ΠΕΜΠΤΗ 18 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2003
ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:10
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ
Α΄ ΜΕΡΟΣ
09:10 – 11:00
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλημέρα σας. Συνήγοροι Υπεράσπισης; Μόλις έρθει κάποιος παρακαλώ να ειδοποιηθούμε. Το Δικαστήριο διακόπτει μέχρι της προσέλευσης κάποιου συνηγόρου.
ΔΙΑΚΟΠΗ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που είχε διακοπεί.
ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, οι κρατούμενοι Ξηρός Βασίλειος και Ξηρός Χριστόδουλος δεν θα εισέλθουν σήμερα καθόλου στην αίθουσα, οι άλλοι κρατούμενοι θα εισέλθουν κανονικά σε λίγο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τώρα για ποια υπόθεση μιλάμε;
Ν. ΓΕΩΡΓΟΥΛΕΑΣ: Την υπόθεση του Ρέντη κ. Πρόεδρε εκπροσωπώ τον κ. Κωνσταντίνο Πλατάρα που ήταν διερχόμενος οδηγός.
Να ξεκινήσω από τι συνέβη εκείνη την ημέρα ποια ήταν τα περιστατικά. Η Πολεμική Αεροπορία είχε χορηγήσει του υπ’ αριθμόν 10871 υπηρεσιακό λεωφορείο τύπου Στάγερ χωρητικότητας 50 θέσεων προκειμένου να διακινούνται οι Αμερικανοί στρατιωτικοί και πολιτικοί υπάλληλοι της δύναμης που έδρευε στην Ελευσίνα από τα σπίτια τους προς την 112 πτέρυγα μεταφορών. Το λεωφορείο αυτό ξεκινούσε από το Ελληνικό κάθε μέρα στις 05:00 το πρωί, έκανε μια μεγάλη διαδρομή από Γλυφάδα, Αργυρούπολη και Ελληνικό φυσικά μέσω Ποσειδώνος, Μοσχάτο, Κηφισού, Καβάλας, Ελευσίνα προκειμένου να φτάσει γύρω στις 06:40 στην αεροπορική μονάδα. Από εκεί, από την Ελευσίνα αναχωρούσε πάλι γύρω στις 16:30 και έκανε την ανάποδη διαδρομή την αντίστροφη διαδρομή με μικρές παραλλαγές για λόγους ασφαλείας.
Την ημέρα εκείνη, δηλαδή στις 24 Απριλίου του 1987 αναχώρησε γύρω στις 16:30 με 25 περίπου αξιωματικούς έναν Έλληνα ιδιώτη και μερικούς πολιτικούς υπαλλήλους. Ακολούθησε το δρομολόγιο μέσω Καβάλας και Κηφισού και γύρω στις 17:00 βρισκόταν επί της Κηφισού στο κατερχόμενο αυτής ρεύμα προς τον Πειραιά. Λίγο μετά την Αγίας ¶ννας εξερράγη εκρηκτικός μηχανισμός με αποτέλεσμα να μετακινηθεί το λεωφορείο από τη θέση του, να μείνει ακυβέρνητο για ελάχιστα δευτερόλεπτα και ο Έλληνας σμηνίτης ο οποίος οδηγούσε ο κ. Ανδρέας Ασημακόπουλος 20 ετών τότε, κατάφερε να ξαναπάρει το τιμόνι στα χέρια του και επειδή ακριβώς το σύστημα διεύθυνσης και το σύστημα πέδησης δεν είχε ιδιαίτερο πρόβλημα, να μπορέσει να φρενάρει. Ήταν ιδιαίτερα τυχερός γιατί παρ’ ότι βρισκόταν δίπλα στην κοίτη του ποταμού υπήρχε αφ’ ενός το τοιχίο και αφ’ ετέρου μια συστάδα δέντρων που συγκράτησε το λεωφορείο.
Αποτέλεσμα ήταν να τραυματιστούν 11 από τους Αμερικανούς που βρίσκονταν στο λεωφορείο, ο σμηνίτης ο οδηγός και ο εντολέας μου ο ιδιώτης Κωνσταντίνος Πλατάρας ο οποίος οδηγούσε ένα ZASTAVA που προπορευόταν στη δεξιά λωρίδα ελάχιστα μέτρα μπροστά από το αμερικανικό λεωφορείο.
Σύμφωνα με τα όσα ακούσαμε σε αυτή την αίθουσα αλλά και με τα όσα είχαν δηλώσει οι κατηγορούμενοι στις απολογίες τους, υπήρχε μια αρκετά μεγάλη προπαρασκευή πριν από κάθε ενέργεια. Ο Χριστόδουλος Ξηρός στις 17/7/2002 είχε δηλώσει ότι υπήρχαν τα εξής στάδια πριν κάθε ενέργεια: Παρατηρήσεις για την ανεύρεση του στόχου, «εντοπίζαμε δηλαδή κυρίως με πινακίδες κυκλοφορίας ποιοι ήταν οι Αμερικανοί› εν προκειμένω βέβαια δεν χρειάστηκε κάτι τέτοιο, ήταν εμφανές ότι πρόκειται για ελληνικό λεωφορείο το οποίο είχε Αμερικανούς μέσα, το δεύτερο στάδιο ήταν η ανεύρεση και ο ανεφοδιασμός με όλα τα αναγκαία όπως οχήματα, στην προκειμένη περίπτωση ήταν ένα VW ένα ημιφορτηγό το οποίο είχε σταθμεύσει στην απέναντι πλευρά στο ρεύμα προς Αθήνα σ’ ένα σημείο που είχε άριστη ορατότητα προς το σημείο που είχαν επιλέξει για την έκρηξη και στη συνέχεια υπήρχε ο σχεδιασμός και οι πρόβες. Αυτά αφορούσαν έτσι κι αλλιώς κάθε χτύπημα.
Στη συγκεκριμένη ενέργεια διάλεξαν ένα στενό δρόμο δύο λωρίδων -όλοι γνωρίζουμε ποια είναι η λεωφόρος Κηφισού παρά τις αλλεπάλληλες διαμορφώσεις από τα έργα τόσα χρόνια, είναι ένας στενός δρόμος που έχει πάρα πολύ μεγάλη κυκλοφορία όλες τις ώρες της ημέρας- επέλεξαν να χτυπήσουν το λεωφορείο παρ’ ότι περνούσε από πάρα πολλές οδούς και από πάρα πολλές κεντρικές λεωφόρους στη μοναδική λεωφόρο η οποία έχει δίπλα της την κοίτη του ποταμού αρκετά μεγάλου ύψους, σε μια ώρα που είναι μεγάλη η κίνηση, δίπλα σ’ ένα εργοστάσιο και από ένα σημείο στο οποίο είχαν άριστη ορατότητα.
