ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Κύριε Εισαγγελεύ έχετε τον λόγο.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριοι δικασταί, δεν θα μακρηγορήσω, ενθυμούμενος και αυτό που είπατε για την «κόκκινη πόλη› κ. Πρόεδρε. Ο κατηγορούμενος Τζωρτζάτος προβάλλει ότι κατά το χρόνο που ελήφθησαν οι απολογίες του, τα όργανα της τάξεως τον κακοποίησαν και τον ανάγκασαν να πει πράγματα που δεν ήταν αληθή. Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν απεδείχθησαν από κανένα στοιχείο ουδόλως, ούτε καν επιθανολογήθησαν. Επομένως είναι αβάσιμοι κατ’ ουσίαν.
Είναι ισχυρισμοί υπερασπιστικοί και ουδέν έτερον, καθόσον όπως ο ίδιος ισχυρίζεται έπασχε επί μήνες από τις κακώσεις από τα βασανιστήρια και μάλιστα μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2002. Επομένως, έπρεπε να έχει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη μεγάλης διαρκείας και επομένως έπρεπε να λάβει όχι μία, αλλά πολλές ιατρικές γνωματεύσεις και να προτείνει πολλούς ιατρούς ή έστω έναν ιατρό, ο οποίος είχε αναλάβει τη νοσηλεία του.
Ακόμα, σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς του, τα σημεία των δήθεν βασανιστηρίων ήσαν εμφανή στο σώμα του και μέχρι το μήνα Δεκέμβριο του 2002 τί ισχυρίζεται, τί προέβαλλε, τί έγινε; Κατέθεσε η γυναίκα του ότι είδε μώλωπες. Η αξιοπιστία της πρέπει να κριθεί ενόψει του ότι είναι σύζυγός της. Το ότι τους μώλωπες τους είδαν οι συγκατηγορούμενοί του, και αυτό κ.κ. δικασταί πρέπει να το κρίνετε ενόψει αυτού του γεγονός και ότι συνδέουν με αυτή τους τη μαρτυρία περί κακώσεων στο σώμα του, δικά τους έννομα συμφέροντα.
Δεν είναι δυνατόν ποτέ κάποιος λογικός να έχει την αξίωση οι κύριοι συγκατηγορούμενοί του να μη βεβαιώσουν κάτι το οποίο στηρίζει και τις δικές τους απόψεις. Ούτε μία φωτογραφία κ. Πρόεδρε δεν έφεραν εκεί που έφερε τους μώλωπες, κάποιος να τραβήξει μια φωτογραφία για να υπάρχει. Βεβαίως τούτο δεν έγινε διότι δεν συνέβησαν όχι απλά βασανιστήρια, ούτε καν η παραμικρή σωματική κάκωση. Μόλις την προηγούμενη ημέρα της λήξεως του παρελθόντος έτους, την 31/12, οι συνήγοροι των κατηγορουμένων έκαναν λέει μία μήνυση και βέβαια ακούστηκε εδώ ότι προσέφυγαν και εκτός Ελλάδος.
Κύριοι Δικασταί, κάθε εχέφρων άνθρωπος εάν παρατηρήσει την χρονική διαδρομή, τη λογική κατάσταση αυτών των πραγμάτων που προϋπήρξαν, άγεται στη σαφή βεβαιότητα ότι ο κ. κατηγορούμενος, επαναλαμβάνω, ουδέν εξ όσων προβάλλει έχει υποστεί.
Κύριοι Δικασταί, υπάρχει μια μιζέρια εναντίον των οργάνων της τάξεως, των αστυνομικών οργάνων. Όμως, οφείλω να το καταθέσω και παρακαλώ να το σταθμίσετε, χθες στον αγώνα του καλού κατά του κακού, της έννομης δημοκρατικής τάξης κατά της ένοπλης ατομικής βίας και αυθαιρεσίας, χθες στη συμπρωτεύουσα ένας αστυφύλακας της Ελληνικής Αστυνομίας, ένα όργανο της έννομης τάξης με κίνδυνο της ζωής του , άοπλος, έδειξε σε όλους τον δρόμο του καθήκοντος.
Έδειξε το χρέος κάθε πολίτη αυτού του τύπου, κάθε δημοκρατικού πολίτη που αγαπά αυτό τον τόπο, όχι μόνο φραστικά αλλά και με έργα. Αυτή η πράξη του αστυφύλακα η χθεσινή στη Θεσσαλονίκη κατέδειξε περαιτέρω την δύναμη των ιδεών, η οποία δύναμη των ιδεών είναι μεγαλύτερη από τη δύναμη των όπλων. Θα μου επιτρέψετε κ. Πρόεδρε, επειδή αυτό το Δικαστήριο διεξάγει μια ιστορική Δίκη, μία Δίκη που δικάζεται η βία και η αυθαιρεσία και η υποκρισία, να συγχαρώ τον έντιμο και καθαρό αυτόν Έλληνα. Είμαι βέβαιος ότι το παράδειγμά του θα βρει μιμητές σε όλη την Ελλάδα, σε όλους τους χώρους. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να γίνουμε πιο σίγουροι για το σήμερα, για το αύριο, για πάντα στην πατρίδα μας.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Μερικές σκέψεις θα βάλω υπό την κρίσιν του Δικαστηρίου σας κ. Πρόεδρε: Συλλαμβάνεται ο κ. Τζωρτζάτος και οδηγείται στην Αντιτρομοκρατική. Γιατί κύριοι Δικαστές να είναι ο μόνος ο οποίος καταγγέλλει ότι τον έδειραν; Αυτός είναι ο ισχυρισμός του. Εγώ θα έλεγα ένα άλλο σενάριο: Το όπλο το οποίο χρησιμοποίησε η αστυνομία δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η απολογία του Χριστόδουλου Ξηρού, την έχει ήδη στα χέρια του, οι ώρες φαίνονται καθαρά, συσχετίζονται, είναι η απολογία του Ξηρού και η θέση του κάτω από εξής δίλημμα:
«Συνεργάζεσαι κύριε και έχεις τα ευεργετικά αποτελέσματα ή αρνείσαι και αναλαμβάνεις τις ευθύνες σου;› Αυτό ήταν το δίλημμα κάτω από το οποίο τέθηκε ο κ. Τζωρτζάτος. Και αυτός είναι ο λόγος που εξηγεί το περιεχόμενο της απολογίας ενώπιον της Αντιτρομοκρατικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην απολογία του αυτή στην Αντιτρομοκρατική, σε κρίσιμα σημεία που αφορούν τον ίδιον, όπως φαίνεται από τη διαδικασία, ακόμα δεν έχω καταλήξει, στη σκέψη μου το έχω μονάχα τώρα, φαίνεται ότι προσπαθεί να ελαφρύνει την δική του θέση και να επιβαρύνει συγκατηγορούμενό του.
