Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε ο συνηθισμένος συνήγορος της Πολιτικής Αγωγής, συνεχώς εΚτρέπεται, συνεχώς βρίζει. Θα το ήθελα πολύ να αρχίσω να αντιδικώ. Δε θα ασχοληθώ άλλο μαζί του. Ο κ. Ραχιώτης είχε πει μια άλλη φορά ότι «έχει πιάσει πάτο›. Αυτή τη στιγμή σκάβει πιο κάτω από τον πάτο και μπαίνει μέσα στη λάσπη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε συνήγορε, είπε ότι «όσα έχουν γραφτεί στις απολογίες μου, είναι ψέματα›.
Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Λέει διάφορα τα οποία τον χαρακτηρίζουν, τον φωτογραφίζουν, τον απεικονίζουν, τον καθρεφτίζουν και ό,τι άλλο καταλαβαίνουν όλοι εδώ μέσα από την επί σειράν ημερών αφού το θέλει έτσι, να του πω πώς βρίζουν, γελοία εμφάνισή του.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, το ουσιαστικό κατά την άποψή μου είναι: Ο κ. Σάββας Ξηρός είπε δύο πράγματα: Έκανε μία δήλωση που έχει μία αυτοτέλεια με το 333 ο καθείς, άρα και ο κατηγορούμενος κάνει μία δήλωση η οποία αφορούσε κάτι το προγενέστερο, δικονομικό θέμα, την απόρριψη της ένστασης η οποία προηγήθηκε, έκανε λοιπόν τη δήλωσή του γι αυτό το θέμα και στη συνέχει είπε, ήταν σαφής, «δεν απολογούμαι›.
Και εξήγησε γιατί δεν απολογείται. Από κει και πέρα, σήμερα δεν μας είπε τίποτε επί της ουσίας. Αντιθέτως, τοποθετήθηκε και είπε «δεν απολογούμαι›. Όλα τα άλλα που είπε πριν, αφορούσαν τη δήλωση, αφορούσαν τα βασανιστήρια. Και τα διευκρινιστικά που είπε ήταν επεξηγηματικά γιατί έκανε τη δήλωση την προγενέστερη και γιατί ο ίδιος θεωρεί ότι έχει υποστεί βασανιστήρια, μάλιστα είπε με την καθοδήγηση του κ. Ρούσσου.
Όλα αυτά δεν αφορούν την κατηγορία, για την κατηγορία είπε δυο λέξεις: «δεν απολογούμαι›. Οπότε δεν γεννάται θέμα εφαρμογής του 366 παρ. 2, γιατί το 366 παρ. 2 του Κ.Ποιν.Δ., προϋποθέτει από την ίδια τη διατύπωσή του, ότι ο κατηγορούμενος έχει απολογηθεί, σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό. Θεωρώ λοιπόν ως Υπεράσπιση Τζωρτζάτου που φυσικά και με ενδιαφέρει να μην αποτελούν αντικείμενο της ακροαματικής διαδικασίας οι επιβαρυντικές για τον κ. Τζωρτζάτο καταθέσεις του κατηγορουμένου –για να εξηγούμαστε, δεν υπερασπίζομαι τον κ. Σάββα Ξηρό, υπερασπίζομαι τον κ. Τζωρτζάτο και θεωρώ ότι έχω έννομο συμφέρον να μην διαβαστούν αυτές οι προανακριτικές.
Θεωρώ επίσης ότι αυτό προκύπτει σαφέστατα από την διατύπωση του 366 παρ. 2 που προϋποθέτει απολογία μικρή ή μεγάλη. ¶ρα λοιπόν, δεν υπάρχει θέμα να διαβαστούν κάποιες περικοπές μικρότερες ή μεγαλύτερες, υπάρχει άσκηση του δικαιώματος σιωπής το οποίο θεσπίζεται και στο άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ και εδώ θα τελειώσω επισημαίνοντας ότι ούτε καν είναι νοητό από την άσκηση του δικαιώματος σιωπής να βγάλει κάποια συμπεράσματα αρνητικά για τον κατηγορούμενο το Δικαστήριο.
Αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Περιορίζομαι λοιπόν στο να πω ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί αυτό το άρθρο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εδώ δεν έχετε δίκιο. Η νομολογία όπως ξέρετε έχει το δικαίωμα σιωπής αλλά έχει και το Δικαστήριο το δικαίωμα να βγάζει τα συμπεράσματά του.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, σκέφτομαι το εξής: Από τη στιγμή ότι στην πρότασή μας υπάρχει αντίρρηση από την Υπεράσπιση, όπως διατυπώθηκε ήδη με δύο τοποθετήσεις, μήπως πρέπει να δοθεί ο λόγο και στην Πολιτική Αγωγή.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ασφαλώς. Κύριε Γεωργίου έχετε τον λόγο αλλά όχι επιθετικά.
Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, αν δεν προκαλούμαι δε μιλάω, αλλά στις προκλήσεις απαντάω. Δεν ήρθα εδώ μέσα για να απεμπολήσω την προσωπικότητά μου, στις προκλήσεις θα απαντάω. Θέλω να πω το εξής: Δεν είναι αληθές ότι ο κ. Ξηρός ανεφέρθη μόνο σε μια δήλωση και εν συνεχεία είπε «δεν απολογούμαι›, διότι απήντησε στις ερωτήσεις τις δικές σας και στις ερωτήσεις των Εισαγγελικών λειτουργών και είπε ορισμένα πράγματα από τη διαδικασία τα οποία κράτησε και ορισμένα τα οποία πέταξε.
Είπε ότι είναι αληθές αυτό που είπε για τον αδερφό του, είπε ότι είναι αληθές αυτό που είπε για τον κ. Τζωρτζάτο και εν πάση περιπτώσει είπε για τον κ. Παπαδημητρίου, είπε ότι τα υπόλοιπα τα ανακαλεί. Από τη στιγμή λοιπόν που είπε όλα αυτά τα πράγματα, πώς θα πούμε εμείς ότι δεν απελογήθη επί της ουσίας; Ορισμένοι μπορεί να θέλουν να βλέπουν αυτά που θέλουν, ή αυτά που τους συμφέρουν, όμως δεν έμεινε στο «δεν απολογούμαι›. Υπήρξε διαδικασία μετά από αυτό και μίλησε.
Όσον αφορά την τοποθέτηση του κ. Εισαγγελέως, του κ. Μαρκή: Εγώ μπορώ να πω κ. Πρόεδρε ότι πέραν της δικονομικής τάξεως, δεν θα ήθελα να ηρωοποιηθεί κανείς εδώ μέσα και να αποτελέσει κάποια διαδικασία οποιασδήποτε μορφής σαν κίνητρο να ξεχαστούν κάποιες βάρβαρες πράξεις και βάρβαρα εγκλήματα που έχουν συντελεστεί σε βάρος ανθρώπων.
Επομένως λοιπόν, το να επιβάλλουμε βιαίως την παρουσία σε έναν κατηγορούμενο ο οποίος θα απαντά σε όποιον θέλει και θα δέχεται ερωτήσεις απ’ όποιον θέλει, εμείς που υπέστημεν την συμπεριφορά αυτή του κατηγορούμενου Δημήτρη Κουφοντίνα, δε θα θέλαμε να την υποστούμε για μια ακόμη φορά, διότι όποιος θέλει να συζητάει μόνο με τους υπερασπιστές, ας συζητάει κατ’ ιδίαν. Εδώ υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες της δίκης, τέτοιες επιλογές δεν θα πρέπει να τις επιτρέψετε και προπαντός δεν θα δεχτούμε εμείς και με συνευθύνη δική μας να υπάρξουν. Να καθίσει εκεί που πήγε και να κάνουμε τη δουλειά μας όπως πρέπει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Κατσαντώνης έχει τον λόγο.
Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, δεν είναι δυνατό να υποστηρίζεται σοβαρά σε αυτή την αίθουσα ότι ο Σάββας Ξηρός ο οποίος απασχόλησε επί 3 μέρες το Δικαστήριο δεν απολογήθηκε ή αρνείται να απολογηθεί. Ο κ. Σάββας Ξηρός έδωσε πλειάδα απολογιών και η τελευταία φάση ήταν ότι «δέχομαι αυτά, αρνούμαι τα άλλα›. Αυτό σημαίνει ότι ήταν επιλογή του.
Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τη βίαια προσαγωγή του. Να στηρίζεται στην εύνοια του δικαστηρίου που δεν θέλει να τον σύρει στην αίθουσα για να το επικαλεστεί ως επιχείρημα, ότι έχει δικαίωμα να μην αναγνωστούν αυτά τα οποία κατέθεσε μέχρι σήμερα, είναι κάτι το οποίο το Δικαστήριο μπορεί να το σύρει πάνω ό,τι ώρα θέλει. Έχει το δικαίωμα εκ του νόμου.
Η υπεράσπιση της Πολιτικής Αγωγής, υπερασπίζει ότι ο κ. Σάββας Ξηρός απολογήθηκε πλήρως και έχει το δικαίωμα να κάνει χρήση των προανακριτικών του καταθέσεων και να ζητήσει μάλιστα και την ανάγνωσή τους.
Η. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι φανερό ότι ο κατηγορούμενος έχει την ευχέρεια να επιλέξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει διά της απολογίας του τις κατηγορίες που του απευθύνονται. Στην αρχή της διαδικασίας άκουσε ο κ. Κατηγορούμενος τις κατηγορίες που απαγγέλθηκαν, απήγγειλε ο Εισαγγελέας συνοπτικώς εναντίον του και τώρα που ήρθε η ώρα της απολογίας του, έκανε αυτό που ο ίδιος ονόμασε δήλωση, προκειμένου να εξηγήσει γιατί αυτά τα οποία έχουν περιληφθεί στις προανακριτικές του απολογίες, δεν είναι προϊόν ελεύθερης θελήσεώς του, δεν είναι διηγήσεις που ήθελε να κάνει και ανταποκρίνονται στην αλήθεια, αλλά είναι προϊόν βίας, βασανιστηρίων και όλα αυτά τα οποία εξέθεσε.
Ήδη λοιπόν, η εισαγωγή την οποία έκανε και στην προηγούμενη συνεδρίαση και σε αυτήν, είναι εξήγηση γιατί δεν αποδέχεται αυτά τα οποία έχει καταθέσει, έχει πει απολογούμενος σύμφωνα με τις τρεις εκθέσεις εξέτασής του, τις προανακριτικές του δηλαδή απολογίες. Στη συνέχει, σε ερώτηση από την Έδρα, διευκρίνισε ότι «όλα αυτά, εκτός από αυτά που είπα στο ακροατήριο, όλα αυτά που περιέχονται στις προανακριτικές μου απολογίες, είναι ψέματα›.
Επομένως, το 366 παρ. 2 έχει υπόψη του το συνήθως συμβαίνον, όπου δηλαδή ο κατηγορούμενος, όπως είναι πρακτική, χωρίς αυτό να το επιβάλλει ο νόμος αλλά αυτή είναι η συνήθης τακτική στην Ελλάδα, απολογείται και στην απολογία του σε ορισμένα σημεία, αντιφάσκει προς όσα έχει πει σε μία προανακριτική του απολογία. Όταν ο κατηγορούμενος αντιφάσκει στο σύνολο, δηλαδή λέει ότι «όλα αυτά τα οποία έχω πει δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα›, με τις επιφυλάξεις αυτών που είπε στο ακροατήριο, έπεται ότι ολόκληρη η προανακριτική του απολογία κατά περιεχόμενο, είναι αντίθετη προς αυτό το οποίο εκθέτει επ’ ακροατηρίου.
Εντεύθεν επιτρέπεται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 366, να διαβαστούν όλες οι περικοπές, συνεπώς το σύνολο της προανακριτικής απολογίας, η οποία αναφέρεται σε όλα αυτά τα οποία επ’ ακροατηρίου αρνείται. ¶λλωστε κ. Πρόεδρε, θα πρέπει να δει κανείς και το σκοπό του νόμου. Σκοπός του άρθρου 366 και της προφορικής απολογίας του κατηγορουμένου και γενικά της αρχής της προφορικότητας, είναι διττός:
Πρώτον μεν το Δικαστήριο να σχηματίζει με άμεση αντίληψη, βλέποντας και ακούγοντας τον κατηγορούμενο τί λέει επί της κατηγορίας και εν τοσούτω η απολογία του ως μέσον αποδείξεως να είναι στην άμεση αντίληψη του Δικαστηρίου και δεύτερον το δικαίωμα του ιδίου, απολογούμενος, αντιμετωπίζοντας μία κατηγορία, να απολογηθεί και να πει ό,τι νομίζει επ’ αυτής.
Αλίμονο εάν το ότι ο κατηγορούμενος επιλέγει να πει πολύ λίγα επί της κατηγορίας, δηλαδή επιλέγει μία γενική άρνηση, θα είχε ως αποτέλεσμα να μη μπορεί το Δικαστήριο να κάνει χρήση του αποδεικτικού εκείνου μέσου που λέγεται προανακριτική απολογία, που εν πάση περιπτώσει κατά το σύστημα Κ.Ποιν.Δ., είναι το αμέσως επόμενο καλύτερο από την διά ζώσης προφορική επ’ ακροατηρίων απολογία. Εάν ο κατηγορούμενος δεν θέλει να πει περισσότερα για τις επιμέρους πράξεις αλλά περιορίζεται σε μία γενική άρνηση, είναι εξουσία και δικαίωμα του Δικαστηρίου να λάβει υπόψη την προανακριτική απολογία για να την συνεκτιμήσει ως αποδεικτικό μέσο με ό,τι άλλο έχει αναδείξει η αποδεικτική διαδικασία.
Όσο για το θέμα το οποίο έθιξε ο Αναπληρωματικός κ. Εισαγγελέας, ο κ. Μαρκής, θέλω να πω κ. Πρόεδρε, ότι πράγματι, αυτό είναι σημαντικό ζήτημα και ήδη στην μείζονα πρόταση της αποφάσεως την οποία απαγγείλατε, περιλαμβάνεται αν θυμάμαι καλά το δικαίωμα εξετάσεως των μαρτύρων και με το 6.3δ της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και κατά το μέτρο που ένας κατηγορούμενος καταθέτει περιστατικά που ενοχοποιούν συγκατηγορουμένους, λειτουργεί χωρίς να είναι βέβαια, αλλά λειτουργεί ως μάρτυρας, υπό την έννοια ότι καταθέτει περιστατικά εις βάρος τους.
Πρέπει λοιπόν να δοθεί στην Υπεράσπιση το δικαίωμα να εξετάσει τον κατηγορούμενο καθ’ ο μέρος για κάθε έναν κατηγορούμενο έχει περιστατικά πει στην προανακριτική του απολογία ο κ. Σάββας Ξηρός, τα οποία ενοχοποιούν τον αντίστοιχο κατηγορούμενο και θα πρέπει νομίζω εδώ ή να διασφαλιστεί η φυσική παρουσία του κ. Σάββα Ξηρού για να δεχθεί τις ερωτήσεις τις οποίες θα υποβάλλουν, εάν θέλουν, οι συνήγοροι Υπερασπίσεως των λοιπών κατηγορουμένων, ή, εκτός εάν οι αγαπητοί συνάδελφοι της Υπερασπίσεως δηλώσουν ότι δεν θέλουν να υποβάλλουν ερωτήσεις στον κ. Σάββα Ξηρό για τα θέματα τα οποία θίγει, ότι παραιτούνται αυτοί και οι εντολείς του από το δικαίωμα αυτό και συνεπώς δε θα υπάρχει ζήτημα για το ότι ήθελαν να ασκήσουν ένα δικαίωμα το οποίο δεν ήσκησαν.
Πρέπει λοιπόν νομίζω, κατά το δεύτερο αυτό σκέλος, πράγματι να διασφαλιστεί η φυσική του παρουσία, για να δεχθεί ερωτήσεις, άσχετο από το αν θα τις απαντήσει ή όχι, από την πλευρά των κατηγορουμένων και των συνηγόρων τους, για τα περιστατικά τα οποία τους ενοχοποιούν.
Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: ¶λλωστε προανακριτικές κ. Πρόεδρε, έχουν και κάποιοι άλλοι κατηγορούμενοι οι οποίοι ζητούν την ευνοϊκή εφαρμογή του Νόμου, θα του πούμε ότι «δε σε αναγιγνώσκουμε›; Υπάρχουν κατηγορούμενοι που έχουν δικαίωμα να ακουστούν οι προανακριτικές καταθέσεις.
Γ. ΜΑΥΡΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, το πρόβλημα το οποίο ανακύπτει από τη στιγμή που κατηγορούμενος καταθέτει σε βάρος συγκατηγορουμένου του και επομένως, όπως είπατε, μαρτυροποιείται, σε συνδυασμό με το δικαίωμά του να τηρήσει την σιωπή, αντιμετωπίστηκε πρόσφατα από το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όταν λέω πρόσφατα εννοώ τον Δεκέμβριο του 2002 με την απόφαση Κράξι κατά Ιταλίας την οποία είμαι βέβαιος ότι γνωρίζετε.
Το Δικαστήριο βέβαια δεν έδωσε λύση του ζητήματος ευθεία, νομίζω όμως η προσεκτική ανάγνωση της αποφάσεως αυτής, λέγει τούτο: Ότι το Δικαστήριο έχει την υποχρέωση, να εξασφαλίσει στους συνηγόρους την παρουσία του κατηγορουμένου για να καταστεί δυνατή η υποβολή ερωτήσεων. Πέραν τούτου δεν έχει καμία άλλη υποχρέωση το Δικαστήριο ούτε μπορεί να τον υποβάλλει σε βασάνους για να απαντήσει. Επομένως, η παρουσία του αυτή είναι μια υποχρέωση του Δικαστηρίου, πρέπει να είναι παρών ο κ. Κατηγορούμενος, για να ακούσει τις ερωτήσεις, μπορεί άλλωστε και να αλλάξει γνώμη και να απαντήσει, κανείς δεν το γνωρίζει αυτό και βεβαίως το Δικαστήριο δεν μπορεί να έχει καμία ευθύνη, όταν λέω το Δικαστήριο εννοώ το Δίκαιον, αν δεν απαντά, όπως άλλωστε μπορεί να συμβαίνει και με την κατάθεση ενός μάρτυρα.
Ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας έχει διατάξεις και λέει: «Αν ο μάρτυρας δεν κατονομάσει την πηγή του, η κατάθεσή του δε λαμβάνεται υπόψη›. Το ίδιο συμβαίνει λοιπόν και με τον κατηγορούμενο ο οποίος πρέπει να είναι παρών.
Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Με την παρατήρηση ότι ευθύς εξαρχής σας είπα κ. Πρόεδρε ότι τίθενται ορισμένα θέματα και μου απαντήσατε ότι δεν τίθεται ορισμένα θέματα. Από εκείνη τη στιγμή είδατε πόσα θέματα αναπτύχθηκαν. Θα ήθελα να τονίσω τα εξής:
Είναι απαραίτητη η παρουσία του κ. Σάββα Ξηρού. Λόγοι ικανοποίησης της βασικής αρχής της ανεύρεσης της ουσιαστικής αλήθειας σε συνδυασμό με την αρχή της ηθικής απόδειξης, αλλά και ταυτόχρονα θα μπορούσε να πει κανείς και λόγοι νομιμότητας. Επομένως, νομίζω ότι το Δικαστήριό σας έχει τη δυνατότητα, από τις διατάξεις των άρθρων 346, 344 και 340 παρ. 2 σε συνδυασμό και με το άρθρο 366 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που αναπτύχθηκε και δε θα επανέλθω, να εξασφαλίσει για όσους λόγους αναπτύχθηκαν την παρουσία του κ. Σάββα Ξηρού ως κατηγορουμένου.
Ο καθένας αντιλαμβάνεται αξιότιμοι κύριοι Εφέτες γιατί ο κ. Ξηρός εμφανίστηκε όπως εμφανίστηκε. Είναι βεβαίως το μοιραίο και τραγικό πρόσωπο σε αυτή τη Δίκη. Είναι σαφές και για εκείνον ο οποίος διαθέτει στοιχειώδεις γνώσεις δικαστικής ψυχολογίας αλλά και στοιχειώδεις γνώσεις και έχει μία απλή πρόσβαση στα δεδομένα της κοινής λογικής και πείρας, γιατί ακολουθείται αυτό το «είπα-ξείπα› και γιατί ο κ. Ξηρός ακολουθεί αυτή τη διαδικασία.
Εγώ νομίζω ότι ούτε σωστό είναι αυτό που λέχθηκε από την Υπεράσπιση και το υπενθυμίζω, ότι «στο δικονομικό μας σύστημα τα πάντα επιτρέπονται› και δεν είναι η άποψη αυτή καθόλου ορθή για τον εξής απλούστατο λόγο: Στο δικονομικό μας σύστημα κατισχύει και κυριαρχεί η αρχή της ηθικής απόδειξης και βάσει της αρχής της ηθικής απόδειξης νομίζω ότι υπάρχει η δυνατότητα κάποιων ορίων, ο κατηγορούμενος από την εποχή του Διαφωτισμού και μετέπειτα, αποτελεί ιερό πρόσωπο, έχει πλείστα όσα δικαιώματα τα οποία με την πάροδο των δεκαετηρίδων και των εκατονταετηρίδων, έγιναν πολλαπλά.
Αλλά υπάρχον όμως και κάποια όρια στη διαγνωστική διαδικασία και υπάρχουν και κάποια όρια στα δικαιώματα του κατηγορουμένου. Πιστεύω λοιπόν ότι το Δικαστήριό σας, αναφέροντας τις διατάξεις αυτές, για να μην τις αναγιγνώσκουμε, 346, 344 και 340 παρ. 2, μπορεί να εξασφαλίζει και νομίζω ότι για λόγους της ανεύρεσης της αλήθειας και μόνον, είναι απαραίτητη έστω και corpore η παρουσία του κ. Σάββα Ξηρού.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διά της βίας λοιπόν να τον φέρουμε λέτε εσείς. Οπότε αν θορυβεί, να διατάξουμε την απομάκρυνση.
Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Αυτό είναι δικό σας θέμα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι καθενός ο οποίος σκέφτεται τις συνέπειες του τί θα γίνει την κάθε φορά.
Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Εμείς προτείνουμε και εσείς αποφασίζετε. Εσείς θα έχετε την τελευταία λέξη, εσείς έχετε την ευθύνη των αποφάσεών σας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς πολύ καλά κάνετε και τα λέτε, αλλά λέω κι εγώ ότι κάνει κανένας και δεύτερες σκέψεις πάντα. Ο κ. Λίβος έχει το λόγο.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, έχω την εντύπωση ότι έχουν τεθεί δύο νομικά ζητήματα εδώ. Το πρώτο είναι αν μπορούν να αναγνωσθούν στο σύνολό τους οι καταθέσεις του κατηγορουμένου του κ. Σάββα Ξηρού που έχει δώσει στην προδικασία παρόλη την στάση που κράτησε εδώ για την οποία θα δώσω νομικό χαρακτηρισμό. Το δεύτερο θέμα είναι τί κάνουμε με τις περικοπές εκείνες των προανακριτικών απολογιών οι οποίες αναφέρονται σε συγκατηγορουμένους του όταν οι συγκατηγορούμενοι έχουν εδώ το δικαίωμα το αναφαίρετο να του θέσουν ερωτήματα.
Στο πρώτο θέμα η τοποθέτησή μου είναι η εξής: οι απολογίες ή οι καταθέσεις του κ. Σάββα Ξηρού μπορεί να έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην προδικασία, κυρίως στην εξάρθρωση αυτής της Οργανώσεως νομίζω όμως ότι στο ακροατήριο μάλλον δευτερεύοντα ρόλο μπορούν να παίξουν ενόψει άλλων αποδεικτικών στοιχείων για τα οποία θα τοποθετηθώ όταν θα έρθει η ώρα.
Κατά τούτο δεν πρέπει να δοθεί στο ακροατήριο η αξία στις καταθέσεις αυτές η οποία δόθηκε στην προδικασία γιατί τώρα στο ακροατήριο υπάρχουν άλλες αρχές που διέπουν την ακροαματική διαδικασία και έχουν επίσης προσκομιστεί και αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία μπορεί να συναγάγει κανείς κατά την άποψη της πολιτικής αγωγής ενοχή ορισμένων εκ των κατηγορουμένων για τις πράξεις οι οποίες τους αποδίδονται.
Ενόψει του ότι ο κατηγορούμενος όταν ήρθε εδώ προηγουμένως μίλησε για 2-3 πράγματα έστω και ελαχίστων και ακολούθως προτίμησε για τα υπόλοιπα να σιωπήσει τελείως καθώς και ενόψει των δηλώσεων που έχει κάνει κατά την μέχρι τούδε πορεία της ακροαματικής διαδικασίας, η άποψή μου είναι ότι ο κατηγορούμενος ο κ. Ξηρός έχει ασκήσει το δικαίωμα της μερικής σιωπής. Δηλαδή για ορισμένα πράγματα έχει καταθέσει και για ορισμένα πράγματα δεν θέλει να καταθέσει καθώς έχει δικαίωμα.
Δεν μπορεί λοιπόν, τείνω να προσχωρήσω στην άποψη της υπεράσπισης, δεν μπορούν να αναγνωσθούν οι καταθέσεις του κατηγορούμενου κ. Σάββα Ξηρού που αφορούν τον ίδιο και να υποκαταστήσουν το δικαίωμα σιωπής το οποίο έχει στο ακροατήριο. Δεν μπορούμε επειδή μίλησε στην προδικασία να του αφαιρέσουμε στον ακροατήριο αυτό το δικαίωμα το οποίο θέλει να το ασκήσει. Κατά τούτο θεωρώ ότι επειδή ασκεί το δικαίωμα σιωπής έστω και μερικώς στο ακροατήριο δεν πρέπει να αναγνωσθούν οι περικοπές των καταθέσεών του στην προδικασία του τον αφορούν.
Ωστόσο τίθεται το επόμενο θέμα ότι αυτές οι καταθέσεις περιέχουν και αποσπάσματα, περικοπές σχετικά με την δράση συγκατηγορουμένων του. Αυτοί έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα να του υποβάλλουν ερωτήσεις. Είναι άλλο θέμα της σιωπής και άλλο το θέμα της φυσικής παρουσίας του κατηγορουμένου στο ακροατήριο.
Ο κ. κατηγορούμενος εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι επειδή η δίκη διεξάγεται στους χώρους των φυλακών μπορεί ακωλύτως να αποχωρεί από το ακροατήριο και να πηγαίνει στο κελί του. Εάν θα ήμασταν στο Εφετείο βεβαίως δεν θα μπορούσε να το κάνει αυτό. Θα τον κρατούσαμε μέσα, θα είχε ασκηθεί δηλαδή ή το δικαίωμα αυτό.
¶ρα εδώ μπορεί να σηκώνεται να φεύγει, έχει αυτό το δικαίωμα όμως έχουν και οι συγκατηγορούμενοί του το δικαίωμα να του υποβάλλουν ερωτήσεις. Αυτός μπορεί να μην απαντήσει, αλλά πρέπει με την φυσική παρουσία να είναι εδώ για να του υποβληθούν οι ερωτήσεις κι ας κάνει εκείνος ότι νομίζει. Αυτή νομίζω πρέπει να είναι η διαφοροποιημένη αντιμετώπιση της στάσης του κ. Ξηρού.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάντως εγώ θα παρατείνω σήμερα την συνεδρίαση μέχρι να τελειώσουν όλοι. Δεν μπορούμε να φάμε και τέταρτη μέρα με προδικαστικά θέματα. Θα τελειώνει αυτή η ιστορία. Δεν μπορούμε να φάμε την ζωή μας εδώ πέρα. Για όνομα του Θεού. Σας λέω, σας το είπα ότι οι 4 μέρες θα ανακληθούν. Το εξήγησα. Είναι δήλωση ευθύνης και δήλωση απευθύνσεως στην δική σας ευαισθησία. Αν δεν το καταλαβαίνει κανένας σας μην το καταλάβετε, ότι πρέπει ετούτη εδώ η δίκη να τελειώσει σε ορισμένα όρια.
Δεν θα κάνουμε ούτε διακοπούλες και πανηγυράκια μόνο και μόνο για να κάνουμε συνέχεια τα νομικά εδώ πέρα. Σας παρακαλώ, είπα αυτοπεριορισμό. Δεν τον θέλετε, δεν τον καταλαβαίνετε κι εγώ έτσι θα αντιδράσω, δεν μπορώ και μάλιστα θα βάλω και Σάββατο στο τέλος. Δεν με καταλαβαίνει κανένας σας. Να μην έρθετε αλλά θα είστε εσείς υπεύθυνοι μετά για ότι συμβεί. Εγώ θα το διατάξω και το Σάββατο. Τις 4 ημέρες μάλλον πρέπει να τις ξεχάσετε.
ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα πάω σε οποιοδήποτε άκρο αρκεί να γίνει η διαδικασία. Σας παρακαλώ πολύ. Ο Σύλλογός σας και αυτός οπωσδήποτε δεν μπορεί να μην θέλει να τελειώσει η δίκη.
Η κα Βόζεμπεργκ έχει το λόγο.
Ε. ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ: Κύριε Πρόεδρε, έχω την αίσθηση ότι πολλές φορές μερικά πολύ απλά πράγματα τα βλέπουμε σύνθετα. Εδώ έχετε να προβληματιστείτε για ένα θέμα και κάποιο άλλο το έχετε ως δεδομένο. Κατά την άποψή μου δεν υπάρχει μερική σιωπή, ούτε μερική απολογία. Ή απολογήθηκε με τον τρόπο που επέλεξε ο κ. Ξηρός ή δεν απολογήθηκε. Και ο κ. Κουφοντίνας θυμίζω στο Δικαστήριό μας απολογήθηκε με έναν ιδιότυπο τρόπο που δεν είναι ο συνήθης.
Τον τρόπο λοιπόν της απολογίας του επέλεξε και ο κ. Σάββας Ξηρός. Απολογήθηκε με τον τρόπο ενώπιόν σας είτε της άρνησης, είτε της επιβεβαίωσης κάποιον γεγονότων και στην συνέχεια έθεσε έναν ιδιότυπο εκβιασμό προς το Δικαστήριό σας λέγοντας ότι σαν προαπαιτούμενο της όποιας απολογίας θα επιλέξω εγώ, θέτω την κρίση σας επί των ενστάσεων που θέτω στο Δικαστήριο.
Εν συνεχεία ήρθε ενώπιόν σας και εν είδει δηλώσεως είπε κάποια πράγματα και ερωτώμενος από σας και από τους κ.κ. Εισαγγελείς είπα κάποια άλλα πράγματα. Στο τέλος δε δήλωσε «μετά ταύτα δεν θα απολογηθώ›. Μια απλή όμως δήλωση γραμματική του «δεν θα απολογηθώ› δεν αναιρεί μια ιδιότυπη απολογία που επέλεξε ο ίδιος και σαν τέτοια καταγράφηκε στην αίθουσα αυτή.
Επομένως εφόσον απολογήθηκε με τον τρόπο που ο ίδιος επέλεξε νομίζω ότι δεν τίθεται θέμα ανάγνωσης των προανακριτικών απολογιών για το κύρος των οποίων ήδη έχετε προαποφανθεί. Αναφορικά με το δεύτερο ζήτημα που τέθηκε και αποτελεί ένα πολύ σημαντικό προβληματισμό σας εκτιμώ ότι στην πολιτική αγωγή παρά την δικονομική αξία που έχει δεν θα έχει ουσιαστική αξία. Δηλαδή εκτιμώ ότι ο κ. Σάββας Ξηρός δεν θα θελήσει να απαντήσει σε ερωτήσεις που δι’ ημών δικονομικώς θα τεθούν αλλά αυτό αποτελεί την ελεύθερη βούλησή του και δεν υπεισέρχομαι σε αυτό.
Θεωρώ όμως ότι είναι αναγκαίο κατοχυρωμένο δικαίωμα της υπερασπίσεως δικονομικά να μπορεί να ελέγξει τον απολογηθέντα με όποιον τρόπο επαναλαμβάνω επέλεξε Σάββα Ξηρό αναφορικά με ζητήματα που τίθενται και θίγουν τους εντολείς των συγκεκριμένων υπερασπιστών. Επομένως η άποψή μου κι εμένα είναι ότι θα πρέπει με τον τρόπο που εσείς γνωρίζετε να επιλέξετε να έρθει έστω και βιαίως ο κ. Σάββας Ξηρός για να τεθεί εις την βάσανο των ερωτήσεων των ελεγκτικών τουλάχιστον της υπερασπίσεως για τους ανθρώπους που έχει θίξει με τις απολογίες του. Ευχαριστώ πολύ.
Ο. ΤΣΟΛΚΑ: Κύριε Πρόεδρε, θεωρώ ότι έχει γίνει μία σύγχυση όσον αφορά το δικαίωμα σιωπής. Θεωρώ ότι ο κατηγορούμενος ο κ. Σάββας Ξηρός ουδόλως άσκησε στην αίθουσα αυτή το δικαίωμα σιωπής είτε ολικής, είτε μερικής. Δικαίωμα στην μη αυτοεπιβάρυνση σημαίνει ότι εγώ αρνούμαι να απαντήσω για γεγονότα τα οποία επιβαρύνουν την θέση μου.
Ο κ. Ξηρός αντίθετα εδώ καθ’ όλη την διάρκεια της δίκης αλλά και σήμερα όπως και την Παρασκευή δεν αρνήθηκε να απαντήσει σε συγκεκριμένες ερωτήσεις καταρχήν αλλά αντίθετα διευκρίνισε, έκανε συγκεκριμένες διευκρινίσεις για κάποια πραγματικά περιστατικά στα οποία είχε αναφερθεί κατά τις προανακριτικές του απολογίες.
Σήμερα δε σε ερώτησή σας κ. Πρόεδρε απήντησε ότι όλα τα υπόλοιπα είναι χονδροειδή ψέματα. Επομένως ο κ. κατηγορούμενος εδώ στην αίθουσα αυτή σήμερα είπε ότι όλα αυτά είναι ψέματα, άρα δεν άσκησε το δικαίωμα της σιωπής του αλλά ασχολήθηκε με την κατηγορία και απήντησε επί της κατηγορίας. Επομένως εδώ κ. Πρόεδρε νομίμως και πρέπει να αναγνωσθούν και να αξιοποιηθούν όλες οι καταθέσεις οι οποίες έδωσε ο κ. κατηγορούμενος.
Πέραν όμως αυτού θα ήθελα να διευκρινίσω και το εξής: το δικαίωμα σιωπής ακόμη κι αν ερμηνευθεί η στάση του αυτή σήμερα ως δικαίωμα μερικής ή ολικής σιωπής το οποίο ίσχυσε δεν ακυρώνει ούτε αναιρεί όσα ο ίδιος είπε σε άλλα διαδικαστικά στάδια της αυτής ποινικής δίκης. Αυτό που απαγορεύει η αρχή «nemo te neto se ipsum pronde› ή η αρχή της μη αυτοεπιβάρυνσης κατά την δική μου άποψη είναι να μην αξιοποιηθεί η σημερινή του, αν έλεγε σήμερα ότι «εγώ αρνούμαι να απαντήσω›, αυτό που δεν επιτρέπεται λοιπόν να αξιοποιηθεί είναι η άσκηση αυτή καθ’ αυτή του δικαιώματος.
Ότι όμως ο ίδιος είπε και ότι σύμφωνα όπως ήδη κρίνατε προηγουμένως στην απόφασή σας ελήφθησαν οι απολογίες του καθ’ όλο το νόμιμο τύπο, του γνωστοποιήθηκαν τα δικαιώματά του, εφόσον λοιπόν γνωρίζοντας τα δικαιώματά του δέχθηκε και μίλησε και κατάθεσε, όλα αυτά είναι νομίμως αποδεικτικά μέσα, νομίμως πρέπει να αναγνωσθούν και να αξιοποιηθούν στην ποινική δίκη.
Αλίμονο και στην αντίθετη περίπτωση εάν είχε ασκήσει το δικαίωμα σιωπής στην προδικασία κι εδώ μιλούσε θα έπρεπε να υπάρχει μια σύγχυση. Αυτή η σύγχυση δεν υπάρχει. Αυτά ως προς το πρώτο σκέλος και αυτό που είπε ο κ. Ραχιώτης.
Ως προς το δεύτερο σκέλος θα ήθελα εδώ να υπενθυμίσω ότι η αρχή της μη αυτοεπιβάρυνσης, δηλαδή του ότι αρνούμαι να απαντήσω δεν έχει καμία σύγκρουση και καμία σχέση, δεν έχει κανένα θέμα με το δικαίωμά του όπως αυτός λέει να μην έρθει σε αυτή την αίθουσα. Σε αυτή την αίθουσα οφείλει να έρθει. Η βίαιη προσαγωγή του δεν αντιτίθεται στην αρχή της «nemo te neto se ipsum pronde› και ακριβώς για τους λόγους που αναλυτικά εξέθεσε προηγουμένως ο κ. Αναγνωστόπουλος αλλά και ο κ. Μαύρος οφείλει να είναι εδώ σύμφωνα και με το άρθρο 6 παράγραφος 3 της ΕΣΔΑ. Ευχαριστώ.
Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, υπάρχει επιλογή σιωπής που αποτελεί είδος απολογίας, πλήρους απολογίας.
Γ. ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Το εάν απολογήθηκε, εάν απολογήθηκε μερικά ή ολικά, αν άσκησε το δικαίωμα σιωπής μερικά ή ολικά επίσης είναι θέμα που θα το κρίνει το Δικαστήριό σας. Εγώ μόνο να επισημάνω το εξής: την Παρασκευή ο κ. Σάββας Ξηρός εκλήθη και ανέπτυξε την ένστασή του. Κατά την διάρκεια της αναπτύξεως αυτής ανέπτυξε και 2-3 θέματα για τον κ. Τζωρτζάτο κλπ. Ανέπτυξε όμως την ένστασή του εκείνη την στιγμή.
Προ ολίγων λεπτών και αφού μεσολάβησε η διαδικασία της συζητήσεως επί της ενστάσεως εκλήθη ο κατηγορούμενος, εξεδόθη η απόφαση. Εκλήθη ο κατηγορούμενος να απολογηθεί πριν από λίγα λεπτά. Εκεί λοιπόν έκανε ένα προοίμιο – ας το πούμε – μία εισαγωγή ενόψει της αρνήσεώς του διότι ήθελε να καταγγείλει τις διαδικασίες, να καταγγείλει τον τρόπο με τον οποίο ελήφθη η απόφαση κλπ. Ως προς το θέμα της απολογίας ήταν σαφέστατος και είπε ότι «αρνούμαι να απολογηθώ›.
Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: (Εκτός μικροφώνου) Επιπλέον, αλλά δεν δέχομαι ως αληθή....
Γ. ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Αυτό θα το αξιολογήσει το Δικαστήριο εάν είναι απολογία ή αν είναι άρνηση απολογίας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν θα κάνουμε συζήτηση.
Γ. ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Διότι νομίζω ότι το είπε κατ’ επανάληψη «αρνούμαι να απολογηθώ›.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βρείτε ένα άρθρο της δικονομίας να λέει ότι κάνετε συζήτηση μεταξύ σας.
Γ. ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Αν θυμάμαι καλά ήταν και μέσα στο κείμενο που διάβασε. Είπε «αρνούμαι να απολογηθώ και φεύγω›. Προϋπόθεση εφαρμογής του 366 είναι αυτά τα οποία θα εκθέτει εδώ η περιπτωσιολογία δηλαδή του κατηγορητηρίου, όλες αυτές οι πράξεις που του αποδίδονται και αυτά που θα εκθέτει είναι να έρχονται σε σύγκρουση με αυτά τα οποία έχει εκθέσεις στις προανακριτικές απολογίες.
Μα ο κ. Σάββας Ξηρός δεν εκθέτει τίποτα. Αρνείται να απολογηθεί. Έχετε με το 340 παράγραφος 2 δικαίωμα βιαίας προσαγωγής όμως πιστεύω ότι δεν θα εισφέρει τίποτα στην λύση του προβλήματος διότι και να έρθει ο κ. Σάββας Ξηρός θα αρνηθεί να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση. Κατόπιν αυτού οδηγούμαστε σε αδιέξοδο. Εγώ πιστεύω ότι επειδή δεν μπήκε στην περιπτωσιολογία των πράξεων που του αποδίδονται από το κατηγορητήριο, δεν είπε τίποτα γι αυτά τα πράγματα, δεν προκύπτει σύγκρουση με αυτά τα οποία είχε εκθέσει προανακριτικά και ως εκ τούτου δεν πρέπει να αναγνωσθούν οι προανακριτικές απολογίες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Βλάχος έχει το λόγο.
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Μόνο συμπληρωματικά ήθελα να πω, ήδη η απάντηση έχει δοθεί εκτός μικροφώνου από εσάς κ. Πρόεδρε. Το θέμα της βίαιης προσαγωγής είναι μάλλον αδιέξοδο για τον πολύ απλό λόγο, διότι το 347 λέει ότι αν ο κατηγορούμενος θορυβεί και εμποδίζει την πρόοδο της διαδικασίας το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να τον απομακρύνει. ¶ρα δηλαδή θα τον προσάγουμε βιαίως, θα συνεχίσει να φωνάζει και να χτυπιέται, να αντιδρά εδώ πέρα και θα υποχρεωθεί το Δικαστήριο σας για να προχωρήσει η διαδικασία να τον ξαναβγάλει. ¶ρα προς τί δηλαδή το αίτημα της πολιτικής αγωγής σώνει και καλά να έχουμε εδώ πέρα βιαίως έναν άνθρωπο ο οποίος είναι δηλωμένη πλέον η πρόθεσή του.....
Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: (Εκτός μικροφώνου) .... δικαιώματα με την .... παρουσία του.
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Ποια δικαιώματα κ. συνάδελφε; Πιθανώς το Δικαστήριο μόνο για την ηθική απόδειξη εκτιμώντας τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, πιθανώς. Αλλά εσείς εφόσον δεν είναι υποχρεωμένος να απαντήσει σε καμία ερώτηση ούτε εσείς δικαιούστε να κάνετε ερωτήσεις ευθέως στον κατηγορούμενο, δεν συνδέεται κανένα δικαίωμα αμέσως με την παρουσία του εδώ πέρα. Μόνο το Δικαστήριο και μόνο για να εκτιμήσει την παρουσία του και την συμπεριφορά του στο ακροατήριο. Καμία άλλη. Δεν μπορείτε να ασκήσετε κανένα άλλο δικαίωμα.
Από κει και πέρα όσον αφορά για το δικαίωμα της σιωπής που συζητήσαμε εδώ πρέπει να δούμε κάτι που δεν ξέρω, ξεφεύγει νομίζω της κοινής λογικής. Η προανάκριση και όλη η προδικασία είναι στάδιο προετοιμασίας για το Δικαστήριο. Καθαρά στάδια. Δεν μπερδεύουμε, δηλαδή όλο ότι έχει γίνει στην προδικασία είναι για να συγκεντρωθεί το υλικό με έναν τρόπο όπως ορίζει ο νόμος για να φτάσουμε εδώ, στην διαδικασία στο ακροατήριο.
Ότι έχει γίνει πριν είναι προπαρασκευαστικό. Εδώ κρίνονται λοιπόν τα πάντα. Εάν λοιπόν ο κατηγορούμενος ο οποίο ομολόγησε στη προδικασία και έχει ελεύθερα το δικαίωμα να ανακαλέσει την ομολογία του, δεν λαμβάνεται υπόψη η στάση που θα τηρήσει εδώ, τότε εκβιάζεται από τον κατηγορούμενο σε ένα στάδιο που δεν ελέγχεται από τους παράγοντες της δίκης ενώπιον του ακροατηρίου, μία ομολογία η οποία είναι ελευθέρως ανακλητή. Αυτό κάνει και ο κ. Ξηρός. Προανακριτικά μπορεί να ομολόγησε οτιδήποτε. Εάν ανακαλέσουμε το δικαίωμά του εμμέσως του να εμμένει στην ανάκληση της ομολογίας του και να μην διαβάζεται εναντίον του η προανακριτική του ομολογία, στην ουσία υποσκάπτουμε όλα του τα δικαιώματα και όλες τις αρχές της αμεσότητας, της προφορικότητας, όλες τις δικονομικές αρχές που εξασφαλίζουν την ζωντανή εκδίκαση της υπόθεσης στο ακροατήριο.
Δεν μπορούμε να υποκαταστήσουμε λοιπόν την ζωντανή του παρουσία εδώ και την άρνησή του εμμέσως με αυτά που είπε στην προδικασία. Η προδικασία έχει το νόημα να αποφασιστεί εάν θα οδηγηθεί σε δίκη ή όχι και εκεί εξαντλείται η προδικασία και το καθήκον της προδικασίας. Επομένως για να εξασφαλίσουμε τις αρχές τις βασικές δικονομικές πρέπει να σεβαστούμε το δικαίωμα της σιωπής. Το δικαίωμα της σιωπής δεν έχει αναιρεθεί από τον κατηγορούμενο με το ότι σε αντιδικονομική επέμβαση, παρέμβαση του Εισαγγελέως της Έδρας προκειμένου να αιτιολογήσει το δικαίωμά του να ασκήσει την σιωπή του.
Είπε δυο κουβέντες παραπάνω. Διότι οτιδήποτε άλλο θα σήμαινε ότι με πολύ φτηνά τρικ εξωθήσαμε τον κατηγορούμενο στο να πει μια κουβεντούλα παραπάνω και αυτή την κουβεντούλα τώρα την εκμεταλλευόμαστε για να πούμε ήδη άρχισε να απολογείται, ήδη άρχισε να μιλάει άρα είτε όχι, έχει απεμπολήσει το δικαίωμα της σιωπής.
Τελειώνοντας θέλω να πω και μία παρατήρηση. Αυτοί οι οποίοι εκ των άλλων κατηγορουμένων έχουν πει κάτι προδικαστικά, προανακριτικά το οποίο τους ευνοεί και θέλουν, θα έρθουν εδώ και θα το επαναλάβουν. Είναι πολύ απλό. Δεν μπορούμε να λέμε ότι επειδή κάποιοι άλλοι θέλουν να μιλήσουν εδώ είναι υποχρεωμένος και αυτός ο οποίος αρνείται και ασκεί το δικαίωμα στην σιωπή του να υποχρεωθεί και αυτός την ίδια στάση. Όχι. Όποιος θέλει εδώ ενώπιον του ακροατηρίου του δικάζοντος θα έρθει επάνω στο εδώλιο και θα πει ότι «εγώ επαναλαμβάνω αυτά που είπα› και εκεί θα στηριχθούμε. Δεν μπορούμε να στηριχθούμε σε αυτά που είπε και ανακάλεσε.
Το τελευταίο ζήτημα βεβαίως που τίθεται αυτομάτως είναι σε ποιο βαθμό μπορεί να μαρτυροποιηθεί ένας κατηγορούμενος ο οποίος είναι συγκατηγορούμενος με άλλους τους οποίους επιβαρύνει στην ίδια δίκη. Είναι μια συζήτηση την οποία ξεκίνησε προχθές ο συνάδελφος ο κ. Σταμούλης και βεβαίως κι εκεί πρέπει να προβληματιστεί το Δικαστήριό σας εάν πράγματι μπορούμε έναν κατηγορούμενο, ο οποίος μάλιστα αρνείται να απολογηθεί και ασκεί το δικαίωμα στη σιωπή να τον μαρτυροποιήσουμε διότι πρέπει να σκεφτούμε κ.κ. Δικαστές αν γινόταν τέτοιου είδους χρήση της δικονομίας πραγματικά θα φτάναμε στο να μεταφέρουμε όλο το βάρος της εξέτασης μιας υπόθεσης και της ανεύρεσης στοιχείων ενοχής ή όχι υπέρ ή κατά ενός κατηγορουμένου στο στάδιο της προδικασίας δίνοντας το μεγαλύτερο βάρος στην ομολογία το οποίο ανήκει επικίνδυνους δρόμους. Διότι στην προδικασία που δεν έχει τόσες εγγυήσεις όσες έχει η θέση του κατηγορουμένου ενώπιόν σας στο ακροατήριο, ανοίγεται ο επικίνδυνος δρόμος του εκβιασμού της ομολογίας. Αυτό πρέπει να το προσέξουμε πριν φτάσουμε να φέρνουμε κατηγορούμενο εδώ με την υποχρέωση να ομολογήσει ή τουλάχιστον να υποστεί την βάσανο των ερωτήσεων την στιγμή που αρνείται.
ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, η απόφαση του Συλλόγου μας την οποία και θα εφαρμόσουμε είναι να αποχωρούμε στις 15:00.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶μα αποχωρήσετε, να πάτε στο καλό, θα διακόψω. Αλλά αν δεν αποχωρήσετε δεν διακόπτω.
ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Εμείς σας το δηλώνουμε ότι αποχωρούμε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Σταμούλης έχει το λόγο. Δεν θέλετε να μιλήσετε;
Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Με φέρνετε σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λέω ότι δεν πρόκειται να τελειώσουμε ποτέ τη δίκη. Έχω καταλάβει ότι δεν θέλετε να τελειώσει η δίκη. Δεν χρειάζεται να μου το υπενθυμίζετε. Διακόπτουμε για αύριο το πρωί.