ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επρεπε το ΣΔΟΕ να φέρουμε να μας τα βρει!
Ο κ. Γεωργαντόπουλος έχει τον λόγο.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μιλήσατε, κάνατε σχετική έρευνα και βρήκατε στην Κύπρο, μιλήσατε για την πράξη του Ιουλίου του ’88 που ήταν ο θάνατος της αδελφής σας δύο μέρες πριν, μιλήσατε για τη ληστεία του ’83, για τις έρευνες αυτές. Ξέρετε αν τον κ. Ψαραδέλλη αποδίδεται και άλλη μία ακόμη κατηγορία για το ’91;
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Μάλιστα το ξέρω.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ερευνήσατε κάτι σχετικά γύρω από αυτό;
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ναι ερεύνησα.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πέστε μας.
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Δεν μπορεί να έχει ο άνθρωπος άλλοθι για όλες τις μέρες της ζωής του.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν σας ρώτησα πέστε μας για την τάδε άλλοθι, παρακολούθησα ότι κάνατε μια έρευνα.
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ναι έκανα και γι αυτό.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Στην κατάθεσή σας δεν είδα να μιλάτε για την άλλη πράξη, σας υπενθυμίζω αν κάνατε έρευνα και τι βρήκατε.
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Σαφώς ανέτρεξα και σε εκείνες τις μέρες. Να σας αναφέρω σε ποια κατάσταση βρισκόμασταν. Το φθινόπωρο του ’91 ήρθε η ανάπηρη μητέρα μου από τη Γαλλία 81 ετών τότε να ζήσει μαζί μας και έζησε όντως μαζί μας 6 χρόνια μέχρι που κατέληξε. Ήρθε το φθινόπωρο και επειδή το σπίτι μας ήταν πολύ μικρό, χρειαζόταν να έχει ένα δικό της δωμάτιο άρα κάπου εκείνη την περίοδο μετακομίσαμε, φύγαμε από τον Χολαργό και νοικιάσαμε ένα μεγαλύτερο διαμέρισμα στην Αγία Παρασκευή για να μπορεί να έχει και η μητέρα μου ένα δωμάτιο. Κάπου, εκείνη την εποχή βρισκόμασταν στις μετακομίσεις.
Ένα άλλο στοιχείο είναι ότι κάθε χρόνο επί 15 χρόνια ο Θεολόγος αυτή την περίοδο των εορτών ασχολιόταν με την ατζέντα των γυναικών για την οποία σας μίλησε ο κ. Γρίβας, δηλαδή άρχιζε από το Νοέμβρη και είχε πάρα πολύ δουλειά μέχρι και τις αρχές Ιανουαρίου, όπου έκανε την στοιχειοθέτηση, το μοντάρισμα και μετά τη διάθεση σε βιβλιοπωλεία.
¶ρα 16 Δεκεμβρίου του 1991 που του αποδίδεται αυτή η πράξη, εγώ δεν ξέρω ακριβώς τι έκανε εκείνη την ημέρα, ξέρω ότι εκείνη την εποχή γενικά ήταν πάρα πολύ απασχολημένος με αυτό το θέμα. Το θέμα επίσης της μετακόμισης και της αναταραχής που είχε φέρει η παρουσία της ανάπηρης μητέρας μου μέσα στο σπίτι και από την άλλη την εξαιρετική ενασχόλησή του με την ατζέντα.
16 Δεκεμβρίου είναι και η παραμονή των γενεθλίων του. 17 Δεκεμβρίου έχει γεννηθεί κάθε χρόνο κάνουμε μια μικρή γιορτή για τα γενέθλιά του, στις 17 Δεκεμβρίου, αυτά μπορώ να σας πω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχετε το λόγο δυο ερωτήσεις. Ναι ορίστε κύριε Ψαραδέλλη.
Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: ?αυτόν έψαξα να τον βρω είναι ο Παναγιώτης κάποιος ταχυδρόμος, έχει φύγει τώρα έβαλα την κόρη μου να τον βρει αλλά δεν τον έχει βρει ακόμα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτός που ήταν με το ποδήλατο ο ταχυδρόμος;
Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Ναι, αυτός. Αν κρατάνε αρχεία οι υπάλληλοι θα το βρουν?.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι κύριε Ψαραδέλλη όλα εμένα μου χρειάζονται, θα είναι χρήσιμο.
κ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ: Κυρία μάρτυς θέλω να σας ρωτήσω το εξής, μας είπατε ότι διαβάσατε, ή ακούσατε από την κατάθεση του κ. Χριστόδουλου Ξηρού, ότι ο κ. Ψαραδέλλης ο σύζυγός σας ήταν το δεξί χέρι του κ. Γιωτόπουλου. Και η δική σας σκέψη και άποψη ήταν ότι κάτι τέτοιο είχε δημιουργηθεί από τους «γιάπηδες› όπως μας είπατε της Αντιτρομοκρατικής. Μπορείτε να μου πείτε αυτό πού το θεμελιώνετε; Τι σας κάνει δηλαδή να πιστεύετε κάτι τέτοιο;
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ναι είπα κοιτάξτε να δείτε, καταρχήν?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπε δεν είναι αριστερή φρασεολογία αυτή και εγώ δεν δέχομαι λέει ότι τα είπα.
κ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ: Θα συνεχίσω τότε τη σκέψη σας, γιατί θέσατε μια ρητορική ερώτηση στο Δικαστήριο και είπατε, τι είδους πολιτική υποστήριξη θα μπορούσε να παρέχει στην 17Ν ο κ. Ψαραδέλλης. Γνωρίζουμε όλοι ότι ο κ. Ψαραδέλλης είναι αν θέλετε, ένας ιδεολόγος της Αριστεράς, εντός ή εκτός εισαγωγικών, με θεωρητική κατάρτιση.
