ΔΙΚΗ 17Ν
ΠΕΜΠΤΗ 25 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2003
ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:05
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί, αλλά βλέπω ότι δεν υπάρχει κανένας συνήγορος. Γιατί; Δεν υπάρχει κανένας συνήγορος οπότε το Δικαστήριο διακόπτει αναγκαστικά και αυτό σημειώνεται.
ΔΙΑΚΟΠΗ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Να πούμε ότι δεν είναι εικόνα Δικαστηρίου αυτή; Ντρέπομαι πραγματικά για λογαριασμό της Υπεράσπισης και λέω και είναι προσωπικό αυτό. Ένας τουλάχιστον δεν μπορεί να έρχεται το πρωί για να τους εκπροσωπεί όλους; Εκτός αν το κάνουν επίτηδες, δεν το πιστεύω όμως αυτό το τελευταίο και γι’ αυτό αρκούμαι να πω τούτο: ντρέπομαι.
ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: Κύριε Πρόεδρε οι κρατούμενοι Ξηρός Βασίλειος, Ξηρός Χριστόδουλος, Ξηρός Σάββας, Τζωρτζάτος Βασίλειος δεν θα εισέλθουν σήμερα στην αίθουσα του Δικαστηρίου, ο κρατούμενος Πάτροκλος Τσελέντης θα έρθει σε 5 λεπτά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εκπροσωπούνται από τους παρόντες τον κ. Βλάχο και την κα Σταμούλη.
Η κα Βόζεμπεργκ έχει τον λόγο.
Ε. ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ: Εντιμότατε κ. Πρόεδρε και κύριοι Εφέτες κατ’ αρχήν εγώ να πω ότι θεωρώ απόλυτα συμπτωματική την απουσία των συναδέλφων της Υπερασπίσεως που μπορεί να οφείλεται στην απεργία των ΤΑΞΙ ή σε οποιαδήποτε αιτία, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσα να τη θεωρήσω σκόπιμο. Δεν διακρίνεται το δικηγορικό Σώμα με τέτοια συμπεριφορά από καμιά πλευρά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σύμφωνοι. Αλλά εμείς κα Βόζεμπεργκ φτάνουμε από τις 6 η ώρα και δεν το κάνουμε τώρα, το κάνουμε 34 χρόνια.
Ε. ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ: Όταν διορίστηκα στην Πολιτική Αγωγή σε αυτή την υπόθεση αισθάνθηκα ανάμικτα συναισθήματα. Το πρώτο συναίσθημα που με διακατείχε ήταν τιμή. Θεωρώ ότι σε μια τέτοια πρωτοφανή και πρωτότυπη υπόθεση, είναι πολύ τιμητικός ο ρόλος της Πολιτικής Αγωγής, είναι πολύ τιμητική και ύψιστη η ευθύνη να μπορέσεις έντιμα και μέσα στο δικαϊκό μας καθεστώς να υπερασπιστείς τη μνήμη ανθρώπων που έφυγαν άδικα από αυτό τον τόπο από συγκεκριμένες βίαιες και σκόπιμες ενέργειες.
Δεν αισθάνθηκα φόβο. Ο φόβος είναι ένα συναίσθημα που πολλές φορές αγγίζει τη γνώση. Όταν δεν έχεις γνώση του τι φοβάσαι, δεν φοβάσαι. Όταν εννοώ ότι δεν αισθάνθηκα φόβο, δεν εννοώ ότι ο φόβος θα ήταν ένα συναίσθημα που θα άγγιζε τις τρομοκρατικές πράξεις, αλλά ο φόβος του τι θα μπορούσε κανείς ν’ αντιμετωπίσει σε μια τέτοια δίκη.
Η δίκη αυτή έρχεται για πρώτη φορά στα ελληνικά δεδομένα να περιγράψει τα τελευταία χρόνια μιας ιστορικής διαδρομής συγκεκριμένων ανθρώπων, συγκεκριμένης ομάδας που ο νομοθέτης θέλησε να την κατηγοριοποιήσει και τη συμμετοχή ακόμη σε κακουργηματικό χαρακτήρα για να αντιμετωπίσει το οργανωμένο έγκλημα. Αυτό, ήταν μια αναγκαιότητα των καιρών διότι όπως το Δικαστήριο πολύ καλά γνωρίζει ο εγκληματίας της σύγχρονης εποχής, είναι εγκληματίας επιχειρηματίας, οργανώνεται κι έχει άλλες μεθόδους να δρα και δεν δρα ατομικά και μεμονωμένα όπως τον παλιό καιρό. Είναι κι αυτό ένα σημείο που έγκειται και αγγίζει τη μετεξέλιξη του εγκλήματος και στον τόπο μας.
Η εγκληματική Οργάνωση 17Ν χαρακτηρίστηκε τρομοκρατική. Το Δικαστήριό σας γνωρίζει ότι η έννομος τάξη δεν αναγνωρίζει την έννοια της τρομοκρατίας της δίνει το περιεχόμενο που απασχόλησε πολλές συζητήσεις, η πρόσφατη στο Παλέρμο και που η συζήτηση συνεχίζεται και αφορά σε πράξεις βίας με συγκεκριμένο περιεχόμενο. Είναι όμως εγκληματική Οργάνωση γιατί στα πλαίσια μιας οργανωμένης προσπάθειας, υπήρξαν εγκλήματα του κοινού ποινικού Δικαίου με ειδικό και ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Οι κατηγορούμενοι που έχετε ενώπιόν σας κύριοι Δικαστές είναι ίσοι απέναντι στο νόμο –κι αυτό είναι μια κατάκτηση της δημοκρατίας και των θεσμών- αλλά δεν είναι οι ίδιοι. Έχετε την ευκαιρία, τη δυνατότητα, την εμπειρία και τη γνώση με βάση την αρχή του Ποινικού μας Δικαίου που εξατομικεύει την ευθύνη να καταγνώσετε στον καθένα την ευθύνη που του αναλογεί για τις πράξεις για τις οποίες έρχεται να δικαστεί ενώπιόν σας.
Όταν επικοινώνησα με το περιεχόμενο της δικογραφίας, ανατρίχιασα. Διότι πρέπει να παραδεχτώ –όπως κι άλλοι συμπολίτες μας- ότι από ένα σημείο και μετά δεν διαβάζαμε τις προκηρύξεις της 17Ν μας ήταν αδιάφορες, ακούγαμε μόνο σαν μια είδηση του αστυνομικού δελτίου «ο τάδε δολοφονήθηκε› «εκείνη η ληστεία διαπράχθηκε›, «εκείνη η ρουκέτα κατέστρεψε ζωές, ανθρώπους και αντικείμενα›. Δεν διαβάζαμε το περιεχόμενο γιατί δεν περιμέναμε να μας πει τίποτα. Γιατί ό,τι μας έλεγε είτε αδιάφορους παγερά μας άφηνε, είτε μας εξόργισε και δεν είχαμε μέσο αντίδρασης. Αυτό μπορεί να είναι και μια φτηνή δικαιολογία.
