Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (05/09/2003) Μέρος 2/6

Παρασκευή, 05 Σεπτεμβρίου 2003 21:02
A- A A+

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Έχει ζητηθεί η κατ’ αντιπαράσταση κ. Εισαγγελεύς από εσάς και του κ. Τσελέντη. Κύριε Γιωτόπουλε θέλετε;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Θέλω τον λόγο στην πρόταση του κ. Εισαγγελέως.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Απάντησα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ότι εσείς δεν δέχεστε να εξεταστείτε.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν πρόκειται να συνεργήσω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε τον λόγο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ένα λεπτό, άμα δεν δέχεται ο κατηγορούμενος τι θα του πούμε να εξεταστεί;

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Για τον κ. Γιωτόπουλο που είναι σεβαστό το θέμα να μην επιθυμεί να εξεταστεί κατ’ αντιπαράσταση, στις 6/8 τη δεύτερη μέρα της απολογίας, ημέρα Τετάρτη και ώρα 10:15 ακριβώς δηλώσατε σε σχετική ερώτηση: «Επιθυμώ να εξεταστώ με τον κ. Τσελέντη μετά την απολογία μου›.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι αλλά όταν διάβασα και συνειδητοποίησα όλα τα ψέματα που είχε πει και πως τα είχε μελετήσει και τον ρόλο που παίζει, τι άθλιο και δόλιο ανθρωπάκι είναι, δεν έχει νόημα. Ο άνθρωπος θα λέει ψέματα για να με ενοχοποιήσει και να βγει από εδώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όμως κ. Γιωτόπουλε είπατε υπόσχομαι.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι είπα, αλλά όταν διάβασα κατάλαβα τι γίνεται.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι καταλάβατε δηλαδή; Δεν το ξέρατε;

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο άνθρωπος είναι επαγγελματίας ψεύτης, εδώ πέρα λέει ψέματα για να με ενοχοποιήσει και να βγει από εδώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιοι λένε ψέματα και αλήθεια θα το δούμε εμείς; Ξέρετε από πόσο μακριά καταλαβαίνουμε ποιος μας λέει ψέματα;!

(Διαλογικές συζητήσεις)

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Επειδή επαναλήφθηκε ο μύθος ότι ο Τσελέντης επιχειρεί να καρπωθεί κάτι από το νόμο και ότι είναι αυτός ο οποίος το κάνει εξ επαγγέλματος και δεν ξέρω τι άλλα ακούγονται εδώ μέσα. Βέβαια κατανοώ τον κ. Γιωτόπουλο είναι σε δεινή θέση, ο κ. Τσελέντης είπε αυτά τα οποία είπε όταν συνελήφθη, τα επανέλαβε στον ανακριτή, εδώ βέβαια υπό το βάρος 4 ερωτήσεων επί 4 ημέρες θυμήθηκε γεγονότα τα οποία πράγματι δεν είχε πει ευθύς εξ αρχής και εξ αυτού του λόγου το να λέμε ότι ο Τσελέντης με έφερε εδώ, είναι κάτι το οποίο προσβάλλει τη νοημοσύνη. Αυτό με ενοχλεί περισσότερο. Διότι ο Τσελέντης τον έφεραν, δεν έφερε κανέναν. Επαναλαμβάνω και το άλλο: αν ο Τσελέντης ήταν δόλιος όπως είπε, θα είχε καρπωθεί 4,5 δις που δεν το έκανε διότι δεν είναι δόλιος.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Πριν δώστε τον λόγο στον κ. Οικονομίδη είχα ζητήσει κι εγώ τον λόγο. Έχει κάνει μια πρόταση ο κ. Εισαγγελέας και θέλω να τοποθετηθώ, αν θέλει να δευτερολογήσει πρέπει να προηγηθούν οι πρωτολογίες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να αναπτύξει την πρότασή του ο κ. Εισαγγελεύς.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Αυτό νομίζω ότι γίνεται μαζί με την υποβολή, γιατί μετά θα ζητήσω να πάρω τον λόγο και πάλι θα ζητήσει ο κ. Εισαγγελέας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν πρόλαβε, διότι ο κ. Ζαϊρης ζήτησε να υποβάλλει κάποιο θέμα.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Δεν καταλαβαίνω όμως γιατί δίνετε τον λόγο στον κ. Οικονομίδη ενώ εγώ έχω ζητήσει τον λόγο, ο κ. Εισαγγελέας εκεί δεν παρεμβαίνει πιθανώς υποθέτει τι θα πω και δεν μου δίνετε τον λόγο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ωραία να πω ότι σας ξέχασα.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Εγώ έχω ζητήσει τον λόγο πάντως.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να τελειώσει ο κ. Εισαγγελεύς και μετά για να δούμε τι ακριβώς ζητάει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε υπήρχε η Ιερά Εξέτασις. Εκεί εκείνοι οι άνθρωποι στο σκότος και στη μυστικότητα αποφάσιζαν και εκτελούσαν κάθε ένα ο οποίος είχε αντίθετη γνώμη. Ήρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου και οι αθώοι με το αίμα τους έγραψαν τη Ποινική Δικονομία. Έγραψαν ότι πρέπει στο Δικαστήριο να γίνεται προφορική συζήτηση και κατ’ αντιπαράσταση. Μόνο έτσι μπορεί να αποδειχθεί κάθε υπόθεση.

Αυτή η συζήτηση η κατ’ αντιπαράσταση θέλει κάθε κατηγορούμενος, ακόμη και ο ένοχος, για να διαπιστωθεί ποιο είναι το επίπεδο της ενοχής του. Αυτός που δεν τη θέλει, αυτός είναι εκείνος που είναι όχι μόνο βουτηγμένος εις το έγκλημα –και αναφέρομαι εις τον κατηγορούμενο Γιωτόπουλο- αλλά κι εκείνος ο οποίος προσπαθεί να εξαπατήσει το Δικαστήριο για να περάσει την ψεύτικη άποψή του ότι ενώ είναι βουτηγμένος, όχι ότι είναι αθώος, αλλά μήπως το Δικαστήριο αμφιβάλλει, μήπως και δημιουργήσει αμφιβολίες.

Ο κ. Γιωτόπουλος τον είδατε. Προηγούμενα στο πλαίσιο του αποφασίζομεν και διατάσσομεν απευθύνεται πριν από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου ότι «τελείωσα› και το αποφασίζομεν και διατάσσομεν το επανέλαβε. «Τελείωσα›, «Δεν›, «Δεν›, «Δεν›. Η 17Ν –το ακούσατε- είναι Οργάνωση ακραίου φασισμού, δεν υπάρχει χειρότερος φασισμός από τον φασισμό της βίας, τους 45νταριού και της ρουκέτας.