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Δεν είναι ένας ιδεολόγος της Αριστεράς, είναι ένας Τροτσκιστής, βαθιά προσηλωμένος στον Τροτσκισμό. Αν πάρουμε την λέξη ιδεολόγος, ο σύζυγός μου έχει βγάλει το δημοτικό νομίζω με το τσιγκέλι όπως λέμε λοιπόν. Εάν εννοούμε ένας ιδεολόγος, ένας διανοούμενος, ένας ο οποίος γράφει δοκίμια. Όχι δεν είναι κάτι τέτοιο ο Θεολόγος. Ο Θεολόγος έχει 4, 5, 6 πράγματα τα οποία πιστεύει βαθιά, που έχουν σχέση με τον Μαρξισμό, με τον Λενινισμό με τον Τροτσκισμό αυτά, σ’ αυτά πιστεύει βαθιά. Και μάλιστα, επειδή ακριβώς εγώ θα έλεγα, εγώ θα τον χαρακτήριζα και κάπως δογματικό. Δηλαδή έχει 4, 5 πράγματα στα οποία πιστεύει και επειδή ακριβώς δεν είναι και διανοούμενος, δεν έχει την διανοητική αυτή ευελιξία που θα μπορούσε να τον κάνει να συγκεράσει τα αντίθετα, μέσα από μια εγκεφαλική γυμναστική, δεν το διαθέτει αυτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς ποια σχολή έχετε τελειώσει;
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Είχα αρχίσει να κάνω αγγλική φιλολογία, αλλά τα παράτησα, γιατί προσέβλεπα στην επανάσταση που θα ερχότανε σύντομα και δεν θα χρειαζόμασταν διπλώματα τότε.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Περιμένετε ακόμα;
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Δεν περιμένω να έρθει έτσι όπως το φανταζόμουνα, αλλά πιστεύω ακόμα ότι όλοι πρέπει να αγωνιστούμε για μια κοινωνία σαφώς δικαιότερη απ’ αυτή την οποία ζούμε.
κ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ: Μας είπατε ότι το 1983 δεν σας εκμυστηρεύτηκε την ληστεία στην οποία είχε συμμετοχή, γιατί κάτι αντίστοιχο να μην συνέβη και το 1988; Σας ρωτώ, είπατε στο Δικαστήριο ότι το 1983 ο σύζυγός σας μετά από μια 10ετή συμβίωση μαζί του και πλέον, δεν σας εκμυστηρεύτηκε τη συμμετοχή του στην ληστεία της Εθνικής Τραπέζης. Λέω γιατί κάτι ανάλογο να μην συνέβη και το 1988;
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Η συλλογιστική είναι δεν μου εκμυστηρεύτηκε το ’83 κάτι που έκανε, γιατί δεν μου εκμυστηρεύτηκε κάτι που δεν έκανε;
κ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ: Εγώ θεωρώ δεδομένο ότι το έκανε και από εκεί ξεκινάω.
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ξεκινάτε από το γεγονός ότι το έκανε; Και η απόδειξη ότι το έκανε είναι ότι δεν μου το είπε;
κ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ: Εγώ άλλο ρώτησα κυρία μάρτυς, τώρα εάν δεν θέλετε να μου απαντήσετε, μη μου απαντάτε.
κ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ: Σας είπα και πάλι ότι, με δεδομένο ότι δεν σας εκμυστηρεύτηκε μια ληστεία?
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Εγώ σας εξήγησα για ποιο λόγο αποκλείεται να πήρε μέρος?
Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ θέλω να την ρωτήσω κάτι άλλο, εάν γνωρίζει η κυρία αν είχε γνωριστεί ποτέ είτε στη Γαλλία ο κ. Ψαραδέλλης με τον κ. Γιωτόπουλο, για να μην τίθενται ερωτήσεις με δεδομένη την γνωριμία, να δούμε αν γνωρίζονταν πρώτα.
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Όχι βέβαια.
Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Μόνο μια ερώτηση για τον κ. Τζωρτζάτο, είχατε κάνει μαζί στην Χιλιαδού; Όταν απεκαλύφθη αυτή η ιστορία τον κ. Τζωρτζάτο πώς τον είδατε ανήσυχο, έδειχνε προβληματισμένος; Ήσασταν μαζί στη Χιλιαδού και νομίζω συνελήφθησαν κοντά – κοντά.
Ν. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ναι τον είδα το Σαββατοκύριακο που προηγήθηκε της σύλληψης, εγώ ήμουν στην Χιλιαδού το Σαββατοκύριακο εκείνο, έφυγε την Δευτέρα για την δουλειά και η σύλληψή τους έγινε την Πέμπτη, τον είδα εκείνες τις μέρες στιγμιαία και δεν είδα καμία αλλαγή στην συμπεριφορά του.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να πάτε στο καλό κυρία Ψαραδέλλη.
Δ. ΖΩΤΟΣ: Από τους υπόλοιπους μάρτυρες που ήταν στον κατάλογο παραιτούμαστε, απλώς θα ήθελα να παρακαλέσω το εξής, μεταφέρω μάλλον προς το Δικαστήριό σας μια παράκληση της κόρης Ψαραδέλλη, η οποία ήταν πολύ συγκινητική η στάση της για μένα τουλάχιστον σ’ όλη την περίοδο, θέλει να μεταφέρει στο Δικαστήριό σας κάποια περιστατικά σχετικά με τον πατέρα της. Η παράκληση είναι να δεχθείτε να την ακούσετε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχω αντίρρηση, εγώ δεν την έχω δει. Ελάτε δεσποινίς Ψαραδέλλη.
Είναι η κυρία Ψαραδέλλη Μαριάννα θυγατέρα του Θεολόγου. Είστε φοιτήτρια μας είπαν.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Όχι έχω τελειώσει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βιολογία. Θέλετε να εξεταστείτε για τον πατέρα σας. Ορκιστείτε να πείτε την αλήθεια.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ορκίζομαι στην τιμή και την συνείδησή μου.