Επειδή δε μ’ αρέσει να αιωρούνται τα πράγματα, σας λέω ευθέως τον προβληματισμό μου. Ότι σε δυο τουλάχιστον περιπτώσεις που φαίνεται να έχει λειτουργήσει με τον κ. Κουφοντίνα, δύο περιπτώσεις απόπειρας ανθρωποκτονίας που του αποδίδεται, στη μία του Καψαλάκη και στην άλλη του Ανδρουλιδάκη, ο κ. κατηγορούμενος λέει «αυτός που πυροβόλησε είναι ο Κουφοντίνας›.
Θα σας θυμίσω μια κατάθεση κάποιου μάρτυρα που είχαμε στην υπόθεση που απέκλεισε αυτή την περίπτωση. Η σύζυγος του ανθρώπου αυτού είπε «δεν είναι ο Κουφοντίνας›. Κλείνω την παρένθεση για να σας πω ότι δεν βασανίστηκε ο κύριος για να καταθέτει θετικά για τον εαυτό του. Αυτό όμως που με κάνει κ. Πρόεδρε να αμφισβητώ εντελώς τον ισχυρισμό του περί βασανιστηρίων, είναι ο περαιτέρω ισχυρισμός του ότι κατά τη διάρκεια της απολογίας του στην ανακρίτρια, τα όσα κατέθεσε, τα όσα περιέλαβε στην απολογία του ήταν αποτέλεσμα απειλών των αστυνομικών οργάνων που τον συνόδευαν.
Θέλω να επισημάνω, το είχα επισημάνει από την αρχή της διαδικασίας, ότι η απολογία αυτή δίνεται παρουσία δύο δικηγόρων. Δεν μ’ αρέσει να ξεχωρίζω τους δικηγόρους ανάλογα με όνομα και με προσωπικότητα, αλλά ας δούμε κ.κ. Δικασταί ποιοι είναι αυτοί οι δικηγόροι που συνοδεύουν τον κ. Τζωρτζάτο: Ο κ. Τεντολούρης είναι ένας άνθρωπος ο οποίος για να υπερασπίσει τον Τζωρτζάτο τον διέγραψε ή τον απομάκρυνε το κόμμα του από την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος στο οποίο ανήκει, και μάλιστα ενός κόμματος που αγωνίζεται και πασχίζει για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δύο βασικά στελέχη του οποίου εμφανίστηκαν εδώ και κατέθεσαν μάρτυρες υπερασπίσεως υπέρ ενός κατηγορουμένου.
Ο άλλος δικηγόρος, αν γνωρίζει κανείς την εμπειρία που έχει υποστεί ο δικηγόρος μέσα στα αστυνομικά τμήματα κατά τη διάρκεια της 7ετίας, θα περάσει απ’ το μυαλό κανενός ότι ο κύριος αυτός ο οποίος βρίσκεται απέναντί μας και ισχυρίζεται αυτά που ισχυρίζεται, θα τους έλεγε «ξέρετε, αυτά έχω τραβήξει› και θα σιωπούσαν; Ότι θα σήκωνε τη φανέλα του και θα έδειχνε τραύματα και δε θα έβγαιναν έξω να τινάξουν την Ελλάδα στον αέρα οι δύο αυτοί άνθρωποι; «Ορίστε κύριοι, αποτέλεσμα βασανιστηρίων είναι αυτά που είπε ο πελάτης μας και τα ίχνη των βασανιστηρίων βρίσκονται στο σώμα του αυτή τη στιγμή›.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά θα είχε η απολογία του ενώπιον της ανακρίτριας αυτό το περιεχόμενο; Θα σας επισημάνω δυο σημεία για να αντιληφθείτε τί λέει: Ο κ. κατηγορούμενος στην προανακριτική του απολογία λέει ότι: «Στην υπόθεση στο αστυνομικό τμήμα του Βύρωνα, έλαβε μέρος και ο Λάμπρος ο οποίος βρισκόταν σε ένα αυτοκίνητο απέξω›. Έρχεται λοιπόν και λέει: « Στην εισβολή του ΙΘ’ Βύρωνα το ’88, ο Λάμπρος δεν συμμετείχε›. Αυτό το τμήμα της απολογίας είναι αποτέλεσμα απειλών της Αντιτρομοκρατικής;
Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: (εκτός μικροφώνου)
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ένα άλλο, εντελώς επιβαρυντικό για όλους: «Αν υπήρχε επικινδυνότητα για τρίτα πρόσωπα την αποφεύγαμε. Έτυχε πολλές φορές να πάμε δυο και τρεις φορές να μην πραγματοποιήσουμε την ενέργεια που σχεδιάζαμε για τον λόγο ότι υπήρχαν έστω και σε απόσταση 100 μέτρων άλλοι που κινδύνευαν›. Και αυτά με τα όπλα απειλήθηκε στην Αντιτρομοκρατική για να τα πει;
Παρακάτω: « Θέλω να δηλώσω ότι στην προανακριτική μου απολογία υπήρχαν φράσεις οι οποίες αναφέρονται στο παρελθόν, όπως απαλλοτριώσεις κτλ., με τις οποίες φυσικά δεν συμφωνώ σήμερα, γιατί έχω αποκηρύξει αυτή την ιδεολογία›. Και αυτά με την απειλή ειπώθηκαν στην Αντιτρομοκρατική;
Κύριοι Δικασταί, είναι φανερό τί συνέβη. Την περίοδο που εκδόθηκαν οι καταθέσεις, ο κύριος είχε αποφασίσει να συνεργαστεί. Όταν άλλαξε, όταν ξαναδημιουργήθηκε η Οργάνωση μέσα στις φυλακές και άλλαξε η τακτική η υπερασπιστική των ίδιων και αναγκαστικά και των δικηγόρων τους, πρώτοι οι δικηγόροι αποχώρησαν. Ανέλαβαν νέοι δικηγόροι οι οποίοι δίνουν αγώνα για να στηρίξουν αυτή τη νέα υπερασπιστική τακτική. Αλλά για μένα είναι μια νέα υπερασπιστική τακτική που στηρίζεται σε επιγενόμενα περιστατικά και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Πρέπει να απορριφθεί η ένσταση.
Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, για να μην ακούσω τη μομφή ότι δεν αντέκρουσα υψίστης σημασίας θέματα που πράγματι εδώ είναι υψίστης σημασίας. Τα θέματα τα νομικά τα οποία ανέπτυξε ο κ. Μυλωνάς, είναι μεγάλης σημασίας αλλά δεν τίθεται κανένα θέμα. Το θέμα που τίθεται είναι εάν οι πραγματικές προϋποθέσεις εφαρμογής αυτών των ζητημάτων υπήρξαν ή δεν υπήρξαν.
