μπρεχτ και δεν θυμάστε ούτε από που είναι και πως ακριβώς το είπε, ή το παραφράζετε.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Το παραφράζω. Ο Μπρεχτ λέει ότι «ανάμεσα σε αυτόν που ληστεύει μια Τράπεζα και αυτόν που ιδρύει την Τράπεζα, δεν ξέρω ποιος είναι ο μεγαλύτερος εγκληματίας›. Αλλά εγώ το λέω κάπως διαφορετικά. Θέλω να πω ότι όχι μόνο για τα πανωτόκια αλλά για το μεγαλύτερο έγκλημα ίσως και χειρότερο του Χρηματιστηρίου, είναι αυτό με την υπερχρέωση των νοικοκυριών από τον υπερδανεισμό.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δεν απαντήσατε όμως.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Δεν τελείωσα. Δεύτερον. Δήλωσα και χτες ότι η 17Ν δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για καμία ληστεία. Το επαναλαμβάνω. Λέω ότι δεν αποδέχομαι τις ληστείες, όσες μας αποδίδει το κατηγορητήριο και όπως μας αποδίδονται αυτές. Απλώς να επισημάνω εδώ ότι ισχύει για το κατηγορητήριο ότι τώρα που βρήκαν παπά του φόρτωσαν καμιά 15ριά ληστείες.

Θα ένα δυο παραδείγματα μόνο που δεν μπήκαν τελικά στο κατηγορητήριο, δεν ξέρω γιατί. Ένα είναι η υπόθεση του ριφιφί στην Τράπεζα Εργασίας.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτό τι έγινε; Ξέρετε;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ανέφερα ένα μεγάλο παράδειγμα ν’ αναφέρω κι ένα πιο μικρό, που η ανακρίτρια η κα Μπούρη ρωτά κάποιον –δεν θυμάμαι τώρα- για μια ληστεία 7 περίπου εκ. στη Φιλολάου τελικά ούτε αυτή μπήκε. Μπήκαν άλλες όμως.

Γενικά μιλώντας: όλα τα επαναστατικά Κινήματα παντού στον κόσμο δεν μπορούν για τη χρηματοδότησή τους ούτε να εκδώσουν κουπόνια, ούτε να δανειοδοτηθούν από Τράπεζες, ούτε να έχουν παροχές από πολιτικά Κόμματα, ούτε από επιχειρηματίες, ούτε από μυστικές υπηρεσίες. Πρακτική πάντοτε των επαναστατικών Κινημάτων σε όλο τον κόσμο είναι να παίρνουν τα μέσα που τους είναι απαραίτητα για τον αγώνα τους από τον αντίπαλο, είτε όπλα είναι αυτά, είτε εκρηκτικά, είτε χρήματα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι οι απαλλοτριώσεις που είπαμε στην αρχή.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δηλαδή τελικά η Οργάνωση τα πήρε τα χρήματα αυτά ή δεν τα πήρε;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Όσο για τον τρόπο που χρησιμοποιούνται αυτά τα χρήματα, χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες του Κινήματος και για να στηριχθούν αγωνιστές ή και απλοί άνθρωποι που βρίσκονται σε ανάγκη μέσα κι έξω από την Ελλάδα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Κουφοντίνα το τετράδιο που είναι αναγνωστέο έχει κονδύλια υψηλά.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Εσείς έχετε διαβάσει αυτό το τετράδιο;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Βεβαίως.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Τι συμπεράσματα βγάλατε;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ότι τα χρήματα τα οποία έδωσε, είναι ψιχία έναντι των εκατοντάδων εκατομμυρίων. Εκτός αν υπάρχει κι άλλο τετράδιο.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Προς το παρόν έδωσα την απάντησή μου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Προς το παρόν –νομίζει- ότι έδωσε απάντηση.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Απευθύνομαι στον κ. Γιωτόπουλο αν θέλει να απαντήσει στο ίδιο ερώτημα, αν δεν θέλει μην απαντήσει.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Θα απαντήσω. Έχουν συζητηθεί πάνω από 35 υποθέσεις και νομίζω και οι σοβαρότερες υποθέσεις. Δεν έχει προκύψει το παραμικρό στοιχείο που να αποδεικνύει ότι αυτό που λέει το κατηγορητήριο, ότι εγώ με τη δύναμή μου στην ιεραρχική δομή και με απειλές κυρώσεων και με φορτικότητα και πειθώ, έπειθα τους συγκατηγορούμενους να διαπράξουν τις εγκληματικές πράξεις. Ούτε ένα στοιχείο δεν έχει προκύψει και επιμένετε να με ρωτάτε. «Ου με πείσεις καν με πείσεις›!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κατηγορείστε.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σας απάντησα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτά που λέτε, τα λέτε εσείς.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πέστε μου ένα στοιχείο που να τεκμαίρει ότι εγώ, όπως λέει το βούλευμα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Η μαρτυρία Μπακατσέλου.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό είναι το στοιχείο σας;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Και πολλά άλλα.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ωραία. Όλη η Ελλάδα γελάει με το Μπακατσέλο, αν αυτό είναι το στοιχείο σας τι να πω. Όλη η Ελλάδα γελάει με τον Μπακατσέλο!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Είναι δημοσιογράφος.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο Μπακατσέλος είναι σε αντίθεση με όλους τους άλλους μάρτυρες, ακόμη και του εαυτού του το ’85, με όλους τους άλλους του ’85 και με την Αστυνομία και για σας είναι αυτός που λέει την αλήθεια! Τι να πω; Λυπάμαι κ. Εισαγγελέα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε κατηγορούμενε, εγώ άκουσα τον κ. Μπακατσέλο εδώ να καταθέτει.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Και σας λέω ότι ο Μπακατσέλος του 2003 είναι εναντίον όλων των άλλων μαρτύρων του 1985 και του εαυτού του και της Αστυνομίας και εσείς προτιμάτε να λέτε ότι ο Μπακατσέλος λέει την αλήθεια.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Όχι, αυτό που άκουσα λέω.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σας πληροφορώ ότι όλη η Ελλάδα γελάει με αυτό το μάρτυρα. Εσείς βέβαια λέτε ότι είναι σοβαρός.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: ¶ποψή σας κ. κατηγορούμενε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Τζωρτζάτος έχει τον λόγο.

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, μας προκαλεί λύπη όταν ο κ. Εισαγγελέας συμπεριφέρεται με σκαιότητα και προκατάληψη στους πραγματικούς μάρτυρες που δεν θυμούνται πρόσωπα στις νωπές καταθέσεις και μερικές μόνο από αυτές, μερικές ώρες από τα συμβάντα. Ενώ στους ψευδομάρτυρες συμπεριφέρεται με αβρότητα και προσήνεια και που στις αρχικές τους καταθέσεις δεν θυμούνται πρόσωπα, ενώ έρχονται μετά από 10 – 15 χρόνια χωρίς επιφύλαξη να αναγνωρίσουν πρόσωπα 100%: Η κα Ευγενούλα, ο κ. Βουτζαλής, ο κ. Μπακατσέλος, ο κ. Μπερετάνος, ο κ. Παπαφώτης.

Την περίοδο της Δικτατορίας ο τότε Πρωθυπουργός, Πρόεδρος του Αρείου Πάγου Κόγιας με Υπουργό Δικαιοσύνης τον περιβόητο Τσουκαλά, χαρακτήριζαν τους πολιτικούς κρατούμενους ποινικούς, δεν τους δίκαζαν, αλλά τους καταδίκαζαν με ψευδομάρτυρες, ψεύτικα στοιχεία και ψευδολογίες, τις οποίες αποσπούσαν με βασανιστήρια, όπως κι εμένα. Γι’ αυτό έχω καταθέσει και μήνυση.

Θέλω να πιστεύω πως δεν θα γίνει το ίδιο και με αυτή τη Δίκη σήμερα. Να είστε σίγουρος όμως κ. Πρόεδρε ότι πιστεύω ότι θα φύγουμε από αυτή την αίθουσα πεινώντας και διψώντας τη Δικαιοσύνη.

Θα ήθελα να πω ότι ένας εκ των αρίστων δικαστών που μετείχαν σε αυτή την υπόθεση, ο κ. Καρούτσος γνωστός ο οποίος υπηρέτησε τη Χούντα και όχι μόνος και έχω μια φωτογραφία εδώ με τη σύζυγο του βασανιστή Θεοφιλογιαννάκου που τα πίνουν μετά τη Μεταπολίτευση. Να σας τα δώσω άμα θέλετε να τα δείτε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι να τα κάνω εγώ αυτά; Εγώ ακούω τις δηλώσεις σας, τα αξιολογώ όλα, δεν σας διακόπτω από ότι βλέπεται καίτοι όλα αυτά δεν ξέρω αν εισφέρουν κάτι στη διαδικασία ή όχι. Μάλλον όχι. Όμως αποτελεί έναυσμα να χάσουμε άλλο ένα τέταρτο.

Η κα Βαγιανού έχει τον λόγο.

κα ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Κύριε Πρόεδρε δεν συνεισφέρουν πράγματι στην αποδεικτική διαδικασία όλα αυτά, αλλά συνεισφέρουν στην προώθηση της ενοχής των κατηγορουμένων. Δηλαδή θεωρώ ότι τις ερωτήσεις του κ. Εισαγγελέα με τον τρόπο που γίνονται, δικονομικά απαράδεκτες. Βεβαίως έχετε δικαίωμα να ρωτάτε, να διερευνάτε, αλλά αυτές οι ερωτήσεις δεν είναι ερωτήσεις για τη διερεύνηση θεμάτων αποδεικτικών. Είναι ερωτήσεις οι οποίες αποδίδουν ενοχή στους κατηγορουμένους με τον τρόπο που γίνονται. Δεν είναι διερεύνηση αυτό το πράγμα. Θα πρέπει με τον τρόπο που γίνονται κ. Πρόεδρε, να τις απαγορεύσει το Δικαστήριό σας.

Νομίζω ότι μέχρι να αποφανθείτε για την τελική ενοχή ή όχι των κατηγορουμένων, υπάρχει το τεκμήριο αθωότητας. Αυτό τι σημαίνει; Ότι η διερεύνηση πρέπει να γίνεται όχι σαν απόδοση μομφής και ενοχής, αλλά σαν πραγματική διερεύνηση, έλεγχο δηλαδή στοιχείων, έλεγχο μαρτυριών, έλεγχο δεδομένων. Οι ερωτήσεις όπως υποβάλλονται από τον κ. Εισαγγελέα δεν είναι προς αυτή την κατεύθυνση με καμία έννοια. Είναι ερωτήσεις πρελούδια απόδοσης ενοχής!

Νομίζω ότι δεν προάγει ούτε την αποδεικτική διαδικασία, ούτε τη διερεύνηση, ούτε τις δικαϊκές αρχές ο τρόπος με τον οποίο γίνονται. Παρακαλώ δηλαδή και το ίδιο το Δικαστήριό σας να βάλει κάποια πλαίσια το πως διερευνάμε τις ληστείες, τους φόνους, όλα τα οποία οφείλουμε να διερευνήσουμε.

Οι αρχές της ακρόασης, του τεκμηρίου αθωότητας, του σεβασμού της προσωπικότητας αυτών που μπήκαν ήδη σε αυτή την τραγωδία της Δίκης, πρέπει να τηρούνται. Νομίζω ότι είναι καιρός πια να σταματήσει αυτό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας ευχαριστώ. Ο κ. Μαρκής έχει τον λόγο.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε δυο λέξεις, ίσως η κα δεν ήταν εδώ όταν συνέβη αυτό το δικονομικό περιστατικό και γι’ αυτό παίρνει αυτή τη θέση.

κα ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Το έχω ξαναδεί όμως αυτό το φαινόμενο.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ακούστε σας παρακαλώ. Όταν έχουμε δεδομένο ότι πριν μία ώρα ένας κατηγορούμενος σηκώθηκε και είπε «εγώ πυροβόλησα και πήρα τους σάκους με τα χρήματα στη ληστεία ΟΤΕ Πειραιά›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καταλάβατε; Σηκώθηκε μόνος του και το είπε.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Δεν νομιμοποιείται η εισαγγελική Έδρα να ρωτήσει τι έγιναν τα χρήματα αυτά; Δεν μπορώ να το αντιληφθώ αυτό.

κα ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Νομιμοποιείται αλλά όχι με αυτό τον τρόπο.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κοιτάξτε, ο καθένας έχει ένα διαφορετικό στιλ που τοποθετείται πάνω στα γεγονότα, αλλά ας έρθουμε στην ουσία του ζητήματος. Η ερώτηση ήταν αυτή. Ότι όταν αποδέχεσαι και εσύ παραδέχεσαι ότι πυροβόλησες κάποιον και πήρες 115 εκ., είμαι υποχρεωμένος να σε ρωτήσω τι έγιναν αυτά τα χρήματα. Η απάντηση είναι ξεκάθαρη για εμένα.

Μπορώ να διαβάσω πίσω από τις λέξεις που λέει ο κ. Κουφοντίνας ότι χρηματοδότησαν τον αγώνα τους.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έμμεσα νομίζω ότι ο κ. Κουφοντίνας είπε ότι αυτές οι Οργανώσεις δεν βγάζουν και κουπόνια, ούτε τους βγάζουν οι βιομήχανοι λεφτά. Το είπε μόνος του. Αυτό ήταν το θέμα. Δεν νομίζω ότι υπήρχε κάτι άλλο. Γι’ αυτό μην παρεξηγούμε τον κ. Εισαγγελέα.

κα ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Αν ο κ. Κουφοντίνας θέλει να δηλώσει κάποια πράγματα θα τα δηλώσει και μπορεί να ερωτηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά να απευθυνόμαστε στον κ. Κουφοντίνα ή σε οποιονδήποτε κατηγορούμενο και να θεωρούμε εκ προοιμίου ότι το μόνο που είναι να μας αποκαλύψει είναι που έκρυψε τα λεφτά, το θεωρώ απαράδεκτο εν πάση περιπτώσει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Χρυσικόπουλος.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, δεν μπορώ να αντιληφθώ όμως σε ό,τι αφορά τον εντολέα μου τον κ. Γιωτόπουλο με ποια δικονομική σειρά και με σειρά σκέψεων του γίνεται η ερώτηση «που πήγαν τα λεφτά› όταν ο κ. Γιωτόπουλος αρνείται την κατηγορία από την πρώτη στιγμή μέχρι σήμερα και όταν δεν έχει προκύψει από τη διαδικασία ούτε καν έχει ερωτηθεί, «αν ήξερες ή δεν ήξερες, ήσουν παρόν δεν ήσουν παρόν› τι σχέση είχε.

Πως γίνεται αυτή η ερώτηση στον κ. Γιωτόπουλο «που πήγαν τα λεφτά›; Δεν έχει αυτή η ερώτηση κ. Πρόεδρε –και απευθύνομαι και σε όλο το Δικαστήριό σας- μεροληψία; Δεν προκαταλαμβάνει αυτή η ερώτηση κρίση περί ενοχής πριν τελειώσει η αποδεικτική διαδικασία; Διότι αν είχε τελειώσει η αποδεικτική διαδικασία, αν ήμασταν στο στάδιο που πρότεινε ο κ. Εισαγγελέας ας έλεγε στην πρότασή του ό,τι ήθελε και με όλα τα πορίσματα της διαδικασίας.

Αυτή τη στιγμή όμως, σε αυτό το στάδιο, γίνεται καταστρατήγηση και ειλικρινά εδώ έχουμε παραβίαση του τρόπου θέσεως των ερωτήσεων και είμαστε στο όριο τουλάχιστον -και θα το πω στο Δικαστήριό σας και δεν θέλω να εκληφθεί ως απειλή- υποβολής αίτησης εξαίρεσης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όπως ξέρετε καλύτερα από εμένα, είστε ποινικολόγος ότι ο τρόπος υποβολής των ερωτήσεων δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο εξαιρέσεως λέει ο Κ.Ποιν.Δ. Τι να κάνω; Δεν μπορώ να κάνω λογοκρισία στις ερωτήσεις όλων σας. Ούτε το κάνω από ότι βλέπετε.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε λογοκρισία μπορείτε να κάνετε εάν ο τρόπος με τον οποίο γίνονται οι ερωτήσεις δείχνει ότι την κρίση περί της ενοχής την έχει ο κ. Εισαγγελέας από την ανάγνωση του βουλεύματος και προτού ανέβει να δικάσει και δεν περιμένει την αποδεικτική διαδικασία. Οδηγός μας είναι η αποδεικτική διαδικασία. Δεν είναι δυνατό να δίδονται αυτές οι ερωτήσεις.

Το άρθρο 357 παρ. 2 δεν λέει αυτό. Δεν λέει να γίνονται αυτού του είδους οι ερωτήσεις, λέει διευκρινιστικές. Όταν έχουμε 4 υποθέσεις που δικάσατε που δεν ακούστηκε το όνομα του κ. Γιωτόπουλου από κανένα μάρτυρα, από κανένα κατηγορούμενο, από κανένα στοιχείο αντικειμενικό πως τίθεται αυτή η ερώτηση και λέτε που «πήγαν τα λεφτά›; Για εμένα είναι σαφώς μεροληπτική, για εμένα ενδείκνυται ο κ. Εισαγγελέας ο τακτικός τουλάχιστον ο οποίος κάνει αυτές τις ερωτήσεις έχει ήδη αποφασίσει για την ενοχή του κ. Γιωτόπουλου και ισχύει αυτό που είπε ο κ. Γιωτόπουλος ότι «Ου με πείσεις καν με πείσεις›!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε θα μπορούσα να απαντήσω;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι. Να τοποθετηθούν όλοι και συνολικά κ. Εισαγγελεύ γιατί δεν θα απαντάμε στον καθένα. Σας παρακαλώ!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ένα λεπτό κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ελάτε απαντήστε λοιπόν. Τι να κάνω κι εγώ τώρα;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πολλά θα μπορούσα να πω. Προτιμώ να μην πω τίποτα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶μα δεν θέλετε να πείτε τίποτα, εντάξει.

Ελάτε κ. Παπαδάκη.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε συμπληρωματικά με τους προλαλήσαντες συναδέλφους και αφού διευκρινίσω στο Δικαστήριο ότι μιλώ και με την ιδότητα του Αναπληρωτή της κας Κούρτοβικ που απουσιάζει αυτή τη στιγμή και σαφώς του εκπροσώπου του κ. Κουφοντίνα, θα ήθελα να πω τα εξής:

Πρώτον, λαμβάνοντας υπόψη και την απάντηση που έδωσε ο κ. Μαρκής προ ολίγου στην κα Βαγιανού να υπενθυμίσω ότι η απάντηση της οποίας έκανε μνεία δόθηκε σε ό,τι αφορά μια συγκεκριμένη υπόθεση ληστείας, η ερώτηση όμως επαναλήφθηκε διαδοχικά σε όλες τις επόμενες εκδικασθείσες και επεκτάθηκε και σε άλλους κατηγορούμενους οι οποίοι δεν είχαν παραδεχτεί την ενοχή τους.

Δεύτερον. Η ερώτηση αυτή και ιδίως όταν γίνεται μετ’ επιμονής και προς κατηγορούμενους που έχουν αρνηθεί τη συμμετοχή τους στην πράξη, είναι εκτός των ορίων του άρθρου 357 παρ. 2, το οποίο μιλά για ερωτήσεις που αποσκοπούν στην εξακρίβωση της αλήθειας. Και υποκειμενικά είναι εκτός των ορίων διότι παραβιάζει το δικαίωμα αυτό-ενοχοποίησης και αντικειμενικά διότι από τη στιγμή που έχουμε ένα κατηγορητήριο το οποίο αναλίσκεται εν προκειμένω στη ληστεία στην οποία ?τι απέγιναν τα λεφτά? δεν νομίζω ότι ενδιαφέρει δικονομικά και βοηθά την εξακρίβωση της αλήθειας.

Οφείλει κανείς να αναζητήσει ποιος είναι ο σκοπός για τον οποίο γίνεται αυτή η ερώτηση η οποία παραβιάζει πράγματι και το τεκμήριο αθωότητας κατά τα όσα αναπτύχθηκαν πριν. Ο σκοπός –φοβούμαι κ. Πρόεδρε και κύριοι Εφέτες- είναι η συνέχιση της άσκησης πολιτικής για την οποία μίλησα εντός εισαγωγικών προηγουμένως από τον κ. Εισαγγελέα, αποτελεί πολιτική –και ας μου επιτραπεί η λέξη- όχι υψηλού επιπέδου η απεύθυνση αυτού του ερωτήματος, διότι αποσκοπεί να απαξιώσει προς την κοινή γνώμη την εικόνα των συγκεκριμένων κατηγορούμενων και των πολιτικών τους ενεργειών που ήθελαν.

Διερωτώμαι και ερωτώ: είναι συνηθισμένο σε αίθουσες Δικαστηρίων που δικάζονται ληστείες του κοινού ποινικού δικαίου αυτή η μετ’ επιμονή σε αυτές τις ερωτήσεις ?Τι έγιναν τα λεφτά;? σε όλους τους κατηγορούμενους κατ’ αυτό τον τρόπο; Τι θέλει να δείξει δηλαδή αυτό το πράγμα;

Τροφοδοτεί ή δεν τροφοδοτεί μια στενή πλευρά της δημοσιογραφίας που την έχουμε ζήσει όλο το καλοκαίρι και που η φωνή της έχει σιγήσει τελευταία από τα τηλεοπτικά παράθυρα, αλλά ακούγεται από την Έδρα της υφισταμένης Δικαιοσύνης μέσα εδώ και με άφθονο λαϊκισμό προσφέρεται;

Διότι τι να πει κανείς στην επιμονή της ερώτησης όταν κάποιος αρνείται την κατηγορία; Ας μου επιτραπεί εν προκειμένω να πω ότι η στάση του κατηγορούμενου Κουφοντίνα συνιστά άρνηση της κατηγορίας, δεν συνιστά έμμεση αποδοχή η αναφορά σε επαναστατικά Κινήματα τα οποία δεν κόβουν κουπόνια κλπ. Ήταν σαφές νομίζω ότι είπε ότι η 17Ν δεν έχει αναλάβει την ευθύνη καμίας ληστείας. Κάτι σημαίνει αυτό από έναν κατηγορούμενο ο οποίος έχει αναλάβει αυτά τα οποία έχει κάνει.

Αυτή η επιμονή παρά ταύτα ?Τι έγιναν τα λεφτά? ας μου επιτραπεί να πω ότι περισσότερο θυμίζει παραπολιτική φιλολογία που την έχουμε ζήσει όλο το καλοκαίρι από γνωστούς ανθρώπους από τα τηλεοπτικά παράθυρα και αποσκοπεί στην τροφοδοσία της κοινής γνώμης με μια συγκεκριμένη εικόνα για τα πρόσωπα και για την Οργάνωση. Νομίζω ότι πρέπει να σταματήσει.

Εκτός των άλλων δημιουργείται καθυστέρηση στη Δίκη, την οποία εσείς ενδιαφέρεστε πάρα πολύ να προχωρήσει και δεν τη δημιουργείται από εμάς, διότι όταν προκαλούμαστε είναι φυσικό να απαντάμε. Θα συνεισφέρει στην αποδεικτική διαδικασία και απλώς και μόνο μετατοπίζει το επίπεδο των εντυπώσεων κάπου αλλού, από την ανυπαρξία της αποδεικτικής διαδικασίας μετατοπίζει το επίπεδο των εντυπώσεων στο τι έγιναν τα λεφτά και τον περί αυτό διάλογο. Ο νοών νοείτω. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Την κα Μαρίκα Τσίγκανου, την εξετάσαμε. Ο κ. Νιαβής παρακαλώ. Τράπεζα Εργασίας Πατησίων . Έχουμε εδώ κατηγορία, για κάποια ληστεία που έγινε 29.6.89 το πρωί. Εσείς τι έργο είχατε στην Τράπεζα;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ήμουν προϊστάμενος εκεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Προϊστάμενος του λογιστηρίου που λέγαμε παλιά;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι του ισογείου των καταθέσεων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι έγινε λοιπόν εκείνο το πρωί; Πήγατε ανοίξατε την τράπεζα, ήρθαν οι πρώτοι πελάτες, ή ήταν τούτοι οι πρώτοι πελάτες, που θα μιλήσουμε γι’ αυτούς;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι είχαν έρθει οι πελάτες. Αν θυμάμαι καλά, γύρω στις εννέα και κάτι, εισήλθαν πέντε άτομα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από την πόρτα;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Από την πόρτα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η πόρτα που είναι, εκεί που είναι ο διευθυντής;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: θα πρέπει να έρθω από εκεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ελάτε παρακαλώ να δείτε το σχεδιάγραμμα. Τι έγινε εκείνο το πρωί, πηγαίνετε, πάρτε και το σχεδιάγραμμα μαζί σας, για να μας δείχνετε σε όλους.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Γύρω στις εννιά και κάτι όπως σας είπα, εισήλθαν πέντε άτομα φωνάζοντας «ληστεία›. Εγώ προσωπικά εκείνη την ώρα βρισκόμουν σε αυτό εδώ το χώρο, μαζί με τον διευθυντή του καταστήματος, κουβεντιάζοντας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο πίσω μέρος του καταστήματος, εκεί που είναι ο διευθυντής. Εσείς ήσαστε κάπου εκεί στον διευθυντή, δηλαδή στον αντίποδα της εισόδου. Μπήκανε λοιπόν πέντε άτομα είπατε. Και τι έγινε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Φωνάξανε την λέξη «ληστεία μη κουνηθεί κανείς›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Φώναξε ένας, δυο, ή περισσότεροι;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Δεν το θυμάμαι αυτό. Εκείνη την ώρα που κουβεντιάζαμε με τον διευθυντή, βρεθήκαμε κάποιος να μας απειλεί εδώ. Πήρανε τον διευθυντή και εμένα από εδώ και μας πήγανε σ’ αυτόν εδώ το χώρο περίπου εδώ. Είναι έτσι ακριβώς σαν γκισέ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα ταμεία πού είναι;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Εδώ είναι τα ταμεία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δείξτε τα πιο λοξά να τα δει και ο κ. Εισαγγελέας και οι υπόλοιποι. Μπήκε λοιπόν ένας ένοπλος και σας είπε να περάσετε απ’ αυτό τον διάδρομο, κατευθυνόμενοι προς το ταμείο. Συνεχίστε.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όπου βρισκόταν άλλα δυο άτομα ήδη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κρατούσαν τίποτα στα χέρια τους;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι ο ένας κρατούσε, όσο θυμάμαι, ένα αυτόματο, ένα μεγάλο όπλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι μεγάλο όπλο δηλαδή;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι πιστόλι. Κάτι τέτοιο, τώρα δεν μπορώ να το θυμάμαι, σαν αυτόματο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτόματο εννοούμε αυτό που κρατάμε εδώ με τα δυο χέρια;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι πιστόλι πάντως, κάπως μεγαλύτερο, πώς να το ονομάσω; Δεν μπορώ να ξέρω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πείτε τι έγινε, σας είπαν λοιπόν τι, ληστεία;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι και αρχίσανε να μας συγκεντρώνουν εδώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να συγκεντρώνουν ποιους όλο το προσωπικό; Τους μαζέψανε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Τον υποδιευθυντή από εδώ, βρισκόταν και ένα άλλο γραφείο εδώ και κάποιοι συνάδελφοι από εδώ μέσα και μας μαζέψανε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσα άτομα συνολικά, στο ισόγειο φυσικά μιλάω;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Επτά, οκτώ, εννιά άτομα, δεν θυμάμαι ακριβώς, γιατί υπήρχαν άνθρωποι και στον πάνω όροφο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτός που ήρθε μέσα σε σας, κρατούσε όπλο;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και από τους άλλους δυο, πάλι ο ένας λέτε κράταγε το αυτόματο.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όλοι κρατούσαν όπλα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όλοι κρατούσανε. Ο ένας ήταν απλώς πιο μεγάλο το όπλο.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι. Μας κρατούσε ένας απ’ αυτούς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα λεφτά πού υπήρχαν;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Τα λεφτά υπήρχαν εδώ στο χρηματοκιβώτιο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος είχε κλειδιά και τέτοια πράγματα; Ή δεν ήταν κλειδωμένο;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Δυστυχώς δεν ήταν κλειδωμένο εκείνη την ώρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και αν ήταν κλειδωμένα δεν ανοίγανε με τα κλειδιά;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Θα έπρεπε να βάλουμε δυο άνθρωποι τους συνδυασμούς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και δεν τους βάζανε εύκολα, με το πιστόλι εδώ;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Δεν ξέρω. Από σύμπτωση ήταν ανοιχτό εκείνη την ώρα, δεν είχαμε χαλάσει το συνδυασμό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσα χρήματα ήσαν μέσα;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Αν θυμάμαι καλά, γύρω στα 30 εκατομμύρια εκείνης της εποχής, δεν μπορώ να θυμηθώ. Υπήρχαν και χρεόγραφα μέσα, συνάλλαγμα κλπ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα πήραν όλα;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόση ώρα έγινε αυτή η διαδικασία;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Δυο – τρία λεπτά, τέσσερα, δεν νομίζω παραπάνω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος απ’ όλους πήρε τα λεφτά; Απείλησε κανένας τον ταμία; Ποιος τα είχε τέλος πάντων;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Εδώ μέσα από τους πέντε είχε μπει κάποιος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπήκε κάποιος απ’ αυτούς;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εκτός απ’ αυτούς τους τρεις, ο τέταρτος;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι ήταν συνολικά πέντε. Ένας που ήρθε στο διευθυντή και σε μένα. Δυο απέξω, ένας στην είσοδο και ένας είχε μπει από εδώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πέμπτο άτομο μπήκε μέσα.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι και αυτός κράταγε, αν θυμάμαι καλά, μεγάλο όπλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και μετά, απείλησε κανέναν, ποιόν;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Απείλησε γενικά, να ανοίξει το χρηματοκιβώτιο, αλλιώς να χτυπήσετε. ¶νοιξε το χρηματοκιβώτιο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιον απείλησε, ονομαστικά.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Εκείνη την ώρα όσο θυμάμαι τώρα, ήταν ο προϊστάμενος των καταθέσεων εκεί, τώρα εάν ήταν ο ίδιος, δεν μπορώ να το θυμηθώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα έδωσε αμέσως τα λεφτά;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι άνοιξαν και τα πήραν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πού τα βάλανε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Δεν θυμάμαι, τσάντες είχαν τώρα, δεν μπορώ να το θυμηθώ αυτό, γιατί μας κρατούσε εμάς κάποιος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τώρα θέλω να μου πείτε, γνωρίσατε κανέναν απ’ αυτά τα πρόσωπα και ποιο; Ήταν πέντε, άλλον δεν ξέρουμε, πέντε ξέρουμε.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Εγώ έναν θυμάμαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έναν γνωρίσατε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς ήταν αυτός; Ψηλός, κοντός, πώς ήταν;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι ψηλός ήταν. Ο κοντός ήταν ένας που μας έβγαλε με τον διευθυντή, αυτόν δεν τον έχω δει πουθενά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν τον δείτε θα τον αναγνωρίσετε; Ή είδατε ήδη φωτογραφίες και τέτοια πράγματα και δεν αναγνωρίσατε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι έχω δει φωτογραφίες και αναγνώρισα στη φωτογραφία κάποιον, από την φωτογραφία της εποχής.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιον αναγνωρίσατε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Από ότι μου είπαν λέγεται Σάββας Ξηρός.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶λλον αναγνωρίσατε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κανέναν άλλον;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μήπως έχετε πει και για κάποιον άλλον;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Είπα ότι πιθανόν, αλλά δεν είμαι σίγουρος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος είναι ο πιθανόν;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ο κ. Τέλιος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πιθανόν δηλαδή, αμυδρά.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Αμυδρά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είστε σίγουρος;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τώρα για τον κ. Σάββα Ξηρό είστε βέβαιος;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Για την φωτογραφία της εποχής.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν τον δείτε σήμερα;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Δεν ξέρω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ρίξτε μια ματιά από εκεί να τον δείτε. Αυτόν έδειξε. ¶λλον; Ο κ. Τέλιος ποιος είναι τώρα; Γνωρίζετε κανέναν;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Πιθανόν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τώρα βέβαια τους έχετε δει σε εκατό φωτογραφίες. Ξέρουμε ποιοι είναι. Αλλά σας έδειξαν φωτογραφίες στο γραφείο του Ανακριτή;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στην Αστυνομία την πρώτη φορά σας είχαν δείξει φωτογραφίες;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο γραφείο του Ανακριτή σας έδειξε ο Ανακριτής φωτογραφίες;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μια, δυο, πόσες φωτογραφίες;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Αρκετές.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αρκετές. Και εσείς διαλέξατε απ’ αυτές και είπατε αυτός ναι, εκατό τοις εκατό, εκείνος αμυδρά. Αυτό λέτε.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Μάλιστα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τώρα εκεί όλοι συνέπρατταν σ’ αυτό που λέγεται ληστεία εκεί, ή οι άλλοι ας πούμε έτσι απλώς τυχαίως ήσαν εκεί;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι συνέπρατταν όλοι, έχοντας κάποιο ρόλο. Φαντάζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να δούμε ποιος είχε τον πρωταρχικό ρόλο τότε.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ήταν κάποιος ο οποίος ήταν έξω από τα γκισέ με το μεγάλο όπλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος ήταν εκείνος;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Δεν το γνωρίζω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν μπορείτε να τον αναγνωρίσετε. Αυτός που πήρε τα λεφτά ποιος ήταν;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ούτε αυτόν μπορώ να πω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κύριος Σάββας Ξηρός τι έκανε εκεί μέσα;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όσο θυμάμαι καλά ήταν εδώ στο διάδρομο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο διάδρομο του διευθυντού;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι έξω στον διάδρομο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και ο κ. Τέλιος;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Αμυδρά όσο θυμάμαι, θα πρέπει να ήταν κάπου στην είσοδο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό το ρόλο βλέπετε λοιπόν στον καθένα εσείς.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όσο μπορώ να θυμηθώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα έχετε περιγράψει έτσι την πρώτη φορά τα πρόσωπα;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Περίπου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δυσκολευτήκατε να αναγνωρίσετε αυτά τα πρόσωπα τα οποία λέτε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι από την φωτογραφία της εποχής όπως σας είπα, όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν δυσκολευτήκατε. Είστε εκατό τοις εκατό βέβαιος, για τον έναν τουλάχιστον;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Έτσι νομίζω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχετε ούτε μια αμφιβολία μετά από τόσο καιρό;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι, για την φωτογραφία σας λέω και πάλι της εποχής εκείνης, όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήταν μεταμφιεσμένοι αυτοί;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι. Εγώ είδα ανθρώπους σαν και εμάς φυσιολογικούς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι φορούσαν;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όσο θυμάμαι καλά ο άνθρωπος μια μπλούζα. Συνηθισμένοι άνθρωποι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήταν και καλοκαιράκι τότε. Δεν έχω τίποτα άλλο, ο κ. Εισαγγελεύς. Οι κ. Συνάδελφοι. Δεν έχουν τίποτα.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Είπατε ότι αναγνωρίσατε τον Σάββα Ξηρό από φωτογραφίες της εποχής, τι εννοείτε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Μου δείξανε κάποιες φωτογραφίες και είπα ότι στη συγκεκριμένη φωτογραφία, είναι ο άνθρωπος που ήταν?

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Τι έτος έγινε η ληστεία;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Το ’89.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Σας έδειξαν κάποια φωτογραφία του 1989 του Σάββα Ξηρού;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι υπήρχαν αρκετές φωτογραφίες, εγώ απλά εκείνη υπέδειξα.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Επιλέξατε μια. Για πείτε μου το εξής, μπήκανε μέσα στην Τράπεζα, διάφοροι, κοντοί, ψηλοί, χοντροί, αδύνατοι, διαφόρων περιγραφών. Όταν όμως την ίδια ημέρα, εσείς καταρχάς τον Σάββα Ξηρό πώς τον χαρακτηρίζετε; Εμένα με χαρακτηρίζετε κοντό ή ψηλό;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Μάλλον ψηλό.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Τον Σάββα Ξηρό πώς τον χαρακτηρίζετε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ψηλό.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Μάλλον είναι ο ψηλότερος απ’ όλους τους κατηγορουμένους, δεν ξέρω εάν υπάρχει και ψηλότερος. Εδώ λοιπόν την ίδια ημέρα, μάλλον λίγες ώρες μετά την ληστεία καταθέτοντας στην αστυνομία, και θα συνεκτιμηθεί τι αναγνωρίσατε μετά από 14 χρόνια, λέτε λοιπόν την ίδια ημέρα. Σας ρωτάνε: «Εάν δεις τους πέντε ληστές θα τους αναγνωρίσεις;› Και λέτε: «Τον κοντό θα τον αναγνωρίσω, τους άλλους τέσσερις ίσως›.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Εγώ και πάλι δεν τον έχω δει πουθενά.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Δηλαδή κοντό δεν αναγνωρίζετε κανέναν.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Κοντό θα μπορούσα να πω ήταν στο ύψος μου.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Και αναγνωρίζετε τον Σάββα Ξηρό από την φωτογραφία αυτής της εποχής. Μπορείτε να μου πείτε τι κινήσεις έκανε μέσα στην Τράπεζα ο Σάββας Ξηρός από την αρχή που μπήκε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ:Απ’ όσο θυμάμαι, γιατί είχαμε και την σχετική ταραχή με τον διευθυντή μου όταν βγήκαμε, ήταν εδώ στο διάδρομο και κράταγε το προσωπικό.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Εσάς η προσοχή σας ήταν στραμμένη πάνω στο συγκεκριμένο Ξηρό ή και στους άλλους;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Όχι.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Βλέπατε και τους άλλους.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Έβλεπα, αλλά ο άνθρωπος που ήταν κοντά μου ήταν ο συγκεκριμένος.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Παρόλα αυτά τους άλλους όμως δεν τους περιγράφετε, δηλαδή τους είδατε, μπήκανε μέσα, ήταν κάποιοι, κάποια χαρακτηριστικά είχαν.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Κάποια χαρακτηριστικά υπάρχουν.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Γιατί δεν τους περιγράφετε παρά μόνο τον κοντό λέτε ότι μπορείτε να αναγνωρίσετε και τους άλλους ίσως;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ο πρώτος άνθρωπος που μας απείλησε, ήταν αυτός που αναφέρατε.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Ήταν πλησιέστερά σας δηλαδή ο Ξηρός.

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Ναι.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Έχετε καμία αμφιβολία; Γιατί εσείς είδατε μια φωτογραφία εποχής λέτε και παρόλα αυτά η μνήμη σας 13 χρόνια, σας έχει εντυπωθεί δηλαδή αυτή η εικόνα του Σάββα Ξηρού εκείνης της εποχής και μπορείτε σήμερα και τον αναγνωρίζετε;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Απλά μοιάζει, δεν μπορώ εγώ να σας πω εκατό τοις εκατό.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Ναι αυτό θέλω να σας πω, έχετε κάποια αμφιβολία ότι μπορεί να είναι ένας άλλος ψηλός, ή ένας άλλος μετρίου αναστήματος, έστω και ένα τοις εκατό, έχετε κάποια αμφιβολία;

Θ.ΝΙΑΒΗΣ: Στο βαθμό που μπορεί να υπάρχει βεβαίως.

Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Έχετε αμφιβολία κατά πόσον είναι εκατό τοις εκατό. Ευχαριστώ.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή