Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Είπατε πριν από λίγο ότι ο αρχηγός μιας τρομοκρατικής Οργάνωσης δεν χρησιμοποιεί δυο ονόματα. Αυτό δεν είπατε;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Όχι, ένας που χρησιμοποιεί δύο ονόματα, δε θα μπορούσε να συμμετέχει σε μια τέτοια Οργάνωση.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Γιατί τα χρησιμοποιούσε τα δυο ονόματα ο κ. Γιωτόπουλος; Πώς εξηγείται;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Μα εσείς είπατε ότι συμμετείχε, εγώ δεν είπα ότι συμμετείχε στη 17Ν.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Όταν ένα άτομο χρησιμοποιεί δυο ονόματα, είπα πριν από λίγο ότι στο στρατοδικείο που δικάστηκε ερήμην ο κ. Γιωτόπουλος, δικάστηκε ως «Γιατρόπουλος› ή «Ιατρόπουλος›, δεν ξέρω πώς αυτό το όνομα ειπώθηκε εκεί....
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν ήταν δικό μου αυτό.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Τα δύο ονόματα τα χρησιμοποιοήσατε, «Οικονόμου› και «Γιωτόπουλος›.
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, «Γιωτόπουλος› μόνο.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Το «Γιατρόπουλος› ή «Ιατρόπουλος›;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Το «Γιατρόπουλος› το έβγαλαν αυτοί.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Πώς το έβγαλαν αυτοί;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν ξέρω.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Τα δύο ονόματα όμως τα χρησιμοποιούσε, το κατέθεσε και η γυναίκα του.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Σας είπα προηγουμένως ότι ένας άνθρωπος μπορεί να έχει δύο, τρία, πέντε ονόματα, όσα θέλει, όμως ένας άνθρωπος με τέτοια ρευστότητα ονομάτων όπου τα περισσότερα δεν είναι πραγματικά, δεν μπορεί ποτέ να συμμετέχει σε μια τέτοια Οργάνωση, πολύ δε περισσότερο να είναι αρχηγός. Στα χρόνια της παρανομίας, εγώ απ’ ότι θυμάμαι και αυτοί ήταν κανόνες δι-ιστορικοί αν θέλετε, είχες ένα όνομα, Γιάννης, Κώστας, Μανόλης, μέσα στο χώρο, στον πυρήνα σου που συμμετείχες –σε συνθήκες παρανομίας μιλώ- και από κει και πέρα είχες το πραγματικό σου όνομα το οποίο έλαμπε, ήταν η πραγματική σου ταυτότητα, ήσουν άψογος ως πολίτης.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Το καταλαβαίνω, ότι στην παρανομία δικαιούται κάποιος να έχει δύο ονόματα. Μιλάμε τώρα για μια δημοκρατική περίοδο, μιλάμε για ένα φιλελεύθερο καθεστώς, μιλάμε για την περίοδο της μεταπολίτευσης. Πώς δικαιολογούνται αυτά τα δύο ονόματα; Δηλαδή τα χρησιμοποιούσε για να μην πληρώσει Εφορία; Για ποιο λόγο; Πείτε τη γνώμη σας.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Νομίζω ότι θα σας ξαναπώ τα ίδια πράγματα, να μην τα πω πάλι, από κει και πέρα θα απαντήσει ο ίδιος.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Είπατε ότι δεν γνωρίζετε προσωπικά τον κ. Γιωτόπουλο. Για τη δράση του, ότι μετείχε στο Κίνημα της 24ης Μάη, ότι μετείχε στη ΛΕΑ κτλ., ξέρατε;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Τα έμαθα εκ των υστέρων, μετά τη σύλληψή του. Και σήμερα ακόμα μαθαίνω. Μάλιστα να σας πω, απ’ αυτά που διαβάζω, πρέπει να έχουμε βρεθεί πολλές φορές πολύ κοντά, γιατί εγώ κάποια χρόνια ζούσα στη Ρώμη κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και είχα ανάλογες δραστηριότητες και κάποια στιγμή πέρασα στην Ελλάδα με ανάλογες δραστηριότητες και πολλά περιστατικά από τη ζωή του κ. Γιωτόπουλου μου θυμίζουν περιστατικά που ήταν δίπλα μου. Δηλαδή δεν αποκλείεται να έχουμε κάπου συναντηθεί.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Πώς εσείς εξηγείτε, ένα άτομο τόσο δραστήριο, τόσο πολιτικοποιημένο, να εξαφανίζεται σε μια κάποια στιγμή;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Εσείς πώς εξηγείτε ότι εγώ σταματώ την πολιτική μου δραστηριότητα και αποφασίζω να είμαι σκηνοθέτης, συγγραφέας, φωτογράφος και ό,τι άλλο είμαι, γιατί είμαι πολλά πράγματα;
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Ναι, αλλά ταυτόχρονα ασχολείστε και με την πολιτική.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Με έναν τρόπο πλατωνικό ασχολούμαι με την πολιτική, σχολιάζω.
Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Είπατε πριν λίγο, όταν είπατε ότι είστε λίγοι, αλλά κατά βάθος πολλοί, γιατί τα μηνύματα γίνονται δεκτά, έτσι δεν είπατε; ¶ρα για να ξέρετε ότι γίνονται από το λαό τα μηνύματά σας δεκτά, ασχολείστε με την πολιτική. Πώς έκοψε ο κ. Γιωτόπουλος να ασχολείται με την πολιτική μετά το 1974;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Νομίζω ότι αν ήμουν μόνος με τον κ. Γιωτόπουλο θα τον ρωτούσα. Δεν ξέρω.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Γι αυτό το ζήτημα με τα δυο επίθετα που χρησιμοποιούσε ο κ. Γιωτόπουλος θα ήθελα να επιμείνω. Κατά τη γνώμη σας και με όση εμπειρία έχετε από παράνομη δράση, η χρήση στις κοινωνικές σχέσεις ψεύτικου ονόματος, προστατεύει ενδεχομένως μια παράνομη δραστηριότητα ή την αφήνει έκθετη;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Αντίθετα.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Η βασική αρχή του παράνομου δεν πρέπει να είναι, να είναι καθαρός στην προς τα έξω ζωή του;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Εάν εγώ συμμετέχω σε μια παράνομη Οργάνωση αυτή τη στιγμή, θα ήταν μέγα λάθος να χρησιμοποιήσω άλλο όνομα από το Κώστας Ζηρίνης μέσα στην κοινωνία. Μέγα λάθος. Η οποιαδήποτε ολιγωρία μου σε ό,τι αφορά τη σχέση μου με το Δημόσιο θα ήταν λάθος.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Και αν το ενισχύατε αυτό ακόμα και με μία πλαστή ταυτότητα και με ένα ψεύτικο δίπλωμα που μπορεί να κάθε τροχονόμος σε τελευταία ανάλυση......