Σε αυτά τα οποία είπε ο αξιότιμος κ. Αναπληρωτής Εισαγγελεύς, έχω να προσθέσω, ότι όχι μόνο δεν ισχύει πιστεύω το ότι καταργεί δύο δικηγόρους της αξίας του Τεντολούρη και του Κούρκουλου, αλλά εδώ λέει ο ίδιος στην κατάθεσή του, στην οποία αποκαλύπτει ότι βασανίστηκε, ότι «δεν με ξαναπείραξαν στην Ασφάλεια μετά την ανακρίτρια και τον Εισαγγελέα›. Ποιο λόγο είχε τώρα λοιπόν να δίνει συμβουλές σε δικηγόρους «μη λέτε, καλύψτε τα, αφήστε τα›, όταν ο ίδιος ομολογεί ότι δεν τον πείραξαν;
Αλλά και πέραν τούτου, ποιος θα τολμούσε να σηκώσει χέρι επάνω –και ορθώς- στον κ. Τζωρτζάτο όταν όλα τα βλέμματα της Ευρώπης ήταν στραμμένα πάνω του, όλοι οι Οργανισμοί είχαν το βλέμμα προσηλωμένο εδώ; Θα τολμούσαν να τον σπάνε στο ξύλο μέσα στα τμήματα; Διαφωνώ μόνο με τον κ. Παρασκευόπουλο ο οποίος σας καλεί να αποφανθείτε εάν του έδωσαν δυο χέρια ξύλο, δεν ήταν ανάγκη να του δώσουν δυο χέρια ξύλο, ένα χέρι ξύλο αρκούσε για να επιφέρει τα αποτελέσματα τα οποία ζητάτε.
Ήθελα να πω ότι νομικώς παραβίασαν ανοιχτές πόρτες διότι αυτά τα δέχεται όλα, ότι υπήρξε πράγματι απόφαση –εγώ ανέφερα τον Προεδρεύοντα για να επισημάνω τον χρόνο τον οποίο έγινε αυτή η απόφαση με την πράγματι εξαιρετική μνεία-σχόλιο της κας Μπενάκη η οποία γράφτηκε στο γραφείο μου διότι συνεργαζόμουν με την κα Μπενάκη τότε. Το γεγονός λοιπόν είναι ότι αποδεκτά όλα τα νομικά των συναδέλφων, αυτό το οποίο συμβαίνει και έχει παρεισφρήσει είναι το πρώτο λάθος του ότι στηρίζονται πάνω σε πραγματικά περιστατικά τα οποία δεν πιθανολογούνται με όλη αυτή την περιπετειώδη διαδρομή μου μετά πεντάμηνο, μετά τρίμηνο κτλ.
Ζητώ λοιπόν την κατ’ ουσίαν απόρριψη των ενστάσεων.
Η. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, πράγμάτι το να θέτει η Υπεράσπιση ενός κατηγορουμένου σε Ευρωπαϊκή χώρα όπως η Ελλάδα με το νομικό πλαίσιο το οποίο μας διέπει, ζήτημα βασανιστηρίων με την στενή ή ευρεία έννοια του κατηγορουμένου, είναι ένα θέμα κορυφαίο. Κάθε υπερασπιστής προτού φτάσει στο σημείο να υποβάλλει τέτοιο αίτημα, πρέπει νομίζω να σκεφτεί ορισμένα πράγματα και κυρίως να ελέγξει τί στοιχεία υπάρχουν, τα οποία να πιθανολογούν ή να αποδεικνύουν αυτόν τον ισχυρισμό τον οποίο προβάλλει.
Φοβούμαι λοιπόν εδώ ότι η σπουδαιότης του ζητήματος ως θέματος ακεραιότητας της διαδικασίας, ηθικής της πολιτείας και νομιμότητας της δράσης των οργάνων της, είναι αντιστρόφως ανάλογη προς τα στοιχεία τα οποία η Υπεράσπιση προσκομίζει και αποπειράται να εμφανίσει, ως στοιχεία τα οποία τάχα καθιστούν τον ισχυρισμό αυτόν βάσιμο. Είναι κρίμα θα έλεγα, διότι δεν είναι συχνές οι περιπτώσεις που τίθεται τέτοιο θέμα βασανιστηρίων στις αίθουσες των Δικαστηρίων, είναι κρίμα που τίθεται σε αυτή τη Δίκη από αυτόν τον κατηγορούμενο, ο οποίος δεν έχει κανένα απολύτως στοιχείο που να επιστηρίζει τον ισχυρισμό του.
Επικαλέστηκε ο κ. Μυλωνάς διάφορα διεθνή κείμενα και εκθέσεις Οργανισμών, στις οποίες αναφέρεται ότι καμία χώρα, ούτε βεβαίως η Ελλάδα εξαιρείται από το ότι υπάρχουν μερικές φορές παρεκκλίσεις και εκτροπές στη δράση οργάνων της πολιτείας των διωκτικών αρχών. Καμία αντίρρηση περί αυτού. Όμως το ερώτημα είναι: Το ότι διαπιστώνονται μεμονωμένα περιστατικά σε διάφορες χώρες, σημαίνει ότι παράγεται ένα τεκμήριο ότι οι απολογίες τις οποίες έχουμε και οι οποίες έχουν αποτυπωθεί σε δημόσια έγγραφα που είναι εκθέσεις και σύμφωνα με το νόμο έχουν την αποδεικτική δύναμη που τους προσδίδει, παράγεται κάποιο τεκμήριο ότι πλην αποδείξεως του αντιθέτου, αυτές είναι προϊόν βασανισμού;
Δηλαδή θέλω να πω, ποια είναι η σχέση και η αποδεικτική σημασία της επικλήσεως από τον κ. Μυλωνά εκθέσεων οι οποίες πιστοποιούν μεμονωμένα περιστατικά καταχρήσεων με την απόδειξη του θέματος που έχουμε εδώ, εάν σε αυτή την υπόθεση υπήρξε τέτοια παραβίαση; Αυτά τα οποία επικαλείται δημιουργούν πράγματι την εντύπωση ότι ζητά η Υπεράσπισή του, το είπε και ο κ. Παρασκευόπουλος ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι αν δεν είστε σίγουροι ότι αυτό δεν είναι προϊόν βασανισμού περί του οποίου υπάρχει τεκμήριο, τότε θα πρέπει να μην γίνει χρήση αυτών των αποδεικτικών μέσων.
Επαναφέρω ένα επιχείρημα που ανέπτυξα και σε σχέση με ένσταση άλλου κατηγορουμένου, ότι εδώ έχετε άνθρωπο συλλαμβανόμενο σε ημέρα που ο θόρυβος για τη 17Ν έχει ξεσπάσει, είμαστε στις 17/7, έχετε άνθρωπο ο οποίος έχει το ’93 παρτίδες με την αστυνομία, είχε προσαχθεί τότε ως ύποπτος και εκεί, όπως φαίνεται από το διαβιβαστικό γνώριζε να απαντά με απίθανες ιστορίες όταν ερωτάτο τί έκανε ακριβώς με τη μοτοσικλέτα του στην περιοχή εκείνη και αυτό προκύπτει από το διαβιβαστικό και διηγείται εκείνη την ιστορία περί του αγνώστου που του έκανε ωτοστόπ και τον οποίο ανέβασε στη μοτοσικλέτα και αντί να πάει εκεί που ήθελε να πάει, γυρνούσε όλη την ημέρα και έπινε καφέδες και έτρωγε παγωτά με τον άγνωστο Γιώργο. Τί να υποθέσει κανείς;
Σε ερώτηση δε γιατί είχε και δεύτερο κράνος, απάντησε το αμίμητο «για τον συνεπιβάτη› λες και ήξερε και το μέγεθος του κεφαλιού, γιατί τα κράνη όπως τα καπέλα κ. Πρόεδρε, έχουν μεγέθη και είναι από μέγεθος 52-64. Αν λοιπόν θέλω να έχω για τον όποιον συνεπιβάτη μου κράνη, πρέπει να έχω μία καρότσα δίπλα στη μηχανή, να την έχω γεμάτη με όλων των ειδών τα νούμερα κράνη ώστε να το φορά ο συνεπιβάτης. Χώρια που κανείς συνεπιβάτης δε φοράει το κράνος που έχει φορέσει κάποιος άλλος, γιατί σε κανέναν δεν είναι ευχάριστο να βάζει στο κεφάλι του αυτό που έχει βάλει κάποιος άλλος προηγουμένως.