Κύριε Πρόεδρε, αγωνιζόμαστε όλοι εδώ με συναίσθημα ευθύνης. Νόμιζα ότι αφού είναι ομολογημένες οι πράξεις στην αρχή, ότι θα είναι ευχερέστερο το έργο του Δικαστηρίου, αφού όλα τα στοιχεία είναι δεδομένα, απολογίες, ομολογίες, δαχτυλικά αποτυπώματα, γραφολογικές εξετάσεις, τα πάντα και η συμπεριφορά των κατηγορούμενων και του κατηγορούμενου Γιωτόπουλου.

Ένας άνθρωπος ο οποίος δεν δούλεψε ποτέ, δεν έχει όνομα, δεν έχει επώνυμο, δεν τον ξέρει κανένας, κινείται στο σκοτάδι της νύχτας με τις κουκούλες του, με τις μάσκες του, αυτός ο άνθρωπος ο βουτηγμένος προσπαθεί να εξαπατήσει και με το αποφασίζομεν και διατάσσομεν.

Κύριε Πρόεδρε τρέμει την αλήθεια. Να αντιληφθεί ότι οφείλει να σεβαστεί τους κανόνες της Ποινικής Δικονομίας και την κατ’ αντιπαράσταση συζήτηση. Δεν ελπίζω γιατί ξέρω ότι είναι ο Αλέκος Γιωτόπουλος.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Μπορώ να έχω τον λόγο τώρα;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ασφαλώς.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Νομίζω ότι μετά κιόλας την υποστήριξη της πρότασης που έκανε με τη νέα του αγόρευση ο κ. Εισαγγελεύς μάλλον προσπαθεί να επιβεβαιώσει αυτό που είπε χτες ο κ. Γιωτόπουλος για τη στάση του κ. Εισαγγελέως εδώ και νομίζω ότι καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες σε αυτή την κατεύθυνση.

Θα έλεγα τη ρήση του Ζαγοριανάκου που την επανέλαβε δυο φορές εδώ πέρα μάλλον μας ξαναφέρει πίσω σε μια εποχή. Βέβαια η προσπάθεια να την αποδώσει αλλού δεν νομίζω ότι λύνει και πολλά προβλήματα αλλά εν τοιαύτη περιπτώσει ο καθένας στη μνήμη του κρατά ίσως αυτό που τον ενδιέφερε του φάνηκε σημαντικό σε κάποια εποχή και το συντηρεί.

Θα ήθελα όμως να πω δυο λέξεις για την ουσία του αιτήματος, πέρα από τα σχόλια του κ. Εισαγγελέως.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συγγνώμη, ο κ. Ζαγοριαννάκος ποιος ήταν;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Ο κ. Εισαγγελέας θυμάται τα διαγγέλματα, φαντάζομαι γιατί του έχει μείνει το ρεφρέν των διαγγελμάτων αυτών. Αποφασίζομεν και διατάσσομεν Δημήτριος Ζαγοριαννάκος Στρατηγός. Αυτή τη μνήμη ακριβώς έχει ο κ. Εισαγγελέας και τη φέρνει εδώ. Μόνο που ξέχασε να σας πει ποιου απόφθεγμα επικαλείται και σας το λέω εγώ, ότι επικαλείται απόφθεγμα του Ζαγοριαννάκου εδώ μέσα και γι’ αυτό επιβεβαιώνει αυτά που είπε ο Γιωτόπουλος. Οπότε επειδή τα αποφθέγματα έχουν και κάποιο φορέα, εγώ σας είπα τον φορέα του.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Ας πάμε παρακάτω γιατί υπάρχει και αίτημα εκτός από τα σχόλια του κ. Εισαγγελέα και άμα θέλετε και την προκαταβολική αγόρευσή του επί της ενοχής. Την ακούσαμε κι αυτή, την ξέραμε κιόλας.

Όσον αφορά αυτά που είπε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του βασικού κατηγόρου μας σε αυτή τη δική του κ. Τσελέντη, ήθελα να πω τα εξής: από την κατηγορία που ασκεί εναντίον μας ο κ. Τσελέντης και προσωπικώς και δια της Υπερασπίσεώς του δια της νομικής του εκπροσώπησης, πρέπει να σημειωθεί πρώτον η παραδοχή της νομικής του εκπροσώπησης ότι όντως βελτιώθηκε αισθητά η μνήμη του για τις ανάγκες αυτής της δίκης και χαιρόμαστε που σε αυτό συμφωνούμε.

Το δεύτερο που θα ήθελα να πω είναι ότι είναι ανακριβέστατη η Υπεράσπισή του όσον αφορά τα κίνητρά του. Μας μιλά συχνά η Υπεράσπισή του εδώ για τα 4,5 δις που δεν πήρε ο Τσελέντης και φαίνεται ότι τα λεφτά παίζουν κάποιο σημαντικό ρόλο στη συγκρότηση της επιχειρηματολογίας, αλλά θα έλεγα ότι υπάρχουν κι άλλες προσεγγίσεις που δεν μετρούνται ακριβώς με λεφτά και η προσπάθεια να βγεις από μια φυλακή υποθέτω ότι είναι μάλλον μια προσπάθεια σημαντική και ίσως και σημαντικότερη από τα λεφτά. Βέβαια είναι και θέμα εκτίμησης γιατί τι να τα κάνει τα λεφτά αν είναι εδώ.

Τα κίνητρα του Τσελέντη είναι ολοφάνερα, έχει κάποιες πράξεις για τις οποίες κατηγορείται, δεν μπορεί να πάρει κανένα ελαφρυντικό του νόμου 2928 και μην παίζουμε με τις λέξεις, αλλά εκτός από τον 2928 ο Ποινικός Κώδικας υπήρχε και πριν τον 2928 και είναι σαφή τα πράγματα προσπαθεί να αθωωθεί από τις κατηγορίες με τις οποίες απειλείται με ισόβια, είναι δεδομένο να πάρει κι ένα ελαφρυντικό στις υπόλοιπες και με μια ευνοϊκή μεταχείριση για τις υπηρεσίες που προσφέρει στην ελληνική πολιτεία -κατά τη γνώμη του κ. Εισαγγελέως αυτό όχι κατά τη δική μου γνώμη- και να δει το φως της ημέρας πολύ γρήγορα.