Έχω κάνει κι εγώ μαζί με άλλους συμπολίτες μας την αυτοκριτική μου. Υπήρξαμε αδιάφοροι για την εξέλιξη της τρομοκρατίας στον τόπο μας. Υπήρξαμε αδιάφοροι διότι δεν χτυπήθηκε ένας δικός μας, ένα από εμάς. Ενδιαφερθήκαμε μόνο όταν χτυπήθηκε η οικογένειά μας, η Δικαιοσύνη, οι φίλοι μας, κάποιοι γνωστοί μας. Όταν το θύμα ήταν κάποιος που δεν μας οικεία γνωστός ήμασταν αδιάφοροι και η αδιαφορία αυτή είναι συνενοχή.
Ανατρίχιασα για τον τρόπο που διαπράχθηκαν συγκεκριμένα εγκλήματα και γι’ αυτό και ο νομοθέτης θέλησε να τους δώσει ιδιαίτερη απαξία. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ανθρωποκτονίες του κοινού ποινικού Δικαίου γιατί έχουν δύο πολύ σημαντικά χαρακτηριστικά. Είχαν το στοιχείο της έντονης συστηματικής προμελέτης και το στοιχείο του αιφνιδιασμού της ενέδρας που στήνεται στο θύμα και ανυπεράσπιστο χάνει τη ζωή του. Με αυτά τα στοιχεία οι κατηγορούμενοι πρέπει να ξέρουν εφόσον αναγνωρίσετε ότι είναι ένοχοι εκείνοι που είναι γι’ αυτές τις πράξεις, ότι δεν έχουν κανένα δικαίωμα να ζητήσουν ταπεινά αίτια.
Τα κίνητρα, δεν μπορεί παρά να είναι αχρεία, σωρεία οι αποφάσεις ευτυχώς της νομολογίας μας πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Δεν μπορεί να αναγνωριστεί ευγενές κίνητρο σε κάποιον που στήνει ενέδρα σ’ ένα ανυπεράσπιστο θύμα αφού προηγουμένως έχει με κάθε λεπτομέρεια επιχειρηματική, επαγγελματική οργανώσει το θάνατό του. Το λέω αυτό, γιατί είμαι βέβαιη ότι από την άλλη πλευρά θα το κάνει η Υπεράσπιση μελετημένη είναι, τα κίνητρα που θα αναδειχθούν μέσα στα πλαίσια μιας πολιτικής ιδεολογίας, θα χαρακτηριστούν ευγενή, θα χαρακτηριστούν ενδεχομένως αν όχι ταπεινά και αχρεία που λέει η δική μας η πλευρά, σε κάθε περίπτωση ότι άγγιζαν εκείνη την ιδεολογία που θα μπορούσε να τους προσδώσει χαρακτήρα μη απαξιωτικό. Διότι αυτά ήταν τα πιστεύω τους.
Όμως πρέπει να γνωρίζουν –και το Δικαστήριο το γνωρίζει- ότι την έννομο τάξη την αφήνει παγερά αδιάφορη το πιστεύω του καθενός. Διότι διαφορετικά θα ήταν ρατσιστική, θα έκανε διαχωρισμό στην ανθρώπινη αξία, διαχωρισμό στα πιστεύω των ανθρώπων. Αυτή είναι και μια ποιότητα της δημοκρατίας μας και αυτή είναι η αξία της δικαιοσύνης: ν’ αντιμετωπίζει τις πιο ακραίες πολιτικό-ιδεολογικές θέσεις με την ίδια αξία. Κάτι, που οι κατηγορούμενοι δεν επιφύλαξαν στα θύματά τους. Τα διαβάθμισαν, σχετικοποίησαν την ανθρώπινη ζωή.
Όταν ξεκίνησε αυτή η διαδικασία χαρακτηρίστηκε από μια πρωτοτυπία γεγονότων που για πρώτη φορά αντιμετωπίζαμε όσοι ασχολούμαστε και με την ποινική Δικαιοσύνη εδώ και χρόνια κι εσείς περισσότερο. Αντιμετωπίσαμε τον πρωταγωνιστή κατηγορούμενο να μην παραδέχεται το κατηγορητήριο, να μην αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών του, αλλά να δηλώνει στο Δικαστήριό σας, ότι αναλαμβάνει πολιτική ευθύνη. Λες και επρόκειτο για μια δίκη που διεξάγεται στο Κοινοβούλιο ή σε κάποιον άλλο τόπο, όπου η πολιτική ευθύνη είναι ένα σημαντικό μέγεθος και πρέπει ως τέτοιο ν’ αναδειχθεί και να καταγραφεί.
Αντιμετωπίσαμε κατηγορούμενους για πρώτη φορά να διαβάζουν αντί απολογίας κείμενα εν είδει μανιφέστων προκειμένου να περάσουν κάποια γραμμή μέσα από αυτά, προκειμένου να δώσουν ένα μήνυμα παραπάνω, ή προκειμένου να καλύψουν αυτά που ο προφορικός λόγος όταν δεν είναι ειλικρινής δεν μπορεί να αποκρύψει. ¶ρα τα κείμενα εκ του ασφαλούς.
Αντιμετωπίσαμε –και το λέω με πολύ λύπη μου αυτό το τελευταίο- συνάδελφο της Πολιτικής Αγωγής που ταυτόχρονα είχε στο πρόσωπό του την ιδιότητα του θύματος αλλά και του συνηγόρου Πολιτικής Αγωγής να δέχεται χυδαία επίθεση διότι τόλμησε να καταθέσει στο Δικαστήριό σας μια δήλωση. Τόλμησε δηλαδή να ασκήσει το δικαίωμα της έκφρασης ελεύθερης άποψης και αντίληψης. Να δέχεται αγωγή με την οποία να του ζητείται η καταβολή 3 εκ. ευρώ για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης και να δέχεται και μήνυση και να τρέχει τώρα στο στάδιο της προκαταρτικής εξέτασης για να απολογείται. Μάλιστα το δικόγραφο της αγωγής να υπογράφεται από συνήγορο της Υπεράσπισης κατηγορούμενου και αυτό για πρώτη φορά εμφανίστηκε σε αυτή την αίθουσα.
