Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (30/07/2003) Μέρος 1/7

Τετάρτη, 30 Ιουλίου 2003 21:01
A- A A+

ΔΙΚΗ 17Ν

ΤΕΤΑΡΤΗ 30 ΙΟΥΛΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:05

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Συνεχίζουμε επί της ενστάσεως. Οι ενστάσεις λίγο συνεπτυγμένα γιατί θα καταλήξουμε στην «κόκκινη πόλη›. Με πήρε ένας φίλος τηλέφωνο και μου είπε για την «κόκκινη πόλη›. Ένας δημοσιογράφος δημοσίευσε ένα δημοσίευμα και μίλαγε για την «κόκκινη πόλη›. Καμία σχέση με ιδεολογικά. Διαβάστε την και θα την δείτε. Εγώ δεν γνωρίζω τον δημοσιογράφο αλλά μου είπαν ότι μιλάει για την «κόκκινη πόλη› που κάθε 100 χρόνια ξαναχτίζεται. Ελάτε να τελειώσουμε μην γίνουμε η «κόκκινη πόλη›.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Κύριε Πρόεδρε, γιατί νοιώθετε να ασκείτε επάνω σας πίεση μόνο από αυτά τα δημοσιεύματα και δεν νοιώθετε από όλη την υπόλοιπη κριτική που γίνεται;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Υπάρχει ανησυχία ότι δεν πρόκειται όπως πάμε να τελειώσει ποτέ η δίκη.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Και άλλες ανησυχίες υπάρχουν όμως. Και άλλου είδους κριτική γίνεται. Γιατί αυτή δεν σας απασχολεί;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τις δικές σας τις έχετε εκφράσει πολλές φορές αλλά εκφράζονται και άλλες από άλλες πλευρές.

ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, ο κρατούμενος κ. Σάββας Ξηρός αρνείται να εισέλθει στη αίθουσα του Δικαστηρίου για τους γνωστούς λόγους που σας έχει αναφέρει ο ίδιος.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Να επιτραπεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάλι δια των συνηγόρων.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Για το θέμα της παρουσίας ενόπλων αστυνομικών.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν τα είπαμε αυτά;

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Όχι, εκεί είχαμε μείνει ακριβώς και έγινε η σύγκρουση ανάμεσα στην Εισαγγελική Έδρα και συνήγορο υπεράσπισης και διακόπηκε εκεί η συνεδρίαση. Εν συντομία πρώτον, το γεγονός της παρουσίας ενόπλων αστυνομικών, 4 τον αριθμό μέσα στο γραφείο της Ανακρίτριας κας Μπούρη είναι αναμφισβήτητο και έχει αποδειχθεί ενώπιόν σας για να μην επανερχόμαστε. Σας έχουμε δώσει και τα σχετικά έγγραφα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από του κ. Γιωτόπουλου;

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Ναι. Οι οποίοι οι 4 Ανακριτικοί Υπάλληλοι καταθέτουν ότι οι ίδιοι συνόδευσαν και τους υπόλοιπους κατηγορουμένους στην Ανακρίτρια και ότι ήταν καθ’ όλη την διάρκεια της ανάκρισης ένοπλοι μέσα στο γραφείο της Ανακρίτριας. Όσον αφορά μόνο επί τροχάδην για το θέμα του αν υπάρχει διάταξη στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας η οποία να απαγορεύει την προστασία της Ανακρίτριας δια της παρουσίας ενόπλων αστυνομικών μέσα στο γραφείο της κατά την διάρκεια της απολογίας του κατηγορουμένου, θα σας πω ότι ακόμη κι αν δεν υπάρχει ευθεία διάταξη η οποία να απαγορεύει τέτοιο πράγμα πρώτον, είναι γεγονός ότι ο πολιτισμός μας μέχρι τώρα δεν έχει επιτρέψει και θεωρεί καινοφανές ένα τέτοιο φαινόμενο.

Θα σας υπενθυμίσω κ. Πρόεδρε και την δική σας την αντίδραση την πρώτη φορά που ακούσατε γι αυτό το γεγονός η οποία ήταν άμεση και πολύ ειλικρινής και είπατε ότι «εγώ ο ίδιος θα είχα σηκωθεί επάνω, θα είχα διαμαρτυρηθεί εντόνως και θα είχα φέρει τα πάνω-κάτω. Το θεωρώ αδιανόητο να βρίσκονται ένοπλοι αστυνομικοί μέσα στον Ανακριτή›. Όμως αυτό είναι γεγονός αποδεδειγμένο.

Εάν δεν υπάρχει ευθεία διάταξη που να απαγορεύει την παρουσία εγώ νομίζω ότι μπορούμε να συνάγουμε από το άρθρο 10 του νόμου 2928/2001 εξ αντιδιαστολής συμπέρασμα το ότι απαγορεύεται η παρουσία διότι το άρθρο 10 προβλέπει ότι αφορά την προστασία άλλων προσώπων και λέει επί λέξει ότι με διάταξη του αρμοδίου Εισαγγελέα Εφετών μέτρα φύλαξης διατάσσονται για τον Εισαγγελέα, τον Ανακριτή και τους Δικαστές της υπόθεσης όταν πρόκειται για κακουργήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του 9 του νόμου 2928. Το οποίο σημαίνει ότι εφόσον απαιτείται για τα μέτρα προστασίας ειδική διάταξη του Εισαγγελέως η οποία εδώ δεν υπήρχε, εξ αντιδιαστολής σημαίνει ότι σε όλες τις άλλες περιπτώσεις δεν μπορεί να παρίστανται ένοπλοι αστυνομικοί μέσα στο γραφείο του Ανακριτή.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Δεν αναφέρεται 2928 και στα σχετικά σχόλια που διαβάσαμε του κ. Μανωλεδάκη, φρόντισα να ενημερωθώ, λέει ότι μπορεί να αφορά βεβαίως κατ’ επέκταση και την προστασία εκτός Δικαστηρίου αλλά εν πάση περιπτώσει δεν κάνει διάκριση ο νόμος αν αφορά μέσα στο γραφείο ή έξω από το γραφείο και εν πάση περιπτώσει είναι ένα καινοφανές γεγονός το οποίο δεν χρειάζεται τώρα να υπεισέλθουμε αναλυτικά στο αν επηρέασε ή όχι την ελεύθερη βούληση.

Το γεγονός και μόνο ότι κάποιος καταθέτει ενώπιον Δικαστικής Αρχής, ενώπιον 4 ενόπλων με το δάκτυλο στην σκανδάλη κουκουλοφόρων νομίζω ότι αυτό και μόνο μιλάει από μόνο του κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί ότι μέσω αυτού του γεγονότος ασκείται ψυχολογική πίεση ή όχι. Εν πάση περιπτώσει το γεγονός είναι ότι η θεωρία έως τώρα και η πρακτική έχει αποδειχθεί ότι ένας από τους πιο αποφασιστικούς τρόπους ο οποίος σιγουρεύει την ανεπηρέαστη εξέταση του κατηγορουμένου από τον Ανακριτή κατά την απολογία του είναι το να είναι ελεύθερος και ανεπηρέαστος από εξωγενείς παράγοντες.

Θα αναφερθώ και πάλι επιγραμματικά κλείνοντας στον κ. Καθηγητή Αλεξιάδη ο οποίος το βιβλίο της Ανακριτικής σελίδα 428 στους επιτρεπτούς τρόπους εξέτασης του κατηγορουμένου σαν πρώτο από τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται και τα οποία πρέπει να τηρούνται θεωρεί την τήρηση των δικονομικών κανόνων ως προς τα πρόσωπα τα οποία θα είναι παρόντα και τους άλλους όρους εξέτασης του κατηγορουμένου.

Βλέπουμε λοιπόν ότι θεωρείται η παρουσία ξένων προς την Δικαστική Αρχή προσώπων ενώπιον του Ανακριτή, ένας παράγοντας ο οποίος επηρεάζει αρνητικά τα δικαιώματα του κατηγορουμένου και την άσκησή του.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Παρασκευόπουλος έχει το λόγο.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Ήθελα να μιλήσω από χθες κ. Πρόεδρε. Θα αρχίσω με μία παρατήρηση-παράκληση. Εχθές πραγματικά η εικόνα και ειδικά αυτά τα οποία εξήγγειλε, γιατί περί εξαγγελίας επρόκειτο ο κ. Εισαγγελεύς ο Τακτικός.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είπαμε δεν γυρίζουμε πάλι;

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Μισό λεπτό κ. Πρόεδρε. Είμαστε μάρτυρες κάποιων γεγονότων και τα οποία έχουν κάποια συνέπεια σε σχέση με τη κρίση σας. Δεν θα το πω για τίποτε άλλο, ούτε θέλω να πολυλογήσω, ούτε να φλυαρήσω, ούτε να διανθίσω κανέναν λόγο με άλλα στοιχεία εκτός από αυτά που επιβάλλει.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ δεν σας δίνω το λόγο γι αυτό. Σας δίνω για την ένσταση και παρακαλώ να τελειώσετε. Δεν με ενδιαφέρει, δεν θα πάμε τώρα στα παράπλευρα. Λέτε κι εσείς παραπάνω, λέει ενδεχομένως και άλλος παράγοντας. Αφήστε σας παρακαλώ.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Ούτε λίγο, ούτε πολύ αν κατάλαβα καλά θα θέλει να επαναφέρει την ποινή του θανάτου ο κ. Εισαγγελεύς ει δυνατόν. Αυτή ήταν η άποψή μου, αυτό απεκόμισα εγώ, προσωπική μου άποψη. Από την άλλη πλευρά για την ένσταση άκουσα και από τον κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα κάτι άλλο που μου έκανε εντύπωση, ιδιαίτερα από τον κ. Μαρκή.

Έχουμε φάει πραγματικά στο πρόσωπο, ο λαός το λέει «στην μούρη› – επιτρέψτε μου την έκφραση – το αστυνομικό κράτος. Κάποτε έλεγαν οι ¶γγλοι και οι Αμερικάνοι «police .....›. Σήμερα λοιπόν έχουμε διατάξεις οι οποίες μας προστατεύουν και ειδικά προστατεύουν τους Έλληνες πολίτες και τους Έλληνες κατηγορουμένους.

Βεβαίως δεν έχουμε ενώπιόν σας, γι αυτό μίλησα για την παράσταση του κ. Εισαγγελέως, ενώπιόν σας κατηγορουμένους τους Έλληνες πολίτες για κάποια αδικήματα, εγκλήματα και φυσικά βαρύτατα εγκλήματα. Όμως εξακολουθούν να είναι Έλληνες πολίτες, εξακολουθούν να έχουν το τεκμήριο της αθωότητος και δεν – ας μου επιτραπεί η έκφραση – ενώπιον βασιλικού επιτρόπου ΕΑΜ-οβουλγαροσφαγής που έλεγαν κάποτε. Κλείνω αυτή την παρένθεση με την παρατήρησή μου. Αυτή είναι η εικόνα που αποκομίσαμε κ. Πρόεδρε. Μην νομίζετε ότι θέλω να πολυλογήσω.

Είναι σαφής η διάταξη και απορώ για την θέση του αξιοτίμου κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέως για την παρουσία και παράσταση των αστυνομικών μέσα στην ανάκριση. Το 241 είναι σαφέστατο νομίζω διότι όπως ξέρετε υπάρχουν απαγορευτικοί και επιτακτικοί κανόνες. Ένας λοιπόν εκ των επιτακτικών κανόνων είναι το 241 το οποίο μας λέει τί ακριβώς; Να το δούμε.

Η ανάκριση γίνεται πάντοτε εγγράφως και χωρίς δημοσιότητα. Διενεργείται με την παρουσία Δικαστικού Γραμματέως ή δευτέρου Ανακριτικού Υπαλλήλου ή αν δεν υπάρχουν αυτοί με παρουσία δύο μαρτύρων που έχουν τις προϋποθέσεις στο άρθρο 150. Αν δεν είναι δυνατόν να βρεθούν τέτοιοι μάρτυρες, όποιος διενεργεί την ανάκριση είναι υποχρεωμένος να την ολοκληρώσει και μόνος του.

Για κάθε ανακριτική πράξη συντάσσεται έκθεση σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους και παραπεμπόμαστε στο 150. Εάν εσείς βρείτε άλλη διάταξη που να επιβάλλει ή να επιτρέπει την παρουσία αστυνομικών μέσα στην ανάκριση θα δεχθώ να απορριφθεί ευθέως η ένσταση. Νομίζω όπως πολύ σωστά σημείωσε ο συνάδελφός μου ο κ. Βλάχος, εσείς έχετε διατελέσει πράγματι ανακριτής, σας ενθυμούμεθα κι εμείς στην Πατησίων και δεν νομίζω ότι ποτέ επιτρέψατε μία τέτοια καταστρατήγηση των κανόνων της δικονομίας. Δεν χρειάζεται άλλη διάταξη να χρησιμοποιήσουμε για να πούμε ότι : ξέρετε εάν πραγματικά διαπιστώθηκε αυτό από την κα Μπούρη ότι δεν είναι επιτρεπτή η παρουσία αστυνομικών μέσα. Το αν είναι έγκυρη ή όχι αυτό θα το κρίνει το Δικαστήριό σας εν συνεχεία η κατάθεση του οποιουδήποτε κατηγορουμένου.

Συνεπώς πιστεύω ότι θα πρέπει να γίνει δεκτή η ένσταση αυτή κατά το σημείο αυτό διότι δεν υπάρχει άλλη καμία δυνατότητα από το Δικαστήριο. Δεύτερον, θα πω δυο λόγια για την ένσταση την οποία υπέβαλε ο κ. Ρουμελιώτης, προς επιστήριξη και με την άδειά του βέβαια αλλά πιστεύω θα ενδιαφέρει όλους μας, αυτές οι περίφημες καταθέσεις που πράγματι είχαν δημιουργήσει σάλο τότε και είχαμε κάνει αγώνα όλοι μας και μέρος των Δικαστών και κυρίως η πλειονότητα των υπερασπιστών δικηγόρων της μαχόμενης δικηγορίας.

Δεν είναι δυνατόν να λαμβάνεται η κατάθεση με έντυπα αυτής της μορφής, όπου απαρχής έχουν διατυπώσει την βούληση του οιουδήποτε κατηγορουμένου. Δεν θα αναφερθώ σε αυτά που έχουν διατυπωθεί μέσα και από εγκρίτους συναδέλφους όπως τον κ. Σταμούλη, τον κ. Ραχιώτη και άλλους, ότι τί έγινε; 19 κατηγορούμενοι κανείς δεν θέλησε να έχει συνήγορο;

Μάλιστα αναφέρθηκε η φράση «είχαμε μίσος κατά των συνηγόρων;›. Όχι ασφαλώς. Έρχομαι σε αυτό το σημείο να πω ότι ήταν ορθή η παρατήρηση και του αξιοτίμου κ. Παπαδάκη τότε, του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που με εγκύκλιο βεβαίως προσπαθούσε στους υφισταμένους Εισαγγελείς να δώσει το στίγμα του τρόπου με τον οποίο προανακριτικά ενεργούν οι προανακριτικοί υπάλληλοι. Διότι πράγματι είχαμε βαρεθεί, είχαμε πονέσει γι αυτή την ιστορία ότι πηγαίναμε και κοιτάγαμε τα μούτρα μας κυριολεκτικά – και πάλι ας μου επιτραπεί η έκφραση – στις πόρτες των Αστυνομικών Τμημάτων.

Πηγαίναμε στον 11ο όροφο και μας έκαναν ασανσέρ 13ος – 12ος, 7ος – 12ος και ουδέποτε είχαμε επαφή με τον κατηγορούμενου. Ερωτάται, πώς ελήφθησαν αυτές οι καταθέσεις; Ελήφθησαν νομίμως; Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε απόφαση λάβετε επί του θέματος αυτού πιστεύω ότι είναι ορθότατη η ένσταση την οποία υπέβαλλε ο κ. Ρουμελιώτης την οποία επιστηρίζουμε κι εμείς.

Κλείνοντας κ. Πρόεδρε έχω και ένα παράπονο και κατ’ υμών. Προχθές παρατηρήσατε τον κ. Μυλωνά και έγινε η παρατήρηση και προς όλους μας για το ότι υπάρχει μια κριτική των αποφάσεων. Εγώ δεν είμαι από αυτούς που κάνουν ιδιαίτερη κριτική, όμως νομίζω πολύ σωστά διατυπώθηκε από τον κ. Μυλωνά, άλλος ο σεβασμός των αποφάσεων και άλλο κριτική. Επειδή είπατε για τον Σωκράτη με το κώνειο, βεβαίως το ήπιε το κώνειο ο Σωκράτης όμως δεν συμφώνησε με την απόφαση αυτή. Κάνω λάθος; Επειδή είστε γνώστης και της Σωκρατικής φιλοσοφίας και των διαλόγων. Το ήπιε το κώνειο, θα το πιουν το κώνειο οι κατηγορούμενοι. Όμως δεν σημαίνει ότι θα συμφωνήσουν με οποιαδήποτε αντίθετη άποψη ενδεχομένως.... αν διεκδικεί δε το αλάλητο του Πάπα. Αυτό δεν το διεκδικεί κανείς μέχρι τώρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει, αλλά μπροστά εδώ δεν νομίζω ότι είναι κομψό να κάνουμε κριτική. Αν εσείς νομίζετε;

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Ο αείμνηστος Τάκης Παπάς σας πληροφορώ από κει ξεκίνησε η έννοια.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ δεν ξέρω τέτοια κριτική να γίνεται.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σας πω το περιστατικό πώς ξεκίνησε. Έχει βγει μία απόφαση ενώπιον εγκρίτων Δικαστών και του είπαν «τί λέτε κ. Παπά› και τους είπε ακριβώς αυτό «ότι είναι δυνατόν να μην κάνουμε κριτική στην απόφαση; Για ποιο λόγο;›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μέσα στο ακροατήριο;

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως μέσα στο ακροατήριο κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ότι η δικαιοσύνη σιγά-σιγά θα καταργηθεί το ξέρω.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι να καταργηθεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως θα καταργηθεί, να είστε βέβαιοι. Την τόσο μεγάλη αγάπη την βλέπω αλλά δεν την αμφισβητώ. Αλίμονο!

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, με συγχωρείτε πάρα πολύ. Υποβάλαμε 300 ενστάσεις. Πλην του κουβουκλίου καμία δεν έγινε δεκτή. Δεν ήταν ένσταση, ήταν αίτηση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή στατιστικά πρέπει να κριθεί το θέμα;

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι στατιστικά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εδώ μιλάμε και για στατιστικές.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Εκτός αν θεωρείτε ότι είστε ακαδημαϊκά τόσο εμπεριστατωμένοι και εμείς έχουμε τελειώσει νομικά του νηπιαγωγείο. Μόνο έτσι θα μπορεί κανείς ότι από αυτές τις ενστάσεις καμία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ σας είπα και πάλι για τις θέσεις πάρκινγκ που έχω για όλους απ’ έξω. Εγώ τον παρκάρω απ’ έξω τον εγωισμό αυτό, ούτε ακαδημαϊκός είμαι, ούτε παρουσιάζω τον μεγάλο διδάσκων. Κάναμε και μία άλλη ένσταση νομίζω δεκτή προχθές.

Ο κ. Μυλωνάς έχει το λόγο.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Εγώ θα αναφερθώ στην ένσταση που ανέπτυξε ο κ. Ρουμελιώτης και μόνο στο σκέλος που αφορά άμεσα τον κ. Τζωρτζάτο γιατί είναι προφανές ότι ο ισχυρισμός του κ. Τζωρτζάτου ότι υπέστη ψυχολογική βία και έντονες πιέσεις στην Ανακρίτρια την κα Μπούρη ενισχύεται ευθέως από την προβληφθείσα ένσταση η οποία έχει κατά το ένα σκέλος της ως περιεχόμενο ότι παρανόμως ήταν μέσα στην Ανακρίτρια 4 ένστολοι και ένοπλοι αστυνομικοί οι οποίοι σημάδευαν τους κατηγορουμένους. Σε αυτό το σημείο και μόνο θα αναφερθώ.

Θα ξεκινήσω από εκεί που σταμάτησε ο κ. Παρασκευόπουλος, από το 241. επιτρέψτε μου πω ότι μου έκανε εντύπωση ότι ένας καθ’ όλα έγκριτος νομομαθής όπως ο κ. Μαρκής αρκέστηκε στην αναφορά αυτού του άρθρου, ενώ είναι σαφές ότι γι αυτό το ζήτημα υπάρχουν και άλλα 3 άρθρα τα οποία πρέπει να συνεκτιμήσετε. Θυμίζω ότι το 241 στο τέλος του λέει : για κάθε ανακριτική πράξη συντάσσεται έκθεση σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους.

Στο άρθρο 148 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δίνεται ο ορισμός αυτών των εκθέσεων. Έκθεση ονομάζεται το έγγραφο που συντάσσει Δημόσιος Υπάλληλος ο οποίος εκπληρώνει καθήκοντα στην ποινική διαδικασία για να βεβαιώσει πράξεις που έκανε ο ίδιος ή άλλος αρμόδιος υπάλληλος.

Έρχεται η θεωρία και μάλιστα εκφραζόμενη από έναν έγκριτο και λαμπρό Εισαγγελικό Λειτουργό, τον κ. Καίσαρη Εισαγγελέα Εφετών ο οποίος στο έργο του «Ερμηνεία του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας›, τόμος Γ΄1984 ερμηνεύοντας το άρθρο 148, σελίδες 1915 με 1916 γράφει κατά λέξη τα εξής: «η έννοια της εκθέσεως είναι ευρεία ως προκύπτει εκ του ανωτέρω ορισμού δεδομένου ότι σε αυτήν εμπίπτουν η έγγραφος διατύπωση της καταθέσεως μάρτυρος ή απολογίας κατηγορουμένου›. Σταματώ εδώ την ερμηνεία του κ. Καίσαρη.

Έχουμε λοιπόν ως δεδομένο ότι έκθεση με την τεχνική του όρου έννοια αποτελεί και η απολογία ενός κατηγορουμένου. Να δούμε λοιπόν στην συνέχεια τί λέει ο Κώδικάς μας για τις εκθέσεις γιατί αναγκάζομαι να υπενθυμίζω τα αυτονόητα, να υπενθυμίζω τα άρθρα του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Δεν μπορεί να μας λέει ο αξιότιμος κ. Μαρκής ότι το μόνο άρθρο που αφορά την περίπτωσή μας είναι το 241 και δεν υπάρχει καμία άλλη διάταξη. Όχι, υπάρχουν άλλες διατάξεις στις οποίες αρκούμαι να υπενθυμίσω τώρα.

Πάμε στο άρθρο 150 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Κατά την σύνταξη της έκθεσης, άρα και κατά την σύνταξη της απολογίας όταν ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά και δεν ορίζει πουθενά διαφορετικά στην συγκεκριμένη περίπτωση παρίσταται Δικαστικός Γραμματέας ή Ανακριτικός Υπάλληλος και αν δεν υπάρχουν αυτοί παρίστανται δύο μάρτυρες.

Τελειώνω με το πιο σημαντικό άρθρο που είναι το άρθρο 151 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που έχει τίτλο «Περιεχόμενο της έκθεσης› και μας λέει τα εξής: η έκθεση που γράφεται από τον Δικαστικό Γραμματέα εάν αυτός είναι παρών, πρέπει να αναφέρει τον τόπο και την ημερομηνία κι αν είναι δυνατόν την ώρα κατά την οποία άρχισε και τελείωσε η σύνταξή της, (κόμμα) τα ονοματεπώνυμα και την κατοικία των προσώπων που παρευρέθηκαν και τους τυχόν γνωστούς λόγους για τους οποίους δεν παρευρέθηκαν τα πρόσωπα που έπρεπε κλπ.

Νομίζω ότι από αυτές τις τρεις σαφείς διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας 148, 150 και 151 προκύπτει σαφής υποχρέωση να αναγράφεται σε κάθε έκθεση, άρα και στην απολογία κατηγορουμένου ποια ήταν τα πρόσωπα που παρευρέθηκαν και γιατί δεν παρευρέθηκαν και προσθέτω εγώ, και γιατί τυχόν παρευρέθηκαν κατ’ εξαίρεση και κάποια άλλα πρόσωπα; Γιατί εντελώς θεωρητικά μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Ανακρίτρια φοβήθηκε πολύ και ζήτησε να είναι και 4 αστυνόμοι μέσα.

Βέβαια μιλάμε για την Ευελπίδων αλλά ας δούμε και αυτή την υποθετική περίπτωση. Θα έπρεπε βάσει της ρητής επιταγής του άρθρου 151 να σημειώσει ο Γραμματέας ότι, ξέρετε γι αυτούς και γι αυτούς τους λόγους παρευρέθηκαν και οι κύριοι αστυνομικοί α, β, γ, δ. Διαφορετικά έχουμε ακυρότητα γιατί δεν μπορούμε να παίζουμε κ.κ. Δικαστές με την δικονομία. Όταν υπάρχουν σαφέστατες διατάξεις που ορίζουν λεπτομερέστατα τί γίνεται με τις εκθέσεις, πώς συντάσσονται και ποιοι παρευρίσκονται μέσα δεν μπορούμε να τις παραβιάζουμε επικαλούμενοι αορίστως λόγους ασφαλείας.

Να θυμίζω εδώ ότι ο ίδιος ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου επανειλημμένα είχε διαμαρτυρηθεί και είχε πει «μα είναι δυνατόν ποτέ σε ανακριτή μέσα να είναι αστυνόμοι;›. Και όμως κ. Πρόεδρε είδατε ότι κάνατε λάθος και όταν αναγνωρίστηκε πανηγυρικά από κατάθεση αστυνομικού και το παραδέχθηκε και ο κ. Εισαγγελέας ότι ήταν μέσα....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και να σημαδεύουν τους κατηγορούμενους είπα.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Όχι, είχατε πει είναι δυνατόν να παρευρίσκονται μέσα αστυνόμοι με όπλα. Πανηγυρικά απεδείχθη ότι ήταν μέσα οι αστυνομικοί με τα όπλα. Ενδεχομένως σημάδευαν και τους κατηγορουμένους αλλά αυτό είναι το δευτερεύων. Το πρωτεύων είναι ότι σε μία ανάκριση κατά πλήρη παραβίαση των διατάξεων που σας ανέφερα και χωρίς καμία αναφορά συμμετοχής τους στην ανάκριση, ήταν 4 αστυνομικοί με τα όπλα στο χέρι. Το αν σημάδευαν το πάτωμα, την καρδιά του κατηγορουμένου ή του συνηγόρου νομίζω ότι είναι δευτερεύων.

Η πρώτιστη παρανομία και έπ’ αυτής πρέπει να τοποθετηθείτε είναι ότι υπήρχαν 4 ένοπλοι αστυνομικοί μέσα χωρίς αυτό να αναγράφεται στην έκθεση, δηλαδή στην απολογία κατά πλήρη παραβίαση των διατάξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό και βεβαίως αφορά ευθέως και τους ισχυρισμούς του κ. Τζωρτζάτου. Αλλά δεν μπορούμε να αναφερόμαστε μόνο στο 241 και να ξεχνάμε τις σαφέστατες διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Είμαι στην δυσάρεστη θέση να έρχομαι και να υπενθυμίζω απλώς τί λέει το γράμμα του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Έχουμε προχωρήσει τόσο πολύ που αγνοούμε, δεν ξέρω για ποιους λόγους την ίδια την ύπαρξη άρθρων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αυτό ομολογώ ότι με εκπλήσσει και θα έλεγα με θλίβει κιόλας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Ρουμελιώτη, τί να ανταπαντήσετε; Τα είπατε, μας φέρατε και του κ. Παπαδάκη τη γνωμοδότηση.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Συμπληρωματικά προς τους προλαλήσαντες συναδέλφους μου θα ήθελα να πω το εξής: Ότι εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 241 και 148 επόμενα του Κ.Ποιν.Δ., οι οποίες αναλύθηκαν από τους συναδέλφους κ.κ. Παρασκευόπουλο και Μυλωνά, θα πρέπει να αναζητήσουμε και να εξαντλήσουμε πραγματικά τη νομοθετική διερεύνηση στο επιτρεπτό ή μη της παρουσίας αστυνομικών στην ανάκριση και σε δύο άλλα νομοθετήματα τα οποία είναι σχετικά, αφού προηγούμενα κρατήσουμε ως συμπέρασμα από την τοποθέτηση των προηγουμένων συναδέλφων το εξής:

Ότι εφόσον η ανάκριση είναι μυστική και εφόσον ο κατηγορούμενος πρέπει να έχει την ελευθερία και την αναγκαία υπερασπιστική ευκολία για να διαλέξει τα μέσα της υπεράσπισής του και αυτά είναι αρχές που απορρέουν από τις διατάξεις αυτές και από την ΕΣΔΑ, θα πρέπει να αναζητήσει κανένας διατάξεις οι οποίες όχι απλώς να μην απαγορεύουν, αλλά να επιτρέπουν την παρουσία αστυνομικών ή την οποιαδήποτε εκείνη ενέργεια η οποία κάμπτει αυτές τις αρχές. Κάμπτει δηλαδή και περιορίζει την αρχή της μυστικότητας ή κάμπτει και περιορίζει την αρχή της ελευθερίας του κατηγορουμένου να επιλέξει τις υπερασπιστικές ευκολίες και τα υπερασπιστικά του μέσα.

Πράγματι, είναι προφανές από το περιεχόμενο των διατάξεων που προαναφέρθηκαν, ότι δεν μπορούν να παρίστανται άλλα πρόσωπα εκτός από τους κατά νόμο αναγκαίους ανακριτικούς υπαλλήλους. Ένα άλλο νομοθέτημα στο οποίο κανένας θα μπορούσε να αναζητήσει νόμιμο έρεισμα της παρουσίας των αστυνομικών, είναι ο οργανισμός των Δικαστηρίων, Ποινικών και Πολιτικών με δεδομένο το αυτοδιοίκητο των Δικαστηρίων και την απορρέουσα από αυτό τη δυνατότητα εν πάση περιπτώσει να ορίζουν τα των αστυνομικών κτλ.

Δεν υπάρχει καμία διάταξη στον οργανισμό των Δικαστηρίων η οποία να σχετίζεται με την παρουσία αστυνομικών, τη φρούρηση και οτιδήποτε άλλο. Το ότι δεν υπάρχει βέβαια δεν είναι τυχαίο ούτε ερμηνευτικά μπορεί να κατευθύνεται στην άποψη ότι επιτρέπονται τα πάντα αφού δεν απαγορεύονται.

Υπάρχει ακόμα το Π.Δ. 141/91 το οποίο έχει σχέση με τη δημόσια τάξη, την αρμοδιότητα των οργάνων, τις υπηρεσιακές ενέργειες αστυνομικών του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως κτλ., το οποίο στα άρθρα 140 και επόμενα, κάνει λόγο για την παρουσία αστυνομικών στα Δικαστήρια. Και εδώ είναι το εντυπωσιακό, θα σας διαβάσω μια παράγραφο μόνο: «Η δύναμη που παρίσταται στις συνεδριάσεις των Δικαστηρίων, υπάγεται στις άμεσες διαταγές του Προέδρου του Δικαστηρίου μόνο όσον αφορά την τήρηση της τάξης και τη φρούρηση των καταδίκων, των υποδίκων και όσων καταδικάζονται από το Δικαστήριο και τον Εισαγγελέα ή του Επιτρόπου όσον αφορά τη μεταφορά τους›.

Το άρθρο 140 και κάποιες επόμενες διατάξεις κάνουν λόγο για τον τρόπο παρουσίας αστυνομικών κατά τη συνεδρίαση του Δικαστηρίου. Μιλάμε όμως στενά και αποκλειστικά για συνεδρίαση του Δικαστηρίου και είναι γνωστό ότι η συνεδρίαση του Δικαστηρίου είναι δημόσια. Η ανάκριση αντίθετα είναι μυστική και δεν υπάρχει καμία διάταξη ούτε και σε αυτό το Π.Δ. η οποία να ρυθμίζει και να διέπει τα της παρουσίας αστυνομικών μέσα στη μυστική ανάκριση. Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία διάταξη η οποία να επιτρέπει την παρουσία αστυνομικών στην ανάκριση.

Ακόμα και αν οποιοσδήποτε θεωρεί εύλογο το να υπάρχει για λόγους ασφαλείας κάποια αστυνομική δύναμη, εγώ προσωπικά αμφισβητώ ευθέως τη δυνατότητά του να βρει μια διάταξη νόμου η οποία να το τεκμηριώνει αυτό το πράγμα. Αλλά εν πάση περιπτώσει, δεν μιλώ για πράγματα παράλογα, έξω από τη λογική. Μιλώ για πράγματα τα οποία υπερβαίνουν το μέτρο. Έχουμε υπέρβαση του μέτρου λοιπόν; Για να δούμε κάτι εδώ πέρα:

Τί σημαίνει η πλήξη της μυστικότητας της ανάκρισης ως προς τα υπερασπιστικά δικαιώματα όταν τα πρόσωπα υπέρ των οποίων πλήττεται η μυστικότητα, ανήκουν στην υπηρεσία εκείνη η οποία έχει οδηγήσει σιδηροδέσμιο τον Χ κατηγορούμενο, είναι δηλαδή ουσιαστικά ο αντίδικός του, είναι εκείνος ο οποίος τον έχει συλλάβει και θέλει να τον βάλει στη φυλακή με κάποιες κατηγορίες και έχει τη δυνατότητα πληροφορούμενος το τί έχει απολογηθεί στον ανακριτή, να του συμπεριφέρεται ανάλογα, να τον πιέζει, να τον εκβιάζει και να κάνει όλα όσα έχουν καταγγελθεί.

Πλήττεται κατ’ αυτόν τον τρόπο το δικαίωμα του κατηγορούμενου να επιλέξει τα μέσα της υπεράσπισής του και ελεύθερος και ανεμπόδιστος να επιλέξει την υπερασπιστική γραμμή την οποία επιθυμεί για να υπερασπίσει τον εαυτό του; Προφανώς πλήττεται. Είναι συνεπώς ανεπίτρεπτη η παρουσία των αστυνομικών υπό το πρίσμα του άρθρου 6 παρ. 3γ της ΕΣΔΑ πέρα από το αν είναι ή δεν είναι υπό το πρίσμα των άρθρων 241 και 148 του Κ.Ποιν.Δ.; Προφανώς είναι.

Υπάρχει νομικό έρεισμα στην παρουσία των αστυνομικών στην ανάκριση; Δεν υπάρχει. Και βέβαια εκείνο το οποίο υπάρχει και θέλω να τελειώσω και με αυτό, είναι αυτή η αμφισβήτηση που υπήρξε δυστυχώς και από εσάς και από συναδέλφους από την απέναντι πλευρά σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας η οποία εκτός του ότι έχει τραπεί από τακτική υποχώρηση σε άτακτη φυγή από τη στιγμή που εμφανίστηκαν αυτά τα έγγραφα τα οποία βεβαιώνουν την παρουσία τεσσάρων αστυνομικών σε κάθε ανάκριση, επιτρέψτε μου να πω ότι έχει ευτελίσει τη συζήτηση αυτή διότι προκαλεί την κοινή νοημοσύνη.

Σχεδόν σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση γίνονταν οι προσαγωγές όλων στον ανακριτή, τα ελικόπτερα ακουγόταν και ο βόμβος τους από πάνω, παντού υπήρχαν αστυνομικοί με όπλα, με κουκούλες και με αυτόματα, ο μόνος χώρος στον οποίο δε μπήκε η κάμερα ήταν το γραφείο του ανακριτή μέσα και θέλει οποιοσδήποτε τα αμφισβητεί αυτά τα πράγματα, να πιστέψουμε κάτι το οποίο είναι αντίθετο όχι μόνο στις διατάξεις και στη λογική, αλλά αντίθετο και σε αυτά τα οποία όλοι βλέπαμε πέρυσι.

Είναι προφανές λοιπόν ότι υπήρξε παρεμπόδιση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου Χριστόδουλου Ξηρού από την παρουσία των αστυνομικών στην ανάκριση. Επιτέλους ας ληφθεί κι ένα πράγμα ακόμα, ότι ο Χριστόδουλος Ξηρός δεν είχε καν δικηγόρο στην ανακρίτρια, αντίθετα με τον Τζωρτζάτο ο οποίος είχε δικηγόρους, αλλά αυτά τα είπαμε και θα τα ξαναπούμε όταν θα έρθει η ώρα. Κατά συνέπεια, η ένσταση πρέπει να γίνει δεκτή.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Πιστεύω απόλυτα ότι το ζήτημα που ετέθη χθες είναι ένα κεφαλαιώδες ζήτημα το οποίο άπτεται πλέον της προστασίας των θεσμών. Το να μιλούμε ότι είναι νόμιμη η παρουσία τεσσάρων μασκοφόρων της αντιτρομοκρατικής κατά τη διεξαγωγή της ανάκρισης, θεωρώ ότι είναι παραλογισμός που δεν χρειάζεται επιχειρηματολογία για να ανατραπεί. Αυτό που ήθελα να επισημάνω στο Δικαστήριό σας, είναι το εξής:

Η Πολιτική Αγωγή ξέφυγε τον σκόπελο, αρνούμενη να λάβει θέση επί του ζητήματος αυτού αρκεσθείσα διά του κ. Κατσαντώνη να ζητήσει την απόρριψη της ένστασης. Εγώ θεωρώ ότι έχει ηθική, νομική και ιστορική ευθύνη να λάβει θέση επί του ζητήματος αυτού και την καλώ να το πράξει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κάποτε πρέπει να τελειώνουν όλες αυτές οι ιστορίες, πρέπει να το πάρετε απόφαση.

Π. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, παίρνω τον λόγο σπάνιες φορές, όταν νομίζω ότι μόνο όταν βοηθά τον πελάτη μου και όταν νομίζω ότι βοηθά κάποιες αρχές και κάποιες αξίες. Μου κάνει τεράστια εντύπωση η ταχύτητα με την οποία κατά τη διάρκεια της Δίκης μετεβλήθησαν οι απόψεις σχετικά με το θέμα της παραμονής οπλοφόρων αστυνομικών ή μη κατά τη διάρκεια της ανάκρισης. Μου κάνει τεράστια εντύπωση.

Όταν ξεκινήσαμε αυτή τη διαδικασία έγιναν τεράστιες συζητήσεις, ότι δεν θα μπορούσε να είναι οπλοφόροι διότι δεν θα το επέτρεπε, αυτό από Έδρας, από Εισαγγελικής Αρχής, ότι δεν μπορούσε να υπάρχουν οπλοφόροι, ήταν απαράδεκτο, διότι δεν μπορούσε να το ανεχθεί αυτό η ανακρίτρια. Διότι ουδέποτε δικαστικός λειτουργός θα μπορούσε να ανεχθεί την παρουσία οπλοφόρων αστυνομικών κατά τη διάρκεια της ανάκρισης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ούτε οι δικηγόροι θα έπρεπε να το ανεχθούν, έτσι δεν είπαμε;

Π. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ: Στη συνέχεια θα έλεγα ότι «δαιμονοποιήσαμε› και τους δικηγόρους και κάποιους από τους δικηγόρους λέγοντας ότι «μα είναι δυνατόν αυτοί οι δικηγόροι να δεχθούν κάτι τέτοιο;› Όταν όμως ήρθε εκείνο το περιβόητο έγγραφο του κ. Σύρου, τότε αλλάξαμε τακτική, είπαμε ότι υπάρχει και το ενδεχόμενο να είναι και οπλοφόροι αστυνομικοί, μόνο και μόνο για λόγους ευταξίας, για λόγους φόβου της ανακρίτριας.

Εκεί στηλιτεύσαμε το γεγονός αυτό, είπαμε ότι δε μπορεί να φοβάται η ανακρίτρια και να μην το αναφέρει, θα πρέπει να αναφερθεί και να πει ότι κατ’ εξαίρεσιν επιτρέπονται σήμερα οι αστυνομικοί με τα όπλα τους, ενόψει του γεγονότος ότι υπάρχει ο φόβος από αυτούς τους περιβόητους κατηγορουμένους.

Πέντε μήνες τώρα και στην προσπάθεια να στοιχειοθετήσουμε κάποια αδικήματα που έχουν σχέση με αυτά για τα οποία κατηγορούνται οι συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι, φτάσαμε στο σημείο σήμερα να νομιμοποιούμε την ύπαρξη αυτών των οπλοφόρων μέσα και να λέμε «εντάξει, δεν είναι κακό› και στη συνέχει φτάσαμε και κάπου αλλού. Είπατε ότι δεν το απαγορεύει και η δικονομία.

Έχω λοιπόν την άποψη ότι έχουμε μια μετακύλιση αρχών, ηθικών αξιών και νομικών αξιών η οποία μετακύλιση στο χώρο αυτό και στη δίκη αυτή, η οποία θα έλεγα ότι έχει κι έναν παιδευτικό χαρακτήρα όπως λέει προσφυώς το Δικαστήριό σας πολλές φορές, δεν είναι επιτρεπτή. Φτάσαμε λοιπόν να πούμε ότι ορθώς ήταν μέσα οι αστυνομικοί και να κάνουμε μια αναλογία μεταξύ Πάσσαρη ο οποίος έφυγε κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του στο νοσοκομείο και των ατόμων εκείνων τα οποία είχαν το μεγαλύτερό τους δικαίωμα, το ιερό τους δικαίωμα να απολογηθούν.

Έχω λοιπόν την άποψη ότι τέτοιες αναλογίες πραγματικά είναι πολύ επικίνδυνες, θίγουν αξίες, θίγουν νομικούς πολιτισμούς. Θα έλεγα και κάτι άλλο απαντώντας στον κ. Μαρκή που οφείλω να ομολογήσω ότι δεν περίμενα ότι θα έκανε μια τέτοια πρόταση, να στηρίξει την ύπαρξη των αστυνομικών στο 241, δηλαδή στο ότι αυτό το θέμα δεν παραβιάζει τη δημοσιότητα.

Δεν είναι θέμα δημοσιότητας, εγώ δεν πάω ούτε στις εκθέσεις που είπε ο κ. Μυλωνάς ούτε στα θέματα της δημοσιότητας. Εγώ πάω στο ότι δεν υπάρχει καμία διάταξη η οποία να επιτρέπει αστυνομικούς, πάω στο ότι επί 30 χρόνια τουλάχιστον που εγώ είμαι δικηγόρος δεν έτυχε ποτέ να είμαι σε ανάκριση μαζί με αστυνομικούς και νομίζω ότι δεν έτυχε ποτέ να είναι σε ανάκριση με αστυνομικούς κανείς απ’ όλη αυτή την αίθουσα. Αυτή λοιπόν την κατάκτηση των κατηγορουμένων, έχω την εντύπωση ότι δεν πρέπει να την αλώσουμε προς χάριν μιας απόφασης.

Δέχομαι την άποψή σας να παταχθεί η τρομοκρατία, ο σκοπός όμως δεν αγιάζει τα μέσα. Θα πρέπει πράγματι να τηρούμε αυτές τις αξίες και αυτές τις αρχές που υπάρχουν. Αυτά ως προς αυτό το θέμα. Δύο κουβέντες και ως προς το δεύτερο, το θέμα το οποίο έθεσα με την ένστασή μου:

Περίμενα να ακούσω κάποια άποψη που θα έλεγε ότι αυτά τα οποία λέχθηκαν και τα οποία δεν ήταν δικές μου απόψεις αλλά ήταν απόψεις του Εισαγγελέα του κ. Παπαδάκη, δεν στοιχειοθετούνται, δεν άκουσα καμία άποψη. ¶κουσα από τον κ. Εισαγγελά να πει ότι «ορθώς ήταν το κατηγορητήριο›. Το κατηγορητήριο όμως δεν είναι ορθώς, δε θέλω να σας το διαβάσω, διότι αν το διαβάσει κανείς και νομίζω ότι το διαβάσω χθες κατά τη διάρκεια της διάσκεψής σας, θα δει ότι αναφέρεται μόνο στο 187 και πουθενά αλλού, πλην όμως ο Χριστόδουλος Ξηρός είναι κατηγορούμενος για μια σειρά από αδικήματα, ανθρωποκτονίες, ληστείες και κάποια άλλα.

¶ρα λοιπόν το κατηγορητήριο δεν είναι ορθό σύμφωνα με εκείνα που είπε ο κ. Εισαγγελέας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συγνώμη, δεν εννοείτε στην ανακρίτρια το κατηγορητήριο....

Π. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ: Όχι, δεν εννοώ στην προανακριτική.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εκεί δε μπορούσε να του απαγγείλει άλλος κατηγορία για άλλο αδίκημα εκτός από το Αυτόφωρο, με το 187.

Π. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ: Όταν τον καλεί και απολογείται και λέει ότι «εγώ έκανα εκείνο, εκείνο› κτλ., αυτό δεν είναι 187. Αν απολογείτο μόνο για το 187 θα έλεγε ότι «εγώ συμμετείχαν στην ομάδα η οποία είχε ως σκοπό εκείνο κι εκείνο....›. Όταν έρχεται και λέει ότι «εγώ ήμουν εκεί› κτλ., σημαίνει ότι απολογείται και για τα άλλα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έπρεπε να του πει λοιπόν «φύγε, αυτά δε μας ενδιαφέρουν›.

Π. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ: Όχι, αυτά είναι κατόπιν ερωτήσεων, αυτή είναι η άποψή μου.

Δεύτερον, ως προς το έντυπο και όχι το αναγραφόμενο εγγράφως: Εδώ θα πρέπει να απαντήσετε, εδώ δε λέχθηκε τίποτε από την Εισαγγελική Έδρα. Αν πείτε ότι η άποψη αυτή του κ. Παπαδάκη δεν είναι σωστή και την αιτιολογήστε γιατί δεν είναι σωστή, ορθώς, η κρίση σας είναι, εσείς είστε το Δικαστήριο το οποίο θα βγάλει την απόφαση, θα περιμένουμε εδώ. Θα πρέπει όμως να δικαιολογήσετε γιατί η κρίση αυτή την οποία εξέφερα εγώ, η οποία είναι καθ’ υποφοράν όσων είπε ο κ. Παπαδάκης, γιατί η κρίση αυτή δεν είναι ορθή.

Τελειώνοντας θα ήθελα να πω και κάτι γιατί άκουσα τον αγαπητό συνάδελφο, τον κ. Γιαννίδη, να πει ότι αυτές οι ενστάσεις δεν προβάλλονται τώρα γιατί πέρασε η προδικασία. Υπάρχει η απόφασή σας. Η απόφασή σας κάνει ειδική εξαίρεση γι αυτές τις καταθέσεις. Δε θέλω τίποτε άλλο να σας πω.

Προτεινόμενα για εσάς


NAFTEMPORIKI TV

Δημοφιλή