Δεν ξέρω όμως τι φως της ημέρας θα είναι αυτό με τέτοια διαδικασία, με τέτοια ανηθικότητα. Δεν ξέρω τι φως θα είναι αυτό! Αν αξίζει δηλαδή η ελευθερία μια τέτοια θυσία της ηθικής, της συγκρότησης μιας προσωπικότητας. Καθένας δικαιούται να παλέψει για τον εαυτό του, αλλά όχι επί πτωμάτων. Αυτό είναι αυτό που ζητάει ο Τσελέντης και το κίνητρο είναι ολοφάνερο.

Μας ζητάτε εμάς τώρα να συνεργήσουμε σε αυτό το πράγμα στο να δώσει κι άλλη μια παράσταση εδώ, να παίξουμε ένα θέατρο. Δηλαδή να βάλουμε έναν άνθρωπο που τα κίνητρά του είναι ολοφάνερα: αγωνίζεται αυτή τη στιγμή σαν ένας τρίτος Εισαγγελέας μέσα σε αυτή την αίθουσα να καταδικάσει τον Γιωτόπουλο για να μπορέσει να βγει μια ώρα αρχύτερα από μέσα και εμείς να παίξουμε ένα θέατρο. Δεν θα το παίξουμε αυτό το θέατρο!

Γιατί δεν υπάρχει καμία προσπάθεια ανεύρεσης της αλήθειας εδώ μέσα. Υπάρχει μια προσπάθεια μέσω εκβιασμών ουσιαστικά που κάνει μόνος του στον εαυτό, εκβιάζεται από την κατάσταση που δημιούργησε στον εαυτό του από το πλαίσιο στο οποίο ζει, να καταγγείλει άλλους μήπως βρει μια καλύτερη τύχη. Ε, δε θα παίξουμε εμείς σ’ αυτό το πράγμα, ας παίξει μόνος του.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, σε αυτή τη Δίκη όπως διεξάγεται, πραγματικά θα πρέπει κάποια στιγμή η λεκτική διατύπωση των δικαιωμάτων να γίνεται και ουσιαστική διατύπωση. Σε ένα μήνα η Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων έχει ένα συνέδριο για την ευρωπαϊκή σήμανση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και θα ακουστούν στα συνέδρια λόγια για το τεκμήριο αθωότητας, για την αυτο-ενοχοποίηση, πολλά.

Και βλέπουμε σε αυτήν εδώ τη Δίκη, στην πρακτική εφαρμογή όλων αυτών που γράφουν τα βιβλία, να ακούμε απόψεις ότι ο κ. Γιωτόπουλος ο οποίος ασκεί το δικαίωμά του και εσείς θα το αξιολογήσετε ως κατηγορούμενος, ότι αποφασίσει και διατάσσει. Βλέπουμε απόψεις εδώ να αναπτύσσονται, ότι «εγώ διάβασα τη δικογραφία και από την αρχή ήταν τόσο δρομολογημένα τα πράγματα, επομένως θα ήταν μια εύκολη δίκη›, επιβεβαιώνει για μία ακόμη φορά ο τακτικός κ. Εισαγγελέας αυτό το οποίο έχουμε πει ότι ανέβηκε στην Έδρα έχοντας σχηματισμένη πεποίθηση για την ενοχή τουλάχιστον του κ. Γιωτόπουλου όπως το ζήσαμε σ’ αυτό το εξάμηνο και έχουμε μείνει σε αυτό το οποίο αν θέλετε είναι και ουσία της αστικής δημοκρατίας και θα σας το πω εγώ.

Δεν αρκεί η λεκτική διατύπωση και η διακήρυξη των δικαιωμάτων, να γίνεται ουσία. Και ουσία δεν είναι αυτές οι θέσεις. Εάν ο κ. Γιωτόπουλος έχει συγκεκριμένη άποψη, λέει «τελείωσε η απολογία μου›, απήντησε στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου σας, σε όλους τους κ.κ. δικαστάς, απήντησε στον αναπληρωτή Εισαγγελέα τον κ. Μαρκή, δεν θέλει να συνεχίσει και έχει κάθε δικαίωμα. Διότι κ. Πρόεδρε, θα σας θυμίσω δύο απαντήσεις του κ. Τσελέντη σε ερωτήσεις της Υπεράσπισης:

Πρώτον: «Γιατί δεν τα είπατε αυτά την πρώτη στιγμή που καταθέσατε, αφού υπήρχαν και 25 μέρες που είχαν συλληφθεί τα μέλη της Οργάνωσης, είχε συλληφθεί και ο κ. Γιωτόπουλος› και είπε «έτσι εκτίμησα›. Και σε άλλη ερώτησή μας όταν επισημάναμε τις αντιφάσεις, μας απείλησε κ. Πρόεδρε ότι «προσέξτε, γιατί θα θυμηθώ και άλλα›. Εμείς δεν θα συνεργήσουμε στο να θυμηθεί και άλλα ο κ. Τσελέντης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το δικαίωμα σιωπής το αναγνωρίσαμε από την αρχή, όπως είπαμε ότι θα το εκτιμήσουμε και ασκούμενο τυχόν το δικαίωμα. Τα είπαμε αυτά. Δεν είναι πλήρης ομολογία αυτή. Έχουμε διαβάσει εδώ κομμάτι από τη σύμβαση, από το Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ότι έχει το δικαίωμα σιωπής αλλά το Δικαστήριο μπορεί να συνάγει συμπεράσματα, εκτός εάν ο κατηγορούμενος δεν ήταν σε θέση να απαντήσει γιατί δεν γνώριζε.

Εμείς κανονικά πρέπει να πούμε «ελάτε εδώ να εξεταστείτε› και να πει ο κ. Γιωτόπουλος «εγώ αρνούμαι να εξεταστώ› και να καθίσει κάτω. Με το ζόρι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Η κατ’ αντιπαράσταση συνεξέταση του κ. Τσελέντη, αποκτά μία σημασία πλέον, από δω και πέρα για τον κ. Τσελέντη, την οποία δεν επεζήτησε ο ίδιος διότι είναι κατήγορος του Γιωτόπουλου. Ο Τσελέντης από την πρώτη στιγμή ομολόγησε για τον εαυτό του τα πάντα.