Αυτά εν παρόδω για τη φαιδρότητα των ισχυρισμών, η οποίοι όμως, τον προστάτεψαν όπως φαίνεται από οποιαδήποτε άλλη εμπλοκή του την εποχή εκείνη. Έχετε λοιπόν κάποιον ο οποίος καθ’ ομολογία του ανήκε στην Οργάνωση αυτή μέχρι το 1992, ο οποίος γνωρίζει συνωμοτικούς κανόνες, γνωρίζει τα δικαιώματά του, γνωρίζει ότι μπορεί να σιωπήσει, ξέρει επακριβώς τί μπορεί να κάνει, είναι στο κάτω-κάτω της γραφής κι ένας άντρας 45 χρονών, 1,90 ύψους, κι έρχεται αυτός ο άνθρωπος και τί σας λέει: «Με πήγαν στην Ασφάλεια, με ζόρισαν, με στρίμωξαν, με χτύπησαν και άρχισα πλέον και έλεγα πράγματα τα οποία εκείνοι είχαν κατασκευάσει›. Μα στέκουν αυτά;
Βεβαίως εγώ δεν διαφωνώ με τον κ. Παρασκευόπουλο ότι η παραίτηση από τα δικαιώματα θα μπορούσε να προκαλέσει κάποιον προβληματισμό, πότε όμως: Όχι όταν έχουμε τον κ. Τζωρτζάτο. Αν είχαμε κανένα παιδί 18 χρονών που το μάζεψαν από πουθενά και δεν ξέρει καν τί είναι ο δικηγόρος. Αλλά έχετε τον πλέον πεπειραμένο άνθρωπο αυτού του χώρου, τον άνθρωπο που έχει μελετήσει τα εγχειρίδια και τα βιβλία για το «τί κάνουμε όταν μας πιάνουν οι μπάτσοι›; Που ξέρει ακριβώς πώς συμπεριφερόμαστε στην Ασφάλεια και αρκεί να ανοίξει κανείς οποιαδήποτε δικογραφία, με καταληψίες του Πολυτεχνείου, με διαδηλωτές από το χώρο αυτό –και δεν το λέω απαξιωτικά, αλλά οι άνθρωποι αυτοί είναι εκείνοι οι οποίοι ξέρουν επακριβώς τα δικαιώματά τους και δε λένε λέξη στην αστυνομία εάν δεν έρθει ο δικηγόρος τους. Υπάρχει η φράση ότι «αρνήθηκε να απολογηθεί και είπε ότι θα τα πει όλα με υπόμνημα στον ανακριτή›.
Έρχεται λοιπόν ο 45άχρονος Τζωρτζάτος με την πείρα των 25 ετών και πλέον στο χώρο αυτό, το πρώην κατά τον ίδιο μέλος της Οργάνωσης και μας λέει ότι –συγχωρήστε μου την έκφραση- «τα κακάρωσε› στην αστυνομία και άρχισε να λέει και να υπογράφει πράγματα τα οποία του υπέβαλλαν κάποιοι άλλοι;
Αλλά και κάτι άλλο: 30 Οκτωβρίου απολογείται με τον κ. Παπαδάκη στον Εφέτη ανακριτή και αναρωτιέμαι εγώ: τι τον εμποδίζει από 30 Οκτωβρίου μέχρι 30 Δεκεμβρίου –σημειώσετε παρακαλώ 2 ολόκληρους μήνες- και αφού πλέον έχει συνήγορο ο οποίος είναι δεκτικός στο να πιστέψει τις καταγγελίες του και να προχωρήσει στις ενέργειες που χρειάζονται, τι τον εμποδίζει επί 2 μήνες να κάνει αυτό το οποίο έκανε το Δεκέμβριο;
Διότι αυτό το οποίο έκανε τι είναι; Μια εξιστόρηση των περιστατικών αυτών τα οποία σας είπε κι εδώ, δεν έχει δηλαδή η μήνυσή του κάποιο αποδεικτικό στοιχείο ώστε να πει κανείς ότι «Το διάστημα αυτό των δύο μηνών συνέλεγε ο κ. Τζωρτζάτος με το δικηγόρο του αποδεικτικά στοιχεία, έβρισκε μάρτυρες, έβρισκε έγγραφα, απευθύνθηκε σε γιατρούς για να τον εξετάσουν›.
Επειδή είδα ότι υπήρξε και αντίδραση και κάποιος γέλωτας στο θέμα της φωτογραφίας. Δεν νομίζω ότι οι αγαπητοί συνάδελφοι της Υπεράσπισης θα πρέπει να γελάνε. Το έχουμε κάνει και θα το έχουν κάνει κι αυτοί. Μπροστά στους αστυνομικούς να σηκώνει ο κρατούμενος την μπλούζα του και να τον τραβάνε φωτογραφία. Και ας μας πάρει –όποιος τολμάει- την κάμερα από τα χέρια.
Ας μην φαιδρύνεται η ατμόσφαιρα και υποστηρίζουν οι σημερινοί γενναίοι, ότι δεν είχαν τότε τη δυνατότητα να αποτυπώσουν με οποιονδήποτε τρόπο τα υποτιθέμενα σημάδια του Τζωρτζάτου θύματος της αστυνομικής βίας; Δεν είναι έτσι κύριοι. Η γενναιότητα περισσεύει σε αυτή την αίθουσα και λείπει τελείως σε όλες τις προηγούμενες φάσεις. Δύο μήνες χρειάστηκε ο κ. Τζωρτζάτος και ο συνήγορός του για να υποβάλλουν την καταγγελία και τότε υποκριτικά λέει «Παρακαλώ να με εξετάσει ιατροδικαστής›. Να τι να βρει ο ιατροδικαστής το Δεκέμβριο μήνα, σε σχέση με αυτά τα οποία έγιναν τον Ιούλιο;!
Υπάρχει καμία μέθοδος η οποία να αποδεικνύει ότι οποιοσδήποτε μώλωπας εμφανιζόταν το Δεκέμβρη μήνα είναι σχετικός με αυτά που συνέβησαν τον Ιούλιο; Αν πάρει φόρα ο κ. Τζωρτζάτος και χτυπήσει το πόδι του σ’ ένα σίδερο αυτό σημαίνει ότι θα ήταν αποτέλεσμα των βασανισμών; Και ξέρετε σημάδια τα οποία ζουν επί 6 μήνες; Να σοβαρευτούμε σε αυτή την αίθουσα! Τι είναι αυτοί; Ηλεκτρονικοί μώλωπες οι οποίοι μεταφέρονται και τοποθετούνται;
Λείπει δυστυχώς η σοβαρότητα σε αυτούς τους ισχυρισμούς και είναι πράγματι κρίμα που η βαρύτητα των καταγγελιών συνοδεύεται από μια τρύπια τελείως επιχειρηματολογία, μια άδεια ανάπτυξη η οποία δεν έχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο.
