Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Και μπαίνοντας στην αίθουσα, μη σας φανεί παράξενο, αντιλήφθηκα για πρώτη φορά τί λείπει. Και λέω, μα είναι δυνατόν ο κ. Πρόεδρος με τη γαλατική αβρότητα που τον διακρίνει, με το πνεύμα του, με τις δυνατότητές του, να μην έχει καταλάβει τη μεγάλη αυτή απόσταση; Πώς είναι δυνατόν; Και, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, εγώ ξέρετε τί πιστεύω; Ότι δεν έγιναν οι συστάσεις που έπρεπε. Δε συστηθήκαμε, δε μάθαμε οι μεν ποιοι είναι οι δε.
Επιμένω ότι εάν δεν μπορέσουμε να γνωριστούμε, δε θα μπορέσετε εσείς να μας δικάσετε κατά τον σχηματισμό της δικανικής πεποίθησης. Κι αν αυτοί δεν μάθουν τον φυσικό τους δικαστή και τί περιμένουν απ’ αυτόν, πάλι οι συστάσεις θα κρατηθούν μακριά και πάλι θα μείνουμε χωρίς ουσία. Γιατί όσοι πιστεύουν ότι τελειώνοντας αυτή η Δίκη τελειώνει αυτό το φαινόμενο που λέγεται αντικρατική πάλι, κομίζουν γλαύκα. Και όσοι επαίρονται ότι έπιασαν τη 17Ν, ότι σταματά η τρομοκρατία, ότι σταματά η αναρχηγία, ότι έβαλαν σε τάξη τους θεσμούς, έχουν πραγματικά –επιτρέψατέ μου την έκφραση- μαύρα μεσάνυχτα και δεν ακουμπά την Έδρα ο χαρακτηρισμός.
Ποιους δικάζετε; Τη 17Ν; Δικάζετε δηλαδή τη σπίθα; Δεν ξέρετε αξιότιμοι κ.κ. Δικαστές ότι κάθε κοινωνικό φαινόμενο μέσα στο οποίο είναι και η αντικρατική πάλη, η αντιεξουσιαστική αν θέλετε ένοπλη πάλη, είναι σαν τον σεισμό; Όταν μπορέσετε και ξεριζώσετε τα φυσικά φαινόμενα, έτσι θα ξεριζώσετε και τα κοινωνικά φαινόμενα τα τόσο επικίνδυνα. ¶ρα η πρότασή μου για κοινωνική σύγκληση ή αν θέλετε απαλές ποινές, αν θέλετε για χαρακτηρισμούς πολιτικών εγκλημάτων, μπορεί να ηχούν παράξενα αλλά τότε θα ακουμπήσετε το πρόβλημα, τότε θα ορθώσετε το παράστημα που ήδη έχετε ορθώσει και τότε θα δώσετε μια λύση στο φαινόμενο τρομοκρατία.
Αν πολλοί πιστεύουν σε αυτή την αίθουσα ότι μοιράζοντας ισόβια 10 ή 15 φορές, αν πολλοί πιστεύουν ότι στέλνοντας μετά τις αποφάσεις σας κάποιους στον θείο Σαμ που καραδοκεί μόλις τελειώσει η απόφαση, τότε λάθος έχουν και η σπίθα γίνεται αν θέλετε φωτιά, καίει, επιτίθεται και κανένα κοινωνικό φαινόμενο ποτέ δεν πατάχθηκε με σκληρές αποφάσεις, με θέματα τα οποία δεν μπορούν να το ακουμπήσουν, αλλά αντίθετα οριοθετούν και πολλοί ανόητοι θα πουν ότι αυτά είναι απειλές.
Δεν είναι, είναι η αλήθεια, είναι η αγωνία ενός που μπορούσε να είναι εξελισσόμενος στόχος ή και παράπλευρο θύμα. Γιατί η έννομη τάξη με την ουσία της δικαιοσύνης δεν είναι αυτή η οποία θα αντιστρατευθεί στην ιδεολογία τους, αλλά θα αρθεί πάνω από τις καταστάσεις αυτές και θα δει ποιο είναι το πραγματικό πρόβλημα. Έτσι σε καμία περίπτωση δεν έχετε γνωριστεί –επιτρέψατέ μου την έκφραση.
Οι κατηγορούμενοι, όσο και αν όρθωσαν τον λόγο τους, δεν μπόρεσαν ίσως με αυτή την αβεβαιότητα και την αμφιβολία που είχαν απέναντι στον δικαστή να δώσουν τις πραγματικές διαστάσεις της ιδεολογίας τους και ο δικαστής μας μέσα από πιέσεις τις οποίες προσπάθησαν να τον ακουμπήσουν κι εγώ πιστεύω πως όχι, κράτησε ένα ρόλο τρίτης εξουσίας χωρίς να μπορεί να υπεισέλθει στο πρόβλημα όπως είδαμε με τις παρεμπίπτουσες αποφάσεις.
Γιατί θα δικάσουμε ανθρώπους τελικά, που ανήκουν σε κάτι άλλο, σε πιο ψηλό, σε μια ιδεολογία που μας φοβίζει, σε μια ιδεολογία η οποία μας θυμίζει τί θέλαμε εμείς κάποτε, όταν νέοι ζητούσαμε τον κόσμο όλο και πώς φροντίσαμε πολλούς απ’ αυτούς, πριν του φτάσουμε ενώπιόν σας, γιατί δεν το λέμε ξεκάθαρα, να τους θάψουμε μέσα μας, σαν κάποιες επικίνδυνες πτυχές του εαυτού μας.