Εμφανίστηκαν και οργανωμένες επιθέσεις κατά μαρτύρων της κατηγορίας που ενορχηστρώθηκαν σε τέτοιο σημείο, ώστε οι μάρτυρες αν δεν φοβούνταν να ντρέπονταν γιατί έρχονταν σε αυτή την αίθουσα, να ντρέπονταν γιατί έπρεπε να στηρίξουν την κατηγορία, να ντρέπονταν γιατί έπρεπε να έρθουν ενώπιόν σας χωρίς να έχουν το δικαίωμα να κοιτάξουν τους κατηγορούμενους, υπήρξε και αυτό το φαινόμενο.
Αντιμετωπίστηκε το θλιβερό φαινόμενο όταν εξεταζόταν η υπόθεση Πέτσου και όταν η Πολιτική Αγωγή ρωτούσε τον κ. Πέτσο καταθέτοντα ως μάρτυρα και επεδείχθη αυτό το σίδερο που βγήκε από την καρωτίδα του και παρ’ ολίγο να του κόψει τη ζωή, κάποιος από τους κατηγορούμενους να γελάει ειρωνικά. Αυτό, είναι η έκφραση της απόλυτης περιφρόνησης στην ανθρώπινη ζωή.
Κύριοι Δικαστές οφείλω ν’ αναγνωρίσω ότι στη νηφαλιότητα του Προέδρου, την εμπειρία και νηφαλιότητα των μελών του Δικαστηρίου και των κυρίων Εισαγγελέων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η ήρεμη διεξαγωγή αυτής της Δίκης, έστω με ελάχιστες εξαιρέσεις. Οφείλεται και στην πλειοψηφία των συναδέλφων της Υπεράσπισης, οφείλεται και στους κατηγορούμενους. Η Πολιτική Αγωγή πρέπει να καταλάβουν ότι δεν είναι εδώ, ώστε πάση θυσία να υποστηρίζει μια κατηγορία που δεν πιστεύει, αλλά είναι εδώ σαν ιδιωτικός φορέας υποστήριξης του δικαιώματος των θυμάτων με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας, όπως είναι και η εισαγγελική Αρχή. Η εισαγγελική Αρχή λοιδωρήθηκε σε αυτή την αίθουσα, μέλος του Δικαστηρίου κατηγορήθηκε ως εγκάθετος, ως εντολοδόχος ξένων συμφερόντων και όμως αποδείχθηκε ότι το Δικαστήριο μέχρι σήμερα –και είμαι βέβαιη ότι και στην απόφαση θα το δείξετε- κάνει πολύ σωστά τη δουλειά του.
Ο τακτικός κ. Εισαγγελέας ο οποίος κατηγορήθηκε ότι ήρθε εδώ προκατειλημμένος να εξαπολύσει μύδρους είναι ο πρώτος που πρότεινε απαλλαγή κατηγορούμενου διότι δεν πείστηκε για την ενοχή του. Ο δεύτερος, ο αναπληρωτής Εισαγγελέας ο κ. Μαρκής είπε μια έκφραση που με συγκίνησε για συγκεκριμένο κατηγορούμενο –λείπει αυτή τη στιγμή δεν μας τιμά- θα το πω είπε «Με πονάει ο Βασίλης›. Το «με πονά δείχνει› άνθρωπο που έχει έξω τα αισθήματά του από αυτή τη δίκη όταν χρειάζεται, αλλά που τα επιστρατεύει όταν πρόκειται να βγάλει στην πρόταση τον ανθρωπισμό του.
Κύριοι Δικαστές η 17Ν έχει πονέσει πολύ αυτό τον τόπο γιατί περιθωριοποίησε τη χώρα μας στην παγκόσμια κοινότητα. Απέτρεψε τις ξένες επενδύσεις, έκρινε αυστηρά τη χώρα μας στο στόμα των πρώτων που ήθελαν να θέσουν θέματα για την ασφάλειά της και προπάντων σκόρπισε θύματα, χήρες και ορφανά, χωρίς κανένα λόγο.
Θα ξεκινήσω το ψυχογράφημα που δικαιούμαι μέσα στα πλαίσια της δικονομίας να κάνω, για να διαφοροποιηθώ σε κάποιο βαθμό από τους αξιότιμους κυρίους Εισαγγελείς. Είναι βέβαιο ότι αυτή η Οργάνωση αυτή η ομάδα λειτουργούσε με το πρότυπο μιας περίεργης εταιρείας, δεν έχει τη μορφή του εμπορικού Δικαίου που γνωρίζουμε, αλλά έχει κανόνες, δεν έχει τη μορφή των δομημένων πολιτικών Κομμάτων αλλά έχει κανόνες. Δεν έχει τη μορφή μιας συλλογικής προσπάθειας, γιατί όλοι δεν έχουν την ίδια ευθύνη, αλλά έχει κανόνες.
Υπήρχε ένα πολιτικό γραφείο –σε εισαγωγικά ή εκτός η λέξη δεν με αφορά- το πολιτικό γραφείο αυτό αποτελείται αποδεδειγμένα πια από τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο με κάποιους άλλους που διαφεύγουν της σύλληψης αυτή είναι η πεποίθησή μου, αλλά σίγουρα αυτό έδινε τις εντολές και τις εντολές εκτελούσε από ένα σημείο και μετά ο επιτελάρχης Δημήτρης Κουφοντίνας.
Από εκεί και πέρα τα πράγματα ήταν εύκολα, αρκεί να ξέρεις να διακρίνεις τους σκληρούς δολοφόνους που πρέπει να έχεις κοντά σου για να εκτελέσουν το έργο σου και δυστυχώς βρέθηκαν στην οικογένεια ενός παπά και δεν εννοώ τον Βασίλη Ξηρό, εννοώ τους άλλους δύο. Σκληροί δολοφόνοι, άτεγκτοι, αμετανόητοι, στυγνοί αφαιρούσαν την ανθρώπινη ζωή και χαίρονταν γι’ αυτό, αφαιρούσαν την ανθρώπινη ζωή και δεν καταλάβαιναν γιατί το κάνουν.