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Ένας λόγος παραπάνω, εάν ανήκε ο κ. Γιωτόπουλος σε αυτή την Οργάνωση και ήξεραν αυτές του τις τσαπατσουλιές, σε ό,τι αφορά την πολιτική δραστηριότητα τσαπατσουλιές, είναι πολύ λαϊκή η έκφραση, «θα του έκοβαν τον κώλο›. Δεν επιδέχεται μια τέτοια συμπεριφορά έξω από την πολιτική δραστηριότητα.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: ¶ρα πρέπει να ψάξουμε αλλού το γιατί χρησιμοποιούσε το όνομα και όχι στην ένταξη στη 17Ν.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Εγώ σας είπα, προσωπικά θα τον ρωτούσα, έχω την περιέργεια γιατί τα είχε, αλλά ξέρετε, θα υπάρχουν χιλιάδες απαντήσεις λογικές πάνω σ’ αυτό.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Για ένα δεύτερο ζήτημα που τέθηκε: Γιατί κάποιους άγνωστους να κατηγορήσουν για μέλη της 17Ν και όχι τους συνήθεις ύποπτους;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Οι γνωστοί εξαντλήθηκαν.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Εδώ, από τους ιδιαίτερα συνήθεις ύποπτους, υπάρχει μόνο ο Σερίφης. Η κοινωνία είναι πλέον πιο ευαίσθητη στους συνήθεις ύποπτους ή μπορεί να πεισθεί πιο εύκολα για κάποιον άγνωστο, ότι τώρα πια σοβάρεψαν τα πράγματα και φέρνουμε τους γνήσιους.....
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Εγώ πιστεύω σε ό,τι αφορά την υπόθεση Σερίφη, εδώ η Ασφάλεια ή οι διωκτικές αρχές έχουν κάνει μια πολύ μεγάλη γκάφα. Ο Σερίφης στη συνείδηση της κοινωνίας είναι αυτό που είναι, ένας αδαμάντινος αγωνιστής στο φως της μέρας και πιστεύω ότι η παρουσία του εδώ είναι πράξη επιδεικτική.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Δηλαδή οι συνήθεις ύποπτοι δεν είναι η καλύτερη τακτική.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Είναι η χειρότερη.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Η χειρότερη τακτική, γιατί προκαλεί λαϊκές αντιδράσεις, είναι προφανές αυτό. Εσείς δικαστήκατε σαν αρχηγός μιας Οργάνωσης. Η ηθική αυτουργία για σας τι ήταν; Ότι τους υποκινούσατε τους άλλους να κάνουν τι ενέργειες; Δηλαδή τι ρόλο σας απέδωσαν; Τι μοντέλο είχαν στο μυαλό τους; Αυτό έχει σημασία.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Ότι είσαι ο αρχηγός, είσαι ο μεγαλύτερος, έχεις κύρος, έχει πέραση.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Κριτήρια για σας ότι ήσασταν ο μεγαλύτερος από τους άλλους ηλικιακά;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Ναι. Ίσως ο πιο διαβασμένος, ο πιο καταρτισμένος.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Η μόρφωση λοιπόν ήταν ένα δεύτερο κριτήριο.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Βέβαια.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Είχατε πάρει μέρος στην αντίσταση κατά της Χούντας εσείς λόγω της διαφοράς ηλικίας σε σχέση με τους υπόλοιπους;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Βεβαίως. Ήταν ένα στοιχείο.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Είχατε ζήσει και στο εξωτερικό;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Βεβαίως με αντιστασιακή δραστηριότητα.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Βλέπετε καμιά ομοιότητα στο μοντέλο της κατηγορίας που χρησιμοποιείται για τον κ. Γιωτόπουλο εδώ;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Υπάρχουν ομοιότητες υπάρχουν και διαφορές. Είναι όμως ολόκληρος κατάλογος ομοιοτήτων και διαφορών που είναι δύσκολο να σας απαντήσω.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Σαν στοιχεία για σας τι υπήρχαν; Δηλαδή, σας απαγγέλλεται μια κατηγορία το ’79 – ’80 υπήρχαν στοιχεία ή δεν υπήρχαν καθόλου, π.χ. έγγραφα, χειρόγραφα, προκηρύξεις, για να δούμε.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Τα μόνα στοιχεία που υπήρχαν, ήταν κάτι ενθύμια από τα χρόνια της Χούντας που κακώς είχα φυλάξει στο σπίτι μου που θα μπορούσαν να είναι ενοχοποιητικά, μια – δυο σφαίρες, ένα – δυο εργαλεία που είχα φτιάξω εγώ για να πλαστογραφήσω σε περίπτωση ανάγκης, πολύ ερασιτεχνικά πράγματα. Αυτά δεν τα βρήκαν. Έπιασαν γράμματα από επιστολές, από αναλύσεις, από δημοσιευμένα από αδημοσίευτα έγγραφα προσωπικά, ερωτικά ό,τι θέλετε και προσπαθούσαν να κάνουν συνδυασμούς. Αυτό ήταν το ένα σκέλος.