Όταν πήγε στον ανακριτή χωρίς να έχει πει ποτέ κανείς γι αυτόν, θυμήθηκε ότι πυροβόλησε ο ίδιος και είπε αυτό το επιβαρυντικό για τον εαυτό του διότι ήθελε να ξαλαφρώσει και είναι ασύλληπτο να γίνεται λόγος περί ηθικής και δεν ξέρω τί άλλα, καθ’ ην ώραν ο μεν ένας είχε το θάρρος της γνώμης του, είχε το θάρρος να αναλάβει τις ευθύνες του και να πει τα πάντα για τον εαυτό του. Επομένως, το ότι ενδεχομένως ύστερα από 4 ημερών βομβαρδισμό πραγματικό μπορεί να θυμάται γεγονότα, αυτό δεν μπορεί να αποδίδεται στο ότι τότε είχε συλλάβει την ιδέα για να ωφεληθεί, καθ’ ην ώραν, τώρα τα λέει υπό την πίεση των ερωτήσεων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μας ενδιαφέρει αν είναι νόμιμο ή όχι να πει το Δικαστήριο στο αίτημα του Εισαγγελέα «διατάσσει την κατ’ αντιπαράσταση εξέταση›, ναι ή όχι;

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Βεβαίως είναι νόμιμο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όπως και δικαιούται και αυτός να πει «εγώ δεν θέλω να εξεταστώ› και να καθίσει κάτω.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Εσείς κύριε Εισαγγελέα, μας είπατε ότι είναι βουτηγμένος στο έγκλημα, ότι είναι εγκληματίας, τα έχετε πει από την Έδρα.....

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Μέχρι τώρα ο κ. Τσελέντης δεν είχε λόγο για αντιπαράσταση, διότι δεν τον αφορούσε. Αλλά εφόσον ετέθη θέμα αμφισβητήσεως της ειλικρινείας του, ο κ. Τσελέντης θέλει να εξετασθεί για να ακούσει ποια ήταν τα παιχνίδια που έπαιζαν και τους έδειχνε ένα προς ένα στα μαθηματικά. Ας έρθει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τώρα σας πέφτει ο λόγος.

Α. ΛΥΚΟΥΡΕΖΟΣ: Θέλω κ. Πρόεδρε να θυμίσω στο Δικαστήριό σας, επειδή μόλις τελείωσε η απολογία του κατηγορουμένου Τσελέντη ήμουν ο πρώτος που ζήτησε από το Δικαστήριο να εξετασθεί κατ’ αντιπαράσταση, θέλω να θυμίσω ότι όταν ετέθη το θέμα ο κ. κατηγορούμενος Γιωτόπουλος είπε «βεβαίως, δέχομαι, αλλά παρακαλώ αυτό να γίνει άμα τελειώσει η απολογία μου›. Τώρα οπισθοχωρεί, παίρνει άλλη θέση, αυτό καταδεικνύει πολλά πράγματα και δε χρειάζεται διερμηνείες. Τίποτε άλλο. Το τεκμήριο αθωότητας μετατρέπεται σε τεκμήριο ομολογίας .

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Να είστε ακριβής, δεν είπε ούτε «βεβαίως›, ούτε «δέχομαι›, είπε μετά την απολογία μου.

Α. ΛΥΚΟΥΡΕΖΟΣ: Είναι γραμμένα, το δέχτηκε με πολλή προθυμία. Τώρα βεβαίως αλλάζει άποψη και ξέρει, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον διάλογο αυτόν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το Δικαστήριο διατάσσει την κατ’ αντιπαράσταση των δύο κατηγορουμένων.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Ο κατηγορούμενος Γιωτόπουλος δεν θα πάρει μέρος στην αντιπαράσταση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Γιωτόπουλος εκλήθη και αρνείται την κατ’ αντιπαράσταση εξέταση. Εγώ όμως θέλω εδώ δικονομικώς να είναι ορθά. Κύριε Γιωτόπουλε, έκανε ένα αίτημα ο κ. Εισαγγελεύς, πρέπει να ακουστείτε αλλά με λίγα λόγια.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο άνθρωπος έχει έρθει εδώ για να λέει ψέματα για να με ενοχοποιήσει και να βγει από τη φυλακή, αυτή είναι η ιστορία. Τί να συζητήσω μαζί του;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και αυτός λέει ότι εσείς είστε ο τάδε κτλ.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Και τον υποστηρίζουν όλοι αυτοί που τον έχουν φέρει κι έχουν φτιάξει όλο αυτό το θέατρο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα συνεκτιμηθεί και το γεγονός ότι εσείς δεν θέλετε εδώ ούτε να καθίσετε να συζητάτε. Και αυτό θα το συνεκτιμήσουμε, το σημειώνουμε και αυτό.

(διαλογικές συζητήσεις)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ζητήθηκε. ¶μα ζητηθεί θα δούμε.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Η απορία μου είναι, πώς η κατ’ αντιπαράσταση εξέταση θα γίνει αφού αρνείται το ένα μέρος; Δεν το αντιλαμβάνομαι αυτό το πράγμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλετε να την συμπληρώσετε;

Π. ΤΣΕΛΕΝΤΗΣ: Όχι, δεν συμπληρώσω τίποτα αλλά μπορώ να απαντήσω σε οποιαδήποτε ερώτηση μου κάνετε εσείς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μόνο για κατ’ αντιπαράσταση τον καλέσαμε. Καθίστε, στο τέλος θα δούμε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Τσελέντη.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελεύ, δεν δικαιούμεθα τώρα. Τώρα μόνο κατ’ αντιπαράσταση. Στο τέλος όμως μπορείτε να ρωτήσετε συμπληρωματικά στον καθένα. Να μην χαλάμε την σειρά των απολογιών. Ελάτε κ. Παπαναστασίου. Κάποτε αυτή η ιστορία πρέπει να τελειώσει εδώ μέσα.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: (Εκτός μικροφώνου) ..... την απολογία του κ. Ξηρού πριν;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα ρωτήσω. Ο κ. Ξηρός έχει απολογηθεί αλλά στο τέλος θα πω «έχει κάποιος να προσθέσει τίποτα›;

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, εμείς επιθυμούμε να απολογηθούμε διότι δεν απολογηθήκαμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όταν θα έρθει η ώρα σας, όταν τελειώσουμε. Πέρασε η σειρά σας. Διότι απολογήθηκε, διάβασε ολόκληρο μανιφέστο.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Δεν απάντησε σε ερωτήσεις, δεν ολοκλήρωσε την απολογία του.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διαβάσαμε και τις καταθέσεις του, τα κάναμε όλα.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Εάν σύμφωνα με την πραγματογνωμοσύνη....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν θέλει στο τέλος μπορεί διαβάζοντας την πραγματογνωμοσύνη να μας πει συμπληρωματικά ότι θέλει.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Εάν διαβάσατε την πραγματογνωμοσύνη και από χθες που λέγατε ότι «όποτε θέλετε και όποτε θέλει εμείς είμαστε έτοιμοι να τον ακούσουμε›, σήμερα λέτε ότι απολογηθήκαμε και δεν θέλετε να τον ακούσετε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπα εγώ αυτό;

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Αυτό μου λέτε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν με καταλάβατε.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Είναι έτοιμος να απολογηθεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λυπάμαι, δεν με καταλάβατε. Να τελειώσει η σειρά και μετά θα πω «ποιος άλλος θέλει›.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Εμείς θέλουμε να απολογηθούμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα τον ρωτήσουμε. Όχι ότι ώρα θέλει ο καθένας.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, αν είχατε την ευγενή καλοσύνη να λάβουμε γνώση αυτής της πραγματογνωμοσύνης έγκαιρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα διαβαστεί εδώ πέρα. Αν θέλετε όμως μπορούμε να την φωτοτυπήσουμε.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Πρώτα να αναγνωσθεί και μετά να δοθεί. Να λάβει γνώση πρώτα το Δικαστήριο. Πρώτα θα λάβει γνώση το Δικαστήριο, ο κ. Εισαγγελέας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Παπαναστασίου, ότι θέλετε μπορείτε να το πείτε.