Ο Σάββας Ξηρός στην απολογία του 11/8 ενώπιον του ειδικού Εφέτη ανακριτή, αναφέρει για τη σχετική ενέργεια: «Το πρόσωπο το οποίο γνώρισα με το ψευδώνυμο Αλέκος και που ήταν ο οδηγός στο φορτηγάκι στην υπόθεση του Ρέντη είναι ο Πάτροκλος Τσελέντης και τον αναγνωρίζω στις φωτογραφίες που μου επιδεικνύετε. Την βόμβα την πυροδότησε ο Μανόλης, δηλαδή ο αδελφός μου Χριστόδουλος. Ήταν η πρώτη μου συμμετοχή στη δραστηριότητα της 17Ν. Δεν θυμάμαι ούτε αντιλήφθηκα να συμμετείχε και κάποιος άλλος, πλην των τριών αναφερομένων. Από την πείρα μου όμως πιστεύω ότι υπήρχε για την ειδοποίηση και για την προετοιμασία της έκρηξης›. Ίσως κάποιος είχε συμβάλλει στο να σταματήσει η κυκλοφορία με το να ανάψει κόκκινο, έχοντας δηλαδή πειράξει –όπως λέμε- τους σηματοδότες για να μην έχουμε περισσότερα θύματα.
Το ενδιαφέρον σημείο της σχετικής περικοπής είναι: «Ο σκοπός της τοποθέτησης της βόμβας στο λεωφορείο στο Ρέντη, ήταν ο τραυματισμός των επιβαινόντων στο λεωφορείο και ο εκφοβισμός τους. Ο σκοπός αυτός προκύπτει από το ότι η βόμβα είχε τοποθετηθεί στον πάτο του κάδου και από πάνω είχαμε βάλει την άμμο ώστε να απλωθεί χαμηλά η έκρηξη. Επίσης το σχέδιο προέβλεπε ότι η πυροδότηση της βόμβας, να γίνει αφού είχε περάσει τουλάχιστον το μισό λεωφορείο›.
Ομοίως ο Τσελέντης στις 25/7/2002 λέει ότι «Σκοπός ήταν να χτυπήσουμε τους Αμερικανούς›, ενώ ο Τζωρτζάτος λέει ότι «Στα μέσα Απρίλη αποφασίστηκε αυτό το χτύπημα και περίπου μια εβδομάδα αργότερα, το κάναμε αφού είχαμε κάνει τη σχετική προετοιμασία›.
Το ζήτημα είναι κατά πόσο τα πράγματα είναι ακριβώς έτσι. Ας δούμε κατ’ αρχάς ποιοι ήταν οι επιβαίνοντες σε αυτό το λεωφορείο κατά πόσο δηλαδή ήταν ο σκοπός μόνο ο εκφοβισμός ή ο τραυματισμός. Σύμφωνα με το Σάββα Ξηρό όπου είχε δηλώσει στις 11/7/2002 ότι ήταν οι Αμερικανοί πεζοναύτες. Ενώπιόν σας την ημέρα που εξετάστηκε ο εντολέας μου ο κ. Πλαταράς στις 26 Μαρτίου, είπε τα εξής: «Παρ’ όλα αυτά ήθελα να πω γι’ αυτούς τους συγκεκριμένους τους Αμερικάνους οι οποίοι ήταν αεροπόροι, της αεροπορίας, οι οποίοι 6-7 μήνες πριν δηλαδή τον προηγούμενο χρόνο είχαν πάει και είχαν βομβαρδίσει την Λιβύη. Αυτοί πέντε χρόνια μετά βρισκόταν στο Ιράκ, οι ίδιοι οι αεροπόροι, οι οποίοι ήταν συμμέτοχοι στους 250 τόνους ουρανίου που ρίξανε στο Ιράκ και αυτοί οι ίδιοι οι αεροπόροι λείπουν σήμερα απ’ αυτή την αίθουσα, γιατί συμμετέχουν στη σφαγή που γίνεται σήμερα στο Ιράκ›.
Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται ούτε για αεροπόρους, ούτε για πιλότους, ούτε για κάτι άλλο. Πρόκειται για μέλη του 558 Τάγματος το οποίο είναι Τάγμα διοίκησης και επιμελητείας, πρόκειται δηλαδή για άνδρες υπαξιωματικούς κατά κύριο λόγο χαμηλόβαθμους του αμερικανικού στρατού οι οποίοι ήταν εφοδιαστές και διοικητικά στελέχη. Συνεπώς ακόμη κι αν δεχτούμε τη συλλογική της 17Ν στην επιλογή του στόχου εδώ είχαν μεγάλο λάθος.
Το κυριότερο ήταν να δούμε και ότι δεν υπήρχαν μόνο στρατιωτικοί στο συγκεκριμένο λεωφορείο, αλλά κοιτώντας απλώς και μόνο τις ιδιότητες που δηλώνουν στις καταθέσεις τους, μπορούμε να διαπιστώσουμε τα εξής:
1. Λόιντ Γουίλιαμσον: πολιτικός υπάλληλος «Η δουλειά μου είναι σχετικά με την παρακολούθηση και εφοδιασμό της βάσης με τα απαιτούμενα υλικά και πράγματα›.
2. Μάρθα Κροφτ: πολιτικός υπάλληλος του αμερικανικού στρατού.
3. Πέτρα Ταιτάγκε: βοηθός βιβλιοθηκάριου στη βιβλιοθήκη της βάσης.
4. Wilma Bright: γραμματέας του αμερικανικού στρατού.
5. Linda Perry: γραμματέας του αμερικανικού στρατού.
Για όποιον έχει πάει στρατό εξυπακούεται ότι ουδέποτε πολιτικό προσωπικό φοράει στολή για κανένα λόγο. συνεπώς οι άνθρωποι αυτοί είχαν τη δυνατότητα στις παρακολουθήσεις οι οποίες κράτησαν αρκετό καιρό να καταλάβουν ποιοι ήταν πολίτες και ποιοι ήταν στρατιώτες. Επίσης ο Ανδρέας Ασημακόπουλος ο οδηγός του λεωφορείου έχει αναφέρει στις καταθέσεις του το 1987 ότι είχε δεχτεί τηλεφώνημα στο σπίτι του -το οποίο μάλιστα έχει ιδιαίτερη σημασία αυτό για το πόσο καλά ενημερωμένη ήταν η Οργάνωση- το τηλέφωνο δεν ήταν περασμένο στο όνομα της οικογενείας αλλά της γιαγιάς. Δέχτηκε ένα τηλεφώνημα στο οποίοι του έλεγαν περίπου «Φίλε κάνεις επικίνδυνη δουλειά, καλύτερα να προσέχεις› γι’ αυτό για λίγο καιρό τον είχε αντικαταστήσει Αμερικανός ή επαγγελματίας σε αυτά τα δρομολόγια. Όταν διαπιστώθηκε ότι δεν γίνεται κάτι για μερικές εβδομάδες επανήλθε.