Το άλλο σκέλος είναι ότι είχαν στα χέρια τους μια σειρά ανθρώπους (οι συγκατηγορούμενοί μου εννοώ) οι οποίοι δεν ήταν προετοιμασμένοι για ένα τέτοιο ενδεχόμενο και οι μισοί από αυτούς ήταν παιδιά τρομοκρατημένα, όπως κι εγώ ήμουν τρομοκρατημένος. Να το κρύψω;
Ήταν ο τρόπος που τους ρωτούσαν και ο τρόπος που τους αποσπούσαν «Ναι, ο Ζυρίνης›. Δεν ομολογούσαν, απλώς σε μια πλάγια ερώτηση έδιναν μια απάντηση την οποία την «φορούσαν›. Αυτή ήταν η κατασκευή. Η κατασκευή ήταν φραστική.
Να σας πω ένα παράδειγμα. Εμένα όταν μου έπαιρναν κατάθεση μέσα στην Ασφάλεια του καημένου γραφιά του είχα βγάλει την ψυχή. Του έλεγα «Δεν υπογράψω αν δεν το ξαναδιαβάσω όλο από την αρχή λέξη – λέξη. Δεν το υπογράφω›. Ήταν αναγκασμένος να το ξαναδιαβάσει όλο και του έλεγα «Εδώ είναι λάθος διόρθωσέ το›. Ήταν ένας τρόπος να αμύνομαι ώστε την άλλη μέρα να είναι κουρασμένοι να μην με ρωτάνε πολλά πράγματα. Αυτό σκέφτηκα να κάνω.
Αλλά εμείς ήμασταν τελείως απροετοίμαστοι, δεν είχαμε σχέση με τέτοιες δραστηριότητες. Επομένως δεν είχαν να βρουν χειροπιαστά στοιχεία, όπλα ή κάτι τέτοιο, ενώ το επεδίωκαν, ενώ πίστευαν ότι θα βρουν. Δεν βρήκαν τίποτα. Αφού είχε γίνει τόσος θόρυβος δεν ήθελαν ενδεχομένως να μας αμολήσουν να φύγουμε. Προσπάθησαν και έστησαν μια κατηγορία πάνω σε σαθρά στοιχεία και παρ’ όλα αυτά έφαγαν πολλά χρόνια φυλακή οι περισσότεροι.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: ¶ντλησαν στοιχεία από καταθέσεις συγκατηγορουμένων σας για τη δική σας υπόθεση ατομικά; Δηλαδή η κατηγορία εναντίον σας σαν αρχηγού βασίστηκε και στις καταθέσεις των κατηγορουμένων σας;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Όχι.
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Σε αυτοτελή στοιχεία. Δεν έχω άλλη ερώτηση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Παπαδάκης έχει τον λόγο.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κύριε μάρτυρα, έχω διαβάσει και την απόφασή σας, μάλιστα λέει εδώ ότι θέσατε σε κίνδυνο το κρατούν δημοκρατικό πολίτευμα τότε. Μεγάλη η χάρη σας! Επειδή είχατε μια άποψη για τη 17Ν ότι ήταν Αριστερή όπως είπατε και τώρα.
Εγώ θέλω να ρωτήσω το εξής: σε ό,τι αφορά την εμπειρία σας από τη σύλληψη και τις συνθήκες της αστυνομικής προανάκρισης, η οποία έγινε σε εσάς έχετε να πείτε κάποια πράγματα προς το Δικαστήριο. Διότι όπως πιθανώς να γνωρίζετε υπερασπίζομαι έναν κατηγορούμενο ο οποίος έχει καταγγείλει κάποιες συνθήκες προανάκρισης, αυτές που έχει καταγγείλει τέλος πάντων, θέλω να μου πείτε τη δική σας εμπειρία από τη σύλληψή σας και την κράτησή σας στην Ασφάλεια τότε.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Μια τακτική ήταν ο καλός και ο κακός.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Πέστε μας τι είδους τακτική είναι αυτή.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Ένας καλός αστυνομικός κι ένας κακός αστυνομικός. Προσπαθούσαν να με περάσουν από το κρύο στη ζέστη.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Τι έκανε ο καλός και τι έκανε ο κακός;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Ο κακός μου φόρτωνε άγριες κατηγορίες, ο άλλος έλεγε «Μην μασάς, αλλά εκείνα τα έχεις πει›. Γινόταν αυτό το παιχνίδι. Αυτό όμως σε εμένα ενδεχομένως δεν έπιανε, γιατί δεν ήμουν πολύ μικρό παιδί, έπιανε σ’ ένα βαθμό ίσως σε άλλους συγκατηγορούμενούς μου, όπου ενώ δεν είπαν πράγματα γιατί δεν είχαν πράγματα να πουν, ή γιατί ενδεχομένως θα μπορούσαν να μην πουν, θα άντεχαν ψυχικά, έγινε κατά κόρον.
Δηλαδή το παιχνίδι του καλού και του κακού, το παιχνίδι του «Ενίσχυσε αυτό το πράγμα εναντίον του Ζηρίνη και απαλλάσσεσαι› αυτό έγινε κατά κόρον. Αυτά σε συνθήκες Ασφάλειας όπου ζούσαμε σ’ ένα κελί χωρίς καμία επικοινωνία μεταξύ μας, χωρίς να ξέρουμε τίποτα, χωρίς επαφή με δικηγόρο, χωρίς να ξέρουμε τι μας βαρύνει.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Έχουμε αρκετές ομοιότητες εδώ. Στο ρόλο του κακού θέλετε να μας πείτε λίγο πιο αναλυτικά; Δηλαδή με ποιο τρόπο ο κακός επεδίωξε να σας σύρει σε κάποια ομολογία πράξεων που δεν κάνατε;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Πρώτα – πρώτα ήταν η απειλή ότι δεν θα ξαναδώ το φως της μέρας.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: ¶λλο;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Δεύτερον, μου έδιναν να καταλάβω ότι υπάρχουν πολύ πιο σκληρά αντράκια από αυτούς και αν νομίζω ότι τους παίζω στα δάχτυλα μέσα στην Ασφάλεια εκεί που τα πράγματα είναι πολιτισμένα, υπάρχουν κι άλλοι τρόποι.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Δηλαδή τι θα μπορούσε να είναι;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Τρομοκρατία ήταν.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Οι άλλοι τρόποι τι ήταν;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Θα με τσάκισαν, θα με εξαφάνιζαν για να το πω αλλιώς.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: ¶λλο μέσο πίεσης;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Δεν μπορώ να θυμηθώ.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Για τον καλό μπορείτε να θυμηθείτε κάτι;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Λίγο πολύ ήταν: «Έλα μωρέ πες αυτό το πράγμα να ξεμπερδεύεις για να μην σου φορτωθούν τα άλλα›. Μου παρουσίασαν κι ένα σχεδιάγραμμα της Αμερικάνικης Πρεσβείας χειροποίητο ότι ήταν δικό μου και μου έλεγε «Και τι έγινε; Περπάτησες εκεί και το έκανες. Πες ένα ναι και καθάρισες. Έκανες τίποτα; Δεν έβαλες βόμβα. Σχεδιάγραμμα έκανες›, αλλά βεβαίως ήταν παγίδα.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Από ό,τι είδα δεν επιβεβαιώθηκε και γραφολογικά το σχεδιάγραμμα αυτό στην απόφαση τότε τη δική σας, δεν μνημονεύει για γραφολογική έκθεση.
Το ερώτημα το οποίο είμαι σίγουρος ότι πλανάται και στο μυαλό του κ. Προέδρου και όλων είναι το εξής: Καλά, γιατί δεν ομολογήσατε εσείς, αφού σας έκαναν τόσα πολλά. Κάποιοι άλλοι λένε εδώ ότι τους έκαναν αυτό, εκείνο, εκείνο και ομολόγησαν. Εσείς γιατί δεν ομολογήσατε;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Θα πω ότι δεν είμαστε παλικάρια για να μην ομολογήσουμε, αλλά δεν είχαμε να ομολογήσουμε κάτι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είχαμε τίποτα να πούμε, όχι ότι είμαστε παλικαράδες.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Τι να πούμε; Ότι σκοτώσαμε τον Μπάμπαλη;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ομολογήσατε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι. «Αφού δεν είχαμε κάνει τίποτα› λέει.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Γιατί να ομολογήσω;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ναι γιατί.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Εγώ σας ρωτώ: γιατί να ομολογήσω;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είχε κάνει τίποτα, λέει ο άνθρωπος, για να ομολογήσει;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε αυτόν ρωτάω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας απάντησε κ. Εισαγγελεύς!
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Με ρωτάτε να ομολογήσω για κάτι που δεν έκανα;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Να όμως που αυτοί ομολόγησαν όμως.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Δεν πάει να πει ότι το έκαναν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο καθένας έχει διαφορετική ψυχολογία, άλλα όρια αντοχής κλπ. Ενδέχεται να μας το πουν κι αυτό.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Εσείς δεν ομολογήσατε και για τον λόγο που είπατε.
Το ερώτημά μου είναι το εξής: επειδή κάτι ξεκινήσατε να λέτε πριν, υπό τις συνθήκες αυτές τις ανακριτικής συμπεριφοράς του καλού του κακού κλπ., θα μπορούσαν κάποιοι κατηγορούμενοι να ομολογήσουν πράγματα τα οποία δεν τα είχαν κάνει υποκύπτοντας στις πιέσεις αυτές;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Ναι.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Μιλάτε κατηγορηματικά και για την περίπτωση των συγκατηγορούμενων;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Θα μπορούσαν ναι. Αλλά μόνο που αυτά που θα ομολογούσαν, θα έπρεπε να ιδωθούν και με άλλο τρόπο, πράγμα πολύ δύσκολο.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Καμία αντίρρηση.
Πέστε μου κάτι από τη μετέπειτα εμπειρία σας. Αυτού του είδους οι ανακριτικές πρακτικές που χρησιμοποιεί η Αστυνομία ανήκουν σε αυτό το απώτατο παρελθόν της επαράτου Δεξιάς;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Όχι.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Ή κατά τη γνώμη σας διατηρούνται, υπήρξαν και στη συνέχεια;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Τώρα έχουν περάσει άλλα σχολεία από την Ασφάλεια αμερικάνικα και αγγλικά. Είναι κι εδώ οι ίδιοι πράκτορες που τα καθοδηγούν και είναι άλλου είδους διαδικασίες.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Εάν κατά συνέπεια σας άκουσα προηγούμενα πριν σας ρωτήσω εγώ να λέτε ότι κατά τη γνώμη σας υπάρχει η δυνατότητα και η πρακτική να στήνονται σκευωρίες από τους μηχανισμούς της Ασφάλειας και σήμερα.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Όχι πάντα επιτυχείς.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Καμία αντίρρηση αυτό θα κριθεί άλλωστε στο χειροκρότημα που λέει και το τραγούδι.
Εγώ λέω άλλο: εάν υπάρχει η δυνατότητα για εξ υπ’ αρχής κατασκευής σκευωρίας η δυνατότητα για διόγκωση κατηγοριών που υφίστανται ή για επαύξησή τους υπάρχει ή δεν υπάρχει;
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Αυτό είναι ακόμη πιο εύκολο.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Καμία άλλη ερώτηση ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Μαρκής έχει τον λόγο.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ξέρετε, σημειώνω κάποια στοιχεία όταν λέτε. Είπατε ότι είχατε ζήσει την ίδια περιπέτεια όταν ακούσατε ότι συνελήφθη ο κ. Γιωτόπουλος?
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Περίπου. Όχι τόσο σκληρή.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αρχίζοντας να εκθέτετε την προσωπική σας περιπέτεια έχω σημειώσει ότι είπατε επί λέξει τα εξής: «Χωρίς βασανιστήρια, χωρίς βία, αλλά με την τακτική των κατάλληλων ερωτήσεων απέσπασαν απαντήσεις που ήθελαν και έστησαν την υπόθεση›.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Ασκώντας ψυχολογική βία. Τι εννοώ; Εννοώ ότι «Αν δεν πεις αυτό, έχασες›.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Εσείς όπως μας εξηγήσατε δεν είχατε τίποτα να αποκαλύψετε και είπατε «Πείτε ό,τι θέλετε!›.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Μα δεν ήμουν μόνο εγώ, όλοι οι συγκατηγορούμενοί μου λίγο πολύ το ίδιο.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τι να πω αφού δεν ξέρω, δηλαδή.
Κ. ΖΗΡΙΝΗΣ: Όχι «τι να πω αφού δεν ξέρω›. Είχα να πω αυτά που έκανα που ήταν νόμιμα. Που είχαμε γραφεία?
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει κ. μάρτυς. Να πάτε στο καλό.
Να προσέλθει ο κ. Αγγελόπουλος Ευγένιος. Είστε ο κ. Αγγελόπουλος Ευγένιος του Γρηγορίου, γεννηθήκατε στην Αθήνα, κατοικείτε στο Νέο Ψυχικό και είστε Καθηγητής στο ΕΜΠ.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλετε να ορκιστείτε, να διαβεβαιώσετε στη συνείδησή σας;
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Ορκίζομαι στη συνείδηση και στην τιμή μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διαβεβαιώνετε ότι θα πείτε την αλήθεια.
Εδώ σας έφεραν μάρτυρα για τον κ. Γιωτόπουλο. Θέλω να μου πείτε πότε τον γνωρίσατε, πως τον γνωρίσατε, τι σχέσεις είχατε μαζί του και τι άποψη έχετε γι ‘αυτές τις κατηγορίες που του αποδίδονται και που τεκμηριώνετε αυτή σας την άποψη.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Κατ’ αρχήν όπως ενδεχομένως γνωρίζετε επειδή έχω δημοσίως αναφερθεί στην υπόθεση και ενυπογράφως θα ήθελα να δώσω στο Δικαστήριό σας τρία κείμενα τα οποία έχουν ήδη δημοσιευτεί στον Τύπο. Νομίζω ότι αυτό γίνεται μέσω των συνηγόρων εσείς θα μου πείτε?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα τα καταθέσουν οι συνήγοροι. Εσείς πέστε αυτά τα οποία έχετε να μας πείτε και φυσικά θα αναφερθείτε και στα κείμενα.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Την ξέρετε την κατηγορία;
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως. Επειδή ως επιστήμων έχω συνηθίσει να δουλεύω με γραπτά κείμενα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εδώ όμως είστε μάρτυς.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως θα τα πω με δικά μου λόγια κ. Πρόεδρε. Μην ανησυχείτε καθόλου γι’ αυτό.
Να σας πω εκτός διαδικασίας κ. Πρόεδρε, επειδή είμαι Καθηγητής Μαθηματικών, εγώ αρχίζω το μάθημα κάθε χρονιά λέγοντας στους φοιτητές μου ότι «Ένα θεώρημα το γνωρίζει κανένας, όταν μπορεί να το πει με δικά του λόγια› κι εγώ έτσι μου το έχουν πει δεν το έχω βγάλει από το κεφάλι μου, αλλά οι φοιτητές μου λένε «Πως είναι δυνατόν; Τι μας λέει αυτός ο άνθρωπος όταν αν το πεις με δικά σου λόγια, χάνεις βαθμό στις εξετάσεις;›.
Εδώ θα καταθέσω με τρεις ιδιότητες: την ιδιότητα του γνωστού του κ. Γιωτόπουλου, την ιδιότητα του μαθηματικού, ο οποίος ασχολείται με τις αποδείξεις με τις έννοιες κλπ., και την ιδιότητα βέβαια του Έλληνα πολίτη ο οποίος ταράχθηκε από τα γεγονότα από πέρσι το καλοκαίρι και μετά.
Επειδή είναι πολλά αυτά θα μου επιτρέψετε, τα τρία αυτά κείμενα είναι «Ο φάκελος 17Ν› των Παπαχελά – Τέλογου. Είναι ένα βιβλίο το οποίο κυκλοφόρησε κι έχει αναφερθεί εδώ. Είναι μια βιβλιοκρισία δική μου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ› και αφορά την περιγραφή των γεγονότων του 1ου κεφαλαίου που αφορούν τον κ. Γιωτόπουλο και τη δραστηριότητά του στο Παρίσι εκείνη της εποχής, στα οποία και θα αναφερθώ από μόνος μου.
Το δεύτερο κείμενο τιτλοφορείται «Γιατί πάω μάρτυρας στη δίκη της 17Ν› έχει δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ› στις 13 Απριλίου. Επ’ αυτού θα πω αρκετά προφορικά, αλλά έχουν κατατεθεί και γραπτά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα τα διαβάσουμε.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Το τρίτο κείμενο αφορά διαδικασίες οι οποίες έγιναν μέσα στο Δικαστήριο και έχει ένα τίτλο ολίγον χιουμοριστικό «Πόσο τοις εκατό μοιάζουν δύο πατάτες μεταξύ τους;› ή «Περί της αντιεπιστημονικής χρήσης επιστημονικό όρο στη δίκη της 17Ν› και σας τα καταθέτω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει με την παρουσία του κ. συνηγόρου.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Γυρίσουμε τώρα αρκετά χρόνια και πηγαίνουμε στο 1964 – ‘65 όπου θα μου επιτρέψετε να μιλώ με σχολικές χρονιές γιατί ακόμη σε τάξη βρίσκομαι. Ήμουν ήδη στο Παρίσι επί 3 – 4 χρόνια όταν γνώρισα τον κ. Γιωτόπουλο. Μέχρι τότε δεν είχα καθόλου επαφή με Έλληνες. Το ’64 – ’65 πρωτοπήγα στον Ελληνικό Φοιτητικό Σύλλογο και εκεί γνώρισα τον κ. Γιωτόπουλο μαζί με πολλούς άλλους βέβαια και κάναμε παρέα γιατί από το ’65 – ’66 και μετά εγώ μετακόμισα στην Πανεπιστημιούπολη, μέχρι τότε φοιτούσα εσωτερικός πρώτα σε κάποιο Λύκειο προπαρασκευαστικό και μετά στην Polytechnic του Παρισιού.
Το ’65 πηγαίνω στην Πανεπιστημιούπολη όπου διέμενε τότε και ο κ. Γιωτόπουλος και για 2 χρόνια –οι μνήμες μου βέβαια για μια τέτοια περίοδο είναι ξεθωριασμένες- αλλά η εντύπωσή μου είναι ότι μέχρι το ’64 – ’65 και το ’65 – ’66 έμενε στην Πανεπιστημιούπολη, το ’66 – ’67 δεν θυμάμαι αν έμενε στην Πανεπιστημιούπολη, νομίζω ότι είχε αποχωρήσει, αλλά ο ίδιος φαντάζομαι θα σας βεβαιώσει για το που έμενε. Επομένως στα τρία χρόνια από φθινόπωρο του ’65 μέχρι το φθινόπωρο του ’68 ήμουν κάτοικος της Πανεπιστημιούπολης, 3 χρόνια δικαιούται κανένας.
Με το που γνώρισα τον κ. Γιωτόπουλο και τους Έλληνες του Παρισιού γενικώς, συνέβη κάποιο γεγονός. Το γεγονός αυτό ήταν τα Ιουλιανά, όπως όλοι γνωρίζουμε, τα οποία όταν ξέσπασαν ήμασταν ακόμη στη Γαλλία, κάναμε κι εκεί συγκεντρώσεις μέσα στα πλαίσια του Συλλόγου διαμαρτυρίας, υπεράσπισης δημοκρατίας κλπ. και μετά κατέβηκα για διακοπές όπως συνήθως στην Ελλάδα, όπου συμμετείχα κι εγώ όπως και πολλοί άλλοι στις διαδηλώσεις. Αυτό το γεγονός το αναφέρω γιατί μας μάρκαρε.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Στα Ιουλιανά ήσασταν στην Ελλάδα δηλαδή;
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Τα Ιουλιανά συνέβησαν το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι κατεβήκαμε στην Ελλάδα, εγώ θυμάμαι ότι κατέβηκα λίγες μέρες μετά το φόνο του Σωτήρη Πέτρουλα και επίσης ο κ. Γιωτόπουλος ήρθε εδώ. Ο κ. Γιωτόπουλος ξαναήρθε στην Ελλάδα αποσταλείς ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Συλλόγου στο Συνέδριο της ΕΦΕΕ το 1966. Τη χρονιά ’66 – ’67 ο κ. Γιωτόπουλος ήταν Γραμματέας του Φοιτητικού Συλλόγου. Τα Ιουλιανά ήταν κάτι το οποίο για μας ήταν μια κολυμβήθρα εισόδου στην ενηλικίωση και στην πολιτική ζωή. Τέθηκε το ερώτημα το οποίο κάποιος μακαρίτης σημείωσε ότι μας επέστρεφε πριν από τη γαλλική επανάσταση «Ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο ο Βασιλεύς ή ο λαός;› και επισημαίνω ότι είδαμε συνεχώς στην Αθήνα δεκάδες χιλιάδες κατέβαινε στους δρόμους για να διαδηλώσουν και εκατοντάδες χιλιάδες τα Σαββατοκύριακα!
Πέρασε ο καιρός, πέρασαν 2 χρόνια, είχαμε βασικά φιλική παρέα πέρα από το ότι ήμασταν και στο Σύλλογο μαζί. Βλέπαμε ίδια έργα, ήταν ένας άνθρωπος ευχάριστος, συμπαθής, εύθυμος, ωραίος τύπος και μας βρήκε κάποτε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Εκείνη η ημέρα όπως θα έχετε ήδη διαπιστώσει από άλλους μάρτυρες εκείνης της εποχής που ήρθαν και κατάθεσαν, άλλαξε πολλά πράγματα στη ζωή πολλών ανθρώπων.
Παραμερίστηκαν διάφορα και το πρωτεύον έγινε ο αγώνας εναντίον της δικτατορίας. Την ίδια μέρα ο Σύλλογος με κινητοποίηση όλων μας οργάνωσε μια εκδήλωση διαμαρτυρίας σε μια κεντρική αίθουσα του Παρισιού στο Saint Germen, όπου μίλησαν εκπρόσωποι ελληνικών, γαλλικών και ξένων Οργανώσεων, φοιτητικών Συλλόγων, Κομμάτων.
Σας είπαν κι άλλοι μάρτυρες και θα προσπαθήσω να μην επαναλάβω αυτά που είπαν και οι άλλοι μάρτυρες. Παρ’ όλα αυτά τη δική μου την προσωπική εμπειρία οφείλω να την καταθέσω στο Δικαστήριό σας, γιατί είναι κάτι το οποίο κι εμένα και τον κ. Γιωτόπουλο με τον οποίο μαζί συμπορευτήκαμε μας καθόρισε για τη μετέπειτα στάση μας και ζωή μας αυτό καθώς και τα γεγονότα του Μάη του ’68 στα οποία δεν θα αναφερθώ, είναι σε όλους γνωστά.
Τη χρονιά αυτή με τον κ. Γιωτόπουλο η φιλία μας μετατρέπεται σε πολιτική φιλία. Δηλαδή, υποχωρεί το προσωπικό αλλά θα πρέπει να πω ότι το προσωπικό υποχώρησε από τη ζωή πάρα πολλών ανθρώπων. Γνωρίζω άτομα τα οποία έκοψαν τους συναισθηματικούς δεσμούς τους, για να είναι ελεύθεροι και απερίσπαστοι να κατέβουν ενδεχομένως να αγωνιστούν στην Ελλάδα. Έτσι περιμέναμε τότε.
Ας μην ξεχνάμε ότι όταν έγινε το πραξικόπημα στη μεν Ελλάδα σταμάτησε η ελευθερία του λόγου, αλλά στους Έλληνες του εξωτερικού η ελευθερία του λόγου δεν σταμάτησε. Βρισκόμαστε σε μια ατμόσφαιρα που είχαν προηγηθεί φράσεις του τύπου «Δεν θα τολμήσουν να κάνουν πραξικόπημα›. Ο Γεώργιος Παπανδρέου είχε πει «Εάν γίνει πραξικόπημα θα σηκωθούν και οι πέτρες›! Και εμείς ως «πέτρες›λοιπόν σηκωθήκαμε ως κομμάτι του ελληνικού λαού το οποίο μας βρήκε το πραξικόπημα στο εξωτερικό, έπρεπε κι εμείς σαν πέτρες να σηκωθούμε και κάτι να κάνουμε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Ελάτε κ. Αγγελόπουλε και θα σας παρακαλούσα λίγο πιο compact.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Εχετε απόλυτο δίκιο το συνειδητοποιώ κι εγώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διότι να σας πω κάτι; Εκείνα που κρατάμε είναι τα ουσιώδη, ότι «Εμείς αποφασίσαμε να κάνουμε αντίσταση› και φυσικά όπως το έλεγε το Σύνταγμα για όλους τους Έλληνες, δεν το έλεγε μόνο για σας και ότι ανταποκρίθηκαν δυστυχώς λίγοι. Αυτό είναι το νόημα.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν ξέρω πόσοι ανταποκρίθηκαν κ. Πρόεδρε αλλά μια διευκρίνιση επειδή συζητείται για την αντίσταση. Εμείς δεν θεωρούσαμε ότι κάναμε αντίσταση από το Παρίσι. Τη λέξη αντίσταση εγώ τουλάχιστον προσωπικά, την επιφυλάσσω σε αυτούς οι οποίοι βρίσκονταν στην Ελλάδα και διακινδύνευαν με τα λόγια τους ή με τα έργα τους, να βρεθούν εξορία, φυλακή, βασανισμένοι κλπ.
Εμείς από το Παρίσι δεν διακινδυνεύαμε άρα γι’ αυτό χρησιμοποιώ -προσπαθώ πάντα ως μαθηματικός να είμαι ακριβολόγος- τη λέξη αντιδικτατορικός αγώνας, συμμετοχή στον αντιδικτατορικό αγώνα. Εγώ προσωπικά ουδέποτε κατέβηκα παράνομα στην Ελλάδα, επομένως δεν θεωρώ ότι εγώ προσωπικά έκανα αντίσταση. Θεωρώ ότι βοήθησα την αντίσταση, όπως και πολλοί άλλοι φίλοι και συμφοιτητές μου.
Ο κ. Γιωτόπουλος στα πλαίσια αυτών των Οργανώσεων και από τη στιγμή που είχαμε πάρει ως μειοψηφία την απόφαση ότι μόνοι μας θα κάνουμε ό,τι έχουμε να κάνουμε και επειδή η οργανωμένη αντίσταση από την Ελλάδα αργούσε να φανεί, μόνοι θα μας παίρναμε πρωτοβουλίες, θα αποκτούσαμε επαφές. Ο Γιωτόπουλος ήταν ο πρώτος ο οποίος κατέβηκε, αψηφώντας τους κινδύνους όχι με άγνοια των κινδύνων.
Από αυτή την περίοδο όπου οι σχέσεις μου με τον Γιωτόπουλο από φιλικές γίνονται πολιτικές, τα άλλα χαρακτηριστικά του Γιωτόπουλου -ο οποίος όταν ήταν εύθυμος, ήξερε να είναι εύθυμος και όταν είναι σοβαρός ήξερε να είναι σοβαρός- βγαίνουν στην επιφάνεια. Ήταν ένας άνθρωπος τον οποίο θα χαρακτήριζα παλικάρι και όχι ήρωα, διότι ο ήρωας μπορεί να είναι άφρων, να μην αισθάνεται φόβο. Ενώ ένα παλικάρι είναι κάποιος ο οποίος μπορεί να ξεπερνά το φόβο του. Αισθάνεται φόβο και να τον ξεπερνάει, όπως όλοι μας αισθανόμαστε φόβο.
Αν μία λέξη χρειαζόταν μόνο για να χαρακτηρίσει κανένας τον Γιωτόπουλο, θα ήταν η σεμνότητα. Από εκεί και πέρα είχε κι άλλες αρετές, είχε πιστεύω μια πολιτική οξυδέρκεια, διορατικότητα, αλλά δεν ήταν κάτι το οποίο τον χαρακτήριζε ιδιαίτερα, όλοι μας την είχαμε. Είχε μια άλλη ιδιότητα, ότι επειδή ήταν οι καιροί δύσκολοι πολλοί από εμάς -μη εξαιρουμένου του ομιλούντος- θεωρητικοποιούσαν τις αδυναμίες τους και πολλές φορές ανθρώπινο είναι, επικαλούμαστε θεωρητικούς λόγους όταν προσωπικές αδυναμίες μας επιβάλλουν να κάνουμε ή να μην κάνουμε κάτι. Αυτή τη διάσταση μεταξύ του τι επικαλείσαι και τι πραγματικά σκέφτεσαι, ο Γιωτόπουλος ήταν από αυτούς που την έπιανε και ίσως γι’ αυτό και ορισμένοι δεν τον πολυσυμπάθησαν.
Αλλά όταν μίλησα για τη σεμνότητα, είναι επειδή έχω γνωρίσει στη ζωή μου και ως ακαδημαϊκός εννοώ πανεπιστημιακός προφανώς, ανθρώπους οι οποίοι αρέσκονται στο να ακούν τον ήχο της φωνής τους. δεν ήταν ανάμεσα σε αυτούς. Πιο πολύ συγκαταλέγω τον εαυτό μου μέσα σε αυτούς εξ ου και η προηγούμενη φλυαρία μου για την οποία σας ζητώ και συγγνώμη, παρά ο Γιωτόπουλος.
Εν πάση περιπτώσει ουσιαστικά ο Γιωτόπουλος κατεβαίνει και ζει όλο και περισσότερο στην Ελλάδα παράνομα όπου και με την Οργάνωση της οποίας ήταν μέλος τη ΛΕΑ, προβαίνει σε ορισμένες αντιστασιακές πράξεις.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πότε;
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτές οι πράξεις έγιναν από το 1970 μέχρι το 1974.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πολλές πράξεις;
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Καμιά δεκαπενταριά. Μου έδωσαν κι ένα χαρτί το οποίο τις ανέφερε, αλλά βέβαια αρνήθηκα να κοιτάξω αυτό το χαρτί γιατί προσπάθησα να θυμηθώ αυτά που εγώ θυμόμουν. Αυτά που εγώ θυμόμουν ήταν το άγαλμα του Μεταξά στην Κοκκινιά, ήταν σ’ ένα υπουργείο μια βόμβα η οποία έπεσε, ήταν 5 – 6 αμερικανικά αυτοκίνητα της στρατιωτικής αποστολής, από τα οποία ορισμένα μάλιστα της ημέρα της άφιξης του Αντιπροέδρου στο Παρίσι και της ESO PAPAS και φυσικά τη βόμβα στην Αμερικάνικη Πρεσβεία. Δεν ξέρω σε πόσες από αυτές είχε προσωπική συμμετοχή ο κ. Γιωτόπουλος, αυτό που ξέρω είναι ότι στην Αμερικάνικη Πρεσβεία είχε προσωπική συμμετοχή, δεν ξέρω ποια ακριβώς ήταν η συμμετοχή του, ούτε ποιοι άλλοι συμμετείχαν.
Μετά τα γεγονότα του περσινού καλοκαιριού άλλοι συναγωνιστές, άλλος ένας συγκεκριμένα συναγωνιστής -ο οποίος δεν είναι ούτε ο κ. Σκαρπαλέζος, ούτε ο κ. Αναγνωστόπουλος- μου επιβεβαίωσε τη συμμετοχή του Γιωτόπουλου στην βόμβα της Αμερικανικής Πρεσβείας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορείτε να μας πείτε ποιος είναι;
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι κ. Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί;
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Γιατί αυτή η ενέργεια δεν έχει παραγραφεί στην Αμερική.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν μπορώ να σας πω τίποτα. Πάντως σας υπενθυμίζω ότι ο μάρτυς υποχρεούται να λέει την πηγή των πληροφοριών του. Κατανοώ, δεν επιμένω.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι Δικαστές δεν θέλω ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και μάλιστα ατόμων πέρα από εμένα, να φέρω αυτή τη στιγμή στο φως της δημοσιότητας. Σας επισημαίνω το εξής: αν έπεσαν όχι μόνο από τη ΛΕΑ αλλά και από άλλες Οργανώσεις βόμβες την εποχή της δικτατορίας, κανένας ποτέ δεν διεκδίκησε προσωπικά τη συμμετοχή του σε αυτές τις βόμβες, των μικρών Οργανώσεων οι οποίες έκτοτε διαλύθηκαν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το έκαναν οι Οργανώσεις αλλά δεν έλεγαν ονόματα.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Διότι όποιος φυλάει τα ρούχα του έχει τα μισά, αν δεν τα φάει ο σκόρος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καμιά φορά τα τρώει και ο σκόρος.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επομένως αυτή είναι η μαρτυρία σας, σας το είπε άνθρωπος ο οποίος ήταν μέσα ότι πράγματι ο κ. Γιωτόπουλος είχε συμμετάσχει.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Από ένα σημείο και πέρα το οποίο πρέπει να είναι γύρω στο ’69 – ’70 (ακριβώς δεν μπορώ να πω θα σας γελάσω) είναι μετά πάντως το Μάη του ’68?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να σας πω την απορία ενός ανθρώπου. Οι Αμερικάνοι πώς να το ήξεραν αυτό; Αφού δεν το έλεγε κανένας, οι Αμερικάνοι πως ήξεραν για τον κ. Γιωτόπουλο ότι είχε βάλει τη βόμβα; Διότι αν ήξεραν τον κ. Γιωτόπουλο γιατί να μην ξέρουν και τον άλλον που σας το είπε.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό είναι πολύ απλό. Το πότε το έμαθαν οι Αμερικάνοι δεν μπορώ να σας πω, αυτό μάλλον τους Αμερικάνους θα έπρεπε να ρωτήσετε, αλλά μπορώ να σας πω όμως πως το έμαθαν άνθρωποι σαν τον κ. Μπικάκη που ήρθε και κατέθεσε ως μάρτυρας και είπε «Ήταν κοινό μυστικό ότι ο Γιωτόπουλος έβαλε τη βόμβα στην Αμερικάνικη Πρεσβεία›. Κανένας δεν βγήκε να πει «Ξέρεις, ο Γιωτόπουλος έβαλε τη βόμβα στην Αμερικάνικη Πρεσβεία›, διότι αυτό θα ισοδυναμούσε με κάρφωμα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλω να πω όμως ότι σε καμία Οργάνωση, σε καμιά ενέργεια δεν ξέραμε πρόσωπα. Ειδικά γι’ αυτό το ξέραμε όλοι ως κοινό μυστικό;
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Σας παρακαλώ, θέλετε την απάντησή μου;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Απορία δική μου είναι, για να καταλάβω.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Μα, αυτό προσπαθώ να σας πω. Πως επομένως γίνεται η ταυτοποίηση Γιωτόπουλου, ο οποίος επιπλέον είχε εξαφανιστεί από το προσκήνιο στα μάτια όχι όλου του κόσμου, αλλά των πολιτικοποιημένων, οι οποίοι τον είχαν γνωρίσει τότε στα πλαίσια της ΕΔΑ, είχαν διαφωνήσει μαζί του, ή μάλλον αυτός μαζί τους, είχε εγκαταλείψει το Κόμμα της ΕΔΑ, είχε διαγραφεί από αυτό 2 - 3 μήνες αφ’ ότου το εγκατέλειψε. Δεν θυμάμαι ακριβώς, εγώ μπορώ να πω πότε εγώ διαγράφηκα.
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ δεν ξέρω αν διαγράφηκα.
Ε. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι έχω ακούσει από άλλους ότι διαγράφηκε, αλλά ήδη από το φθινόπωρο του 1967 ο Γιωτόπουλος δεν προσερχόταν πλέον. Είχε αποφασίσει να φύγει από το μαζικό χώρο και ανέλαβα εγώ Γραμματέας του Συλλόγου, ως διάδοχός του.