Α. ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι Εφέτες είμαι αθώος. Είναι γεγονός ότι τρία χαρτιά που άμεσα ή έμμεσα συνδέονται με το πρόσωπό μου με φέρνουν απολογούμενο ενώπιόν σας. Δεν θα προσχωρήσω σε κανενός είδους θεωρίες και σενάρια για σκευωρίες και όλα αυτά τα πράγματα. Στην πορεία της απολογίας μου θα προσπαθήσω να σας εξηγήσω την γνώμη μου για το πώς βρέθηκαν εκεί.

Θα ήθελα να σας πω δυο λόγια για τον εαυτό μου. Γεννήθηκα στο Χουμνικό Σερρών και πέρασα τα γυμνασιακά μου χρόνια στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη αργότερα όπου τελείωσα και το Λύκειο. Λίγο αργότερα βρέθηκα για σπουδές στη Ρουμανία όπου όμως οι συνθήκες που αντιμετώπισα ήταν τέτοιες που έκαναν την προοπτική του να περάσω 5 χρόνια στο Βουκουρέστι λίγο αφόρητη και μετά από μερικούς μήνες γύρισα πίσω.

Από το 1983 ως το 1985 υπηρέτησα τη θητεία μου στον στρατό σαν δόκιμος έφεδρος αξιωματικός πρώτα στο Σιδηρόκαστρο Σερρών για ένα εξάμηνο και το υπόλοιπο της θητείας μου στο Φλώρινα απ’ όπου και απολύθηκα. Αμέσως μετά την απόλυσή μου, κυριολεκτικά αμέσως, δηλαδή τη μία μέρα απολύθηκα και την άλλη μέρα πήγα στη δουλειά άρχισα να δουλεύω. Όλο το διάστημα από τότε δεν έχω μείνει ούτε μία μέρα άνεργος.

Την περίοδο ΄86-΄87 έκανα διάφορες δουλειές και το 1988 από την 1η Ιανουαρίου μετά από εξετάσεις στις οποίες είχα πάρει μέρος προσλήφθηκα στην Τράπεζα Εργασίας. Η δουλειά ήταν για μένα πολύ σημαντική, ήταν η πρώτη προτεραιότητα στη ζωή μου και τουλάχιστον μέχρι τότε που έκανα την δικιά μου οικογένεια ήταν η απόλυτη προτεραιότητα στη ζωή μου.

Στην Τράπεζα Εργασίας διακρίθηκα έτσι για την γενικότερη απόδοσή μου και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα δυο χρόνια αργότερα να δεχθώ μια πολύ δελεαστική πρόταση από μια μεγάλη πολυεθνική Τράπεζα, την Τράπεζα MIDLANT να πάω να δουλέψω για κείνους. Η Τράπεζα MIDLANT τότε άνοιγε το υποκατάστημά της στη Θεσσαλονίκη και ξεκίνησα να δουλεύω στην Τράπεζα MIDLANT το 1990 στο Τμήμα Δανείων και η απόδοσή μου εκτιμήθηκε από τους προϊσταμένους μου έτσι ώστε το 1994 προήχθηκα στον βαθμό του Προϊσταμένου του Τμήματος.

Όλο αυτό το διάστημα βέβαια έφερα βαρέως το γεγονός ότι είχα εγκαταλείψει τις σπουδές μου, ότι δεν είχα το θεωρητικό υπόβαθρο για να κάνω την καριέρα ενός τραπεζικού στελέχους στην καινούρια εποχή και πάντα έψαχνα να βρω κάποιους εναλλακτικούς τρόπους για να μπορέσω να σπουδάσω.

Το 1995 η Τράπεζα MIDLANT μου έδωσε μια υποτροφία και παράλληλα με την δουλειά μου άρχισα έναν κύκλο σπουδών σε ένα Αγγλικό Κολέγιο στη Θεσσαλονίκη και τρία χρόνια αργότερα πήρα το πτυχίο μου στη Διοίκηση Επιχειρήσεων με κατεύθυνση την Χρηματοοικονομική Διοίκηση. Συνέχισα τις σπουδές μου για να πάρω master στην Τραπεζική και Χρηματοοικονομική Διοίκηση και αυτό μαζί με την εργατικότητά μου και την απόδοσή μου μου επέτρεψε να μεταπηδήσω στο Τμήμα Χορηγήσεων της Τράπεζας που για έναν Οργανισμό όπως είναι η HSBC, η Τράπεζα MIDLANT στο μεταξύ είχε μετονομαστεί σε Τράπεζα HSBC, θεωρείται ότι είναι το κομβικό τμήμα ενός τέτοιου Οργανισμού.

Όπως σας είπε και ο προϊστάμενός μου που κατέθεσε εδώ σαν μάρτυρας, αν δεν είχε μεσολαβήσει η σύλληψή μου τον Μάρτιο θα είχα προαχθεί σε Υποδιευθυντή Χορηγήσεων. Στην Τράπεζα γνώρισα και τη σύζυγό μου με την οποία παντρευτήκαμε το 1995 και μόλις 18 ημέρες πριν συλληφθώ γεννήθηκε το παιδί μας.

Δεν είμαι απλώς ένας τεχνοκράτης. Θεωρώ τον εαυτό μου ενεργό πολίτη, έχω απόψεις. Έχω άποψη για την πολιτική, για την τρομοκρατία, για την 17Ν. Η άποψή μου, η πολιτική μου συνειδητοποίηση ας το πω έτσι ήταν μάλλον βιωματική γιατί η εμπειρία στη Ρουμανία συνέβαλλε καθοριστικά στο να αποκαθηλώσω οποιαδήποτε μυθολογία γύρω από αυτά τα πράγματα. Ήταν φανερό ότι η οικονομική διάρθρωση στη χώρα εκείνη δεν επέτρεπε στην κοινωνία να παράγει πλούτο έτσι ώστε να διανέμεται.