Επίσης υπήρχε ένας Έλληνας πολίτης ο κ. Βασίλης Πουλάκης στο συγκεκριμένο λεωφορείο. Ομοίως ο Σάββας Ξηρός είπε πως η έκρηξη ελέγχεται μέσω των σάκων άμμου, ο σκοπός είναι ο τραυματισμός και κυρίως αφού θα περνούσε το λεωφορείο και σε αυτό όμως κάνει λάθος ή ψεύδεται. Διότι από τις καταθέσεις των Αμερικανών βλέπουμε ότι ο Reinhold Willman αναφέρει: «Η έκρηξη συνέβη μάλλον από το μπροστινό τμήμα του λεωφορείου› ενδεικτικά αναφέρω τους Αμερικανούς που είτε δεν διάβαζαν κάποιο περιοδικό είτε δεν είχαν αποκοιμηθεί, είτε με εξαίρεση άλλους δύο που έπαιζαν σκάκι, όσους δηλαδή είχαν την προσοχή τους στραμμένη στο δρόμο. Ο Γουόλτερ Σμιθ «άκουσα δυνατό κρότο από το εμπρόσθιο τμήμα του λεωφορείου›. Ο Χένρι Σαμιγκέλ «άκουσα δυνατό κρότο που ερχόταν από το εμπρόσθιο μέρος του λεωφορείου›, ο ¶ντριαν Πότς αρχιλοχίας κι αυτός «είδα καπνό να βγαίνει από το εμπρόσθιο μέρος του λεωροφορείου›, ο James Hoskins «δυνατή έκρηξη και ταυτόχρονα αισθάνθηκα το λεωφορείο να ανασηκώνεται από το μπροστινό μέρος και να τινάζεται›, o Victor Tarebay ομοίως «νομίζω ότι προήλθε από εμπρός και δεξιά›.
Πέρα όμως από τις μαρτυρίες αυτές που ίσως οι κατηγορούμενοι θα μπορούσαν να τις θεωρήσουν ως ένα σχέδιο των Αμερικανών για να πλήξουν το γόητρο της Οργάνωσης (σημειώνω ότι αυτές δόθηκαν την επόμενη μέρα, αφού δηλαδή παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες και επέστρεψαν σπίτια τους οι άνθρωποι να ηρεμήσουν λίγο, να ξεπεράσουν το σοκ της έκρηξης) αρκεί κανείς να διαβάσει την ανακριτική κατάθεση του Βασίλειου Τζωρτζάτου, ο οποίος αναφέρει: «Στα μέσα Απριλίου 1987 σε συνάντηση που είχαμε εγώ, ο Λουκάς και ο Λάμπρος, δεν θυμάμαι αν ήταν κι άλλος, αποφασίστηκε με πρόταση του Λουκά και του Λάμπρου να χτυπηθεί λεωφορείο με Αμερικανούς αξιωματικούς σαν έκφραση ενάντια στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Εγώ είχα αναλάβει να κινηθώ με τη μηχανή μου και να προπορεύομαι του λεωφορείου για να δώσω σήμα ότι έρχεται. Η δουλειά έγινε μια εβδομάδα αργότερα περίπου στον ¶γιο Ιωάννη Ρέντη στον Κηφισό. Από ότι έμαθα εκ των υστέρων είχε τοποθετηθεί βόμβα εκεί που θα περνούσε το λεωφορείο και δεν ξέρω ποιος την έφτιαξε, ποιος την τοποθέτησε και πως πυροδοτήθηκε›.
Η βόμβα θα έσταζε τη στιγμή που το λεωφορείο θα βρισκόταν ακριβώς δίπλα της και γι’ αυτό είχε συνδεθεί με καλώδια. Συνεπώς δεν υπήρχε κανένας σκοπός εκφοβισμού κ. Πρόεδρε, ούτε υπήρχε η διάθεση να πυροδοτηθεί αφού είχε περάσει το μισό λεωφορείο –όπως έχει αναφέρει ο κατηγορούμενος Σάββας Ξηρός- ούτε ο σκοπός θα μπορούσε να είναι μόνο ο τραυματισμός για τον απλούστατο λόγο ότι πρώτον πυροδοτήθηκε ακριβώς για να πλήξει όσους ήταν μέσα, ακριβώς για να τους σκοτώσει και όχι για να τους φοβίσει.
Διαφορετικά δεν θα πυροδοτούσαν τη στιγμή που θα περνούσε μπροστά το λεωφορείο, γιατί όταν πυροδοτείς τη στιγμή που περνάει ακριβώς μπροστά σου, το μόνο σίγουρο είναι ότι ο οδηγός θα χάσει τον έλεγχο, στην καλύτερη περίπτωση και ήταν ιδιαίτερα τυχεροί οι επιβαίνοντες στη συγκεκριμένη περίπτωση γιατί ο Ασημακόπουλος –ένα νέο παιδί 20 ετών, χωρίς ιδιαίτερη εμπειρία, εκπαίδευση οδηγού λεωφορείου είχε λάβει στην Πολεμική Αεροπορία- κατάφερε να το επαναφέρει στη θέση του παρ’ ότι τινάχθηκε προς την πόρτα, σε απόσταση 1 μ. και βέβαια υπήρξαν ιδιαίτερα τυχεροί γιατί δεν είχε κάποια βλάβη το σύστημα πέδησης.
Το πόσο αδιαφορούσαν βέβαια για τη ζωή των επιβαινόντων φαίνεται και από το ότι μπροστά από το λεωφορείο της Πολεμικής Αεροπορίας υπήρχε και το αυτοκίνητο του Κων/νου Πλατάρα του εντολέα μου. Σημειώνω ότι οδηγούσε ένα ZASTAVA λευκό και όχι κάποια JAGUAR ή οτιδήποτε. Υπήρχε βιομηχανία παρακείμενη η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να είχε εργάτες μέσα ή έστω τους φύλακες και το κυριότερο είναι ότι πυροδοτήθηκε δίπλα στην κοίτη του ποταμού, ώστε ακόμη κι αν κάτι δεν πάει καλά, να υπολογίσεις ότι κάλλιστα θα μπορεί να πέσει μέσα το λεωφορείο και να έχουμε ακόμη σοβαρότερους τραυματισμούς ή και θανάτους.