Φυσικά πρώτος και καλύτερος ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας με έχει απασχολήσει πάρα πολύ σε αυτή τη δίκη, τον παρατηρώ από την πρώτη ημέρα, όπως και τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο. Αναγνωρίζω στο πρόσωπό του μια συνέπεια, μια συνέπεια όμως που τον βολεύει, μια συνέπεια που τον βολεύει, μια συνέπεια που είναι ιδιοτελής. Παραδέχεται –λέει- την πολιτική ευθύνη. Τι θα πει πολιτική ευθύνη σε εγκλήματα του κοινού ποινικού Δικαίου με υπερχειλή υπόσταση; Τι θα πει πολιτική ευθύνη από το 1975 που ο δηλώνων αυτήν, είναι 12 – 13 χρονών; Ποιον κοροϊδεύει; Πολιτική ευθύνη είναι το μήνυμα που θέλει να δώσει στο ακροατήριο που ακόμη εκείνο το πενιχρό έρχεται και χειροκροτεί και τον ζητωκραυγάζει σαν λαϊκό αγωνιστή. Μόνο σε αυτούς απευθύνεται, στο Δικαστήριό σας δεν απευθύνεται, δεν απευθύνεται και στις οικογένειες των θυμάτων.
Έρχεται ο Σάββας Ξηρός ο οποίος δεν θα συμφωνήσω κ. Εισαγγελεύς ότι είναι τραγικό πρόσωπο. Τραγικές είναι οι συνέπειες της υγείας του που προκάλεσε ο ίδιος. Μοιραίο πρόσωπο είναι. Τραγικό όχι. Μοιραίο πρόσωπο διότι προκάλεσε την τραγικότητα κάποιων οικογενειών, προκάλεσε την τραγικότητα στα αδέλφια του, κατέστραψαν εαυτούς και μιλώ για τον Βασίλη Ξηρό και για τον Χριστόδουλο. Ο Χριστόδουλος και ο Τζωρτζάτος είναι οι κανονικοί τυπικοί serial killers, στυγνοί, ψυχροί συναισθηματικά, κυνικοί, αμετανόητοι, το έδειξε η στάση τους το έδειξαν οι πράξεις τους.
Δεν μπορώ να μην αναφερθώ σε κάποιους ανθρώπους που έδειξαν ανθρώπινα στοιχεία εδώ μέσα. Ο Πάτροκλος Τσελέντης με στενοχώρησε γιατί δεν είπε όλη την αλήθεια. Είπε την αλήθεια που βοήθησε το Δικαστήριο να αγγίξει κάποιες πτυχές της υπόθεσης αυτής, αλλά όχι όλη την αλήθεια. Θα περιμένω ν’ ανέβει διότι αναγγέλθηκε ότι θα ανέβει ο Πάτροκλος Τσελέντης γιατί θέλω ν’ ακούσει δυο επισημάνσεις που έχω να κάνω και τον αφορούν και με ενδιαφέρει να τις ακούσει.
Ο Κων/νος Τέλιος είναι πράγματι το τραγικό πρόσωπο αυτής της υπόθεσης. Η ενοχή που εσείς θα αναγνωρίσετε ή η αθωότητα και που δεν είμαι υποχρεωμένη δικονομικά να προτείνω από τη θέση της Πολιτικής Αγωγής είναι τελείως διαφορετικό μέγεθος από την ψυχική του στάση σήμερα στο Δικαστήριο και λίγο νωρίτερα. Υποστηρίχθηκε ότι δεν έχει μετανιώσει ο Τέλιος. Ακούστηκε αυτό από την Πολιτική Αγωγή από συναδέλφους μου που αγγίζουν αυτή την υπόθεση, που τους αφορά η δράση του Κων/νου Τέλιου, διότι δεν μπόρεσε να ειδοποιήσει, διότι δεν μερίμνησε να αποτρέψει το κακό από τη στιγμή που ο ίδιος αντιλήφθηκε τον ολέθριο δρόμο που ακολουθούσε η Οργάνωση. Αλλά εγώ έχω πειστεί ότι φοβόταν. Έχω πειστεί ότι ο άνθρωπος αυτός διαταράχθηκε πολύ σοβαρά ψυχικά από ένα χρονικό σημείο και μετά.
Και ο Κονδύλης βοήθησε στην ανακάλυψη της αλήθειας και σε αυτή την ομάδα. ¶λλωστε το πρότεινε και ο εκ των Αναπληρωτών, ο κ. Μαρκής. Θα προσθέσω και τον Θωμά Σερίφη. Ο Θωμάς Σερίφης υπήρξε ένας συνεπής άνθρωπος σ’ αυτή την αίθουσα, κι όχι μόνο.
Ήταν παλικαρίσια η στάση του να έρθει να πει ενώπιόν σας και να ανατρέψει τους μύθους που κάποιοι άλλοι καλλιέργησαν: «Κύριοι Δικαστές δεν με πίεσε κανείς, είπα αυτά που είχα στην ψυχή μου, δεν με βασάνισε κανείς, δε με πίεσε συναισθηματικά, ψυχικά, σωματικά, αλλά σας παρακαλώ μη με ρωτήσετε για τους συγκατηγορούμενούς μου›. Η στάση είναι συνεπής και είμαι βέβαιη ότι θα τη λάβετε υπόψη στη διάσκεψή σας.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας, επανέρχομαι, είναι επίσης ένα μοιραίο πρόσωπο για την Οργάνωση. Τον χαρακτηρίζω ψυχρό και αμετανόητο. Πάσχει από ιδεοληψία είπε ο κ. Μαρκής, έντονη ιδεοληψία. Αλλά από την άλλη είναι συναισθηματικά ψυχρός, παρά το γεγονός ότι κατά παράβαση των συνωμοτικών κανόνων έγινε πατέρας.
Είναι και ιδιοτελής και ας προσπαθεί να δείξει ιδεολόγος. Η ιδιοτέλειά του φαίνεται από το γεγονός ότι ο Δημήτρης Κουφοντίνας ζούσε από τα χρήματα των ληστειών. Αυτό το λένε τα τετράδια και όχι μόνο, αλλά φανταστείτε όσοι εδώ μέσα υπήρξαμε και όσοι είστε μισθοσυντήρητοι, ότι από τον 4ο μήνα του 1995 μέχρι τον 5ο μήνα του 1997, ο Δημήτρης Κουφοντίνας έχει εισπράξει 16.800.000 δραχμές, αριθμητικά τα μεγέθη καταγράφονται στο περιοδικό.
Βεβαίως αναλύθηκε και φάνηκε από την αποδεικτική διαδικασία ότι τα γράμματα του τετραδίου έχουν ταυτοποιηθεί με γραφή που βρέθηκε στο Βαρνάβα, στο σπίτι του Δημήτρη Κουφοντίνα και ότι ο συντάκτης αυτών των μεγεθών, αυτών των ποσών που εγώ συνάθροισα και αθροίζονται στο ποσό των 16.800.000, είναι εκείνος στον οποίο δεν αναφέρεται η αιτία καταβολής του ποσού. Επιπροσθέτως δε είναι 690.000 δραχμές κάθε 1η του μηνός γι αυτά μόνο τα δύο χρόνια. Και αυτό είναι το μόνο τετράδιο που έχω στη διάθεσή μου.