Σας είπαν επίσης μάρτυρες εδώ ότι ένα πράγμα που με χαρακτήριζε είναι ότι όταν μιλούσα πολιτικά φρόντιζα πάντα να τα τεκμηριώνω με νούμερα. Δεν είναι επειδή έχω κάποια ιδιαίτερη εμμονή με τα μαθηματικά αλλά επειδή πιστεύω ότι πρέπει να μιλάμε πραγματιστικά, πρέπει να μιλάμε στην πράξη. Πρέπει όταν μιλάμε για αναδιανομή πλούτου αυτό προϋποθέτει να παράγεται πλούτος πρώτα απ’ όλα γιατί όταν μιλάμε για κοινωνική δικαιοσύνη και δεν υπάρχει παραγωγή που να την υποστηρίζει τότε αυτό είναι μυθολογία και όχι πολιτική.

Έχει ιστορικά πια νομίζω γίνει φανερό ότι η οικονομία της αγοράς είναι το σύστημα το οποίο έχει τη δυνατότητα να παράγει πολύ περισσότερο πλούτο και πολύ πιο αποτελεσματικά. Είναι νομίζω ιστορικά αποδεδειγμένο. Όπως επίσης έχει διαφανεί και τα τελευταία χρόνια ότι η οικονομία της αγοράς πραγματικά μπορεί να λειτουργήσει πολύ καλύτερα στις συνθήκες, αυτό που λέμε φιλελεύθερη αντιπροσωπευτική δημοκρατία η οποία ούτως ή άλλως πέρα από το οικονομικό κομμάτι είναι και το σύστημα που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο έχουμε γνωρίσει στην ιστορία. Προστατεύει και τα ανθρώπινα δικαιώματα πολύ περισσότερο.

Έτσι όπως καταλάβαινα εγώ την 17Ν από αυτά που έλεγε στις προκηρύξεις της, η 17Ν μιλούμε για την κοινωνία με όρους του 19ου αιώνα. Έλεγε και κάποια πράγματα χωρίς κατά την γνώμη μου να τα τεκμηριώνει κιόλας. Θυμάμαι ότι κάποια στιγμή κουβέντιαζα μία προκήρυξη γιατί συχνά αναφερόταν στο ότι οι προβληματικές επιχειρήσεις στη Ελλάδα δημιουργήθηκαν γιατί οι ιδιοκτήτες τους τις έκλεβαν και έβγαζαν λεφτά στην Ελβετία και δανείζονταν χρήματα τα οποία τα μετέτρεπαν σε βίλες.

Εγώ νομίζω ότι δεν είναι έτσι γιατί και από την εμπειρία μου στην Τράπεζα το είδα, εταιρείες που δανείζονταν την περίοδο εκείνη τέλος της δεκαετίας του ΄70 σε συνάλλαγμα βρέθηκαν εξαιτίας των συνεχών υποτιμήσεων της δραχμής δύο χρόνια αργότερα να χρωστάνε τεράστια ποσά πολύ περισσότερα από αυτά που αρχικά είχαν δανειστεί και αυτό τους οδήγησε σε κατάσταση χρεωκοπίας. Δεν ήταν αυτό που υποστήριζε η Οργάνωση ότι συνέβαινε. Είναι κάτι που το έζησα και σαν φαινόμενο και στη δουλειά μου στην Τράπεζα πριν από μερικά χρόνια, το ΄99 που παραλίγο να έχουμε ένα αντίστοιχο φαινόμενο και έτσι το θυμήθηκα σχετικά πρόσφατα αυτό. Λέω «κοίταξε να δεις που θα μπορούσε να έχουμε και μια δεύτερη γενιά προβληματικών το ΄99›.

Ο πολιτικός λόγος τώρα που άρθρωνε η Οργάνωση έτσι όπως φαινόταν στις προκηρύξεις της ήταν ένας λόγος που παρέπεμπε όπως σας είπα στον 19ο αιώνα, σε μια εποχή που πια στην οικονομία το κύριο, το πρωτεύον ερώτημα δεν είναι τί παράγεις αλλά το πόσο γρήγορα τρέχουν τα δίκτυά σου. Δεν μπορείς να μιλάς με αυτούς τους όρους και να απευθύνεσαι στην κοινωνία σήμερα. Αλλά νομίζω ότι είναι κοινό γνώρισμα από την ιστορία όλων αυτών των ομάδων διεθνώς ότι όταν είσαι μια ολιγομελής κλειστή ομάδα μοιραία αποκόβεσαι από την κοινωνία. Δεν μπορείς να καταλάβεις ότι η κοινωνία κινείται, μεταβάλλει τις απόψεις της και τις πιο πολλές φορές τις μεταβάλλει σε μια κατεύθυνση τελείως διαφορετική από αυτή που εσύ μπορεί να φαντασιώνεσαι.

Νομίζω ότι αυτός είναι και ο λόγος που η Οργάνωση έτσι όπως τουλάχιστον εμφανίζεται δεν μπόρεσε να αντιληφθεί ότι από τον καιρό που ξεκίνησε μέχρι τώρα έχουν συμβεί κοσμοϊστορικές αλλαγές τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως έτσι ώστε να πει «τί γίνεται εδώ, κάποια στιγμή αυτό το πράγμα πρέπει να σταματήσει›.

Αλλά φυσικά υπάρχουν τρία χαρτιά που όπως σας είπα με συνδέουν με αυτή την ιστορία. Ας ξεκινήσουμε από το σκαρίφημα του στρατοπέδου. Ασφαλώς θα περνάει από το μυαλό σας «μα καλά, τί δουλειά έχει αυτός ο άνθρωπος τώρα να πάει να φτιάξει αυτό το πράγμα από την στιγμή που αν του χρειαζόταν κάτι θα μπορούσε να πάει να ανατρέξει στο επίσημο σχέδιο ασφαλείας και να το δει›.

Έχετε δίκιο αλλά όλοι έχουμε πάει στον στρατό και όλη μας η στρατιωτική θητεία είναι πράγματα που τα κάνουμε ή πράγματα που δεν κάνουμε και που κάτω από προϋποθέσεις μπορεί να μας στείλουν και στο στρατοδικείο. Εγώ πήγα στην συγκεκριμένη Μονάδα, στο Τάγμα 566 Πεζικού νέος Δόκιμος και μία από τις πρώτες φορές που πήγα να κάνω την υπηρεσία του Αρχιφύλακα στις αποθήκες αυτές, με ξύπνησαν για να μου πουν ότι έχει πιάσει φωτιά παρακείμενη έκταση.