Δ. ΖΩΤΟΣ: Εάν και εσείς ανήκετε σ’ αυτά τα ρεύματα τα φοβερά που είναι ο πατέρας σας, τα Τροτσκιστικά έχετε καμία σχέση;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Όχι, δεν έχω καμία σχέση.
Δ. ΖΩΤΟΣ: Πείτε μας τώρα ποια είναι τα υπερασπιστικά γεγονότα, ξέρετε τις κατηγορίες για τον πατέρα σας. Τι μπορείτε να πείτε στο Δικαστήριο για την υπεράσπιση του πατέρα σας για όλα αυτά;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ήθελα να καταθέσω ότι εγώ γνωρίζω ότι ο πατέρας μου είναι αθώος, κατηγορείται για δυο πράξεις τις οποίες δεν έχει κάνει και για συμμετοχή σε μια οργάνωση στην οποία δεν ήταν και αυτό θέλω να εξηγήσω με ποιο τρόπο το ξέρω, όχι μόνο επειδή μου το έχει πει ο ίδιος. Αλλά επειδή και εγώ μέσα απ’ αυτή όλη την ιστορία μου δημιουργήθηκε αυτό το τεράστιο γιατί και θέλοντας να καταλάβω, του ζήτησα να με βοηθήσει και να μου εξηγήσει.
Θέλω να πω ότι όταν συνέβη αυτό, την πρώτη ημέρα το μάθαμε εμείς από την τηλεόραση για τον πατέρα μου ότι συνελήφθησαν και ήρθε ο φίλος μου να με βρει ο οποίος είχε χάσει πριν μερικά χρόνια τον πατέρα του από καρδιά και επειδή πολύ συχνά είχαμε συζητήσεις και μου έλεγε, δεν πρέπει να είσαι έτσι με τον μπαμπά σου, δεν πρέπει να τον αφήνεις να καπνίζεις κλπ. και επειδή ο μπαμπάς μετά την εγχείριση είχε κάποιες επιπλοκές και τον είχαμε επαναφέρει δυο φορές με ηλεκτροσόκ, ήμουν γενικά ανήσυχη με την κατάσταση της υγείας του.
Και έρχεται και μου λέει, δεν μπορούσα να φανταστώ, ένα χειρότερο τρόπο να χάσεις τον πατέρα σου απ’ αυτό που σου συμβαίνει τώρα. Γιατί τις τρεις ημέρες μέχρι να έχω εγώ το δικαίωμα να τον δω και παρακολουθώντας συνέχεια την τηλεόραση, νόμιζα πραγματικά όταν πήγα να τον δω για πρώτη φορά στη Γ.Α.Δ.Α. ότι πήγα να δω έναν άλλον άνθρωπο, τον είχαν εξαφανίσει εντελώς, δεν υπήρχε πια ο πατέρας μου.
Όταν τον αντίκρισα για πρώτη φορά, σε άσχημη κατάσταση βέβαια τον αναγνώρισα. Και εκεί τον ρώτησα και το συζητήσαμε κανονικά, όχι τις πρώτες ημέρες, γιατί ήταν η πίεση, ήθελες να ξέρεις εάν ο άλλος είναι καλά ή όχι, το συζήτησα με τον πατέρα μου και του λέω, βοήθησέ με και εμένα να καταλάβω τι έχει γίνει ακριβώς και περιέγραψέ μου σε παρακαλώ.
Έτσι αυτό είναι αυτό που λέω, γι’ αυτό ξέρω ότι η ληστεία στην οποία συμμετείχε είναι το 1983, γιατί πολύ γρήγορα κατάλαβα ότι είναι λάθος η ληστεία την οποία έχει ομολογήσει και για ποιο λόγο γιατί μου έδινε λάθος περιγραφή. Και πώς το κατάλαβα, επειδή θέλησα, αναφερόμενος ο μπαμπάς μου στο συγκεκριμένο δημοσίευμα να το δω, να δω αυτό το δημοσίευμα που αναφέρεται στον «ευγενικό ληστή› και πήγα και πήρα το δημοσίευμα του ’86 και δεν υπήρχε τίποτα, ήταν μια εντελώς άλλη περιγραφή.
Και να πω βέβαια ότι αυτό που ξεχνάνε όλοι είναι ότι, εκείνη τη περίοδο οι άνθρωποι αυτοί ήταν σε πλήρη απομόνωση. Δηλαδή 21 ώρες το 24ωρο ήταν σε ένα κελί, χωρίς τηλεόραση, χωρίς ραδιόφωνο και χωρίς καμιά πρόσβαση προς τα έξω για να συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει. Στη μιάμιση ώρα που είχε το δικαίωμα ο πατέρας μου να με πάρει τηλέφωνο, προσπαθούσαμε να συνεννοηθούμε να καταλάβουμε τι γίνεται. Και του το πήγα στο επισκεπτήριο και του το κολλάω στο τζάμι και του λέω να, δεν είναι αυτό, κοίτα εγώ τι λέει. Και το είδα με τα μάτια μου δηλαδή, στο βλέμμα του, εκεί δεν μπορεί να μου πει ψέματα γιατί τον έπιασε ένα είδος απελπισίας. Γιατί συνειδητοποίησε και ο ίδιος ότι δεν είναι αυτό. Γιατί πηγαίναμε να τρελαθούμε γιατί προέκυψε μετά η υπόθεση του ’88 με την έγκυο και του λέγαμε, μπαμπά αν είναι δυο πες το μας να το ξέρουμε. Όχι και επέμενε ,ενώ ήξερε ότι θα πάει στον ανακριτή και θα ξαναπεί τα ίδια, με την έγκυο κλπ κλπ που δεν μου προέκυπτε από πουθενά, αλλά δεν μπορούσαμε να τον μεταπείσουμε, άλλαξε κάτι. Αυτό θυμόταν και ο ίδιος, του έκανα τέτοια φοβερή ανάκριση και τέτοια πίεση αλλά για το καλό του. Γι’ αυτό θέλω να πω ότι εγώ ξέρω, γιατί θέλοντας να υποστηρίξω τον πατέρα μου, άρχισα ανάποδα, λέω θα τον αμφισβητήσω και αν υπάρχει κάτι θα το βρω εγώ.
