Νέους τριγμούς στον κυβερνητικό συνασπισμό της Γερμανίας έχουν προκαλέσει οι – προεκλογικές - προτάσεις του υπουργού Περιβάλλοντος της χώρας για πλαφόν στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, ώστε οι καταναλωτές να μην επωμίζονται σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό το κόστος της ενεργειακής μετάβασης, μετά από την απόφαση για κλείσιμο των πυρηνικών μονάδων της χώρας.
Σύμφωνα με τον Spiegel, ο υπουργός Οικονομίας Φίλιπ Ρέσλερ, πρόεδρος του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος, το οποίο συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, καταδίκασε τις προτάσεις ως «απατηλές λύσεις» που θα αποτύχουν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αποτελούν ψηφοθηρικό «όπλο» στα χέρια των Χριστιανοδημοκρατών της καγκελαρίου Μέρκελ.
Αντί να «αντιμετωπίζει από τη βάση τους τα λανθασμένα κίνητρα που παρέχει ο Νόμος για την Ανανεώσιμη Ενέργεια», ο υπουργός Περιβάλλοντος Πέτερ Αλτμάγερ στρέφεται σε «απατηλές λύσεις», αναφέρει εσωτερική έκθεση του υπουργείου Οικονομίας, σύμφωνα με το δημοσίευμα. Παράλληλα, οι συντάκτες της υποστηρίζουν ότι ο προωθούμενος «ενεργειακός φόρος αλληλεγγύης» περιέχει «ακραίους νομικούς κινδύνους» και προειδοποιούν για «σημαντική πολιτική αντίσταση» από τα 16 γερμανικά κρατίδια.
Σημειώνεται ότι, όταν οι προτάσεις παρουσιάστηκαν, την περασμένη εβδομάδα, ο κ. Ρέσλερ τις χαρακτήρισε «βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση».
Η κυβέρνηση αναμένεται να συναντήσει σοβαρά εμπόδια και από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ είπε ότι, ναι μεν το κόμμα του θέλει να περιοριστεί η επιβάρυνση για τους καταναλωτές, όμως διαφωνεί με την προσέγγιση του κ. Αλτμάγερ.
«Η κυβέρνηση δεν είναι ειλικρινής σε ό,τι αφορά τις τιμές του ρεύματος: διαμαρτύρεται για την αύξηση της επιβάρυνσης από την ανανεώσιμη ενέργεια, όμως κερδίζει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ μέσω του ΦΠΑ», δήλωσε ο κ. Γκάμπριελ στην Bild am Sonntag καλώντας την κυβέρνηση να επιστρέψει το επιπλέον έσοδο στους καταναλωτές.
Οι προτάσεις του υπουργού Περιβάλλοντος προβλέπουν περιορισμούς για δύο χρόνια στις επιδοτήσεις προς τις εταιρείες που τροφοδοτούν το δίκτυο με ρεύμα από ΑΠΕ, ενώ και τα feed-in tariffs για τα προσφάτως εγκατεστημένα συστήματα ενδέχεται να «παγώσουν» για αρκετούς μήνες. Ο «ενεργειακός φόρος αλληλεγγύης» θα απευθύνεται στους ιδιοκτήτες των υπαρχουσών εγκαταστάσεων ΑΠΕ, επιχειρήσεις και νοικοκυριά που παράγουν τη δική τους ενέργεια θα κληθούν να πληρώσουν στο μέλλον, ενώ προβλέπεται και κατάργηση μέρους των ευνοϊκών εξαιρέσεων για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες.
Έχει υπολογιστεί ότι η ενεργειακή μετάβαση της Γερμανίας επιβαρύνει αυτή τη στιγμή το μέσο νοικοκυριό με 180 ευρώ το χρόνο.