Με δεδομένο το ότι τα μέσα που σαν φρουρά διέθετα για πυρόσβεση ήταν σχετικά περιορισμένα και ο κόσμος που είχα ήταν λίγος, ενημέρωσα τηλεφωνικά την Μεραρχία να στείλει την Πυροσβεστική μήπως έχουμε εξάπλωση της φωτιάς και δεν προλάβουμε. Πράγματι έτσι έγινε. Ήρθε η Πυροσβεστική με ένα όχημα, περίμενε εκεί μέχρι να σβήσει την φωτιά και τελείωσε το συμβάν ανώδυνα.

Μερικές μέρες μετά απ’ όσο θυμάμαι πήγε εξωτερική έφοδος στις αποθήκες αυτές και ο συνάδελφός μου ο Δόκιμος που ήταν υπηρεσία ρωτήθηκε από τον εφοδεύοντα Αξιωματικό να του πει πώς φυλάσσεται το στρατόπεδο, «πες μου ποια είναι τα μέτρα ασφαλείας› και αυτός δεν ήξερε και τιμωρήθηκε γι αυτό. Πιστεύω λοιπόν ότι αυτά τα δύο συμβάντα καθώς και οι συνεχείς παραινέσεις του Διοικητή μας να φτιάξουμε μνημόνιο στο οποίο να αναφέρουμε πάντα τα καθήκοντά μας να ανατρέχουμε σε αυτό όταν χρειάζεται να εκτελούμε τα καθήκοντά μας. Είχε και ο ίδιος ένα τέτοιο, πάντα ανέτρεχε σε αυτό. Το γεγονός ότι σαν χαρακτήρας είμαι σχολαστικός και πολύ επιμελής με έκανε να φτιάξω αυτό το σκαρίφημα.

Βέβαια έχετε δίκιο να αναρωτηθείτε «και καλά αφού το έφτιαξες, το χρησιμοποίησες, μετά όταν μετατέθηκες γιατί δεν το κατέστρεψες;›. Έτσι είναι αλλά αυτό που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι προφανώς καθώς περνούσε ο καιρός κι εγώ πήγαινα εκεί και αποκτούσα περισσότερη εμπειρία, πάλιωνα, άρχισα να το χρησιμοποιώ όλο και λιγότερο με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να μείνει στο σπίτι μου με τα χαρτιά χωρίς να του δώσω πια καμία σημασία.

Είχα ξεχάσει δηλαδή τελείως την ύπαρξή του. Όταν μου το έδειξαν στην Αστυνομία όταν με συνέλαβαν δεν μπορούσα καν να θυμηθώ αν είναι δικό μου ή όχι. Στη συνέχεια αφού το γύρισα από πίσω και είδα τις σημειώσεις που έχει εκεί αναγνώρισα τα γράμματά μου και είπα «ναι, όντως είναι δικό μου, άρα πώς το έφτιαξα›. Μάλλον άρχισα σιγά-σιγά να το σκέφτομαι για να καταλήξω σε αυτά που σας είπα. Αν δείτε και την πίσω πλευρά πράγματι έχει μία σειρά από σημειώσεις οι οποίες είναι ακριβώς η απάντηση που θα έδινα εγώ στην εξωτερική έφοδο τυχόν αν ερχόταν να με ρωτήσει «πες μας ποια είναι τα μέτρα ασφαλείας›.

Σίγουρα πάντως αν έφτιαχνα αυτό το πράγμα για να το δώσω για κάποιον ο οποίος θα έχει ύποπτους σκοπούς θα έλεγα τι έχουμε μέσα οι αποθήκες. Εμείς ξέραμε ότι οι αποθήκες έχουν αποκλειστικά πυρομαχικά του πυροβολικού και της Αεροπορίας. Θα του έλεγα ότι από εκείνες τις τρύπες πηδάνε οι φαντάροι για να το σκάσουν να πάνε στο διπλανό χωριό ή θα του έλεγα ότι τα περίπολα κινούνται από αυτή την κατεύθυνση, οι σκοποί αλλάζουν αυτές τις ώρες αλλά κυρίως θα του έλεγα μια πληροφορία την οποία εγώ είχα και που ήταν πάρα πολύ σημαντική για όποιον ήθελε να πάει να κλέψει το στρατόπεδο.

Τον Οκτώβριο του ΄84 επειδή υπήρχε γενικά λειψανδρία στη Μονάδα πάρθηκε μία απόφαση, νομίζω και κεντρικά από το ΓΕΣ έγινε αυτό το πράγμα και οι φρουροί που φύλαγαν αυτές τις αποθήκες, οι στρατιώτες δεν ήταν πια κληρωτοί αλλά ήταν Οπλίτες των ΤΕΑ οι οποίοι πήγαιναν εκεί επ’ αμοιβή. Στην αρχή τους πρόσφεραν 500 δραχμές και μετά τους έδωσαν ένα χιλιάρικο. Αυτοί πήγαιναν εκεί και βέβαια κοιμόντουσαν. Ήταν κάτι που το είχαμε διαπιστώσει κατ’ επανάληψη όλοι τόσο στο Σιδηρόκαστρο όσο και αργότερα στην Φλώρινα. Θα μπορούσα λοιπόν να πω ότι είναι 15 στρατιώτες αλλά είναι 15 οπλίτες των ΤΕΑ που μονίμως κοιμούνται.

Υπάρχουν βέβαια και τα άλλα δύο χαρτιά, αυτά με τους συνωμοτικούς κανόνες. 8 μήνες τώρα προσπαθώ να θυμηθώ αν τα έχω δει και πραγματικά δεν μου λένε τίποτα. Δεν θυμάμαι να έχω διαβάσει τέτοια χαρτιά. Προφανώς αφού έχουν τα αποτυπώματά μου κάπου τα έχω πιάσει. Η μόνη εξήγηση που μπορούσα να σκεφτώ ήταν με δεδομένο το γεγονός ότι ο ξάδελφός μου είχε συλληφθεί για την υπόθεση αυτή ότι τα έπιασα στο σπίτι του σε ανύποπτο χρόνο χωρίς καν να τα διαβάσω. Ενδεχομένως να τα έπιασα και το θυμήθηκα προχθές που απολογήθηκε εκείνος και είπε ότι το ΄82 μετακόμισε από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα.