Νομίζω κ. Πρόεδρε ότι με αυτά τα δεδομένα και την βοώσα πραγματικότητα να διαψεύδει τον κ. Τζωρτζάτο και επειδή δεν μπορεί να είναι έργο του Δικαστηρίου όσο δεν ισχύει το ότι το όργανο της Τάξης λέει πάντα την αλήθεια, εξίσου δεν ισχύει και το ότι το όργανο της Τάξης λέει πάντα ψέματα, ή πάντοτε βασανίζει τον κατηγορούμενο για να αποσπάσει απολογία. Τα μεμονωμένα περιστατικά παρεκκλίσεων ασφαλώς δεν νομιμοποιούν κανένα να υποστηρίζει σε αυτή την αίθουσα ότι τάχα είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο κ. Τζωρτζάτος υπέστη το Α ή το Β.
Επιπλέον αυτό το οποίο επεσήμανε ο κ. Κατσαντώνης στα σοβαρά στην υπόθεση αυτή την οποία πράγματι παρατηρούσε όχι μόνο όλη η Ελλάδα αλλά και διεθνώς η Αστυνομία με επικεφαλής τον ανώτατο Αξιωματικό της κ. Σύρο θα επέλεγε τη μέθοδο κάποιου χωροφύλακα της δεκαετίας του ’50, δηλαδή να δώσει σκαμπίλια και κλωτσιές στον κ. Τζωρτζάτο και να τον αναγκάσει να ομολογήσει; Μα που βρισκόμαστε; Για να βρεθεί μετά σ’ ένα Δικαστήριο και να πρέπει να λέει ότι «Δεν χτυπήσαμε αλλά έπεσε και χτύπησε το κεφάλι του στα σκαλιά›; Αυτά τα αλήστου μνήμης;! Για όνομα του Θεού.
Είναι φανερό και από αυτά που λένε οι άλλοι κύριοι κατηγορούμενοι ότι εδώ λειτούργησε η ανακριτική μέθοδος με τη θετική της έννοια, βεβαίως ασκήθηκε στους κατηγορούμενους αυτούς και στον κ. Τζωρτζάτο η αρμόζουσα πίεση ανακριτική, τους τέθηκαν τα δεδομένα όπως επεσήμανε ο κ. αναπληρωτής Εισαγγελέας της υπόθεσης και αυτό συνιστά την επίτευξη της αστυνομικής ανάκρισης, εκεί ακριβώς άρχισε και είπε αυτά τα οποία είχε να πει, τα οποία βελτίωσε με τους συνηγόρους του, οι οποίοι όπως πολύ εύστοχα επεσήμανε ο κ. Εισαγγελέας -και μπορεί να γίνει και αυτό και μόνο το θέμα κάποια ειδική αναφορά και διάκριση- ανήκουν σε εκείνους τους συναδέλφους οι οποίοι ξέρουν από μέσα αλλά και απ’ έξω ως συνήγοροι τα θέματα των αστυνομικών καταχρήσεων και είναι οι άνθρωποι οι οποίοι όχι απλώς δειλιάζουν να καταγγείλουν την τυχόν βία που ασκήθηκε κατά του πελάτη τους, αλλά είναι από τους συναδέλφους εκείνους οι οποίοι προσκαλούν και εκείνο τον κατηγορούμενο ο οποίος δεν μιλάει, να τους πει μην τυχόν –επειδή είναι τέτοια η υπόθεση- εδώ έχει γίνει κάτι το οποίο δεν είναι κανονικό.
Προσεκλήθη πιστεύω ο κ. Τζωρτζάτος και τίποτε δεν είπε και έρχεται σήμερα και λέει «Υπέκρυβα από τους δικηγόρους μου›, όπως και σε άλλα θέματα της απολογίας του την οποία δεν θέλω τώρα να σχολιάσω, δυστυχώς είναι τα διαδοχικά ψέματα μικρού παιδιού που μπερδεύεται στο τέλος στα ψέματά του και δεν ξέρει και ο ίδιος πλέον τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέματα. Με αυτά κ. Πρόεδρε να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος ο ισχυρισμός που προβάλλει η Υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Γεωργίου έχει τον λόγο.
Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε δυστυχώς εδώ και δύο μήνες εδώ μέσα, από ορισμένες πλευρές έχει δημιουργηθεί μια νοητή πραγματικότητα. Για τη δημιουργία αυτής της νοητής πραγματικότητας, ο καθένας μας έχει την ευθύνη του ανάλογα με το δικονομικό ρόλο που παίζει σε αυτή τη δίκη.
Η νοητή πραγματικότητα αυτή δημιουργήθηκε γιατί έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που τα τελευταία θύματα, ή οι τελευταίοι μάρτυρες κατηγορίας εξιστόρησαν ενώπιόν μας τις εγκληματικές πράξεις της Οργάνωσης 17Ν. Ακολούθησε μια σωρεία μαρτύρων Υπεράσπισης η οποία προσπάθησε να εξωραΐσει και να αναβαθμίσει τις ιδέες, αποκλείοντας πάντα τα μέσα και μη καταδικάζοντας τις πράξεις με συνειδητή προσοχή και βέβαια μπήκαμε μετά και στις απολογίες όπου αυτό το βιολί συνεχίζεται και έχω την αίσθηση ότι ορισμένοι συνάδελφοι μέσα σε αυτή τη νοητή πραγματικότητα -η οποία έχει δημιουργηθεί και με δική τους ευθύνη- μας λένε όσα μας λένε.
Διότι θέλω να πω χωρίς να υποτιμά κανείς και να υποβαθμίζει κανείς το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι τελείως υποκριτικό κατά κόρον να αναφέρονται εδώ τα ανθρώπινα δικαιώματα για τους κατηγορούμενους που τα έχουν, αλλά να μην έχει ειπωθεί μέχρι σήμερα ούτε μια κουβέντα συμπαθείας για τα θύματα που κι αυτά είχαν ανθρώπινα δικαιώματα, για τις οικογένειες των θυμάτων που κι αυτές έχουν ανθρώπινα δικαιώματα.
Αντίθετα ήρθαν εδώ και επιβεβαίωσαν τον αφανισμό τους και δικαιολόγησαν τον αφανισμό τους και από την άλλη πρέπει να ακούμε συνεχώς για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που στο κάτω – κάτω της γραφής για τη θέση που βρίσκονται οι κατηγορούμενοι –όσοι από αυτούς είναι ένοχοι- είναι προϊόν δικής τους επιλογής. Ούτε τους έβαλε κανείς να σκοτώσουν, ούτε τους έβαλε κανείς να ληστέψουν, όσοι το έκαναν και όσοι αποδειχθεί ότι το έκαναν. Το ότι κάποιοι άνθρωποι όμως είναι κάτω από το χώμα και κάποιες οικογένειες είναι ορφανεμένες, δεν ήταν δική τους επιλογή. Ήταν επιλογή αυτών που επέλεξαν να βρίσκονται εκεί που βρίσκονται σήμερα.