Πόσο ενοχλητικός μου είναι ο κ. Κουφοντίνας! Πόσο ενοχλητικός μου είναι ο Σάββας Ξηρός! Πώς μέσα μου φρόντισα μέσα από το καθώς πρέπει, τον πλουτοκρατισμό, την ευμάρεια, την οικογένεια, το ακριβό αυτοκίνητο, το καλό γραφείο να τον θάψω μέσα μου οριστικά πριν τον φέρω στην αίθουσα αυτή! Και αυτή η πτυχή μου, αυτή η πτυχή πολλών Ελλήνων, που αναδύεται σήμερα βλέποντας αυτούς τους λαϊκούς αγωνιστές να στέκουν απέναντί σας, αποτελεί μια πτυχή που δε μπορείτε να την αγγίξετε.
Που δεν θα την οριοθετήσετε δίνοντας ισόβια, που δε θα την οριοθετήσετε με μια τυχόν έκδοσή τους. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν ξεφύγει από μας, είναι πολύ πιο μακριά και μόνο η αντιμετώπιση του φαινομένου τους, αυτών που άφησαν, της ιστορίας των 25 ετών μπορείτε να έρθετε και εσείς να ψάξετε όσο μπορείτε, όσο αντέχετε, γιατί αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν σε κάποιες άλλες θεότητες επικίνδυνες, που σπεύσαμε όλοι να τις θάψουμε για να γίνουμε αυτό που είμαστε σήμερα.
Και έτσι όπως σας βλέπω ψηλά, στην Έδρα, πραγματικά καμάρι της δημοκρατίας μας, κοινωνική μας κατάκτηση και όχι ένα ξένο σώμα και απλώς τρίτη εξουσία, έτσι όπως σας βλέπω εξοπλισμένους με την ισοβιότητα και το 177, μοιάζετε σαν εκείνο τον αρχαίο θεό μας, τον Δία. Αυτός που είχε όλα τα προνόμια, αυτός που είχε όλες τις δυνατότητες και αυτός που περίεργα κ.κ. Δικαστές, στην ιστορία και στην προϊστορία και στη «Θεογονία› του Ησίοδου, όταν παίρνει τον ανθρώπινο χαρακτήρα του –αυτό είναι το περίεργο- είναι τόσο μεγάλος θεός, πατέρας όλων των θεών, η άτεγκη τάξη, αυτός που εκπροσωπεί τη νομιμότητα, αυτός που εκπροσωπεί το ultimum refugium του καθενός και όμως οι ιστορίες του, αυτές που μας ακουμπάνε, είναι όταν μπαίνει το ανθρώπινο στοιχείο του.
Γιατί και αυτός που είναι πάνω από σας, που γνωρίζει την αλήθεια, σταυρόν γαρ υπομείνας, ο ενανθρωπήσας θεός, τότε είχε τον μαρτυρικό του ρόλο, όταν έπαθε ως άνθρωπος. Στον ρόλο αυτό τον ανθρώπινο του δικαστή, όταν ο Δίας φύγει από το κουκούλι που προσπαθούν να σας βάλουν, φύγετε και ζεστά, ανθρώπινα, ακουμπήσετε αυτές τις ψυχές, αυτούς τους τρομοκράτες, αυτά τα μιάσματα, αυτά τα κοινωνικά απόβλητα, αυτές τις ύαινες, όπως θέλετε χαρακτηρίστε τα....
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)
Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Εδώ έχω την τιμή να υπερασπίζομαι μεγέθη όπως είπα τα οποία έθαψα μέσα μου κάποτε, δεν τόλμησα ποτέ να τα βγάλω, δεν τόλμησα ποτέ να τα ζωντανέψω και τώρα, στα 54 μου, σκέφτομαι τί θα ήμουν αν είχα πάρει έναν άλλο δρόμο. Θες η μάνα μου η συχωρεμένη, θες ο πατέρας μου που φώναζε να γίνω καλό παιδί, θες ο κοινωνικός περίγυρος που απαιτούσε να βγάλω γρήγορα τη Νομική, διάλεξα μια ήσυχη ζωή, πολύ ήσυχη, δεν εγκατέλειψα τίποτα. Έζησα τη ζεστασιά μιας πλούσιας αστικής κοινωνίας και έναν τοίχο που όρθωσα εγώ. Γι αυτό σήμερα μιλώ έτσι.
Γιατί είναι φθηνό πολύ, όταν υπερασπιζόμαστε τέτοια μεγέθη και τέτοιες αξίες κοινωνικής δράσης να λέμε τους άλλους συνοδοιπόρους. Όχι, δε μπορούσα ποτέ να είμαι συνοδοιπόρος τους, δεν τόλμησα ίσως. Αλλά αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Αυτό δεν ενδιαφέρει το Δικαστήριό σας. Εάν λοιπόν εσείς εκπροσωπείτε σήμερα την άτεγκτη τάξη, εάν εκπροσωπείτε ό,τι ανώτερο υπάρχει, εάν εκπροσωπείτε το μεγαλείο της δημοκρατίας μας, μην πάρετε τον Δία, γνωρίστε και το μέγεθος που έχετε απέναντί σας.
Είναι παλιός ο μύθος, παμπάλαιος. Αν αγωνίζονται λάθος, είναι ένα άλλο θέμα. Δε θέλουμε να τους συγχωρήσετε, δε ζήτησαν συγχώρεση, αλλά πιστεύουν –και αυτό είναι το περίεργο- ότι είναι μια επανάσταση αέναη. Λες να πιστεύουν ότι είναι ο Προμηθέας; Λες να πιστεύουν ότι αγωνίζονται χωρίς καμία ποτέ δυνατότητα να φθάσουν στο τέρμα; Λες να αγωνίζονται χωρίς να πιστεύουν ότι ποτέ δε θα πάρουν την εξουσία στα χέρια τους; Λέτε να πιστεύουν ότι αυτός ο αγώνας ο απελπισμένος, είναι ο αυτοσκοπός και ποτέ δε θα τολμήσουν, θα πιστέψουν ότι προδίδουν και τις ίδιες τους ιδέες εάν θελήσουν ποτέ να πάρουν ένα κομμάτι εξουσίας.
Πόσο αστεία ηχούσαν αξίοτιμοι κ.κ. Δικαστές οι μεγάλες αυτές λεξιμαγείες ορισμένων συναδέλφων της Πολιτικής Αγωγής: «Μα τί θέλει να κάνει, να φέρει τον αυτοδιαχειριζόμενο σοσιαλισμό; Θέλει να πάρει την εξουσία; Ήθελε κι αυτός να φτάσει και να κυβερνά;› Μα τους γνωρίσατε και τα λέτε αυτά; Γιατί υπήρξαν και κάποιες ερωτήσεις από την Έδρα: «Μα πώς θα γίνουν αυτά; Πότε θα γίνουν;›
Ξέρετε κάτι; Ο ιστορικός ποτέ δεν είχε μία αγάπη προς αυτό που θεωρούσε αποτυχία. Ποτέ και σε καμία περίπτωση δεν ήρθε να στέρξει με κάποια ιστορική ανάλυση όλων αυτών των Κινημάτων που θεωρούσε αποτυχημένα. Ακόμα και κάτω από μια μαρξιστική προέλευση, όλοι έβλεπαν έναν απελπισμένο αγώνα σαν μία αποτυχία που δεν έπρεπε ποτέ μα ποτέ να στέρξουν και να την αναλύσουν. Μια επανάσταση που πετύχαινε είχε όλα τα καλά με μία σειρά αναλύσεων στις οποίες πάντοτε δίναμε δίκαιο και πόσο καλά έκαναν αυτά που έκαναν.
Ποια όμως ήταν η θέση των ανθρώπων αυτών μετά από όσα ακούστηκαν, μετά από όσα πραγματώθηκαν, μετά από όσα πέρασαν; Είπα στην αρχή της αγόρευσης: Εάν αυτοί οι άνθρωποι σαν 17Ν, όποιοι και αν ήταν, άλλοι δέχονται άλλοι δεν δέχονται, αν έριξαν κάποιες ρουκέτες, αυτές οι πνευματικές, οι άυλες, που επιτέθηκαν απέναντι σε έναν ολόκληρο ελληνικό λαό λέγοντας όλες αυτές τις ανοησίες που ελέχθησαν, δεν είναι κάτι πιο επικίνδυνο; Γιατί δεν ακούστηκε;
Είναι λέει Σταλινικοί, είναι η πρωτοκαθεδρία της Αριστεράς, είναι αν θέλετε η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και είναι και χίλια δυο πράγματα. ¶λλοι πάλι έλεγαν ότι η ίδια η Αριστερά τους αποκηρύσσει. ¶λλοι έλεγαν είναι τόσο επικίνδυνοι.... Αυτοί, είπε ο κ. Εισαγγελέας, δεν είναι ούτε κακοποιοί, ούτε οργανωμένο έγκλημα. Αυτοί είναι πολύ πιο επικίνδυνοι.
Μέσα απ’ όλα αυτά, γεννάται ένα ερώτημα: Αυτά που πιστεύουν, αυτά τα οποία υπέβαλλαν, αυτά τα οποία έθιξαν μέσα από τις προκηρύξεις τους, σαν θέμα τους, σαν αγωνία τους, σαν επιδίωξή τους, μπορεί να μην έγιναν κατανοητά; Μιλήσαμε για σφετερισμό εξουσίας λες και ο κ. Ξηρός ήθελε ποτέ να καταλάβει την εξουσία. Μιλήσαμε ότι εάν καταλάβουμε την εξουσία, κατ’ αυτόν τον τρόπο θα έχουμε μία επαναστατική δράση που δεν μπορεί να ακουμπήσει παρά μόνο το παράλογο. Πώς θα γίνουν αυτά τα πράγματα;
Είπαν ποτέ ότι θέλουν την εξουσία; Είπαν ποτέ ότι αντέχουν σε έναν σφετερισμό της εξουσίας; Έχουν κάποια σχέση με τους Παπαδόπουλους; Ζήτησαν ποτέ μέσα από τέτοιες καταστάσεις να φτάσουν σε κατάλυση της δημοκρατίας; Καταλάβαμε κατά την έννοια του άρθρου 79 τί ήταν, τί πρέσβευαν, τί αξίωναν; Εγώ πιστεύω με βάση αυτά τα οποία άκουσα τον λίγο καιρό πως όχι, είναι επαναστάτες, είναι δολοφόνοι, είναι ατομική τρομοκρατία, είναι επαναστατική Αριστερά, είναι εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, είναι επιτιθέμενη Αριστερά, μπορεί να μην είναι και επιτιθέμενη, μπορεί να θέλουν εκείνο, μπορεί να θέλουν το άλλο.