Και αμφισβητώντας τον προσπαθούσα να βρω μια λογική εξήγηση στο τι μπέρδεμα είχε προκύψει. Και επειδή αναφερόμενοι σε φίλους του και στον περίγυρό του είπα ότι έχει γίνει κάποιο λάθος και ότι δεν είναι αυτοί και δεν ξέρουμε ποια είναι και μιλώντας με τον μπαμπά μου, μου είπε ότι ήσασταν πολύ μικρά οπότε κοίτα πριν και ο φίλος του ο Γιάννης μου είπε, εγώ το θυμάμαι αυτό το περιστατικό, γιατί εγώ είχα αρχίσει να αμφιβάλω για το γεγονός αν θυμάται σωστά.
Του έλεγα, μήπως σου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι έγινε έτσι. Και δεν έγινε, δεν υπάρχει, το έχεις φτιάξει μέσα στο μυαλό σου επειδή ήθελες να το ωραιοποιήσεις, επειδή σαν γεγονός το απέκτησες μετά, το έφτιαξες διαφορετικά και σου έχει μείνει έτσι. Και τελικά ψάχνοντας σε όλα τα δημοσιεύματα τα καλοκαιρινά, γιατί ήξερα ότι ήταν καλοκαιρινούς μήνες, το βρήκαμε στο ’83 την συγκεκριμένη περιγραφή. Και καμιά σχέση δεν έχει με την ληστεία του ’88. Αυτό γι’ αυτό το σκέλος.
Δ. ΖΩΤΟΣ: Αναφέρεστε στην προανακριτική περιγραφή, σχετικά με την ύπαρξη της εγκύου που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα την άλλη ημέρα.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Εγώ σαν δεδομένες έπαιρνα αποκλειστικά και μόνο τις λεπτομέρειες τις οποίες θυμότανε ο πατέρας μου, ότι θυμότανε. Και από τις λεπτομέρειες που θυμότανε, προσπαθούσα?
Δ. ΖΩΤΟΣ: Ποιες ήταν αυτές;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Η λεπτομέρεια ήταν ότι μου λέει, μπήκα μέσα και είχε μια κοιλιά μέχρι εκεί, ήταν, την είδα η γυναίκα, έτοιμη να λιποθυμήσει, μπήκε μέσα την βοήθησε, θυμόταν την έγκυο, θυμόταν το τριγωνικό παρκάκι, πήγα μέχρι την Πατησίων έψαχνα. Γιατί αυτό το Ταμιευτήριο δεν υπάρχει πια, έχει γίνει μαγαζί με δερμάτινα είδη αλλά για να το βρω εγώ, που έλεγε ο μπαμπάς ότι έχει ένα περίπτερο μπροστά, ενώ η άλλη τράπεζα δεν έχει περίπτερο και ότι έχει γίνει το Ταμιευτήριο μαγαζί με δερμάτινα είδη, πήγα πόσες φορές, έβγαζα φωτογραφίες, του τις έφερνα, προσπάθησα να θυμηθείς, ήταν μεγάλο το πεζοδρόμιο μπροστά, να το περίπτερο. Και τελικά, και με την βοήθεια των δικηγόρων βρήκαμε ότι απλά είχε μετακομίσει το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και ότι τότε ήταν στη συγκεκριμένη διεύθυνση, απλά δεν υπάρχει πια.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εδώ ο ίδιος όμως λέει το ’86, δεν λέει το ’83.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Γιατί ο μπαμπάς μου θυμάμαι συγκεκριμένα γεγονότα από τη ληστεία, δεν θυμάται αναγκαστικά την ημερομηνία και όταν βρίσκεσαι, όταν έχεις πάρει μια απόφαση, να σας πω, μου λέτε εδώ πέρα αυτή και αυτή, όχι δεν τις έχω κάνει αυτές, ναι έχω κάνει μια νάτη αυτή εδώ είναι. Πότε μου λέτε; Εφόσον μου λέτε ότι είναι τότε, εντάξει. Και η αστυνομία πώς λειτουργεί; Τις έχει τις υποθέσεις, τις βλέπει τις ημερομηνίες. Αυτή του ’87 δεν υπήρχε στον συγκεκριμένο φάκελο, γιατί ο μπαμπάς μου περιγράφει την ληστεία του ’83.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λέω ότι είπε για ’86 ο πατέρας σας. ’86 υπήρχε όμως.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Υπήρχε στο φάκελο της αστυνομίας, όταν σου προτείνουν και έχεις αποφασίσει και ξέρεις ότι έχεις κάνει μια και σου λένε εκεί ήταν; Εκεί ήταν στα Πατήσια εντάξει?.εγώ αυτό που προσπαθώ να κάνω, είναι να προσπαθώ να μπω και στην ψυχολογία ενός ανθρώπου, γιατί τον ξέρω τον πατέρα μου και μαζί ήμασταν και τις προηγούμενες ημέρες, βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπος μ’ όλο αυτό το πράγμα, πώς μπορείς να σκεφθείς; Προσπαθώντας να ξεμπλέξει τον εαυτό του, μπλέκοντάς τον ίσως περισσότερο θέλοντας να πει πώς έχουν γίνει τα πράγματα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά θα δούμε και εμείς τι θα κάνουμε.
Δ. ΖΩΤΟΣ: Όταν η αρχική προσέγγιση ήταν ψάχνοντας να επιβεβαιώσετε ένα αντικειμενικό στοιχείο της κατάθεσης του πατέρα σας, προσδιορισμένο στο χρόνο, με έναν όχι υποκειμενικό τρόπο λέγοντας το ’86 ή το ’85, αλλά το δημοσίευμα μιας εφημερίδας που περιέγραφε μια έγκυο και ευγενικούς ληστές και αυτό δεν υπάρχει το ’86, υπάρχει;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Όχι δεν υπάρχει. Το ’86 έχει κρατήσει 25 λεπτά και έχουν πιεί καφέ μέσα στην τράπεζα. Και του λέω μπαμπά, εδώ πέρα οι ληστές ήταν η κυρία με τους καφέδες και με κοιτούσε έτσι και λέει, το έβλεπα στο βλέμμα του ότι τον έπιανε μια απελπισία, σου λέει δεν είναι δυνατόν?.
Δ. ΖΩΤΟΣ: Ο προσδιορισμός στο χρόνο είναι το δημοσίευμα στην εφημερίδα ή όχι;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Βεβαίως και όταν το είδαμε και το συνειδητοποιήσαμε του λέω, θυμήσου, εγώ τι, μου λέει ήσασταν μικρά. Πού μέναμε, τι αυτό; Γιατί ενώ ήξερα ότι δεν είναι αυτή, έπρεπε να την βρω χρονολογικά τα πήρα ανάποδα, ’85, ’84, ’83, όλα τα καλοκαιρινά δημοσιεύματα, γιατί ο πατέρας μου ήξερε ότι είναι καλοκαίρι. Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος να κοιτάξω κάθε φορά.
Δ. ΖΩΤΟΣ: Έχετε κάτι άλλο να πείτε εσείς; Για το καλοκαίρι πείτε μου την περίοδο από 1 έως 16 Ιουλίου αν έχετε κάτι να μου πείτε γι’ αυτό, συνέχιζε μια φυσιολογική ζωή ο πατέρας σας παρότι είχαν δημοσιευθεί στις εφημερίδες;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ναι, βεβαίως, εγώ γύρισα στην Ελλάδα 3 ή 4 Ιουλίου, 15 μέρες πριν συλληφθεί ο μπαμπάς περίπου. Και πήγαμε κατευθείαν με το πού έφθασα, πήγαμε στην Χιλιαδού γιατί εργάζομαι εκεί πέρα τα καλοκαίρια στην ταβέρνα. Ο μπαμπάς μου ήταν όπως ήταν πάντα. Και την παραμονή που του μίλησα της σύλληψής του, που με πήρε, γιατί έπρεπε να πάω εκείνη την ημέρα, όταν ήμουν εγώ στο σπίτι, πέρασα από το σπίτι για να πάρω τα πράγματά μου να φύγω και ήταν η Αντιτρομοκρατική εκεί πέρα και έψαχναν το σπίτι. Την προηγούμενη πάλι είχα μιλήσει με τον μπαμπά για το τι ψώνια πρέπει να του πάω οτιδήποτε και γενικά ήμουν μαζί του, πηγαίναμε για ψάρεμα όλη ημέρα, όπως ήταν πάντα ο μπαμπάς. Δεν είχε αλλάξει. Και τώρα ο ίδιος είναι.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κυρία Ψαραδέλλη τον κ. Τζωρτζάτο τον γνωρίζετε και από πότε;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Βεβαίως τον γνωρίζω, πριν δέκα χρόνια, έχουμε προσπαθήσει να θυμηθούμε, δεν μπορώ ακριβώς να προσδιορίσω, θυμάμαι πώς αρχίσαμε γενικά να κάνουμε παρέα οικογενειακά στην παραλία, επειδή και εμείς μέναμε πολύ συχνά κάτω στην παραλία και οι γονείς μου πηγαίνανε πάνω να κοιμηθούμε και ο Βασίλης κατασκήνωνε κάτω στην παραλία και καθότανε πολύ συχνά μαζί μας και μας πρόσεχε.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Με τον πατέρα σας έκανε παρέα;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ναι.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Με σας έκανε παρέα;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Φίλος μου είναι ναι.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δεν σας έλεγε τίποτα σχετικά για την 17Ν;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Όχι ποτέ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να πάτε στην ευχή του Θεού.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ήθελα να αναφερθώ και στην άλλη υπόθεση για την οποία έχει κατηγορηθεί ο πατέρας μου, για την υπόθεση Σταμούλη.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τον κ. Γιωτόπουλο τον ξέρετε;
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Κανέναν άλλον κατηγορούμενο δεν έχω συναντήσει ποτέ στη ζωή μου.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μόνο τον κ. Τζωρτζάτο.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ναι, τον Βασίλη. Όταν έγινε αυτό και μας πήρε ένα πρωί ο μπαμπάς, εφόσον είχαμε συζητήσει για το ταξίδι στην Κύπρο και είχε πάθει αυτό το πράγμα, «θυμάμαι και θυμάμαι›, επειδή είπα ότι προσπαθούσα πάντα να τον αμφισβητώ, δίσταζα πάρα πολύ και μου είπε «να πάς στο περιοδικό ΑΝΤΙ› για να βρω το συγκεκριμένο τεύχος. Αυτό είναι 15νθήμερο περιοδικό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πολιτικό.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ναι. Είναι ακριβώς έτσι, μίλησα και με αυτούς εκεί, την Τετάρτη το βράδυ 8 η ώρα είχε γίνει η δολοφονία. Την Πέμπτη το περιοδικό πάει στα τυπογραφεία και την Παρασκευή πρωί είναι στα περίπτερα. Την Παρασκευή πρωί στις 18 κυκλοφορεί στα περίπτερα. Δηλαδή την Τετάρτη το βράδυ όντως έκλεινε ύλη στο περιοδικό και όντως έχει μπει τσόντα η πρώτη σελίδα που λέει «τελευταία στιγμή μάθαμε για την υπόθεση αυτή, μας ήρθε η πληροφορία, επιφυλασσόμαστε να γράψουμε στο επόμενο τεύχος›.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει, πηγαίνετε στο καλό.
Μ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ: Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η κα Μαρία Σαμοθράκη, μάρτυρας υπεράσπισης του κ. Καρατσώλη. Κα Σαμοθράκη του Λινάδρου και της Ζωής, κάτοικος Ν. Ερυθραίας, γεννήθηκε στην Αθήνα, κάτοικος Ν. Ερυθραίας. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ορκίζομαι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τί δουλειά κάνετε;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Γραφικές τέχνες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Σταμούλη έχετε τον λόγο να την εξετάσετε.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Γνωρίζετε τον κ. Καρατσώλη και εκ ποίας αφορμής;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Είμαστε συνάδελφοι 13 χρόνια, είναι ένα εξαίρετο παιδί για μένα.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Συνάδελφοι πού;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Στην εταιρεία Παπαχρυσάνθου.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Πείτε στο Δικαστήριο ποιος ήταν ο εργοδότης σας, τί επιχείρηση ήταν;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Παπαχρυσάνθου και δουλεύαμε 13 χρόνια μαζί.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Από πότε έως πότε;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Χρονολογία δε θυμάμαι ακριβώς να σας πω.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Περίπου; Μέχρι πότε τουλάχιστον.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Μέχρι το 2000 ήμαστε μαζί.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Τί εργασία έκανε στην επιχείρηση που ήσαστε συνάδελφοι ο κ. Καρατσώλης;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ήταν τυπογράφος σε μηχανές.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Η επιχείρηση στην οποίαν απησχολείστο και εσείς και ο Καρατσώλης, είχε κλάδο μεταξοτυπίας;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Όχι, καμία σχέση.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Ειδικότητα δική σας ή του Καρατσώλη υπήρχε σε θέματα μεταξοτυπίας;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Όχι, καμία σχέση, δεν υπήρχε το αντικείμενο αυτό.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να μου πείτε εάν εκεί χρησιμοποιούνταν και τί είδους υλικά για τις τυπογραφικές εργασίες;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Είναι κάποιο μηχάνημα που εμείς το λέμε λάμπα, μεταφέρει τη δουλειά του φιλμ στον τσίγκο, σε ένα αλουμίνιο δηλαδή και πηγαίνει στις μηχανές μετά και γίνεται η εκτύπωση. Αλλά χρειάζονται και εμφανίσεις, χρειάζονται χημικά διάφορα.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δηλαδή βασικό υλικό για την τυπογραφική παραγωγή την οποία είχατε είναι ο τσίγκος. Από τί υλικό παραγεται;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Από αλουμίνιο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο τσίγκος δεν είναι ψευδάργυρος; Γιατί εμείς τσίγκο κάποτε λέγαμε τον ψευδάργυρο.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δεν είναι οι γνωστές λαμαρίνες που είναι από τσίγκο, είναι πλαστικοποιημένο αλουμίνιο. Αυτά τα χειρίζεστε με τα χέρια σας, τους τσίγκους;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Βεβαίως.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Συνεπώς, ό,τι υλικό υπάρχει που βρίσκεται στο τυπογραφείο μπορεί να έχει τα αποτυπώματά σας.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Βεβαίως, ειδικά τα δικά μου πολλά.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Του Καρατσώλη;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Βέβαια, αφού το παίρνει στη μηχανή και το τυπώνει.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να μου πείτε εάν στην επιχείρησή σας έλαβε χώρα κάποτε κάποια διάρρηξη, κάποια κλοπή;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ναι, είχε γίνει κάποια κλοπή, κάποιους τσίγκους είχαν πάρει.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Είχαν δηλαδή αφαιρεθεί από την επιχείρηση. Τί έγινε; Διάρρηξη έγινε;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Έγινε διάρρηξη ναι, και από κει και μετά βάλαμε και συναγερμό. Δεν είχε συναγερμό.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Η κλοπή αυτών των αντικειμένων διαπιστώθηκε και από την αστυνομία;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ναι, είχε έρθει.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Με τί άλλο ασχολήθηκε τότε η αστυνομία που ήρθε; Θα έγινε κάποια καταγγελία βεβαίως.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Είχε έρθει η σήμανση, είχε πάρει τα αποτυπώματα...
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Για να διαπιστώσει αν υπήρχαν αποτυπώματα των διαρρηκτών. Πού ήταν η επιχείρηση;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ήταν στη Μεταμόρφωση.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Υπάρχει και η σχετική βεβαίωση του Αστυνομικού Τμήματος.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Θυμάμαι ότι ήταν του Αγίου Πνεύματος και δεν εργαζόμαστε.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Τον Ιούνιο του ’98 απ’ ότι λέει η αστυνομία. Τότε την τοποθετείτε και εσείς. Να σας δώσω κ. Πρόεδρε το σχετικό έγγραφο της αστυνομίας.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τί αξίας ήταν αυτοί οι τσίγκοι;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Δεν ξέρω να σας πω.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πόσοι ήταν οι τσίγκοι;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ήταν γύρω στους 500 τσίγκους, δε θυμάμαι ακριβώς.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πόσο μπορεί να κάνουν 500 τσίγκοι περίπου, χονδρικά;
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Έχει μία εύλογη απορία ο κ. Εισαγγελεύς διότι το έγγραφο της αστυνομικής αρχής αναφέρει ότι επρόκειτο περί κλοπής ευτελούς αξίας.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Απ’ ότι έχω ακούσει από τον εργοδότη μου, είναι γύρω στις 2.500 ο τσίγκος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και όλα τα κομμάτια ήταν 500...
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δηλαδή 1.250.000 το 1998.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Θα ήθελα να δοθεί μια διευκρίνιση στο Δικαστήριό σας η οποία δίνει μια εξήγηση στην απορία του κ. Εισαγγελέως: Ενόψει αυτής της καταγγελίας που έγινε και της εν συνεχεία επισκέψεως της αστυνομικής αρχής στο κατάστημα θα έπρεπε οπωσδήποτε να είχε κινηθεί αυτεπαγγέλτως ποινική δίωξη κατά των αγνώστων δραστών. Αυτό το παρέλειψε ο τότε αστυνόμος. Για να δικαιολογήσουμε λίγο αυτή την παράλειψη στο έγγραφο το οποίο προσκομίζεται, ότι τότε η καταγγελθείσα κλοπή ήταν ευτελούς αξίας. Απλά πράγματα, για να καταλάβουμε τί συμβαίνει.
Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι το πραγματικό περιστατικό της διαρρήξεως και της κλοπής των τσίγκων δεν είναι γεγονός. Εάν ο κ. Εισαγγελεύς εξακολουθεί να έχει απορία, δεν θα είχα καμία αντίρρηση να κληθεί ο τότε αστυνόμος για να σας βεβαιώσει ότι εκλάπησαν από αγνώστους τα 500 τεμάχια τσίγκων.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τώρα, να τα έκλεψε η 17Ν τα 500, τί να τα κάνει; Αυτό είναι το ερώτημα.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Γιατί, προεβλήθη ισχυρισμός ότι εκλάπησαν από τη 17Ν;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι λέω ποιος να τα έκλεψε, άγνωστοι δράστες είπαμε, πάει και τελείωσε. Γι αυτό λέω μην το ερευνούμε άλλο αυτό.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δεν ήταν ευθύνη των τότε ιδιοκτητών και πολύ περισσότερο των υπαλλήλων να εξακριβώσουν ποιοι ήταν οι δράστες. Εκείνο το οποίο θέλουμε και είναι υπερασπιστικός ισχυρισμός, είναι ότι βρέθηκε κάποιος τσίγκος χωρίς έκθεση πραγματογνωμοσύνης.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στη Δαμάρεως ήταν ή στην Πάτμου;
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Στην Πάτμου. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι ένα αντικείμενο που εκλάπη από έναν τόπο εργασίας, δεν μπορεί να οδηγήσει σε κάτι, με οποιουσδήποτε συνειρμούς. Εσείς γνωρίζατε τον Καρατσώλη επί τόσα χρόνια που ήσαστε συνάδελφοι. Μπορείτε να δώσετε στο Δικαστήριο μια εικόνα του ανθρώπου αυτού σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητές του, τη δουλειά του, αν ήταν αφοσιωμένος στη δουλειά του, αν είχε άλλες επιδόσεις...
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ήταν αφοσιωμένος πολύ στη δουλειά, δουλεύαμε πάρα πολλές ώρες, φιλότιμος....
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να προσδιορίσετε χονδρικώς το ωράριο;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Και 14 ώρες, 15 ώρες πάρα πολλές φορές.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Από το πρωί, τί ώρα πιάνατε δουλειά;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Από τις 7 η ώρα το πρωί και υπήρχε εποχή που δεν ξέραμε τί ώρα θα φύγουμε το βράδυ.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Το συνήθως συμβαίνον, όχι οι έκτακτες περιστάσεις, ποιο ήταν;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ήταν 7-3 το μεσημέρι ή 7-7 το απόγευμα.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Σε αυτό το ωράριο, ένας άνθρωπος που ενδεχομένως θα είχε ανάμειξη σε μια παράνομη Οργάνωση και θα είχε δραστηριότητες συνωμοτικές κτλ., συμβιβάζεται η όλη συμπεριφορά Καρατσώλη στη δουλειά του; Δηλαδή είχε σημειώσει απουσίες οι οποίες να είναι αδικαιολόγητες ή οτιδήποτε άλλο, είχατε διαπιστώσει τίποτε;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Όχι, θα μπορούσα να πω ότι ο Καρατσώλης δεν έλειπε σχεδόν καθόλου. Δηλαδή κι αν έπαιρνε μια μέρα άδεια, δεν ήταν αδικαιολόγητη, ήταν δικαιολογημένη.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δηλαδή μπορεί να πήρε άδεια για τί πράγμα; Για οικογενειακή ανάγκη; Είχε κανένα άρρωστο παιδί; Τί είχε;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ναι, δηλαδή δεν έλειπε αδικαιολόγητα. Αν και ήταν πολύ σπάνιο να λείψει ο Κώστας από τη δουλειά.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Ήταν σπάνια η περίπτωση της απουσίας του. Την οικογένειά του την έχετε γνωρίσει;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Τη γνώρισα τώρα, δεν την ήξερα.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δεν ξέρατε ότι τότε ήταν παντρεμένος και είχε παιδιά;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Βεβαίως και ήξερα γιατί συζητούσαμε και τα προβλήματα που είχαμε. Τον ήξερα ως καλό οικογενειάρχη, να ασχολείται με τα παιδιά του, στη δουλειά ήταν πολύ φιλότιμος...
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Η σύζυγός του τί δουλειά κάνει;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Δασκάλα νομίζω ότι είναι.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Έχει παιδιά;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Δυο παιδιά.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Ηλικίας;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Οκτώ και δώδεκα ετών.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Όταν πληροφορηθήκατε που ασφαλώς θα το πληροφορηθήκατε ότι συνελήφθη και μάλιστα κατά έναν τρόπο αρκετά εντυπωσιακό.... πού ήταν όταν συνελήφθη;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ήταν στο χωριό του.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Με τί ησχολείτο; Πού πήγαν και τον βρήκαν δηλαδή οι ασυτνομικοί;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Στην παραλία απ’ ότι ξέρω.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Στην παραλία με την οικογένειά του έκανε μπάνιο. Και αφού τον συνέλαβαν τί τον έκαναν;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Να σας πω ακριβώς δεν τα ξέρω.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Πώς ήρθε από κει στο χωριό του; Πού είναι το χωριό του;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Στην Πάργα ήταν.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Από εκεί πώς ήρθε στην Ασφάλεια εδώ;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: ¶κουσα ότι ήρθε με ελικόπτερο.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δηλαδή με το μαγιό που τον συνέλαβαν τον πήγαν στο ελικόπτερο και τον έφεραν στην Ασφάλεια, αυτή ήταν η εικόνα. Μπορείτε να μου πείτε εσείς, τί εντύπωση σας δημιούργησε αυτή η ιστορία;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Δεν το πίστεψα κι ακόμα δε μπορώ να το πιστέψω για τον Κώστα, τον συνάδελφο, τον άνθρωπο που είχα δίπλα μου 13 χρόνια.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Είπατε ότι μαζί σας εργάστηκε περίπου μέχρι το 2000.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Τον Δεκέμβριο του 2000.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Στη συνέχεια τί δουλειά έκανε;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Δούλευε σε ένα κτηματομεσιτικό γραφείο.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Τελικά έχει άδεια μεσίτου ο ίδιος;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Δεν το ξέρω, αλλά νομίζω πως όχι.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Κύριε Πρόεδρε υπάρχει ένα αίτημα και θα παρακαλέσω το Δικαστήριό σας, κατά την έκθεση κατασχέσεως που έγινε στην κατοικία Καρατσώλη, υπάρχουν μεταξύ των άλλων κατεσχημένων πραγμάτων, τα ημερολόγιό του του έτους 2002, του έτους 2001, από τότε δηλαδή που απεχώρησε από το τυπογραφείο και ησχολείτο με κτηματομεσιτικές εργασίες.