Αλλά και εκτός αυτού, ο Δημήτρης Κουφοντίνας στέλνει το παιδί του σε ιδιωτικό σχολείο. Έχει Αλβανό που τον βοηθά στην επιχείρησή του της μελισσοκομίας. Έχει κύρια κατοικία και εξοχική κατοικία και επιπλέον έχει και την αντιμισθία του. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας είναι ιδιοτελής. Από ένα σημείο και μετά, με απασχόλησε πολύ σοβαρά γιατί κράτησε αυτή τη στάση, γιατί παραδόθηκε μετά δύο μήνες αφότου συνελήφθη ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος.
Θα το αποτολμήσω κ.κ. Δικαστές: Γνώριζε ότι ο Γιωτόπουλος δεν αναδέχεται την ευθύνη, καμία ευθύνη. Δήλωσε τη δόξα του αρχηγού, είπε «από δω κι εμπρός αναλαμβάνω εγώ›, και πώς αναλαμβάνει: Μέσα από τη φυλακή. Ξέρει ότι θα καταδικαστεί, είναι ευφυής άνθρωπος. «Αναλαμβάνω εγώ, υπάρχουν άλλοι απέξω, γι αυτό φυλάω το 45άρι, γι αυτό φυλάω τα κειμήλια, γι αυτό δε σας λέω πού ήμουν, γι αυτό δε σας λέω πώς παραδόθηκα›.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας πιστεύει στη συνέχιση της Οργάνωσης κ.κ. Δικασταί. Πιστεύει ότι όλα δεν τελείωσαν εδώ και το πιστεύει επιπρόσθετα με τη δήλωσή του, την έγγραφη που έστειλε στις Εκδόσεις Χατζόπουλος, για την μη αναγνώριση ιδιαίτερα της προκήρυξης που στάλθηκε κι έχει ίδιο με τις άλλες περιεχόμενο, όταν εκείνοι πια είχαν συλληφθεί. Μας λέει λοιπόν ότι είναι άλλοι απ’ έξω, «δεν είμαστε εμείς, δεν την αναγνωρίζω ως δική μας, γιατί οι συντάκτες που εσείς φέρνετε με το κατηγορητήριο έχουν συλληφθεί, οπότε τη συνέταξαν άλλοι που είναι απ’ έξω και δουλεύουν για μας›.
Το λέει βέβαια τελικά, με το ποίημα που επέλεξε σαν κατάληξη της έγγραφης απολογίας του, στην οποία δίνει σκυτάλη και παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές, να συνεχίσουν την ένοπλη δράση. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας είναι αμετανόητος και σκληρός δολοφόνος. Απορώ πώς μπόρεσε να εμπνεύσει αισθήματα ισχυρά στην κατηγορουμένη Αγγελική Σωτηροπούλου.
Εγώ δεν θα ασχοληθώ με την Αγγελική Σωτηροπούλου, είναι στην κρίση σας η ενοχή ή η αθωότητά της, οφείλω όμως να της αναγνωρίσω κάτι και θα το κάνω δημόσια, γιατί η Πολιτική Αγωγή έχει κι αυτή την ευαισθησία: Όταν τη ρώτησα πώς ένιωσε όταν αφαιρέθηκε η ζωή του Κωστή Περατικού και ο γιος του ο Πέτρος είχε την ηλικία του γιου της του Έκτορα, μου είπε «λυπάμαι› και ήταν ειλικρινής. Μου είπε «λυπάμαι› και το είδα στα μάτια της, το εννοούσε. Κάτι τέτοιο δε θα το έλεγε ποτέ ο Δημήτρης Κουφοντίνας.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας είναι ψυχρός, δε σεβάστηκε ούτε το μεγαλείο του 86χρονου Μιχάλη Περατικού όταν μπροστά, επί 4 ώρες κατάθεση δήλωνε «όσο μιλώ για το παιδί μου θα στέκομαι όρθιος› και τον αποκάλεσε «πειρατή›. Δε σεβάστηκε ούτε την κα Αξαρλιάν και το λέω ότι δεν τη σεβάστηκε γιατί ήταν απόλυτα υποκριτική η μετάνοια του. Αν ήταν ειλικρινής θα είχε αποσυρθεί, θα είχε κάνει μια δήλωσε τότε, δεν θα είχε αποδώσει το θάνατο του Αξαρλιάν του συγχωρεμένου στους γιατρούς και στις κακοτεχνίες της διαχειρίσεως της υγείας του αμέσως μετά, όταν η ιατροδικαστική έκθεση που αναγνώστηκε στο Δικαστήριό σας βοά για την απαξία και για την ένταση της φθοράς που είχε αυτό το παιδί, σχεδόν ακαριαία πέθανε.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας σε κάποιο βαθμό χαίρει του σεβασμού των υπολοίπων, χαίρει του σεβασμού διότι φρόντιζε να κρατά τους συνωμοτικού κανόνες και τους χαμηλούς τόνους. Και τώρα είμαι βεβαία, δεν το γνωρίζω, προσέγγιση, υπόθεση επιχειρώ, και τώρα εκεί που βρίσκονται, τον σέβονται. Γιατί έχει μια ιδιότυπη προσωπικότητα, μια προσωπικότητα ήρεμη, νηφάλια, κατευναστική, ξέρει να τους ελέγχει, έχει άριστες διοικητικές, δυστυχώς εγκληματικές ικανότητες. Αλλά άριστες γι αυτό που επιτελεί. Είναι αυτό που επιδιώκει.
Θα έρθω στον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο κ.κ. Δικασταί. Είναι ο άλλος πρωταγωνιστής της υπόθεσης, που επέλεξε μέσα από τη δειλία να κρύβεται στο σκοτάδι ακόμα και τώρα. Είναι δειλός, είναι ψοφοδεής ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, το λέω με την απαξία της λέξης, γιατί με εντυπωσιάζει τόσο αρνητικά, πόσο εύκολα άδειασε τους συντρόφους τους, «τους άδειασε›, επιτρέψτε μου τον χαρακτηρισμό, έτσι λέγεται στην καθομιλουμένη, τους άφησε εκτεθειμένους. Κι έτσι άρχισαν ο ένας μετά τον άλλον να εξιστορούν, να αφηγούνται, να λένε τί έζησαν, πώς το επεχείρησαν, πώς το έκαναν, γιατί. Απ’ αυτόν ξεκίνησαν όλα. Από μια στείρα ιδεοληψία.
Κανένας απ’ αυτούς δεν πίστεψε ότι θα αλλάξει τον κόσμο. Κανένας. Μπορεί για κάποια στιγμή ο Δημήτρης Κουφοντίνας, αλλά πάντα μέσα στο πλέγμα της ιδιοτέλειάς του μέσα απ’ την Οργάνωση. Όλοι απέκτησαν ρόλο, όλοι έγιναν αρχηγοί, μικροί Θεοί, «σκοτώνουμε και αλλάζουμε τον κόσμο› και να δούμε πώς τον άλλαζαν, ή να δούμε πώς επεχείρησαν.
Στις 8 Μαΐου του 1989 επιλέγεται σαν στόχος ο πρώτος πολιτικός, ο Γιώργος Πέτσος. Μια πράξη ομολογημένα προμελετημένη, στην απαξία της φρικτή, παρακολούθηση πάρα πολύ καιρό του στόχου, γιατί οι άνθρωποι έγιναν στόχοι ευθύς εξαρχής, δεν είχαν ανθρώπινη ιδιότητα ούτε υπόσταση. Παρακολουθείται στενά ο Γιώργος Πέτσος, καθ’ ομολογία του Σάββα Ξηρού επιχειρείται η δολοφονία του, δεν επιτυγχάνεται και επιχειρείται εκείνη την ημέρα ευτυχώς με αποτυχία.
Ο Γιώργος Πέτσος, δεν ενδιαφέρθηκαν αυτοί οι άνθρωποι να μάθουν ποιος είναι, δεν ενδιαφέρθηκαν να δουν μέσα στην προμελέτη και εκεί έγκειται η δολοφονική, η απαξιωτική τους ιδιότητα, τα ταπεινά, τα αχρεία κίνητρα, δεν ενδιαφέρθηκαν να δουν ποιος είναι αυτός που υποδεικνύει ο Λάμπρος και γιατί τον υποδεικνύει. Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, τί παρελθόν έχει, ποια είναι η ιστορική του διαδρομή; Σε τί έφταιξε; Ποιος τον κατηγορεί, ποιος δικαιούται;
Το λέω διότι θα μπορούσα να αναγνωρίσω έναν άρτιο επαγγελματισμό σ’ αυτή την Οργάνωση που δεν τον είχε. Είχε έναν επαγγελματισμό αλλά όχι άρτιο, τουλάχιστον για να μπορεί να δικαιούται ότι ερμηνεύει σωστά αυτά τα προτάγματα τα πολιτικά εν είδει προκηρύξεων που πρότεινε για να δικαιολογήσεις τις πράξεις της, αν μέσα στην προμελέτη, μέσα στην παρακολούθηση, είχαν δει και το προφίλ του υποψήφιου θύματος, είχαν ερευνήσει σε βάθος γιατί αυτός ο άνθρωπος προγράφηκε, γιατί περί προγραφών μιλάμε, γιατί καταγράφηκε σαν ένας επικείμενος στόχος και γιατί έπρεπε να τον σκοτώσουμε.
Ας μάθουν λοιπόν σήμερα, ας μάθει ο κ. Λάμπρος, ο κ. Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, ας μάθει ο Δημήτρης Κουφοντίνας που έχει πολιτικές ευαισθησίες μας λέει, ότι ο Γιώργος Πέτσος στις μετεφηβεία του κιόλας, μένοντας ορφανός από μάνα και πατέρα στα 18 και στα 22, φυλακίζεται για τις ιδέες του τρία χρόνια και δεν δέχεται να υπογράψει δήλωση αποκήρυξης των ιδεωδών του. Ο άνθρωπος αυτός, μένοντας σε μια τραγική ορφανή θέση μεγαλώνει δυο αδέρφια, σπουδάζει, προχωρεί, εκλέγεται, επιβραβεύεται το ήθος και η ποιότητά του σαν πρώτος Βουλευτής Πέλλας τρεις φορές, είναι ο νεότερος Υπουργός, πέντε φορές και είναι ο άνθρωπος που δεν δίστασε ποτέ να παραιτηθεί για λόγους ηθικής τάξεως, όταν το αξίωμα στο οποίο είχε τιμηθεί ήταν πια κενό περιεχομένου.
Αυτόν τον άνθρωπο θέλησαν να σκοτώσουν οι κατηγορούμενοι για να γίνει καλύτερη η Ελλάδα. Γι αυτό, κι επειδή δεν το πέτυχαν, αναφώνησαν, όπως λέει και ο λαός μας «κακό σκυλί ψόφο δεν έχει›. Να τα ευγενή κίνητρα του κ. Κουφοντίνα που αναγνώρισαν οι μάρτυρές του, θα έρθω μετά σ’ αυτό. Και δεν σκέφτηκαν καν, γιατί δεν φρόντισαν να μάθουν, ότι ο Γιώργος Πέτσος, έξω απ’ όλα αυτά, όταν ο Αντρέας Μπάντερ και η Ούλρικε Μάινχοφ αυτοκτόνησαν στις φυλακές, ήταν από εκείνους που διαμαρτυρήθηκε δημόσια και επίσημα και συνελήφθη για τα λευκά κελιά και τις συνθήκες κράτησης αυτών των ανθρώπων.
Δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει ότι στο Κοινοβούλιο που δεν αναγνωρίζει ως θεσμό, υπάρχουν και ενάρετοι, υπάρχουν και καλοί. Γι αυτόν συλλήβδην ήταν όλοι διεφθαρμένοι μαζί με το κράτος και τους θεσμούς και προπάντων τη Δικαιοσύνη από την οποία ζητούν αναγνώριση δικαιωμάτων και ορθώς το ζητούν και ορθώς τη δίνει η Δικαιοσύνη.
Ο Γιώργος Πέτσος χθες εδώ για μια ακόμη φορά έδωσε μαθήματα ήθους. Είπε «τους συγχωρώ›. Αυτοί δεν συγχώρεσαν κανέναν, δε συγχώρεσαν ούτε τον εαυτό τους από αυτά τα αποτρόπαια εγκλήματα που διέπραξαν. Δε συγχώρεσαν ούτε εκείνους που θα μπορούσε σε μια οπτική, σε μια λογική, σε μια εποχιακή αντίληψη να θεωρούν ένοχους. Τον Μπάμπαλη, τον Μάλλιο, σ’ αυτό δεν ευθύνεται ο Κουφοντίνας, ήταν μωρό και ας λέει σήμερα ότι είχε την πολιτική ευθύνη, άκρως υποκριτικά.
Ακόμη και σ’ αυτούς τους ανθρώπους δεν υπάρχουν αισθήματα συμπόνιας. Όλοι οι serial killers είναι συναισθηματικά ψυχροί, το λέει η διεθνής παρατήρηση, το λένε οι μελέτες πάνω σ’ αυτό, το λένε τα δεδομένα. Και βέβαια δεν θεωρώ σειριακό δολοφόνο τον Δημήτρη Κουφοντίνα. Τον θεωρώ άτεγκτο, σκληρό, κατά συνείδηση τρομοκράτη, έτσι όπως ο ίδιος στην ουσία και κατά βάθος θέλει να λέγεται. Σειριακοί δολοφόνοι είναι ο Σάββας Ξηρός, ο Χριστόδουλος και ο Τζωρτζάτος.
Για να επανέλθω, μια και ανέβηκε στην αίθουσα ο Πάτροκλος Τσελέντης, να πω γιατί με στενοχώρησε: Με στενοχώρησε ο Πάτροκλος Τσελέντης γιατί δεν είπε όλη την αλήθεια. Με στενοχώρησε γιατί μπορούσε να φωτίσει περισσότερο αυτή την υπόθεση, γιατί είμαι βέβαιη ότι έχει μετανιώσει, ήταν ειλικρινής όταν το έλεγε, έχει οργανώσει τη φυλάκισή του, έχει οργανώσει τον εγκλεισμό του, τη διαμονή του στη φυλακή και δεν είναι καταδότης όπως βιάστηκαν να τον χαρακτηρίσουν οι Ξηροί. Διότι όταν ο ίδιος μίλησε, είχαν ήδη ειπωθεί όλα.
Με στενοχώρησε διότι κατηγορηματικά βεβαίωσε το Δικαστήριό σας ότι δεν υπήρχε εσωτερική πληροφόρηση. Θέλω να πιστεύω ότι δεν το ήξερε, δε θέλω να πιστεύω ότι το κρύβει. Αλλά είναι ευφυής άνθρωπος και διεκδικούσε και πρωταγωνιστικό ρόλο στο επίπεδο των ιδεών, όχι στις δολοφονίες. Το είπε ο ίδιος, θα μπορούσε να έχει έναν ηγετικό ρόλο, είχε τα προσόντα τα αντικειμενικά, τα έχει ακόμη.
Η εσωτερική πληροφόρηση κ.κ. Δικαστές –και είναι ένα μελανό σημείο της υπόθεσης αυτής, όχι μόνο υπήρξε, αλλά προέκυψε και γνωρίζετε ότι στα πλαίσια των αποδεικτικών μέσων, οι ενδείξεις είναι πολύ σημαντικό αποδεικτικό μέσο στο Δικαστήριό σας. ¶λλωστε, με την αρχή της ηθικής απόδειξης –εσείς θα το εκτιμήσετε και έχει σημασία γιατί είναι ιστορική Δίκη, όχι για να προσδώσει ενοχή ή αθωότητα σε κάποιον, η εσωτερική πληροφόρηση σ’ αυτή την Οργάνωση υπήρχε. Υπάρχουν συνεργάτες απ’ έξω. Δεν τους ξέρουν οι υπόλοιποι, τους ξέρει ο Γιωτόπουλος, τους ξέρει ενδεχομένως, είμαι βέβαιη όχι ο Ξηρός, δεν πρέπει να τον εμπιστεύονταν σ’ αυτό και μπορεί ο Πάτροκλος Τσελέντης.
Η εσωτερική πληροφόρηση προέκυψε στο Δικαστήριο κ.κ. Δικαστές από τις ίδιες τις προκηρύξεις. Όταν αναγράφεται στην προκήρυξη δολοφονίας του Κωστή Περατικού ότι υπήρξε συμφωνία για μείωση του τιμήματος, είναι μια ειδική συμφωνία στην οποία ερωτηθείς ο Μιχάλης Περατικός –και το ερεύνησα και στην εσωτερική διαδικασία συνεννόησης μαζί του- ήταν μια συμφωνία που είχε γίνει ανάμεσα σε παράγοντες του Υπουργείου και του Κωστή Περατικού του αείμνηστου, βρέθηκε στην προκήρυξη γραμμένο.
Μια διαδρομή στην προκήρυξη Ταρασουλέα που αφορούσε πλέον μετά στον ατυχή αείμνηστο Ανδρουλιδάκη, αναφέρει αναλυτικά όλη τη διαδρομή της υπόθεσης ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ, όλη τη διαδρομή των Τσάτσων. Πέντε Εισαγγελείς που αλληλοδιάδοχα πήραν και πρότειναν και έφυγε από τα χέρια τους η δικογραφία και πήγε στον κ. Κονταξή, τον αείμνηστο Ανδρουλιδάκη, τον κ. Ζορμπά, τον κ. Σταμούλη του Αρείου Πάγου και την πρόταση που έκανε ο Πρόεδρος ο κ. Αλεξίου. Όλα γραμμένα αναλυτικά, που δε μπορούσε ποτέ αυτά σύμφωνα με τα λεγόμενα του Πάτροκλου Τσελέντη να έχουν αναγνωσθεί στην εφημερίδα και βεβαίως κατά μείζονα λόγο στις οικονομικές στήλες.
Το είπε δημόσια ο πρώην Διοικητής της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, ο Δημήτρης Γερμίδης: Υπήρχε εσωτερικός πληροφοριοδότης μέσα στην ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ κ.κ. Δικαστές και δυστυχώς, αν διαβάσετε όλα τα κείμενα των προκηρύξεων, υπάρχουν μέσα πληροφορίες που δεν μπορούσε κανείς να τις έχει διαβάσει από κανένα στοιχείο και για να συλλεγούν αυτές οι πληροφορίες έπρεπε να υπάρχει συγκεκριμένη πρόσβαση που δεν την έχει ο οποιοσδήποτε πολίτης και κατά μείζονα λόγο δεν την είχαν οι άνθρωποι αυτοί, κανένας απ’ αυτούς. Κανένας απολύτως.