Είπε και κάτι πάρα πολύ ωραίο ο κ. Εισαγγελέας: Είναι λέει ιδεοληπτικά φαινόμενα, άκρατος αν θέλετε φανατισμός ένας τέτοιος ο οποίος εύκολα κολλά η ιδεολογία με την ιδεοληψία, εύκολα κολλάνε οι θέσεις αυτές μέσα μας και αμέσως έχουμε «τους τρελούς του χωριού› που ξεσηκώνουν να σκοτώνουν τον κοσμάκη για ποιο λόγο; Έτσι, γιατί τους αρέσει. Η serial killers που ήθελαν τί; Αυτοδιαχεριζόμενο σοσιαλισμό. Που ήθελαν δημοκρατία, πρόοδο, ισότητα.
Και να δείτε πόσο τρελοί είναι. Όχι μόνο τα ήθελαν, ήθελαν να τα εφαρμόσουν κιόλας. Πίστευαν δηλαδή ότι αυτά μπορούν να εφαρμοστούν. ¶λλο μέγα σφάλμα. Γι αυτό λέω ότι μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα που έπεσε, που πραγματικά αναδείχθηκε, που πραγματικά έφτασε σε ένα σημείο να χτυπάει βάναυσα οποιαδήποτε αισθητική είτε νομική είτε κοινωνική, πρέπει να δούμε τελικά τί ήταν και τί πρέσβευαν.
Θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ σε ένα τμήμα της 4ης προκήρυξής τους που αναφέρονται στα Κομμουνιστικά κόμματα, στο Εσωτερικού και στην πρωτοπορία του Σταλινισμού. Λέει: «Η θέση που πήραν τα δύο Κομμουνιστικά Κόμματα, ‘η 17Ν δεν υπάρχει αλλά είναι προβοκατόρικη, φασιστική που εξυπηρετεί τους σκοτεινούς κύκλους της ανωμαλίας’, δείχνει και κάτι άλλο: Ότι και τα δύο χρησιμοποιούν σταλινικές μεθόδους. Γιατί η αντιμετώπιση μιας στάσης μέσα στο λαϊκό Κίνημα, όχι με πολιτικό διάλογο και κριτική αλλά με ψέματα, διαστρέβλωση, λάσπη και κατασυκοφάντηση, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Σταλινισμού›.
Και παρακάτω λέει: «Μέχρι τώρα πάσχιζαν να μας πείσουν ότι είναι υπέρ της επίλυσης των διαφορών μέσα στο Κίνημα με δημοκρατικό διάλογο, με συζήτηση, με πολιτική κριτική. Και τί βλέπουμε; Ότι όλα αυτά είναι παχιές κουβέντες κοροϊδίας και ότι παραμένουν ακόμα πιο Σταλινικοί από τους άλλους. Λάσπη, κατασυκοφάντηση, αυτή είναι η πολιτική αντιμετώπιση που μας κάνει το ΚΚΕ και ιδίως του Εσωτερικού. Αλλά αυτό έχει κι άλλη συνέπεια: Αφού η 17Ν δεν είναι λαϊκή Οργάνωση, δεν είναι Οργάνωση της επαναστατικής Αριστεράς αλλά προβοκατόρικη, φασιστική και πρέπει να ψάξουμε να βρούμε
Πάρα πολύ ωραία. Βλέπετε μέσα στην θέση την οποία διατυπώνουν να έχουν καμία σχέση με αυτό το οποίο αυτόκλητοι διδάκτορες πρακτορολόγοι, δοσίλογοι των υπερατλαντικών συμμάχων έφτασαν πριν από την Δίκη να γράφουν βιβλία και να τους αναλύουν και να λένε ότι αυτοί παρέμειναν σκληροί σταλινικοί και αυτοί έκαναν κλπ; Εδώ αυτό ακριβώς καταδικάζουμε, την σταλινική νοοτροπία που ανέπτυξε το συγκεκριμένο Κομμουνιστικό Κόμμα Εσωτερικού μέσα από μία εφημερίδα που περνούσε αυτά τα πράγματα.
Ποια είναι η αδιαλλαξία της σταλινικής τοποθέτησής τους έτσι ώστε να προέρχονται πάντα μέσα από αυτό το καθεστώς και να παλεύουν μέσα από αυτή την ιδεολογία; Ποτέ δεν κατάλαβα τι σημαίνει εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Είναι αυτή που δεν θέλει ποτέ να μπει στο Κοινοβούλιο ή είναι αυτή που όταν μπαίνει απεγδύεται τον μανδύα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και γίνεται κοινοβουλευτική Αριστερά. Αυτό δεν το κατάλαβα. Μπορεί να είναι η άγονη γραμμή, δηλαδή υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν θέλουν να μπούνε στο Κοινοβούλιο ή αυτή την στιγμή κάνουν σαφείς επιλογές να μην θέλουν να μπουν το Κοινοβούλιο γιατί πιστεύουν ότι εκεί μέσα υπάρχει κάτι το οποίο δεν τους εκπροσωπεί ή δεν μπορούν.
Να τι γράφει όμως η 17Ν για την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά που πολλοί έσπευσαν να πουν ότι εδώ είναι η business class της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ή γενικώς της Αριστεράς. Η ενέργεια όμως δεν ξεσκέπασε μόνο τα Κόμματα της Αριστεράς αλλά και τις περισσότερες από τις Οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που εκτός από μερικές έτρεξαν να την καταδικάσουν.
Η δραστηριότητά μας βάζει συγκεκριμένα το ζήτημα της οργάνωσης της λαϊκής ένοπλης βίας, ζήτημα που διάφοροι «επαναστάτες› μας κατόρθωσαν να θάψουν μέχρι τώρα με διάφορα προσχήματα. Γι’ αυτό πρέπει μόνο να μας καταδικάσουν αλλά και όχι μόνο να μας καταδικάσουν αλλά και με τέτοιο τρόπο που να κλείνει τέτοια προβληματική και συζήτηση.
Έτσι δεν έγινε κριτική στα κείμενά μας ούτε στην δράση σαν ενέργειες σε αντάρτικο αλλά χρησιμοποιήθηκε η παλιά γνωστή συνταγή του δογματισμού η διαστρέβλωση των απόψεών μας, οι ταμπέλες περί ατομικής τρομοκρατίας και αναρχικών, τα άσχετα τσιτάτα εκτός χρόνου ανάμεικτα με μερικά ψευτοεπιχειρήματα. Επειδή όλες οι παραπάνω αντιρρήσεις δεν είναι πειστικές οι διάφοροι επαναστάτες βρήκαν έναν άλλο τρόπο πολύ πιο εύκολο για αυτούς να μας χτυπήσουν για επαναστάτες, Αριστερά και εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Μας κόλλησαν την ταμπέλα της «ατομικής τρομοκρατίας›. Ξέθαψαν την θεωρία της τρομοκρατίας του 19ου αιώνα και την κόλλησαν στην 17Ν. αντέγραψαν τα επιχειρήματα του Λένιν ενάντια στην τρομοκρατία χωρίς να κουράζονται, χωρίς να χρειάζεται να σκεφθούν οι ίδιοι και έτσι ξεμπέρδεψαν.
Το πιο ωραίο είναι ότι μερικοί το παρουσίασαν σαν κριτική από την πιο δύσκολη θέση. Επιπλέον αυτό είχε το μεγάλο πλεονέκτημα ότι θα έκλεινε κάθε συζήτηση για ένοπλη δράση. Δηλαδή εάν αφήσουμε αυτές τις χαριτωμένες και μακριά από κάθε πραγματικότητα φράσεις περί ιδεοληπτικών φαινομένων διατυπώνουν μια συγκεκριμένη ιδεολογία, μια ιδεολογία η οποία αποτυπώνεται στην υπ’ αριθμ. 4 προκήρυξή τους.
Ποιοι θα τους ερμηνεύσουν; Οι πράκτορες της CIA; Αυτοί που έσπευσαν δίκην δουλοπαροίκων να γράψουν κάποια βιβλία πριν από την Δίκη για να περάσουν σαν πραγματικά περιστατικά αυτά τα οποία θα έπρεπε να δουν αν ο Δικαστής διαπιστώσει ή όχι αντικειμενική ανυπαρξία; Ή όσοι προσπαθούν να τους ερμηνεύσουν κλείνοντας ερμητικά τα μάτια, κλείνοντας ερμητικά την σκέψη σε αυτά τα οποία γράφουν και αυτά που υποστηρίζουν;
Ναι, αν θέλουμε να τους περάσουμε σαν κάτι άλλο στην κοινωνία μας φυσικά θα τους διαστρεβλώσουμε, φυσικά θα τους βάλουμε κάτω από παραμορφωτικούς φακούς και θα τους παρουσιάσουμε σαν κάτι άλλο. Αλλά θέλουμε να δούμε με την έννοια της κοινωνικής σύγκλισης και της προστασίας της έννομης κοινωνικής ειρήνης τι δικάζουμε και πού θα απονείμουμε τη δικαιοσύνη μας τότε θα δούμε τους ίδιους πώς αποτύπωσαν την δράση τους σαν τουλάχιστον αυθεντικούς ερμηνευτές των ισχυρισμών τους και αυτό που πιστεύουν.
Μία άλλη επίθεση, ένα ύπουλο χτύπημα που δέχθηκε η Οργάνωση της 17Ν και προτού καν περάσει από την ανωνυμία στην επωνυμία ήταν ο προσδιορισμός της, η στρατηγική της, η ιδεολογία της, τα (ιδεώδη) – γιατί όπου ακούτε (ιδεώδη) πρέπει να είσαστε πάρα πολύ προσεκτικοί – ιδεώδη έχουν μόνο τα δικτατορικά καθεστώτα, όλοι οι άλλοι δεν έχουν ιδεώδη. Τα νοιώθουν μέσα τους, που βιώνουν μέσα τους, θεωρούν ότι καν δεν πρέπει να τα γράψουν σε ταμπέλες, δεν χρειάζεται να τα πουν σε εθνικές επετείους. Τα βιώνουμε. Όπως εμείς οι Έλληνες δεν είχαμε το δίκαιο το γραπτό έτσι αυτά είναι νόμος μέσα μας, ένας κοινωνικός νόμος, μία βιω-θεωρία η οποία δεν μπορεί κανείς να μας την βγάλει και δεν μπορεί να λέει πράγματα τα οποία είναι ξένα προς εμάς.
¶ρα να φτάσουμε ότι εάν ξεχωρίσουμε τα ιδεοληπτικά φαινόμενα δηλαδή τους φανατισμούς οι οποίοι υπήρξαν κατά καιρούς, θα φτάσουμε σε μία ιδεολογία η οποία δεν είναι τίποτε άλλο από τη συγκεκριμένη σχέση με την πραγματικότητα. Ιδεολόγος, ουμανιστής, σοσιαλιστής, ότι θέλετε πείτε τον, δεν είναι αυτός ο οποίος παίρνει μια ρετσέτα ή μία κομματική ταυτότητα. Είναι αυτός που πιστεύει βγαίνοντας από δω ή ανεβαίνοντας πάνω στην Έδρα ή κατεβαίνοντας κάτω από αυτήν πώς θα μιλήσει στον συνάνθρωπό του, πώς θα αντιμετωπίζει τον χειμαζόμενο, πώς θα νιώσει απέναντι στον πάσχοντα. Αυτή είναι ιδεολογία, είναι στάση ζωής και σχέση με την πραγματικότητα. Τίποτε άλλο δεν μπορεί να αποτελεί ιδεολογία και ότι άλλο είναι φτιαχτό, επίπλαστο και ξένο προς τους προγόνους που έλεγαν «παν μέτρον άριστο›.
Έτσι λοιπόν η 17Ν σαν επαναστατική Οργάνωση οριοθετεί την θέση της, τη στρατηγική της, αν θέλετε τις δυνατότητές της ξέχωρα από αυτό που λέγεται τρομοκρατία. Αλλά ας δούμε αν οι θέσεις μας είναι τρομοκρατία. Τρομοκρατία δεν είναι οποιαδήποτε χρησιμοποίηση βίας. Τρομοκρατία είναι η χρησιμοποίηση βίας με τέτοιο τρόπο που έχει για κύριο στόχο γενικότερα για πλατύτερα στρώματα εκφοβιστικό χαρακτήρα.
Λέει τίποτα που είναι ξένο προς την πραγματικότητα; Ένα δελτίο ειδήσεων να δείτε το ξύλο που πέφτει, εκεί που πέφτει, ακόμα και σε κείνους τους φουκαράδες που κατάλαβαν ότι άλλο να χτυπάς και άλλο να σε χτυπάνε, τους αστυνομικούς λέω, αυτά τα γενναία τέκνα μας τα οποία πρώτη φορά ένιωσαν το ρόπαλο στην πλάτη τους, ένιωσαν τα χημικά στα μάτια τους και πολλοί από αυτούς είπαν «τώρα κατάλαβα τους διαδηλωτές, στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα, έτσι πονάει αυτό το πράγμα›. Αντίθετα φαινόμενα της εκμεταλλεύσεως που αναβλύζουν δίπλα μας, ερχόμαστε σε αυτό το οποίο κάποτε είπε και ο κ. Πρόεδρος: «μερικά από αυτά με βρίσκουν σύμφωνο›.
Πράγματι ήταν τέτοιες οι κοινωνικές αντιξοότητες. Μια φορά το είπα, δεν το ξαναλέω. Αυτά τα οποία έλεγαν δεν ήταν ξένα προς την πραγματικότητα. Δεν τινάξανε ποτέ κανένα πολυκατάστημα, δεν χτύπησαν αθώα θύματα, δεν βάρεσαν ένα τυφλό χτύπημα που να δούμε ποταμούς αθώων, δεν χτύπησαν κάποιον με τον οποίο είχαν προσωπική αντιδικία υπό την έννοια της αντεκδίκησης και της αντιπαλότητας.
Έτσι τρομοκρατία είναι όταν χρησιμοποιούνται τανκ και αύρες ενάντια στον λαό. Τα είδαμε, τα ζήσαμε, τα ξαναείδαμε. Πολλές φορές τρέχαμε κι εμείς που δεν μετείχαμε να γλιτώσουμε. Τρομοκρατία είναι όταν πέφτουν χιλιάδες δακρυγόνα από τις αύρες και τους ροπαλοφόρους ενάντια τόσο σε διαδηλωτές και περαστικούς ή απεργούς στα εργοστάσια ή αγρότες στις πορείες με γενικότερο σκοπό την τρομοκράτηση ολοκλήρου του λαού. Μάλιστα φτάσαμε και σε εθνικές επετείους να παρελαύνουν οι αύρες, να παρελαύνουν τα νέα συστήματα καταστολής του λαού που τι κάνει; Ζητάει λίγη σύνταξη παραπάνω, λίγες ημέρες εργασίας να του δίνονται περισσότερες στην άδεια, κάποια ψιλά κοινωνικά δικαιώματα. Όταν βλέπουμε την παροχολογία να φτάνει σε κάποια επίπεδα, να φτάνει στην έννοια του ζητιάνου και από την άλλη να ρέει ένα χρήμα το οποίο κανείς δεν ξέρει από πού προέρχεται και φυσικά είναι δικό μας.
Τρομοκρατία είναι όταν οι Ιταλοί φασίστες βάζουν βόμβα στα τρένα ή σε πλατείες. Γιατί δηλαδή τρομοκρατία δεν είναι όταν κάποιοι στην Εισαγγελία Αθηνών τότε που ο κ. Γεράκης εξέταζε κάποια θέματα ελληνοποιήσεων και έφτασε μέχρι το γραφείο τότε του κ. Υπουργού, πότε; Εδώ είναι το περίεργο, το συγκλονιστικό. Βρήκε να πάει ο Εισαγγελέας – τόσο πολύ εμπιστοσύνη του είχε – όταν έλειπε ο Υπουργός, ήταν σε ταξίδι στο εξωτερικό.
Μετά από δυο μέρες πέφτουν δύο βόμβες στην Εισαγγελία και βγαίνει τότε η Ένωση Εισαγγελέων και Δικαστών γιατί ανέλαβαν και κάποιες Οργανώσεις την επαναστατική αυτή δράση κατά του διακεκριμένου Εισαγγελέως ο οποίος επανειλημμένα έχει δώσει κάποιες μάχες απέναντι στα διαπλεκόμενα όπως και όλοι οι Εισαγγελείς και αυτού που κοσμούν την Έδρα και άλλοι που θα έρθουν αργότερα, δεν μπορούμε να βλέπουμε αν δεν δικαιολογούμε μια κάποια πρότασή μας ότι δεν έχουν τις ευαισθησίες που πρέπει να έχουν και τους λέει ότι «αυτά που λέτε είναι παραμύθια. Ξέρουμε ποιοι έβαλαν τις βόμβες και εμείς θα προχωρήσουμε›. Δεν τις έβαλε η 17Ν, δεν τις έβαλε ο ΕΛΑ, δεν τις έβαλαν οι Επαναστατικοί Αγώνες. Τους έβαλε το παρακράτος, τους έβαλε το οργανωμένο έγκλημα, τους έβαλε η εξουσία που χρειάζεται πολλές φορές την έκφρασή της. Τα έγραψαν και οι Πανεπιστημιακοί, να χρησιμοποιεί το οργανωμένο έγκλημα στους άνομους και ανοίκειους σκοπούς. Γι αυτό σας θέλουμε πάνω από αυτούς και όχι απλά σαν τρίτη εξουσία.
Τρομοκρατία είναι όταν ξυλοκοπούνται δημοσιογράφοι για να τους εκφοβίσουν και να μην ξαναγράψουν εναντίον τους. Τρομοκρατία είναι και τα βασανιστήρια και όχι απλώς σωματικές βλάβες. Όπως λένε – εδώ πιάνει κι εσάς – τα Δικαστήρια γιατί εκτός από το συγκεκριμένο αγωνιστή έχουν για στόχο την γενικότερη τρομοκράτηση και είναι μια από της βασικές μέθοδες εκφοβισμού του λαού που μαθαίνει ότι γίνονται μεσαιωνικά βασανιστήρια. Ότι γίνονται, γίνονται και κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει γιατί έχει καταδικαστεί και η Ελλάδα μας και πληρώνει για βασανισμούς.
Η θέση η οποία διατυπώνεται πάνω στις βλέψεις και τη στρατηγική γιατί εξήγησα ότι κακώς ψάχνουμε να βάλουμε ρετσέτες και ετικέτες σε μία επαναστατική δράση. Δεν πρέπει, αλλοιώνουμε τον χαρακτήρα. Είναι ένα φαινόμενο το οποίο πηγάζει από την έναντι τη βία την κρατική, την έναντι της βίας αυτής αμυντική προσπάθεια κάποιων κοινωνών που δρουν περιστασιακά κάτω από το καθεστώς αυτό της κοινωνικής ευαισθησίας η οποία τους διακρίνει.
Εκείνο το οποίο πετυχαίνει πάντοτε σαν αρχή είναι τι απόηχο έχουν. Αυτή είναι η μεγάλη αγωνία κάθε κοινωνικού αγωνιστή, κάθε ανθρώπου ο οποίος ξεπερνάει τα όριά του, σπάει το κέλυψος του κομφορμισμού και πιστεύει ότι μέσα από την δράση του αυτή θα μπορέσει να καταδείξει και να αφυπνίσει, όχι να καταλάβει την εξουσία του επαναλαμβάνω, αλλά να κάνει την εξουσία προσεκτικότερη στην άσκησή της.