Σε αυτή την μετακόμιση τον βοήθησα εγώ. Μπορεί να τα έπιασα κι εκεί. Επειδή το θέμα αυτό με απασχολούσε πάρα πολύ όλο αυτό το διάστημα τα έδειξα αυτά τα χαρτιά και στον Πάτροκλο Τσελέντη με τον οποίο προαυλιζόμουν μαζί όσο καιρό ήμουν στην φυλακή. Του είπα «τί είναι αυτά εδώ; Τα έχεις ξαναδεί;›. Τα κοίταξε και μου είπε «δεν τα έχω δει ποτέ›. Απ’ όσο τα διάβασε, τους έριξε μια ματιά και μου λέει «έχω την εντύπωση ότι αυτά δεν είναι της 17Ν›.

Μου έφερε σαν παράδειγμα ότι ποτέ η 17Ν δεν είχε τόσο κόσμο, δεν ήταν τόσο πολυπληθής Οργάνωση ώστε να έχει την πολυτέλεια κάποιοι να συνεδριάζουν και κάποιοι άλλοι να τους φυλάνε ένοπλοι γύρω-γύρω που φαίνεται σε ένα τετραγωνάκι στο χειρόγραφο χαρτί έτσι όπως το διάβασα κι εγώ. Κι εγώ τα διάβασα επανειλημμένα και αυτό που σίγουρα καταλήγω είναι ότι αυτά είναι πάρα πολύ παλιά χαρτιά.

Καταλήγω σε αυτό επειδή ο συντάχτης του χειρογράφου γράφει πολυτονικό, κανά δυο φορές έχω επισημάνει λέξεις στην καθαρεύουσα όπως είναι το «κατάστασις επιχειρήσεων› ή κάπου άλλου λέει μια άλλη επίσης λέξη στην καθαρεύουσα γλώσσα. Ακόμη όμως κι αυτά τα χαρτιά τα έβλεπε όντως στο σπίτι του Νίκου το πιο πιθανό είναι ότι ούτε καν σημασία δεν θα τους έδινα γιατί θα σκεφτόμουν ότι είναι χαρτιά από την δικτατορία. Ήξερα ότι ο Νίκος είχε κάποια αντιδικτατορική δράση, είχε ζητήσει και πολιτικό άσυλο στην Γερμανία και θα τα προσπερνούσα χωρίς να τους δώσω σημασία.

Ήθελα να σας πω ότι εγώ δεν είχα ποτέ κανενός είδους σχέση με την Οργάνωση 17Ν και δεν είχα κανενός είδους σχέση με την 17Ν όχι μόνο γιατί διαφωνώ πολιτικά με την Οργάνωση, έχω άλλες αντιλήψεις αλλά γιατί θεωρώ ότι οτιδήποτε σκοτώνει ξεπέφτει και προστυχεύει. Αυτή είναι η θέση μου.

Θα ήθελα να σας πω ότι θα ήμουν πάρα πολύ χαρούμενος αν μπορούσα να βρω έναν τρόπο να αποδείξω ότι όχι μόνο εγώ δεν έχω καμία σχέση αλλά ούτε ο Νίκος έχει καμία σχέση. Είναι ξάδελφός μου, θα με χαροποιούσε ιδιαίτερα κάτι τέτοιο. Οι σχέσεις μου με τον Νίκο ήταν πάρα πολύ καλές μέχρι την στιγμή που συνελήφθη ο Νίκος παρά το γεγονός ότι εξαιτίας της απόστασης και του φόρτου εργασίας δεν είχαμε πάρα πολύ στενές επαφές. Αλλά βέβαια και με επισκεπτόταν στο σπίτι μου κι εγώ επισκεπτόμουν το δικό του. Αρκετές φορές με φιλοξένησε στο σπίτι του, λιγότερες φορές τον φιλοξένησα εγώ. Είχα την άνεση να κινούμε στο σπίτι του και αυτός είχε την άνεση να κινείται στο δικό μου το σπίτι.

Όταν μάλιστα έμαθα ότι στη σύλληψή του στην έρευνα που έγινε στο σπίτι του κατασχέθηκε αυτή η μετάφραση που είχα κάνει εγώ της εργασίας του καθηγητή του «Βερμέλ› αισθάνθηκα έκπληξη γιατί δεν θυμόμουν να του την είχα δώσει εγώ. Δεν το θυμόμουν καθόλου. Αισθάνθηκα κάποια έκπληξη. Όταν μπόρεσα να συναντήσω το Νίκο στη φυλακή – πράγμα που έγινε αρκετές ημέρες αφού ήρθα εγώ – όλο κι όλο προαυλιστήκαμε μαζί 1,5 ημέρα. Όλο το υπόλοιπο διάστημα ήμασταν χώρια και δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να τον ρωτήσω αν έχει αυτός κάποια σχέση, αν αυτός μου πήρε το σκαρίφημα. Μου το αρνήθηκε κατηγορηματικά.

Μου έδωσε κάποιες εξηγήσεις που είναι αυτές που σας έδωσα και σε σας πριν από λίγες ημέρες. Ρώτησα πάλι τον Τσελέντη αν τυχόν αυτός το είχε δει αυτό το σκαρίφημα, μιας και απ’ όσο μου είχε πει αυτός συμμετείχε στην Οργάνωση περίπου αυτή την περίοδο που αναφέρεται το σκαρίφημα, το ΄84. Μου είπε «δεν το έχω δει ποτέ μου και ούτε φυσικά και ξέρω ποιος μπορεί να το πήγε εκεί›.

Προσπάθησα να δώσω κάποιες εξηγήσεις και ο μόνος τρόπος για να δώσω κάποιες εξηγήσεις ήταν να προσπαθήσω να σκεφτώ λογικά, να καταφύγω στους κανόνες της λογικής. Κατέληξα φυσικά σε ένα συμπέρασμα το οποίο πρέπει να σας το πω. Εγώ δεν ήξερα κανέναν από τους υπόλοιπους συγκατηγορουμένους μου εκτός από τον ξάδελφό μου, ούτε και αυτοί με ήξεραν. Κανένας τους δεν με ήξερε, ούτε καν την ύπαρξή μου ήξεραν μέχρι την στιγμή που συνελήφθη.

Το λογικό συμπέρασμα είναι ότι αποκλείεται να μου το έκλεψε κάποιος από αυτούς. Εξάλλου και 6 μήνες τώρα που διεξάγεται η διαδικασία όσο συναντιόμαστε εδώ στο Δικαστήριο κανένας δεν μου έκανε κάποια νύξη ούτε για το σκαρίφημα, ούτε για τα άλλα χαρτιά ώστε να σκεφτώ κάτι διαφορετικό. Κατά συνέπεια το μόνο που μου μένει είναι να πάει το μυαλό μου στον ξάδελφό μου. Θα προτιμούσα να μην είναι έτσι. Χίλιες φορές θα το προτιμούσα αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο λογικό που να στέκεται λογικά. Αυτά είχα να σας πω.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή