Τις βαθύτερες υδροθερμικές πηγές που έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα, σε βάθος σχεδόν πέντε χιλιομέτρων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας (συγκεκριμένα στα 4.968 μέτρα), ανακάλυψαν βρετανοί επιστήμονες στον βυθό της Καραϊβικής.
Η θερμοκρασία των πηγών αγγίζει τους 401 βαθμούς Κελσίου, μια από τις πιο καυτές περιοχές του πλανήτη, τη στιγμή που το νερό γύρω από τις υδροθερμικές πηγές έχει θερμοκρασία μόλις 4 βαθμών Κελσίου.
Η ανακάλυψη από ερευνητές του Εθνικού Ωκεανογραφικού Κέντρου και του πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον της Βρετανίας, με επικεφαλής τον δρα Γιον Κόπλεϊ, έγινε με το τηλεκατευθυνόμενο υποβρύχιο όχημα (ROV) «Ίσις» στην Τάφρο Καϊμάν, στα νότια της Κούβας.
Οι εικόνες που μετέδωσε το όχημα δείχνουν «καμινάδες» ύψους έως δέκα μέτρων, οι οποίες εκλύουν καυτά αέρια από το εσωτερικό της Γης στο παγωμένο νερό γύρω τους.
UNIVERSITY OF SOUTHAMPTON / NOC
Οι υδροθερμικές πηγές ανακαλύφθηκαν για πρώτη φορά στη δεκαετία του ΄70 και αποτελούν οικοσυστήματα στο βυθό με ακραίες φυσικοχημικές συνθήκες, οι οποίες παρόλα αυτά φιλοξενούν εξωτικές μορφές ζωής, όπως τυφλές γαρίδες, περίεργα σκουλήκια και διάφορα ακραιόφιλα μικρόβια.
Οι υδροθερμικές πηγές ανακαλύφθηκαν για πρώτη φορά στη δεκαετία του ΄70 (μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί περίπου 200 στους ωκεανούς της Γης) και αποτελούν οικοσυστήματα στο βυθό με ακραίες φυσικοχημικές συνθήκες, οι οποίες παρόλα αυτά φιλοξενούν εξωτικές μορφές ζωής, όπως τυφλές γαρίδες, περίεργα σκουλήκια και διάφορα ακραιόφιλα μικρόβια.
Σύμφωνα με επιστήμονες, τέτοια περιβάλλοντα είναι πιθανό να αποτέλεσαν την κοιτίδα της εμφάνισης της ζωής στον πλανήτη μας, πριν από δισεκατομμύρια χρόνια, πριν αυτή επεκταθεί στην επιφάνεια της Γης.
Οι βρετανοί ερευνητές αισιοδοξούν ότι η αποστολή τους, που επιβαίνει στο ερευνητικό πλοίο «Τζέημς Κουκ» και θα διαρκέσει έως τις αρχές Μαρτίου, θα ανακαλύψει γύρω από τις εν λόγω υδροθερμικές πηγές για μια ακόμη φορά νέα είδηα. Ήδη οι επιστήμονες έχουν συλλέξει τα πρώτα υποθαλάσσια δείγματα, που θα δοθούν για μελέτη.
Μελέτες στην ίδια περιοχή αναμένεται να κάνουν και άλλες αμερικανικές και ιαπωνικές ερευνητικές ομάδες.
Πηγή: ΑΜΠΕ