Θέλω να πω ότι υπάρχει ένα αχαμνό επιχείρημα στο δίκαιο ερώτημα που αναδεικνύεται: Μα γιατί από 19 συλληφθέντες έδειραν μόνο τον Τζωρτζάτο. Ο μοναδικός που διαμαρτύρεται και μας μιλούν για το αχαμνό επιχείρημα των ανοιχτών λογαριασμών. Βέβαια αμφιβάλλω αν στην Αντιτρομοκρατική υπηρεσία μετά από 10 χρόνια υπήρχε κανείς -οι βαθμοφόροι θα είχαν αποστρατευτεί σίγουρα- αστυνομικός από την περίοδο του ’93 ώστε να το κρατάει μανιάτικο για τον κ. Τζωρτζάτο που τότε τους γλίτωσε και να θέλει να τον εκδικηθεί το 2002.
Είναι βέβαια γεγονός και θέλω να το πω εδώ για να μην υποβόσκει, ότι η δικαιοσύνη δεν έκανε το καθήκον της στην περίπτωση του ’93, ότι βέβαια με το υλικό που είδαμε από το διαβιβαστικό που αναγνώστηκε ενώπιόν σας και που θα έφτασε στον αρμόδιο Εισαγγελέα, δεν υπήρχε αδίκημα. Δυστυχώς δεν υπήρχε αδίκημα –λέω- με το υλικό που διαβιβάστηκε γι’ αυτό και δεν υπήρχε ποινική δίωξη, ώστε να διερευνηθεί περαιτέρω.
Το πρόβλημα είναι –γιατί θέλω να το πω απερίφραστα- ότι κάποιοι μηχανισμοί που έδρασαν ώστε να διαφύγει τότε ο κ. Τζωρτζάτος, έδρασαν όχι σε δικαστικό επίπεδο. Λέω ότι έδρασαν, διότι και κάποιος άλλος που είχε χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητο του πατέρα του σε προγενέστερο χρόνο σε τρομοκρατική ενέργεια πιέστηκε από τις Αρχές, διότι είχε καλλιεργηθεί αυτό το κλίμα προστασίας τότε, που αλίμονο στον αστυνομικό που θα έκανε έρευνα κατ’ οίκον και δεν θα έβρισκε γιάφκα. Αν δεν έβρισκε γιάφκα ήταν χαμένος! Είχε δημιουργηθεί ένα κλίμα δυσλειτουργίας και μη λειτουργίας των αστυνομικών Αρχών. Κάτω από το κλίμα ήταν και τα δημοσιεύματα του Τύπου που υπήρξαν τότε, διέφυγε ο κ. Τζωρτζάτος.
Πρέπει ακόμη να υπενθυμίσω ότι ενώπιόν σας –και δεν θα το αφήσω εγώ να φύγει όπως το άφησε η Υπεράσπιση του Τζωρτζάτου- δεν επιβεβαίωσε ο κατηγορούμενος Χριστόδουλος Ξηρός ότι είδε από το παραθυράκι να χτυπούν τον Τζωρτζάτο, όπως ο ίδιος ο Τζωρτζάτος είχε ισχυριστεί σε κατάθεσή του. Ο κατηγορούμενος Χριστόδουλος Ξηρός κρατώντας μια υπεύθυνη στάση στο θέμα είπε ότι τον είδε εκ υστέρων κουλουριασμένο σε εμβρυακή κατάσταση. Όμως δεν επιβεβαίωσε αυτό που είπε ο Τζωρτζάτος ότι είδε να τον χτυπούν. Δεν ξέρω αν θα το επιβεβαιώσει κανένας άλλος τώρα στα πλαίσια πολιτιστικών ανταλλαγών!
Πιστεύω ότι δεν υπάρχουν –εντάξει για τα θεωρητικά όλοι συμφωνούμε κι εμείς που δεν είμαστε πανεπιστημιακοί ούτε θέλουμε να γίνουμε και είμαστε ευτυχείς που δεν ζητάμε να γίνουμε για να μας απορρίπτουν?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ελάτε κ. Γεωργίου!
Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Δεν κατάλαβα κ. Πρόεδρε!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει – εντάξει.
Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Εν πάση περιπτώσει τα θεωρητικά αυτά όμως έχουν ανάγκη αποδείξεων και δεδομένου ότι οι αποδείξεις δεν υπήρξαν, πρέπει να απορριφθεί η σχετική ένσταση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Μαχάς έχει τον λόγο.
Π. ΜΑΧΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι Δικαστές η Πολιτική Αγωγή του Βαρδή Βαρδινογιάννη και των οικογενειών Αγγελόπουλου και Αθανασιάδη ζητάει την απόρριψη της ένστασης. Σαφώς δεν θα μιλήσω πολύ και δεν θα αναφερθώ σε όσα περί του νομικού ζητήματος τέθηκαν. Σαφώς συμφωνούμε με το νομικό ζήτημα και όσα αναπτύχθηκαν από εκεί και πέρα.
Ένα είναι το ζητούμενο και η βάση όλων των άλλων σκέψεων: υπήρξε ή όχι βασανισμός. Τέθηκε από την πλευρά της Υπεράσπισης η σκέψη ότι «Ξέρετε κάτι; Προεβλήθη ο ισχυρισμός κάποια στιγμή ότι υπήρξε βασανισμός›. Αφού δεν ανταποδείχθηκε δημιουργείται ένα ιδιότυπο τεκμήριο απόδειξης ότι πράγματι υπήρχε βασανισμός και ότι εν πάση περιπτώσει η αμφιβολία πρέπει να σας οδηγήσει στη σκέψη και στην πεποίθηση ότι εδώ έχουμε βασανισμό. Αυτό βέβαια νομίζω περιττεύει κάθε άλλη ανάπτυξη, για να υποστηρίξει κανείς στο Δικαστήριό σας ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό.
Δεν μπορεί να γίνει δεκτό διότι ο «βασανισμός› προεβλήθη για πρώτη φορά πότε κύριοι Δικαστές; Προεβλήθη για πρώτη φορά στην 3η εμφάνιση του κατηγορούμενου ενώπιον των Αρχών, δηλαδή όταν εμφανίστηκε ενώπιον του Εφέτη ανακριτή και δεύτερον προεβλήθη αργότερα με μήνυση το Δεκέμβριο του 2002. Προεβλήθη δηλαδή τότε που ήταν εκ φύσεως και αντικειμενικά αδύνατο να αποδειχθεί ή να προκύψουν στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν να ενισχύσουν ή να αποδείξουν τον ισχυρισμό περί βασανισμών. ¶ρα από αυτό και μόνο το στοιχείο δημιουργούνται πλείστες όσες αμφιβολίες στο Δικαστήριό σας για το αν υπήρξε έστω και το παραμικρό στοιχείο το οποίο να οδηγήσει στη σκέψη περί βασανισμού.