Υπάρχει ένα ημερολόγιο το οποίο βρέθηκε στην κατοικία του, κατεσχέθη, αναφέρεται στην έκθεση κατασχέσεως...
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το θέλουμε εδώ;
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Το θέλουμε υποχρεωτικώς διότι κατά τις ημέρες και τις ώρες που του αποδίδονται οι κατηγορίες διά του συγκεκριμένου βουλεύματος, αποδεικνύεται από αδιάψευστη μαρτυρία πού βρισκόταν τη συγκεκριμένη ημέρα και ώρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελεύ μπορούμε να το φέρουμε. Να έρθουν λοιπόν αυτά τα ημερολόγια.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αύριο κιόλας.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Η παράκλησή μου είναι με μία λέξη και με μία φράση: Υπάρχει δυνατότης να είναι αληθείς οι εναντίον του κατηγορίες για όσο διάστημα τουλάχιστον ο Καρατσώλης εργαζόταν στο τυπογραφείο μαζί σας;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Όχι.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Το αποκλείεται κατηγορηματικώς δηλαδή.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Το αποκλείω.
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρία μάρτυρα πείτε μου σας παρακαλώ αυτά τα φύλλα του πλαστικοποιημένου αλουμινίου καταναλώνονταν;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ναι.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ημερησίως πόσα φύλλα μπορούσε να καταναλώσει η επιχείρηση κατά μέσον όρο τα τελευταία χρόνια; Δηλαδή πριν φύγει ο κ. Καρατσώλης ας πάρουμε σαν ορόσημο και προς τα πίσω.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Το συνηθισμένο ήταν από 30 μέχρι 40-45.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: 45 φύλλα την ημέρα.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ναι. Όταν δεν είχε πολλή δουλειά.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Όταν είχε δουλειά; Περισσότερα;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Περνούσαμε τους 50, φθάναμε και 80.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτά είναι φθηνά, ακριβά στο εμπόριο;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Είχα ακούσει τότε από τον εργοδότη μου αν καμιά φορά μου χάλαγε κανένας τσίγκος και τον πετάγαμε, μου έλεγε «στοιχίζουν, κάνουν 2.500 χωρίς ΦΠΑ›.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αν έλειπε ένας, δύο, τρεις, πέντε θα γινόταν θέμα; Είτε διότι χάλασε, τη μια φορά μου είπατε 30, την άλλη 40, την άλλη 80, υπήρχε κάποια καταμέτρηση θέλω να πω;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ναι, υπήρχε.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ζήσατε 13 χρόνια περίπου με τον άνθρωπο αυτόν στο χώρο της δουλειάς. Να υποθέσω ότι δεν ξέρετε καθόλου το κοινωνικό του περιβάλλον, με ποιους έκανε παρέα;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Όχι. Μόνο εργασιακά και όποτε συζητούσαμε τα προβλήματα....
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Είναι αναμφισβήτητο ότι σε ένα από τα κρησφύγετα της Οργάνωσης βρέθηκαν κάποιοι τσίγκοι με τα αποτυπώματα του κ. Καρατσώλη, αυτό τουλάχιστον φαίνεται. Είναι κάποιοι τσίγκοι μαζεμένοι, μάλιστα οι δύο ολόκληροι και ο ένας κομμένος, σε έναν απ’ αυτούς υπάρχουν αποτυπώματα. Πιστεύετε ή υποστηρίζετε κάτι τέτοιοι, ότι είναι απ’ αυτούς που εκλάπησαν τότε που έγινε η καταγγελία από την επιχείρηση; Δηλαδή από την παρτίδα των 500 κλεμμένων τσίγκων προέρχονται αυτοί οι τρεις;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Αυτό δεν μπορώ να το ξέρω.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πώς είναι η συσκευασία αυτού του υλικού;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Είναι σε πακέτα.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πόσα φύλλα το κάθε ένα;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Υπάρχουν και με 30 φύλλα και με 40 φύλλα.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Η συσκευασία αυτή σε τί συνίσταται;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Είναι μέσα σε χαρτόνι, ανάλογα με τις διαστάσεις των τσίγκων.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Να υποθέσω ότι σε μια ολόκληρη συσκευασία όταν χειρίζεται κανείς δεν μπορεί να αφήσει αποτυπώματα πάνω σε συγκεκριμένο τσίγκο.
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Ναι, όπως τον βγάζεις, γιατί τον πιάνεις να τον βγάλεις τον τσίγκο...
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Μήπως θυμάστε αν οι 500 αυτοί που εκλάπησαν ήταν χύμα ή συσκευασμένοι; Δηλαδή όπως ήταν τα πακέτα τα πήραν;
Μ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Πρέπει να ήταν κλειστοί. Στο κουτί το δικό μου όμως επάνω που δούλευα υπήρχαν και ανοιχτοί.