¶κουσα με μεγάλη προσοχή αυτά τα οποία και η Έδρα απηύθυνε σαν ερωτήσεις. Τι θέλατε να κάνετε; Τι θέλαμε; Το λένε και αυτό. Τι σημαίνει λαϊκή επιδοκιμασία των ενεργειών μας και γιατί διαλέξαμε και τις ένοπλες μορφές δράσης; Η συντριπτική πλειοψηφία του λαού επιδοκίμασε με ενθουσιασμό την εκτέλεση του βασανιστή. Αυτή η διαπίστωση την έκαναν και μερικές Οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς. Εδώ είναι όλη η ουσία, εδώ είναι όλο το πνεύμα τους, εδώ είναι η προσπάθειά τους.
Τοποθέτησαν όμως το ζήτημα σε τελείως συναισθηματική βάση και δεν προσπάθησαν να πάνε λίγο πιο πέρα από αυτήν την διαπίστωση και να την εξηγήσουν. Δεν θα μπορούν αν αυτοί οι άνθρωποι καπηλευόντουσαν κάτι να πουν πάνω, πολύ κοντά τότε με κάποια γεγονότα που τυράννησαν την χώρα, φοιτήτριες που βιάστηκαν, φοιτητές που ξυλοκοπήθηκαν, άνθρωποι αγωνιστές οι οποίοι σύρθηκαν στις εξορίες και τα μακρονήσια, δεν θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν αυτή την λαϊκή βάση, αυτό το μένος μιας μερίδας που ζήταγε να πάρει στα χέρια του το νόμο και να πούμε «σκοτώσαμε αυτόν γι αυτόν τον λόγο›.
Ιδού όμως η αλήθεια. Γιατί θα κατέληγαν λέει σε συμπεράσματα τελείως διαφορετικά σε σχέση με τα μέσα και τις μορφές αγώνα που έχουν διαλέξει. Όχι, δεν σκοτώσαμε κανέναν επειδή τον μισούσαμε ή επειδή τους μισούσε μερίδα του ελληνικού λαού. Όχι επειδή βασάνισε, όχι μόνο γιατί ήταν εκπρόσωπος μιας άρχουσας τάξης που στέλνει σήμερα τα μηνύματά τους στους ντόπιους συντρόφους. Ποιους; Αυτούς που παριστάνουν τους δημοκράτες κατ’ επίφαση.
Οι Οργανώσεις αυτές είπαν «ο λαός επιδοκίμασε την εκτέλεση›. Είπε «καλά του έκαναν και ένα κάθαρμα που πλήρωσε›. Έτσι η συνειδητοποίηση του αντιφασιστικού και αντιμπεριαλιστικού χαρακτήρα του αγώνα συνοδεύεται παράλληλα με την συνειδητοποίηση της συγκεκριμένης αντιλαϊκής βίας που ασκήθηκε και που είναι απαραίτητη στο σύστημα και άρα με την καταδίκη και την υποστήριξη του δικαίου χαρακτήρα της λαϊκής βίας. Πουθενά δεν είπαν ότι «σκοτώνουμε επειδή μισούμε›. Πουθενά δεν είπαν ότι «αυτός επειδή έκανε μόνον αυτά και αυτά αποτελεί στόχο μας›. Ο στόχος ήταν επιλογή πολιτική για να καταδείξει με την αφύπνιση μιας μερίδας του ελληνικού λαού ότι κάτι υπάρχει πίσω που αντιδρά και παράλληλα στην άσκηση της εξουσίας ένα μήνυμα ότι υπάρχει ο αντιλαϊκός αυτός αγώνας.
Έτσι οι σημερινές ένοπλες ενέργειες δεν γίνονται μόνο για τον ειδικό λόγο που γίνεται η κάθε μία. Έχουν και γενικότερους στρατηγικούς στόχους και με έννοια στρατηγικού στόχου θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι προβάλλεται σαν ισχυρισμός μόνο και μόνο της εννοίας ότι στρατηγικός στόχος σημαίνει η ιδεολογία τους και η στρατηγική τους, η σχέση τους με την ελληνική πραγματικότητα, τίποτε άλλο. Βάζουν συγκεκριμένο ζήτημα της ένοπλης λαϊκής πάλης, λένε ότι η πολιτική οργανωτική και υλική προετοιμασία και η εξάσκησή της είναι καθήκον κάθε αγωνιστή και κάθε επαναστατικής Οργάνωσης.
Δεν ακουμπάνε, δεν θέλουν την εξουσία, δεν σφετερίζονται την εξουσία, δεν επιθυμούν ποτέ να καταλάβουν την εξουσία, δεν σημαίνει ότι ετοιμάζουν έναν πλατύ λαϊκό αγώνα ένοπλο που θα κατεβούν κάτω όλοι με τα όπλα στα χέρια για να καταλάβουν την εξουσία. Ποτέ δεν είπαν τέτοιες ανοησίες. Ανοησίες έλεγαν αυτοί που προσπάθησαν να τους ερμηνεύσουν. Εάν θέλει να επέμβει ο κ. Κουφοντίνας για κάτι δεν έχω εγώ κανέναν λόγο?. Εγώ διαβάζω την υπ’ αριθμό 4 προκήρυξη. Εάν ο κ. Κουφοντίνας θέλει να με διορθώσει σε κάτι, έχει κάποιον αντίλογο ευχαρίστως.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σε αυτό το σημείο να διακόψουμε για 5 λεπτά.
ΔΙΑΚΟΠΗ