Με στενοχώρησε ο Πάτροκλος Τσελέντης επίσης γιατί ήταν κατηγορηματικός και με μια απόχρωση χιούμορ που δεν ταίριαζε στη συγκεκριμένη υπόθεση για τη διαχείριση των χρημάτων. Δεν υπήρξε ιδιοτελής σκοπός λέει, ήταν κατηγορηματικός, δεν ήθελε να το ακούσει. «Δεν το πιστεύω›. Θέλω να πιστεύω ότι δεν το πιστεύει, δε θέλω να πιστεύω ότι ξέρει και δεν το είπε. Γιατί είναι ένα σημείο που έχει σημασία για την κρίση σας κ.κ. Δικαστές, δείχνει την ιδιοτέλεια, τη φιλοχρηματία του Γιωτόπουλου, του Κουφοντίνα, των Ξηρών, κάποιων άλλων. Πού πήγαν αυτά τα χρήματα;
Υπάρχουν τετράδια, υπάρχει η λεία των ληστειών. Πού πήγαν τα χρήματα; Τα τετράδια είναι ενδεικτικά. Υπάρχουν κάποια χρήματα κάπου και σε κάτι εξυπηρετούν. Μπορώ να κάνω υποθέσεις, όχι να τερατολογήσω, αλλά μπορώ να υποθέσω ότι και αυτό είναι στην άκρη του μυαλού του Δημήτρη Κουφοντίνα. Για την Οργάνωση απ’ έξω που προσδοκά και που εύχεται, αλλά που μπορούμε να τον διαβεβαιώσουμε ότι δεν πρόκειται να γίνει.
Διότι αξιότιμοι κ.κ. Δικαστές, δεν είναι όλοι αυτοί η 17Ν, δεν το πιστεύει ο λαός. Είναι κρίμα που δεν το πιστεύει, έχει αισθητήριο ο λαός, έχει συγκεκριμένη πληροφόρηση. Δεν είναι όλοι αυτοί. Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι αυτοί είναι το τελευταίο επιχειρησιακό κομμάτι. Αυτοί είναι. Εξαρθρώθηκε η 17Ν, αν θέλουμε να το πούμε, με αυτούς τους ανθρώπους. Ήταν τα γερά πιστόλια, αυτοί που σκόρπισαν τον πόνο, τον θάνατο και τον πανικό. Αλλά οι ιθύνοντες νόες είναι έξω.
Μόνο ο Γιωτόπουλος συνελήφθη σε την πρώτη γραμμή. Υπάρχουν αναπάντητα ερωτήματα δυστυχώς και στο βαθμό που δεν απαντώνται ο καθένας μπορεί να κάνει τις υποθέσεις του, ο καθένας μπορεί να συναγάγει τα συμπεράσματά του. Πόσες και ποιες γυναίκες είχε η Οργάνωση; Αναλύθηκε εδώ και από τον κ. Κατσαντώνη και από άλλους συναδέλφους ότι όλες οι τρομοκρατικές Οργανώσεις που βέβαια είχαν άλλο περιεχόμενο κι άλλο προφίλ, οι Ερυθρές Ταξιαρχίες είχαν στις 10.000 λαό της μαζικής υποστήριξης 30% γυναίκες, η RAF είχε 25% (στα μεγέθη μπορεί να μην είμαι ακριβής) και σε κάθε περίπτωση στις σκληροπυρηνικές τρομοκρατικές Οργανώσεις μετείχαν και στο πολιτικό γραφείο τρία προς ένα, τρία προς δύο. Είχαν επιτελικό ρόλο, λαμβάνονταν υπόψη η γνώμη τους, η αποφασιστικότητα.
Εδώ δεν έχουμε τίποτα και όμως έχουμε ενδείξεις ότι υπήρχαν γυναίκες και δεν εννοώ την κα Σωτηροπούλου. Γυναίκα τηλεφώνησε για την προκήρυξη, γυναίκα συνελήφθη προς στιγμή ανακρίθηκε, αφέθηκε. Δεν υπάρχουν πληροφορίες. Εδώ, δεν είναι ο κώδικας σιωπής, δεν είναι οι συνωμοτικοί κανόνες. Κάτι άλλο είναι. Έχουν μια ιδιότυπη ευγένεια, έναν ιπποτισμό που δεν τον είχαν για τα θύματά τους, που δεν τον είχαν για το σεβασμό μιας χήρας, ενός ορφανού. Τον έχουν για τις γυναίκες που καλύπτουν. Δεν πειράζει.
Αλλά είναι αναπάντητο ερώτημα και μένει στον ελληνικό λαό που θέλει πλήρη πληροφόρηση για τη διαδρομή αυτής της Οργάνωσης. Ο κόσμος αναρωτιέται: πως εκπαιδεύτηκαν αυτοί οι άνθρωποι; Που ταξίδεψαν; Ποια ήταν η διαδρομή της ζωής τους; Έτσι είναι η στρατολόγηση; Όπως το λέει το κατηγορητήριο; Έτσι αυτοί οι άνθρωποι αναπτύχθηκαν μέσα στην Οργάνωση; Σε κάθε περίπτωση είναι δυνατό να πίστευαν ότι εισηγούνται με αυτές τις εγκληματικέ πράξεις μια διαφορετική κοινωνία καλύτερη; Ότι η δημοκρατία είχε τόσα προβλήματα που έπρεπε να σκοτώνουμε αυτούς που μας φταίνε, για να βελτιωθεί;
Τολμούν και συμψηφίζουν τον πόνο εδώ με τα θύματα του Ιράκ; Λες και υπάρχει κανένας Έλληνας σε όποια ιδεολογικό-πολιτική φαρέτρα κι αν ακουμπά, που να πιστεύει ότι ήταν δίκαιη η επέμβαση των Αμερικανών στο Ιράκ; Είπε κανείς κάτι τέτοιο στον κ. Κουφοντίνα και μας αντιτάσσει τα θύματα του Ιράκ;
Αν οι Αμερικανοί ή οι όποιοι άλλοι –λείπει και ο εκπρόσωπος κατά την προσφιλή έκφραση του κ. Κουφοντίνα ο κ. Αναγνωστόπουλος των ΗΠΑ- φταίνε για όλα, τότε τι έφταιγαν αυτοί οι αθώοι άνθρωποι; Με ποιο δικαίωμα σχετικοποίησε την ανθρώπινη ζωή; Με ποιο δικαίωμα έκανε διαβάθμιση; Ποιος είναι αυτός που μπορεί να αμφισβητεί την υπέρτατη αξία της ανθρώπινης ζωής και οποιοσδήποτε άλλος εδώ μέσα; Με ποια υποκρισία ζητούν εμείς οι υπόλοιποι να σεβαστούμε τη δική τους, επειδή γνωρίζουν ότι εμείς είμαστε πραγματικοί δημοκράτες, όλοι οι ελεύθεροι πολίτες είναι δημοκράτες;