Συνεπώς είναι άνευ αντικειμένου η δήλωση που έκανε στην απολογία του ο Δημήτρης Κουφοντίνας, ο οποίος είπε ανάμεσα σε άλλα ερωτώμενος για το περιστατικό στον Πειραιά για την έκρηξη στα χέρια του Σάββα Ξηρο: «Ξέρω την πρακτική της Οργάνωσης ήταν να γίνονται εκρήξεις με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην κινδυνεύσει κανένας και η ώρα βέβαια είναι μέσα σε αυτές τις προβλέψεις. Θέλω να σας πω επίσης ότι η ίδια η έκρηξη ήταν αποτέλεσμα αυτής της πρόνοιας που έκανε η Οργάνωση. Η έκρηξη συνέβη μέσα στα πλαίσια των προληπτικών μέτρων που έπαιρνε η Οργάνωση για να μην κινδυνέψει οποιοσδήποτε περαστικός πολίτης›.
Συνεπώς από εκείνο το περιστατικό και μετά από το 1987 και μετά από αυτή τη βόμβα και μετά, ήταν νομοτελειακό ότι κάποια στιγμή θα υπάρξουν αθώα θύματα και αυτή η τακτική της Οργάνωσης φάνηκε και στην CHRYSLER όταν υπήρξε μια βόμβα στη λεωφόρο Κηφισίας μεσάνυχτα, σε κάποια στιγμή που περνούν αυτοκίνητα, υπάρχουν περαστικοί, φάνηκε και στην περίπτωση βέβαια του Παλαιοκρασσά με τον πλέον τραγικό τρόπο, φάνηκε όταν πετάχτηκε μια χειροβομβίδα στα Σεπόλια που δεν μπορείς να ξέρεις μες την καταδίωξη αν υπάρχει κάποιος περαστικός, σε ενδιαφέρει αποκλειστικά να ξεφύγεις, φάνηκε και στο MEGA όταν πυροδοτείς μια ρουκέτα σ’ ένα κτίριο που δεν μπορείς να έχεις άποψη κατά πόσο κάποιος άνθρωπος μπορεί να είναι πίσω από μια κουρτίνα, ή σ’ ένα δωμάτιο που δεν έχει δυνατό φως.
Υπό αυτή την έννοια όλοι οι Έλληνες υπήρξαμε ένας Θάνος Αξαρλιάς υπό προθεσμία. Δυστυχώς δεν ξέραμε ποια στιγμή θα μπορούσε να μας τύχει, ακριβώς γιατί δεν μπορεί να ελέγξεις μια έκρηξη η οποία συμβαίνει σ’ ένα κεντρικό σημείο. Θα μπορούσαμε να είμαστε το επόμενο θύμα της αδιαφορίας, της οίησης, της ιδεοληψίας της 17Ν.
Το ερώτημα που τίθεται εν προκειμένω είναι κατά πόσο τα μέλη της Οργάνωσης είχαν κάποια επιλογή και στη συγκεκριμένη ενέργεια και σε κάθε ενέργεια αυτού του τύπου. Σε αυτή την περίπτωση δεν είχαμε να κάνουμε με ωρολογιακό εκρηκτικό μηχανισμό, δεν είχε τοποθετηθεί μια βόμβα η οποία νομοτελειακά θα έσκαγε στις 4,5 ή στις 5. Είχαμε ένα πλήρωμα που βρισκόταν στην απέναντι πλευρά της κοίτης με άριστη ορατότητα, αποτελούμενο από 4 άτομα (Σάββα, Χριστόδουλο Ξηρό, Πάτροκλο Τσελέντη, Δημήτρη Κουφοντίνα) και το κυριότερο είχαμε κι έναν οδηγό ο οποίος προπορευόταν με μηχανή. Αυτός ο άνθρωπος σε κάποιο σημείο της διαδρομής εν προκειμένω ο Βασίλειος Τζωρτζάτος, είχε όλη την άνεση να παρατηρήσει προσπερνώντας το λεωφορείο –γιατί αποκλείεται να προπορευόταν όλη την ώρα, κάποια στιγμή πέρασε μπροστά του σε μια μικρή απόσταση- διαπίστωσε ότι υπήρχε οδηγός με μπλε στολή Έλληνας και διαπίστωσε ότι υπήρχαν 6 πολίτες μέσα στο λεωφορείο γιατί δεν φορούσαν στολή. Παρ’ όλα αυτά ουδείς από αυτούς έδωσε την εντολή ή έκανε την πρόταση να ακυρώσουμε, να εγκαταλείψουμε αυτή την προσπάθεια. Ο Τζωρτζάτος συνέχισε να προπορεύεται, έκανε το σήμα –εάν το σήμα ήταν απλώς στο να περάσει- με κάποιο νεύμα με το χέρι και οι υπόλοιποι παρ’ ότι είχαν άριστη ορατότητα επέλεξαν να πυροδοτήσουν. Σημασία είχε να γίνει πάση θυσία η ενέργεια.
Στη συνέχεια υπάρχει η σχετική αναφορά στις ανακριτικές απολογίες και ο Σάββας Ξηρός στις 17/7/2002 και στις 9/8 αναφέρεται στους συνεργούς στη συγκεκριμένη υπόθεση, ο Χριστόδουλος Ξηρός αναφέρεται στο Σάββα, στο Λουκά, στο Σταμάτη και στον Αλέκο δηλαδή σε Κουφοντίνα, Τζωρτζάτο και Τσελέντη αντίστοιχα, ο Τζωρτζάτος λέει ότι ο Λουκάς και ο Λάμπρος έκαναν την πρόταση, δεν αποδόθηκε τελικά κατηγορία ηθικής αυτουργίας στη συγκεκριμένη περίπτωση στον Δημήτρη Κουφοντίνα «Εγώ οδηγούσα τη μηχανή› και αυτό επιβεβαιώνεται κιόλας και από πού λέει ο Τσελέντης «Δεν ξέρω αν υπήρχε και κάποιο άλλο μέλος, πάντως κάποιος οδηγούσε τη μηχανή› και ήταν λογικό λόγω των συνωμοτικών κανόνων να μην ξέρει ποιος οδηγεί τη μηχανή εν προκειμένω.
Φυσικά με τα όσα αναφέρουν οι κατηγορούμενοι ως ηθικός αυτουργός και σε αυτή την ενέργεια φέρεται ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος. Θα ήθελα σε αυτό το σημείο να πω το εξής: υπήρξαν αρκετές αιχμές και από συνηγόρους της Πολιτικής Αγωγής σε σχέση με τους κατηγορούμενους, αρκετά έντονες φράσεις οι οποίες οδήγησαν και σε κάποιους διαπληκτισμούς εδώ.
Δεν νομίζω ότι ρόλος του συνηγόρου είναι να απευθύνει χαρακτηρισμούς προς τους κατηγορούμενους, ήδη βρίσκονται σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση, αντιμετωπίζουν μια ποινική δίωξη πολύ σημαντική, ένα κατηγορητήριο μαμούθ, έχουν ήδη περάσει τη βάσανο της ανακριτικής διαδικασίας και τώρα είναι εν αναμονή της απόφασης και όπως λένε και στο χωριό μου στη Μάνη «Σκοτωμένο φίδι δεν το χτυπάς›.
Το λέω αυτό, γιατί όταν αυτή η Οργάνωση συνωμοτούσε, δρούσε και χτυπούσε ελεύθερη, όλοι μας –και έχουμε βαριά ευθύνη γι’ αυτό- σιωπήσαμε. Όλοι μας ανεχθήκαμε και με αυτό τον τρόπο δώσαμε λάθος μήνυμα σε αυτή την Οργάνωση, ώστε να μπορεί να λέει ότι αν κάναμε εκλογές θα παίρναμε 20%. Δυστυχώς με τον τρόπο μας τους δώσαμε ένα μήνυμα με το γνωστό ελληνικό ωχαδελφισμό «ωχ αδελφέ ήταν Αμερικάνοι, ωχ αδελφέ ήταν ¶γγλοι, ωχ αδελφέ ήταν ο Γερμανός Πρέσβης, ωχ ήταν οι Τούρκοι, ή ήταν οι πλούσιοι, ή ήταν οι πολιτικοί οι οποίοι τα ‘πιάσαν, ή ήταν οι δικαστές που έβγαλαν το βούλευμα που συνέφερε κάποιους άλλους›. Τους δώσαμε το λάθος μήνυμα.
Δυστυχώς δεν πράξαμε αυτό που έκαναν οι Ισπανοί είτε ως απλοί πολίτες, είτε ως Οργανώσεις, είτε ως επαγγελματικές συντεχνίες, είτε ως Κόμματα να μαζευτούμε όλοι να βγούμε στο δρόμο και να πούμε αυτό που κάποια στιγμή μπόρεσαν να πουν οι συγγενείς τους «Ως Εδώ›. Δεν τους δώσαμε το σωστό μήνυμα δυστυχώς κι έτσι παρατείναμε κι εμείς οι ίδιοι με τον τρόπο μας τις πράξεις τους και τα εγκλήματά τους.
Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να σταθώ λίγο στον εντολέα μου στον κ. Κων/νο Πλατάρα. Όταν συνέβη η βομβιστική αυτή ενέργεια ήταν 35 ετών, ήταν παντρεμένος και η γυναίκα του περίμενε το πρώτο τους παιδί. Είναι μηχανικός αεροσκαφών και καθημερινά εδώ και 33 χρόνια κάνει τη διαδρομή Κερατσίνι – Τανάγρα – Κερατσίνι για το μεροκάματο, είναι 120 χλμ. περίπου από ότι μου λέει ο ίδιος και πολλές φορές με το υπηρεσιακό λεωφορείο που πάει τους ανθρώπους στην ελληνική αεροπορική βιομηχανία.
Όταν συναντηθήκαμε και ανέλαβα την υπόθεσή του μου είπε: «Θυμάμαι ένα πράγμα: άκουσα ένα μπουμ κι έκλεισε η οροφή στο κεφάλι μου, έσπασαν όλα τα τζάμια του αυτοκινήτου και πήρε μια κωνική μορφή, παγιδεύοντας κατά κάποιο τρόπο και το κεφάλι μου, ενώ το ωστικό κύμα έκλεισε την πόρτα και στρίμωξε το πόδι με αποτέλεσμα να υποστώ βαριά θλάση. Έκανα να περπατήσω κανονικά γύρω στον ένα μήνα›. Ένα από τα θραύσματα τον χτύπησε σε αυτό το σημείο περίπου, αριστερή παρειά χαμηλά με αποτέλεσμα να του προκαλέσει πολύ βαθύ τραύμα που δεν μπορούσε εκείνη τη στιγμή στο νοσοκομείο, δεν επιδέχονταν τα απλά, τα λίγα ράμματα, την κλασική δηλαδή αντιμετώπιση σε αυτές τις περιπτώσεις, αλλά έπρεπε να έχει μια σύντομη χειρουργική επέμβαση με αναισθησία. Ο γιατρός του είπε ότι «ήσουν πολύ τυχερός θα μπορούσε να περάσει την καρωτίδα σου και να είσαι νεκρός›. Θυμίζω πως πέθανε ο Αξαρλιάν, θα μπορούσε να είναι δυο πόντους παραπάνω το θραύσμα για τον Αξαρλιάν και να ζούσε αυτός και να είναι νεκρός ο Πλατάρας.
Επίσης πολύ σημαντικό είναι ότι από το ωστικό κύμα και από τον ξαφνικό θόρυβο υπέστη μόνιμη βλάβη στην ακοή του κι εδώ είναι ένα άλλο σημείο στο οποίο όλοι φέρουμε βαρύτατη ευθύνη κι αυτοί που υποστήριζαν τις ενέργειες της 17Ν και πολλοί από αυτούς ήρθαν εδώ ως μάρτυρες Υπεράσπισης για να τους εξυμνήσουν. Ο Κων/νος Πλατάρας είχε τόσο σοβαρή βλάβη στην ακοή του, παρ’ ότι τεχνικός αεροσκαφών δεν μπορεί πλέον να ακούει καλά από την αριστερή πλευρά ώστε να επιδιορθώνει βλάβες. Μου είπε χαρακτηριστικά «προσπαθώ πάντοτε να δουλεύω δεξιόστροφα και μερικοί συνάδελφοι δυο ή τρεις που γνωρίζουν το πρόβλημά μου με βοηθούν να το καλύπτω γιατί διαφορετικά η υπηρεσία υπήρχε κίνδυνος να με απολύσει›.
Αναρωτιέμαι ποια πολιτισμένη πολιτεία και ευνομούμενη αφήνει τους ανθρώπους θύματα τρομοκρατικών Οργανώσεων, να κρύβονται και να λυπούνται και να θλίβονται και να ντρέπονται, που αυτοί είναι θύματα και να κυκλοφορούν ελεύθεροι και να τους εξυμνούν. Η 17Ν τήρησε βέβαια τη στάση αυτή απέναντι σε όλα τα θύματα, πλην του Αξαρλιάν που κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να το κάνει, υπήρχε και κάποια σχετική αναφορά ότι τον άφησαν να πεθάνει το ελληνικό κράτος για επικοινωνιακούς λόγους, αλλά σε αυτό όπως είπα, φέρουμε όλοι βαρύτατη ευθύνη.
Ένα άλλο σημείο που έψαξα να βρω κάποια συμπάθεια τουλάχιστον προς τον κ. Πλατάρα και γενικώς τα αθώα θύματά τους είναι η συγκεκριμένη προκήρυξη, στην οποία διάβασα πάρα πολλά πράγματα, διάβασα για την Κύπρο, τον Καραμανλή, την αποικιοκρατία, τον ρόλο των Αμερικανών στην Κύπρο, για τις βάσεις, για την κρίση του ’87, για την διάψευση των ελπίδων του ελληνικού λαού από την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, για 164 πυρηνικές κεφαλές, για το ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας έγινε ουρά της μεγαλοαστικής τάξης, δεν βρήκα όμως κανένα λόγο συμπάθειας για τα θύματα.
Σημειώνω ότι η συγκεκριμένη προκήρυξη έχει γραφτεί στις 9/4/87 δηλαδή αρκετές μέρες πριν την ενέργεια στις 24 του ίδιου μηνός, συμπληρώθηκε στις 11/4. Αυτό δείχνει πόσο καιρό πριν ήταν έτοιμο το χτύπημα και απλά περίμεναν την κατάλληλη στιγμή. Δεν υπήρξε κάποια νέα προκήρυξη που να ζητά συγγνώμη, ούτε σε κάποια μεταγενέστερη προκήρυξη υπήρξε αναφορά στα συγκεκριμένα θύματα. Επίσης ούτε λόγος συμπάθειας για τον Έλληνα σμηνίτη οδηγό που ήταν το πιο προφανές θύμα.
Αυτό δείχνει ότι πρόκειται για ανθρώπους κατά τη γνώμη μου αμετανόητους και ευθυνόφοβους, τουλάχιστον θα έπρεπε να έχουν την ανδρεία να παραδεχτούν το συγκεκριμένο λάθος και στο ακροατήριο όταν ήρθε εδώ ο κ. Πλατάρας ενώπιόν σας ακούστηκε συνήγορος να του λέει ότι έχουμε κουραστεί με τη φιλολογία των θυμάτων, υπήρξε έντονη επιθετικότητα στο πρόσωπό του, υπήρξε επανειλημμένο αίτημα εκ μέρους της Υπεράσπισης ν’ αναγνωρίσει ότι πρόκειται για ένα πολιτικό έγκλημα επειδή ακριβώς χτυπήθηκαν οι Αμερικανοί ρωτήθηκε ποια είναι η άποψή του για τους Αμερικανούς, κανείς δεν του ζήτησε συγγνώμη, κανείς δεν διερωτήθηκε γιατί έπρεπε να γίνει η πυροδότηση τη στιγμή που υπήρχε δίπλα ακριβώς ελληνικό αυτοκίνητο, εάν δεχτούμε πάντα τη συλλογιστική της 17Ν ότι οι ένοχοι είναι μόνο οι Αμερικανοί και ότι όλα γίνονται στο όνομα του λαού.
Επίσης ο κ. Ξηρός είπε ότι είχε κάνει δήθεν φιλικές δηλώσεις στην «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ›. Αυτό δεν συνέβη ποτέ βέβαια, ίσως να το έχει κάνει για κάποιο άλλο θύμα, δεν το γνωρίζω, απλώς προς αποκατάσταση της αλήθειας με τον κ. Πλατάρα κοιτάξαμε τις εφημερίδες μήπως έχει υπάρξει κάποια σχετική δήλωση.
Αναπόδραστη είναι σε αυτό το σημείο και η σύγκριση της 17Ν με Οργανώσεις όπως οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, ή Φράξια Κόκκινος Στρατός στη Γερμανία. Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες είχαν καταφέρει να έχουν μαζικότητα, είχαν 4.000 μέλη και πάρα πολλές χιλιάδες συμπαθούντες και στον τρόπο που αντιμετώπισαν και το Δικαστήριο που τους δίκασε το 1982. Υπήρξαν οι απειλές, υπήρξαν ύβρεις, τραγουδούσαν όλοι μαζί τη Διεθνή όταν αποχωρούσαν από την αίθουσα. Θα μου πείτε «¶λλες εποχές› δεκτό αυτό. Ούτε αρνήθηκαν, ούτε κρύφτηκαν πίσω από μεταφερόμενα αποτυπώματα, ή παγκόσμιες συνομωσίες. Έδειξαν περιφρόνηση στο σύστημα το οποίο χτυπούσαν την αστική δημοκρατία εν προκειμένω, με το να μην απολογούνται και αυτό ήταν μάλιστα και το παράπονο του Προέδρου του κ. Σαντιαπίκι τότε ότι ουδείς απολογήθηκε, πλην των μετανοηθέντων.
Ομοίως η Φράξια Κόκκινος Στρατός προέβησαν σε απεργίες πείνας, ουδέποτε αναγνώρισαν το Δικαστήριο. Βέβαια κάνοντας τη σύγκριση βλέπεις και τη σύγκριση του γερμανικού κράτους και του ελληνικού. Ουδέποτε αποκλείστηκαν οι συνήγοροι Υπεράσπισης όπως συνέβη στη Γερμανία, ουδέποτε απαγορεύτηκε η επικοινωνία συνηγόρων και κατηγορούμενων, ουδέποτε συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν δικηγόροι όπως συνέβη στη Γερμανία, ουδέποτε υπήρξαν λευκά κελιά όπως υπήρξαν στη Γερμανία. Συνεπώς η δική μου άποψη είναι ότι ή πολεμάς την αστική δημοκρατία ή αποδέχεσαι τους κανόνες της, όχι κάτι ενδιάμεσο όπως συμβαίνει σε αυτή τη Δίκη.
Ο Heinrich Böll Γερμανός Νομπελίστας είχε πει ότι «Οι Μπάτερ Μάινφοχ και οι λοιποί η Φράξια Κόκκινος Στρατός ήταν η μάχη των 6 εναντίον των 60 εκ. στη Γερμανία›. Δεν ξέρω αν κάτι αντίστοιχο συνέβη εδώ στην Ελλάδα, δηλαδή αν είχαμε τους 19 ή και τα μέλη που έχουν πεθάνει όπως ο Σκανδάλης ή και κάποιοι ασύλληπτοι εναντίον των 10 – 11 εκ. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όπως είπε και ο Εισαγγελέας ο κ. Μαρκής επέλεξαν τον εύκολο δρόμο και έδωσε πολύ κομψά έναν ορισμό, είπε ότι: «Κι εγώ ήμουν ο γιος του μπετατζή που ήμουν αποκλεισμένος, δεν επέλεξα όμως αυτό το δρόμο που επέλεξαν αυτοί›. Ίσως γιατί η 17Ν είναι η Ελλάδα που δεν δοκίμασε, δεν κοπίασε, είναι η Ελλάδα της ευκολίας και της ιδεοληψίας. Είναι η Ελλάδα που σε αντίθεση με την παράδοσή μας και τον πολιτισμό μας θέλησε να εξαλείψει κάθε αντίθετη άποψη, να αφανίσει από προσώπου γης τους ανθρώπους και τις απόψεις που δεν συμπαθεί, με τις οποίες δεν ταυτίζεται. Είναι η Ελλάδα που δεν συζητά σε τελική ανάλυση. Είναι η Ελλάδα που απέτυχε οικτρά και γι αυτό το λόγο ζητούμε την καταδίκη τους σύμφωνα με το κατηγορητήριο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαριστούμε τον κ. Γεωργουλέα. Ο κ. Κεχαγιόγλου έχει το λόγο.
Α. ΚΕΧΑΓΙΟΓΛΟΥ: Θα μιλήσω για τον κ. Πλαταρά και τον κ. Πέτσο για να πάρω μία φορά το λόγο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει, πολύ ωραία. Αρχίζουμε από τον κ. Πλαταρά.
Α. ΚΕΧΑΓΙΟΓΛΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, κ.κ. Εφέτες δεν έχω συνηθίσει τα λίγα τα 10-12 χρόνια της καριέρας μου να βρίσκομαι στα έδρανα της πολιτικής αγωγής και όσο και να τιμώ την Εισαγγελική Αρχή και τους εκπροσώπους της στο παρών Δικαστήριο πάντα θεωρούσα λίγο άχαρο το ρόλο της πολιτικής αγωγής. Στην πράξη οι δικηγόροι οι οποίοι παρίστανται στην πολιτική αγωγή για να αποδείξουν το κατηγορητήριο οιονεί είναι σαν βοηθοί των Εισαγγελέων όταν οι Εισαγγελείς έχουν καταλήξει σε πρόταση περί ενοχής φυσικά.
Οι περισσότεροι συνάδελφοί μου όπως κι εγώ έχουμε συνηθίσει να είμαστε στα έδρανα της υπεράσπισης και να προσπαθούμε να αθωώσουμε ανθρώπους και να τους βγάλουμε από τη φυλακή. Ενός ποινικολόγου -αν μπορώ να χαρακτηριστώ έτσι- ο ρόλος και η ευχή και η καλύτερη στιγμή, οι καλύτερες στιγμές στην καριέρα του είναι όταν αποφυλακίζει ανθρώπους και όχι όταν συμβάλλει στην καταδίκη τους.
Η παρούσα υπόθεση εξαιρείται από αυτή τη συνήθη αντιμετώπιση άσχετα αν προσέρχομαι ήδη από τον Μάρτιο και τώρα που ολοκληρώνω και είναι η τελευταία φορά που έχω την τιμή να απευθύνομαι ενώπιόν σας, άσχετα αν τα συναισθήματά μου είναι σχεδόν πάλι τα ίδια ανεξαρτήτως των ανθρώπων οι οποίο βρίσκονται στο εδώλιο και ανεξαρτήτως των πράξεων για τις οποίες κατηγορούνται. Στο κάτω-κάτω οι ποινικολόγοι ειδεχθή συνήθως εγκλήματα υπερασπίζονται κι έτσι έχουν πάθει ένα σχεδόν μιθριδατισμό όπως είχε αναφέρει και ο κ. Εισαγγελέας της Έδρας στην αντιμετώπιση των ποινικών υποθέσεων.
Τα ειδεχθή λοιπόν εγκλήματα για έναν δικηγόρο ο οποίος συνηθίζει να είναι στην υπεράσπιση δεν είναι τίποτα παραπάνω από μία υπόθεση την οποία καλείται να αντιμετωπίσει τα πραγματικά της περιστατικά, να ανακαλύψει τα σημεία του κατηγορητηρίου τα οποία πάσχουν, να δημιουργήσει αμφιβολίες στο Δικαστήριο και να προτείνει την αθώωση του πελάτη του.
Παρόλα αυτά και θέλω να με πιστέψετε ότι δεν το λέω για λόγους ρητορικούς ή εντυπωσιασμού με πολύ-πολύ βαριά καρδιά προσέρχομαι σήμερα στην αγόρευσή μου γιατί οι περισσότεροι από αυτούς που κάθονται στο εδώλιο του κατηγορούμενου είναι περίπου συνομήλικοί μου κι αν είναι δεν είναι συνομήλικοί μου είναι 2-3-5 χρόνια μεγαλύτεροί μου. Είναι νέοι άνθρωποι οι περισσότεροι της ίδιας γενιάς με τη δική μου. Οπότε ξέρετε είναι εύκολο μέσα στα άνετα γραφεία μας να πηγαινοερχόμαστε στον Κορυδαλλό και να εξασκούμε το λειτούργημα κατά τον Κώδικα περί δικηγόρων, κερδοσκοπικό επάγγελμα κατ’ άλλου τη δικηγορία και κάποιοι άλλοι να αντιμετωπίζουν πολυετείς αν όχι ισόβιες για κάποιους καθείρξεις.
Δεν είναι καθόλου εύκολο το συναίσθημα ασχέτως επαναλαμβάνω των αδικημάτων και ασχέτως του ποταμού αίματος που έχει χυθεί μεταξύ των ετών 1975 και 2002. Υπάρχει όμως μια ειδοποιός διαφορά την οποία θα εκφέρω τώρα και θα ολοκληρώσω και με αυτήν στο τέλος στην αγόρευσή μου, ότι κατά την άποψη του ομιλούντος πολιτική αγωγή σε αυτή τη δίκη είναι ολόκληρος ο Ελληνικός λαός. Δεν είναι ο Κωνσταντίνος Πλατάρας και ο Γεώργιος Πέτσος αλλά στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου Πλατάρα και του Γεωργίου Πέτσου πιστεύω και το εισφέρω ότι είναι ολόκληρος ο Ελληνικός λαός. Ολόκληρη η ελληνική κοινωνία προσβλέπει και παρακολουθεί τη διεξαγωγή αυτής της δίκης.
Επειδή έχω συνηθίσει να εκφέρω κάποιες αιρετικές σε σχέση με τους συναδέλφους μου της πολιτικής αγωγής κάποιες –όχι τόσο ιδιαίτερα σημαντικές απόψεις σε αυτή τη δίκη– θέλω να πω ότι το ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας κ. Πρόεδρε και κ.κ. Εφέτες γι’ αυτή τη δίκη είναι αμείωτο. Μη νομίζετε ότι αυτό που ακούγεται έξω «και ποιος ασχολείται και ποιος παρακολουθεί πλέον αυτή τη δίκη και πού είναι αυτή η δίκη που περιμέναμε η ιστορική και η δίκη του αιώνα› εισπράττω κάθε μέρα ότι μέσω των εφημερίδων και μέσω των ρεπορτάζ των δημοσιογράφων που με κόπο και ευσυνειδησία επιτελούν το έργο τους εδώ και 6-7 μήνες, ο Ελληνικός λαός και η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί με εξαιρετικό ενδιαφέρον αυτή τη δίκη.
Είχα εκφράσει στην αρχή την άποψη ότι θα έπρεπε για λόγους ιστορικούς να επιτραπεί η τηλεοπτική κάλυψη αυτής της δίκης. Είχα και δίκιο και άδικο. Είχα ενδεχομένως άδικο γιατί δεν θα τελείωνε ενδεχομένως αυτή η δίκη με τηλεοπτική κάλυψη ούτε το Φεβρουάριο ή το Μάρτιο. Είχα όμως νομίζω και δίκιο διότι τόσα γεγονότα για τόσα πρόσωπα επώνυμα και ανώνυμα που δολοφονήθηκαν, τραυματίστηκαν ή έμειναν ανάπηροι, για τόσες ληστείες και κλοπές και για τόσα άλλα αδικήματα του Ποινικού Κώδικα είχε δικαίωμα ο Ελληνικός λαός να παρακολουθήσει ζωντανά αυτή τη διαδικασία.
Είχα ζητήσει αυτό από το Δικαστήριό σας μαζί με άλλους συναδέλφους μου, είχε απορριφθεί. Αλλά για να αναφερθώ και στην υπόθεση του κ. Πέτσου του εντολέα μου θέλω να θυμίζω ότι ο Γεώργιος Πέτσος εκτός από την κατά συνείδηση ψήφο των συναδέλφων σας Αεροπαγιτών του Ειδικού Δικαστηρίου ενδεχομένως να μην είχε αθωωθεί αν είχε απαγορευθεί η τηλεοπτική κάλυψη εκείνης της δίκης.
Όταν έλαμψε η αθωότητά του ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου το 1992-1993, πότε διεξήχθη εκείνη η δίκη. Βέβαια θα είχα φτάσει στα 18μηνα όπως πολλές φορές επισημάνατε κι εσείς από Έδρας. Είχα κατά την διάρκεια αυτής της δίκης στην αρχή εκφράσει και την άποψη η οποία επέσυρε τότε την παρατήρησή σας και την μήνις σας ότι δεν χάλασε και ο κόσμος αν είχαν συμπληρωθεί τα 18μηνα. Ο νόμος και η δικονομία δίνουν εναλλακτικές λύσεις. Βέβαια δεν ξέρω πώς θα ήταν η εικόνα όπως κι εσείς επισημάνατε της χώρας στο εξωτερικό με κάτι τέτοιο αλλά εγώ έτσι για να είμαι και λίγο προβοκάτορας δεν πιστεύω ότι πάρα πολλοί εκ των παρόντων κατηγορουμένων θα ήθελαν να είχαν αφεθεί ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους τουλάχιστον σε αυτή τη συγκυρία.
Αλλά είπαμε είναι αιρετική άποψη και στο κάτω-κάτω κ. Πρόεδρε αυτή η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία που λοιδορούμε, αυτή που οικοδομήθηκε σε αυτή τη χώρα από την απελευθέρωση από το 1830 στην τότε «ψωροκώσταινα› και στη μεγαλύτερη Ελλάδα μετά, αυτή η δημοκρατία την οποία η 17Ν ήθελε να καταργήσει και να αντικαταστήσει με καθεστώς αυτοδιαχειριζόμενου σοσιαλισμού, αυτή η αναθεματισμένη δημοκρατία προέβλεψε τα 18μηνα. Αυτή η δημοκρατία προέβλεψε ότι ο προσωρινά κρατούμενος σε καμία περίπτωση από το Σύνταγμα και τους νόμους δεν μπορεί χωρίς δίκη και χωρίς απόφαση καταδικαστική εννοείται να αφεθεί στη φυλακή παραπάνω από 18 μήνες.
Αυτό το κουτσό, το στραβό, το στρεβλωμένο, το καπιταλιστικό και τί καπιταλιστικό; Αν διαβάσει κανείς τις προκηρύξεις της 17Ν δεν είναι καθόλου βέβαιος ότι ζούσαμε σε καπιταλισμό στην Ελλάδα. Μάλλον μία στρεβλή μορφή – έτσι την θεωρούσαν – αυτή προέβλεψε τα 18μηνα. Δεν μιλώ για του παρόντες κατηγορουμένους αλλά θα έπρεπε όσοι έχουν αυτές τις απόψεις να είχαν συλληφθεί ενδεχομένως στην Ιταλία ή στη Γερμανία.
Είχα παρασταθεί σε δίκη στην Ιταλία πριν από μερικά χρόνια ναρκωτικών ενός Έλληνα που συνελήφθη και τότε έμαθα για πρώτη φορά ότι κάποιοι συγκρατούμενοί του ήταν κρατούμενοι επί 3 χρόνια χωρίς δίκη. Η Ιταλία με την παράδοση και του Γαριβάλντι και του αστικού εκσυγχρονισμού ήδη από τον 19ο αιώνα κρατάει 3 χρόνια ανθρώπους στη φυλακή χωρίς δίκη.
Εάν λοιπόν είχαμε εφαρμόσει τα αντίστοιχα στην Ελλάδα δεν ξέρω εγώ αν βρισκόμουν στην υπεράσπιση ή οι συνάδελφοί μου της υπερασπίσεως τί θα έλεγαν μέσα στον αγώνα τους για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ή ενδεχομένως εάν η δίκη αυτή διεξαγόταν στη Γερμανία ή αν διεξαγόταν στη Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών και κάθε μέρα ερχόντουσαν στο ακροατήριο οι κατηγορούμενοι με σιδερένιες μπάλες στα πόδια όπως οι «κακοί λύκοι› στα μίκι μάους που διαβάζαμε μικροί.
Αυτή η δημοκρατία λοιπόν της Ελλαδίτσας μας, αυτή κατοχύρωσε, κατοχυρώνει, υπερασπίζει τα δικαιώματα αυτών που θέλουν να τη δολοφονήσουν και αυτό είναι και το μεγαλείο και η ουσία της δημοκρατίας. Έχουμε τις ιδεολογικές, τις πολιτικές διαφορές μας. Είμαι ιδιαίτερα υπερήφανος που από τα νιάτα μου πιστεύω σε αυτόν τον τύπο του πολιτεύματος ανεξαρτήτως των διαφοροποιήσεων μεταξύ των κοινοβουλευτικών Κομμάτων διότι πραγματικά βλέπω την υπεροχή στην πράξη και την βλέπω σε αυτή τη δίκη. Την βλέπω από τις 3 Μαρτίου 2003 και είμαι ενθουσιασμένος που στα 42 μου χρόνια δεν μετανόησα γι’ αυτά που πίστευα στα 18 μου.