Όμως κάτι το άλλο το οποίο είναι λογικό επιχείρημα και οδηγεί τη σκέψη μας στο ότι δεν υπήρξε καν άσκηση βίας ή πολύ περισσότερο βασανισμός. Θα αναφερθώ στην προανακριτική κατάθεση – απολογία του κατηγορούμενου Τζωρτζάτου ο οποίος εκεί αναφερόμενος σε όλα τα άλλα λέει «Εγώ δεν συμμετείχα σε καμιά ενέργεια άμεσα, δηλαδή δεν πυροβόλησα, είχα ένα περιφερειακό ρόλο, ήμουν οδηγός κατά κύριο λόγο, δεν έφερνα πιστόλι, πλην μιας περιπτώσεως›. Λέει για την περίπτωση του Βουλευτή Παπαδημητρίου –τον οποίο έχουμε και την τιμή να είναι μαζί μας- λέει ότι «Εγώ είμαι αυτός που τράβηξα το 38ντάρι. Εγώ τον πυροβόλησα με το 38ντάρι πιστόλι›.
Έρχεται ανακριτικά και λέει απολογούμενος στην ανακρίτρια την κα Μπούρη: «Τον καιρό που συμμετείχα στις ενέργειες της Οργάνωσης εγώ προσωπικά, δεν χειριζόμουν όπλα συνήθως οδηγούσα τις μηχανές. Έφερνα μαζί μου όπλο –λέει αργότερα- αλλά δεν το χρησιμοποίησα ποτέ›.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σε αυτό το στάδιο γίνεται η συζήτηση του αν θα αναγνώσουμε. Αν τα αναγνώσουμε τι να την κάνουμε την ένσταση μετά;
Π. ΜΑΧΑΣ: Καμία αντίρρηση. Όμως η ανάγνωση κ. Πρόεδρε έχει να κάνει με το αν θα ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριό σας εδώ, για να αναζητήσουμε εάν αυτά τα οποία αναφέρονται πρέπει να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριό σας, πρέπει και να αναζητήσουμε λογικά επιχειρήματα τα οποία να προκύπτουν από αυτά.
Εν πάση περιπτώσει αυτό το οποίο θα ήθελα να καταδείξω είναι το εξής: στην ανάκριση όταν του τραβούν τις χειροπέδες και τον πιέζουν πάρα πολύ και αυτό του προκαλεί τέτοιο πόνο και τέτοιο φόβο και ταραχή, που αναγκάζεται να ομολογήσει πράγματα που δεν έκανε, όταν υπάρχουν αστυνομικοί μέσα οι οποίοι τον τρομοκρατούν και τον οδηγούν να απαντά –όπως λέει ο ίδιος- θετικά σε όποια ερώτηση του έκανε η ανακρίτρια, εκεί πως έχει τη δύναμη και το σθένος να αναιρεί αυτά τα οποία είπε προανακριτικά και να λέει ακριβώς άλλα πράγματα; Εκεί, δεν είχε το φόβο; Εκεί, δεν είχε τον τρόμο μήπως όταν πάει στην Αντιτρομοκρατική του πουν «Καλά, εσύ άλλα μας έλεγες εδώ, άλλα είπες στην ανακρίτρια›; Δεν είχε το φόβο μήπως αυτό τον οδηγούσε σε άλλες επιπτώσεις και σε άλλες βίαιες συμπεριφορές από πλευρά των αστυνομικών;
Κύριε Πρόεδρε, κατόπιν όλων αυτών η θέση την οποία διατυπώνουμε στο Δικαστήριό σας, είναι ότι πρέπει να απορριφθεί η ένσταση της Υπεράσπισης.
(Διαλογικές συζητήσεις)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Μαύρος έχει τον λόγο.
Ι. ΜΑΥΡΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, ο κ. Τζωρτζάτος ισχυρίζεται ότι οι προανακριτικές του καταθέσεις και η ανακριτική, η μία είναι προϊόν βασανιστηρίων. Όταν αυτό προέρχεται από τους δικηγόρους του είναι πράγματι ένας υπερασπιστικός ισχυρισμός. Όταν προέρχεται από τον ίδιο δεν είναι υπερασπιστικός ισχυρισμός, είναι η συνέχιση της επαναστατικής πάλης με ό,τι του έχει απομείνει. Δηλαδή το ψεύδος.
Η απόδειξη αυτού είναι ότι το ίδιο έκανε και το 1993 όταν είχε συλληφθεί. Όταν είχε συλληφθεί ή προσαχθεί τότε, αφού πούλησε τα παραμύθια εκείνα τα οποία πούλησε και τα οποία ακούσαμε εδώ, αφού διαπρεπείς δικηγόροι κατά τις πληροφορίες μου και όχι μόνο δικηγόροι αλλά και πολιτικοί όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων πήγαν κι έκαναν άνω κάτω την Αντιτρομοκρατική διότι τόλμησαν να παρενοχλήσουν αυτό τον καλό άνθρωπο, βγήκε στις εφημερίδες μετά και έλεγε «Σκευωρεί η Αστυνομία να με εμφανίσει ότι είμαι μέλος της 17Ν› και παρενεβλήθη ο αγαπητός μου συνάδελφος υπερασπιστής του να πει «Μα βέβαια όταν το έλεγε τότε το ’93 δεν ήταν πλέον›.
(Διαλογικές συζητήσεις)
Ι. ΜΑΥΡΟΣ: Έλεγα ότι όταν αφέθη ελεύθερος τότε ο κ. Τζωρτζάτος και υπήρξε κι ένα δημοσίευμα σε μια εφημερίδα που τον φωτογράφιζε ως μέλος της 17Ν βγήκε κι έκανε δηλώσεις και στις οποίες έλεγε ότι «Η Αντιτρομοκρατική υπηρεσία φύτευσε αυτό το δημοσίευμα σε μια εφημερίδα για να με εμφανίσει ότι είμαι μέλος της 17Ν› και επαναλαμβάνω ένας από τους διαπρεπείς συναδέλφους μου υπερασπιστές του κ. Τζωρτζάτου εξενέστην με το έγγραφο εκείνο που είχα φέρει και είπε «Μα τι είναι αυτά; Είχε δίκιο ο κ. Τζωρτζάτος διότι το 1993 που είπε αυτά, δεν ήταν πλέον της μέλος της 17Ν›, όσο κι αν ηθικώς και νομικώς είχαν παραγραφεί οι πράξεις τις οποίες ο ίδιος ή έστω αυτές ή ελάχιστες ομολογεί και σήμερα ακόμη.
Αλλά το θέμα του κ. Τζωρτζάτου είναι θέμα για λύπηση. Πρόκειται περί ενός ανθρώπου δειλού, ο οποίος αν συγκρίνετε τη συμπεριφορά του με αυτό το πορτρέτο του επαναστάτη που δίνει ο Νετσάγιεφ στο βιβλίο του «Η κατήχηση του επαναστάτη› (φαίνεται είναι ένα βιβλίο που διέφυγε από τα μέλη της 17Ν) αν συγκρίνετε το πορτρέτο του επαναστάτη όπως τον περιγράφει ο Νετσάγιεφ με την εμφάνιση του κ. Τζωρτζάτου, θα σας πιάσει κατάθλιψη για το φαινόμενο, εκείνο δηλαδή θα πιάσει κατάθλιψη.
Ο κ. Τζωρτζάτος είναι ένα άτομο δειλό. Δείτε παρακαλώ κ. Πρόεδρε την τελευταία κατάθεσή του αυτή την οποία αναγνωρίζει, να δείτε πόσες φορές επαναλαμβάνεται η λέξη «φοβάμαι› και «φόβος›. Είναι φοβιτσιάρης εκ κατασκευής. Ο ίδιος ομολογεί ότι είναι κλειστοφοβικός ακόμη. Δεν χρειάστηκε να γίνει κανενός είδους πιέσει προς τον κ. Τζωρτζάτο για να ομολογήσει οτιδήποτε.
Αλλά επειδή δεν θέλω να αφήσω και κάτι άλλο εδώ αναπάντητο να πω το εξής: ακούσαμε τον συνάδελφό μου να περιγράφει περίπου κατά την άποψή του πως λέει το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ότι πρέπει να γίνεται η ανάκριση. Κατά τον αξιότιμο κ. Μυλωνά η ανάκριση θα πρέπει να γίνεται σε κάποια σουίτα ενός ξενοδοχείου, με ένα ποτήρι σαμπάνια στο χέρι, με δύο μαύρους να κάνουν αέρα στον κατηγορούμενο?
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ κ. Πρόεδρε όπως θέλει θα τα αξιολογήσει. Δικαίωμά του δεν είναι να πει ό,τι θέλει; Εσάς σας διέκοψε κανένας; Σας παρακαλώ σεβαστείτε τους άλλους. Στοιχειώδη σεβασμό σας παρακαλώ να τον επιδείξετε στους συναδέλφους σας.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να ζητάτε στο τέλος τον λόγο και να πείτε «Κύριε Πρόεδρε να σας διευκρινίσω εγώ δεν είπα για σουίτες, εγώ είπα για Γ’ κατηγορίας ξενοδοχείο, ή δεν είπα καθόλου για ξενοδοχείο, είπα για τα αστυνομικά Τμήματα›. Αλλά θα τα πείτε μετά. Υπάρχει καμία διάταξη να διακόπτουμε τον άνθρωπο όταν αγορεύει;
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: (Εκτός μικροφώνου) Με ειρωνεύεστε κι εσείς!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κανέναν δεν ειρωνεύομαι εγώ.
(Διαλογικές συζητήσεις)
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: (Αρχικά εκτός μικροφώνου)? Αυτή η ειρωνεία δεν αρμόζει σε κάποιον σοβαρό άνθρωπο και το κατάλαβα και σταμάτησα να ειρωνεύομαι. Να με ειρωνεύεστε για ξενοδοχεία Γ’ κατηγορίας!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος σας ειρωνεύτηκε;
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Εσείς το είπατε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι είπα εγώ; Απαντήστε ό,τι θέλετε σας είπα και έφερα ένα παράδειγμα. Να απαντήσετε σε εκείνο ή το άλλο ή το άλλο.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Παρακαλώ όχι σχόλια ειρωνείας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν μπορώ δηλαδή με εσάς να συνεννοηθώ ποτέ; Πόσο καιρό θα κάνουμε εδώ μέσα να συνεννοηθούμε; Εκτός αν τα κάνετε επίτηδες. Αρχίζει να περνάει από το μυαλό μου και αυτό.
Ι. ΜΑΥΡΟΣ: Τελειώνω κ. Πρόεδρε για να πω μόνο ότι αυτή η περίφημη ΕΣΔΑ έχει κάποιες αξίες τις οποίες προστατεύει. Μεταξύ των αξιών αυτών είναι και η Δικαιοσύνη σε πλείονες διατάξεις. Η προστασία του κύρους της Δικαιοσύνης εισάγει εξαιρέσεις στα ατομικά δικαιώματα τα οποία προστατεύει η ΕΣΔΑ.
Το κύρος της Δικαιοσύνης αλλά και η φύση του πράγματος αποκαλύπτει ποια είναι η φύση της ανακριτικής διαδικασίας. Στην ανακριτική διαδικασία δεν έχουμε δύο ανθρώπους οι οποίοι διαπραγματεύονται επί ίσης βάσης, ή οι οποίοι χαριτολογούν μεταξύ τους σε μια κοινωνική συγκέντρωση. Έχουμε ένα όργανο το οποίο υπερασπίζεται την κοινωνία, το οποίο προσπαθεί να διαταράσσει το μυαλό του υπόπτου, όχι βεβαίως με βασανιστήρια, όχι βεβαίως με εξευτελιστική συμπεριφορά. Αλλά επαναλαμβάνω όχι και με ένα ποτήρι σαμπάνια στο χέρι.
Αυτό ακριβώς έγινε στην περίπτωση του κ. Τζωρτζάτου και κάνω μια έκκληση στον κ. Τζωρτζάτο -όχι στους συνηγόρους του, διότι εκείνοι προβάλλουν υπερασπιστικούς ισχυρισμούς- να σταματήσει να αυτό-γελοιοποιείται τέλος πάντων. Ξέρετε γιατί το λέω αυτό; Διότι αν ο κ. Τζωρτζάτος ήταν ένας από αυτούς οι οποίοι έλεγαν ότι «Εγώ δεν έχω καμία σχέση με τη 17Ν› δεν θα μιλούσα καθόλου, δεν θα δικαιούμαι να πω αυτά τα οποία λέω. Αλλά ο κ. Τζωρτζάτος λέει ότι «Ήταν στη 17Ν από το 1985 μέχρι το έτος 1991 – 1992›, στη διάρκεια των 6 - 7 ετών δεκάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ή έχασαν τη σωματική τους ακεραιότητα.
Θα περίμενα από αυτόν τον επαναστάτη του γλυκού νερού να σηκωθεί πάνω και να πει «Ναι κύριε εγώ τα έκανα αυτά› όχι να κρύβεται από τα βασανιστήρια τα οποία τα έκαναν. Ας αντιληφθούμε πλέον, για να διαφυλάξουμε τη σοβαρότητά μας όλοι εδώ μέσα, ότι ο κύριος βοηθούσης και της ψυχολογίας του, του δειλού ανθρώπου, μας κοροϊδεύει εδώ και κάνει την επαναστατική του πάλη με ό,τι απέμεινε. Πρέπει να σταματήσει πλέον αυτό.
Αυτό, το λέω και για τους συναδέλφους μου για να μην ξεφύγουν από τον υπερασπιστικό ισχυρισμό σε αυτό το οποίο είπα: δηλαδή στην υποκρισία ως όργανο της επαναστατικής πάλης.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν, είναι 12:30 να κάνουμε μισή ώρα διάλειμμα και θα συνεχίσουμε όταν γυρίσουμε.
ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