Ρωτά ο Πρόεδρος: «Στην κατάθεσή σας αναφέρετε λεπτομέρειες› Κατηγορουμένη: «Δε θα γινόταν πιστευτή αν δεν είχε λεπτομέρειες›. Εδώ έχουμε κάποιες λεπτομέρειες αστείες, ένα σκυλί που γάβγιζε, κάποια καλαμπουράκια τα οποία ούτε αποδείχθηκαν, ένα κουτί που φέρεται ότι είχε ο Χριστόδουλος στην δολοφονία του Αγγελόπουλου στο Κολωνάκι στο οποίο είχε βάλει μέσα το πιστόλι και εγώ αναρωτιέμαι γιατί να έχει κουτί; Να ήταν το G-3 που είναι και μεγάλο, να πω ότι κάπως θέλει να το καλύψει, ένα πιστόλι των 9 mm ήταν....
Υπάρχουν όμως, συνεχίζοντας η Δολιανίτου, διαφορές σε λεπτομέρειες μεταξύ των καταθέσεών της και των καταθέσεων του συζύγου της. Πώς το εξηγεί αυτό; Η εξήγηση που έδωσε η Δολιανίτου, ήταν πολύ απλή: έγινε κι αυτό επίτηδες για να είναι οι καταθέσεις αληθοφανείς. Αν ήταν πανομοιότυπες, κανείς δε θα τις πίστευε. ¶λλος ένας παραλληλισμός. Ετέθη το ερώτημα από εσάς: «Μα εσείς τί λέτε; Αν ήταν να ήταν όλα στημένα, τότε η Ασφάλεια δεν έχει κανένα λόγο, θα είχε μια συνέπεια, θα τα έγραφε όλα με μια λογική αυστηρότητα›. Αν ήταν απόλυτα συνεπής η μια κατάθεση με την άλλη δε θα μπορούσε να σταθεί σε ένα Δικαστήριο το οποίο θα είχε κάθε καλό λόγο να αρχίσει να υποψιάζεται μήπως εδώ πέρα έχει υποβοηθηθεί και λίγο η μνήμη που λέτε κι εσείς κ. Πρόεδρε.
Ο Πρόεδρος διαβάζει όλες τις ομολογίες και τις ομολογίες του συζύγου της και της υποδεικνύει τις διαφορές. Παίρνει την απάντηση: «Ίσως η αστυνομία πρόβλεψε ότι θα συνερχόμεθα κάποτε και τα έφτιαξε έτσι ώστε να μην πέσουν οι καταθέσεις›. Ο Πρόεδρος επιμένει στις διαφορές. Απάντηση: «Είναι ζήτημα της αστυνομίας, δεν το ξέρω εγώ›.
Νομίζω ότι οι παραλληλισμοί είναι εμφανέστατοι και βεβαίως ούτε κατά διάνοια δεν υποθέτω ότι μπορεί ο κ. Χριστόδουλος Ξηρός ή άλλοι από τους κατηγορουμένους να είχαν πρώτα ξεσκονίσει αυτό το βιβλίο, να το είχαν αποστηθίσει και να ήταν έτοιμοι να δώσουν απαντήσεις. Νομίζω ότι αυθορμήτως και αυτοί ενώπιόν σας, και αυτό μπορείτε να το κρίνετε κι εσείς, δήλωσαν «τί να σας πούμε εμείς, ρωτήστε αυτούς που τα έγραψαν. Γιατί υπάρχουν διαφορές; Δεν ξέρουμε. Γιατί υπάρχουν ομοιότητες; Δεν ξέρουμε›. Αλλά υπάρχει προηγούμενο απ’ ότι βλέπετε.
Όλα βέβαια ξεκίνησαν και επανέρχομαι, από το θέμα του Σάββα Ξηρού. Εκείνο το οποίο σοκάρει ήταν η προσπάθεια που έγινε να επικαλυφθεί όλη αυτή η παρανομία του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ, όχι μόνο από τους αρμόδιους της Εισαγγελικής Αρχής, τον κ. Διώτη ή της Αντιτρομοκρατικής, τον κ. Σύρο, αλλά και από τους γιατρούς.
Και εδώ είναι το λυπηρό φαινόμενο το οποίο θέλω να θίξω. Αναφέρθηκε ενώπιόν σας από μάρτυρα, τον κ. Νικηφοράκη που ήρθε και κατέθεσε ότι υπήρξαν δεοντολογικές παραβιάσεις του ιατρικού επαγγέλματος, αμφισβητήθηκε εντόνως αυτό από τον αξιότιμο κ. Εισαγγελέα, εγώ όμως επιμένω ότι ανέκαθεν και στη διεθνή εμπειρία, η συνεργασία ιατρικού προσωπικού και διωκτικών αρχών είναι απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να φτάσουμε σε συγκεκριμένα αποτελέσματα και πάντοτε υπήρχαν, υπάρχουν και λυπούμαι, αλλά πιστεύω ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν γιατροί επίορκοι ή τουλάχιστον γιατροί οι οποίοι δεν προτάσσουν το συμφέρον του ασθενούς, αλλά αποδέχονται επιταγές τρίτων και δέχονται, ή τουλάχιστον ανέχονται να γίνουν οι ασθενείς τους υποχείρια προκειμένου να διασφαλιστεί μέσω αυτών ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα αξιοποιήσιμο αργότερα σαν αποδείξεις στο Δικαστήριο.
Ο κ. Ρούσσος λοιπόν, πολύ εντυπωσιακά, σε μεγάλη συνέντευξη την οποία έδωσε και με ολοσέλιδη φωτογραφία του στο «Ε› της «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ›, όταν ετέθη πλέον δημοσίως το θέμα της χορήγησης φαρμάκων στον Σάββα Ξηρό, δήλωσε –διαβάζω επί λέξει- στην ερώτηση δημοσιογράφου: «Δηλαδή δεν πήρε κάποιο κατασταλτικό φάρμακο;› «Με την πιο κατηγορηματική δήλωση που μπορεί να κάνει άνθρωπος που έχει συναίσθηση ευθύνης στο λειτούργημά του, μπορώ να πω ότι ΟΧΙ. Δε χρειάστηκε να τον καταστείλουμε με κάποιο φάρμακο για να του κάνουμε την επέμβαση›. Μας εντυπωσίασε όλους.
Ήδη έχω αναφερθεί αναλυτικά και δε θέλω να τα επαναλάβω όσα είπαμε τότε για την ένσταση του Σάββα Ξηρού. Μα και αν ακόμη δεν του χορηγήθηκαν άλλα φάρμακα, ειδικά για να παράγουν το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, του να ομολογήσει πράγματα που ήξερε και πράγματα που ούτε καν είχε υπόψη του αλλά του υπέβαλλαν, ακόμα και μόνο η εκμετάλλευση της κατάστασης στην οποία βρισκόταν, όντας σε καταστολή, ήταν ικανή για να τον κάνει ευάλωτο σε ενός είδους, τρίτου είδους ανάκριση, ας το πούμε έτσι.
Πού λοιπόν το βλέπει ο κ. Ρούσσος και λέει ότι δεν πήρε κανένα κατασταλτικό φάρμακο; Από τον φάκελο του ασθενούς φαίνεται ότι του χορηγούνταν επί μέρες, με σκοπό την καταστολή, η μιδαζολάμη, το Dormicum. Έχουμε μιλήσει, δε θέλω να σας επαναλάβω το τί δημιουργεί αυτό το φάρμακο, λυκόφως της συνείδησης έως καταστολή. Εδώ από τον φάκελο, εάν είχατε τις απαραίτητες γνώσεις αλλά και αν δεν τις έχετε μόνοι σας, θα μπορέσετε αν ασχοληθείτε λίγο πιο συγκεκριμένα να δείτε ότι η δοσολογία αυτή, γιατί εγώ έκανα τον κόπο και ρώτησα ειδικούς να μου την εξηγήσουν, η δοσολογία των φαρμάκων της καταστολής που χορηγείτο στον Σάββα Ξηρό, ήταν μεν ικανή να τον καταστείλει ώστε να λειτουργεί το μηχάνημα της υποστήριξης της αναπνευστικής του λειτουργίας, δεν ήταν όμως τόση ώστε να είναι σε βαθιά καταστολή.
Το οποίο σημαίνει ότι διατηρήθηκε σε μια κατάσταση, σε ένα λυκόφως της συνείδησης, έτσι ώστε ανά πάσα στιγμή με χορήγηση αντίθετων φαρμάκων να μπορεί να ξυπνήσει. Αυτή ακριβώς είναι η κατάσταση της συνείδησης στην οποία ο ασθενής είναι πιο ευάλωτος για να μιλήσει. Όταν είναι σε καταστολή βέβαια δεν υπάρχει επικοινωνία. Όταν δεν είναι σε καταστολή, μπορεί να έχει έλεγχο της συνείδησής του, όταν όμως είναι ακριβώς αυτό το λυκόφως, τότε χαρακτηρίζεται από λογόρροια. Σας έχω αναφέρει ήδη το παράδειγμα των γιατρών της Εντατικής ή των αναισθησιολόγων οι οποίοι όταν χορηγούν τέτοιου είδους φάρμακα στους ασθενείς....
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Εγώ θέτω μόνοι στοιχεία υπόψη του Δικαστηρίου και εύχομαι το Δικαστήριο με υπευθυνότητα να κρίνει.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Εμένα τα στοιχεία που έχω στα χέρια μου με αυτό τον τρόπο μπορώ να τα εκτιμήσω, ας εκτιμήσει το Δικαστήριό σας καλύτερα. Εδώ λοιπόν εάν πράγματι (εσείς το αμφισβητείται) ήθελε είναι αληθές αυτό το οποίο εμείς καταγγέλλουμε είναι ακριβώς η κατάσταση η οποία χωρίς καν την χορήγηση άλλων φαρμάκων η οποία δεν αποκλείεται, τη θεωρώ πάρα πολύ πιθανή, άλλοι γιατροί που ενδιαμέσως εξέτασαν τον κ. Σάββα Ξηρό έχουν πάρα πολύ σοβαρές υπόνοιες ότι του χορηγήθηκαν και άλλα φάρμακα. Βεβαίως για να καταφανεί αυτό είναι απαραίτητο να γίνουν και άλλες εξετάσεις. Τις έχει ζητήσει ο κ. Σάββας Ξηρός από το Δικαστήριό σας. Εύχομαι και ελπίζω να γίνουν συντόμως.
Μία παρένθεση εδώ. Η όλη διαδικασία βεβαίως δεν έχει περάσει χωρίς να αφήσει ίχνη στην υγεία του κ. Σάββα Ξηρού ο οποίος απ’ ότι με πληροφόρησε ο αδελφός του είναι πάρα πολύ αδύναμος και είναι κλινήρης αυτή τη στιγμή γι’ αυτό και δεν βρίσκεται στην αίθουσα του Δικαστηρίου σας. Εγώ προσωπικά εύχομαι να μην είναι κάτι τόσο σοβαρό και να μπορέσει να το ξεπεράσει γρήγορα. Σίγουρα όμως δείχνει ότι όλη αυτή η διαδικασία δεν πέρασε χωρίς να αφήσει ίχνη στο σώμα και στην ψυχή του.
Μόνοι σας είχατε στην πολύμηνη διαδικασία την ευκαιρία να δείτε τον άνθρωπο, να δείτε τις αντιδράσεις του. Δεν θέλω εγώ να πω τίποτε. Εκτιμείστε μόνοι σας. Πιστεύω όμως ότι τουλάχιστον εκείνο το οποίο είχα ήδη αναφέρει τότε που υποστήριζα την ένσταση και μάλιστα δεν το είχα αναφέρει εγώ, εγώ απλώς το αξιοποίησα. Ο κ. Πιταρίδης είχε πει ότι του κάναμε αξονική, δεν έγιναν όμως όλες οι εξετάσεις που ήταν απόλυτα απαραίτητες για να διαπιστώσουμε εάν είχε και μία εγκεφαλική κάκωση. Κοιτάξτε στα πρακτικά, έχει αναφερθεί.
Πράγματι λοιπόν υπάρχει υπόνοια ότι έχει υποστεί εγκεφαλική κάκωση ο Σάββας Ξηρός, αυτά όμως είναι θέματα τα οποία εφόσον δεν μπορούμε να σας τα αποδείξουμε εγώ τα αντιπαρέρχομαι. Για μένα το σίγουρο είναι ότι έγιναν μία σειρά από παραβιάσεις τις δεοντολογίας της ιατρικής. Ο κ. Ρούσσος και οι άλλοι θεράποντες γιατροί εάν πράγματι χορηγήθηκαν χωρίς ιατρική ένδειξη φάρμακα στον Σάββα Ξηρό, εάν μεν χορηγήθηκαν από τους ιδίους είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για σωματικές βλάβες διότι χωρίς ιατρική ένδειξη χορήγηση φαρμάκου που έχει επίδραση στην υγεία και στην ψυχική και πνευματική κατάσταση του ασθενούς εφόσον δεν καλύπτεται από τη συναίνεση ή το ιατρικώς ενδεδειγμένο αποτελεί σωματική βλάβη. Η μη τι άλλο σίγουρα είναι υπεύθυνοι για σωματικές βλάβες τελούμενες δια παραλήψεως διότι είχαν ιδιαίτερη ηθική και νομική υποχρέωση εάν είχε υποπέσει στην αντίληψή τους ότι γινόντουσαν τέτοια πράγματα τα οποία ο ίδιος ο Σάββας Ξηρός καταγγέλλει να εμποδίσουν οποιονδήποτε έβαζε στις φλέβες του Σάββας Ξηρού φάρμακα που δεν ενδείκνυντο απόλυτα από την κατάσταση της υγείας του.
Υπάρχουν μια σειρά από διεθνείς συμβάσεις οι οποίες περιγράφουν και απαγορεύουν τέτοιου είδους μεταχείριση φυλακισμένων ή ασθενών ή κρατουμένων. Συνοπτικά θα σας πω στις αρχές της ιατρική ευθύνης των Ηνωμένων Εθνών του 1982 για την ιατρική φροντίδα στους φυλακισμένους, στην αρχή 2 αναφέρεται ότι υπάρχει κατάφορη παραβίαση της ιατρικής ηθικής και ενοχή έναντι Διεθνών Οργανισμών αν τα μέλη του προσωπικού των τομέων υγείας επιδίδονται ενεργά ή παθητικά σε πράξεις που τους μετατρέπουν σε συνενόχους ή υποκινητές βασανιστηρίων ή άλλων αποτρόπαιων, απάνθρωπων ή εξευτελιστικών αγωγών.
Στην αρχή 4 αναφέρεται: υπάρχει παραβίαση της ιατρικής ηθικής αν τα μέλη του προσωπικού των τομέων υγείας πιστοποιούν ή συμπράττουν με αυτόν που πιστοποιεί ότι οι φυλακισμένοι ή οι κρατούμενοι είναι ικανοί να υφίστανται ένα είδος αγωγής ή τιμωρίας που μπορεί να έχει ολέθρια αποτελέσματα για την ψυχική ή φυσική υγεία τους.
Η αρχή 6 αναφέρει: κανείς δεν μπορεί να παραβιάσεις τις προαναφερόμενες αρχές με καμία αιτιολογία ούτε και για λόγους δημόσιας τάξης. Η διακήρυξη της Παγκόσμιας Ιατρικής Εταιρείας του Τόκιο του 1975 για τα βασανιστήρια και άλλες αποτρόπαιες, απάνθρωπες και σκληρές αγωγές, αναφέρει ότι ο γιατρός δεν πρέπει να παρακολουθεί ως θεατής, να συγχωρεί ή να συμμετέχει στην διεξαγωγή άλλων μορφών αποτρόπαιων, απάνθρωπων ή εξευτελιστικών διαδικασιών για οποιαδήποτε πράξη κι αν το θύμα θεωρείται ύποπτο, κατηγορείται ή είναι ένοχο οποιαδήποτε κι αν είναι τα κίνητρά του ή τα πιστεύω του και σε όλες τις καταστάσεις συμπεριλαμβανομένων των ενόπλων συγκρούσεων και των πολιτικών αγωγών.
Ο γιατρός δεν πρέπει να προμηθεύει τα μέσα, εργαλεία, ουσίες ή γνώση για να διευκολύνει την άσκηση βασανιστηρίων ή άλλων μορφών αποτρόπαιων, απάνθρωπων ή εξευτελιστικών αγωγών ή για την ελάττωση της ικανότητας του θύματος να αντισταθεί σε αυτή την αγωγή. Ο γιατρός δεν πρέπει να παρίσταται στην διάρκεια οποιασδήποτε διαδικασία όπου χρησιμοποιούνται ή επαπειλούνται βασανιστήρια ή άλλες μορφές αποτρόπαιων, απάνθρωπων ή εξευτελιστικών αγωγών.
Κάνω εδώ μία παρένθεση. Ο κ. Πιταρίδης είπε «αν ήμουν εγώ δεν θα επέτρεπα να ανακριθεί ο Σάββας Ξηρός αλλά εκεί ήταν η συντεταγμένη πολιτεία μέσα. Εκεί το κουμάντο το είχαν άλλοι. Τι θα μπορούσα εγώ να πω σαν απλός γιατρός;›. Βεβαίως είναι εδώ μία δικαιολογία χωρίς όμως να άρει και την δική του ηθική και δεοντολογική υποχρέωση να κάνει ότι μπορούσε για να εμποδίσει ή τουλάχιστον να μην παρίσταται. Βεβαίως θεωρώ ότι έξυπνα φερόμενος ο κ. Πιταρίδης είπε «εγώ όταν άρχισε να μπαίνει ο κ. Διώτης μέσα πήρα λίγες μέρες άδεια και επέστρεψα μετά τις 11/7 όταν όλα είχαν τελειώσει›.
Ο ίδιος λοιπόν ευσχήμως φρόντισε να βγάλει «την ουρά του από τη μέση› αλλά βεβαίως δεν ήταν ο μόνος. Και αυτοί οι γιατροί οι οποίοι όπως σας διάβασα στις εφημερίδες δεχόντουσαν να μπαίνουν στο δωμάτιο του ασθενούς και να τον θεραπεύουν ή να ασκούν μία αγωγή επάνω του με την παρουσία δίπλα τους ενόπλων αστυνομικών και αυτοί έχουν μία ευθύνη. Δεν μπορεί να τα ισοπεδώσουμε όλα και να λέμε ότι κανένας δεν φταίει για τίποτα, όλα έτσι έπρεπε να γίνουν και όλα έγιναν τέλεια.
Εν πάση περιπτώσει ας αναλογισθούμε ότι υπάρχει και μία ευθύνη και απέναντι στην δημοκρατική μας πολιτεία και απέναντι και στο ήθος της κοινωνίας. Αν αρχίσουμε να δικαιολογούμε πράγματα τα οποία δεν συνάδουν και δεν συμβαδίζουν με τις αρχές του Δικαίου και της κοινωνικής και πολιτικής μας ζωής.
Συνεχίζω για τις αρχές, ότι ο γιατρός πρέπει να έχει πλήρη κλινική ανεξαρτησία αποφασίζοντας σχετικά με την αγωγή του προσώπου για το οποίο είναι ιατρικά υπεύθυνος. Ο θεμελιώδης ρόλος του γιατρού είναι να ανακουφίζει τη δυστυχία του συνανθρώπου του και ουδένα κίνητρο είτε προσωπικό, είτε ομαδικό ή πολιτικό πρέπει να ισχύει αυτού του ανώτατου σκοπού.
Έχουμε βέβαια και τη διακήρυξη της Μόνιμης Επιτροπής των Γιατρών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στην Μαδρίτη το 1989 για τα βασανιστήρια κατά την ιατρική πράξη. Αναρωτιέμαι εάν όλα αυτά που λέμε δεν γίνονται, δεν είναι δυνατόν να γίνονται, είναι αδιανόητο να γίνονται τότε ποια η αναγκαιότητα της διακήρυξης; Δεν κάθονται ολόκληρα επιτελεία επιστημόνων και πολιτικών να κάνουν μία διεθνή διακήρυξη αν δεν είχαν διαπιστωθεί βασανιστήρια κατά την άσκηση της ιατρικής πράξης.
Λέει λοιπόν αυτή η διακήρυξη ότι όλοι οι ιατρικοί σύλλογοι επιστημονικοί και επαγγελματική σε όλες τις χώρες οφείλουν να ενσωματώσουν τις αρχές τις διακήρυξης του Τόκιο στα καταστατικά τους για την απαγόρευση των εξευτελιστικών και βασανιστικών αγωγών υιοθετώντας την αρχή σύμφωνα με την οποία ένας γιατρός δεν οφείλει ποτέ να συμμετάσχει άμεση ή έμμεσα ακόμη και με την απλή παρουσία του σε μία διαδικασία που κατά κάποιο τρόπο παραβιάζει τη φυσική ή ηθική ακεραιότητα ή την ανθρώπινη αξιοπρέπεια ενός ατόμου.
Θέλετε άλλες αρχές που παραβιάστηκαν εκεί πέρα; Η αρχή του ιατρικού απορρήτου. Έβγαιναν έξω και έλεγαν οι ίδιοι οι γιατροί οι οποίοι έδιναν πληροφορίες στον κ. Διώτη, στον κ. Σύρο για την κατάσταση της υγείας του Σάββα Ξηρού. Μα καλύπτονται από το ιατρικό απόρρητο. Λένε λοιπόν οι αρχές της ευρωπαϊκής ιατρικής δεοντολογίας του 1987, της Διαρκούς Επιτροπής των Γιατρών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ότι ο γιατρός είναι το απαραίτητο έμπιστο πρόσωπο του ασθενή γι’ αυτό πρέπει να του εξασφαλίζει το απόρρητο σε όλες τις πληροφορίες που θα συλλέξει και οτιδήποτε άλλο συνάγεται από τις σχέσεις τους, είναι το άρθρο 7.
Στο άρθρο 5 πιο πάνω λέει: τόσο συμβουλεύοντας όσο και ενεργώντας ο γιατρός πρέπει να διαθέτει πλήρη επαγγελματική ελευθερία και τις τεχνικές και ειδικές προϋποθέσεις που του επιτρέπουν να δρα με κάθε ανεξαρτησία. Εδώ μας είπε ο μάρτυρας ότι «τι να κάνουμε εμείς; Δεν κανονίζαμε εμείς ούτε τα επισκεπτήρια› και μάλιστα είχαν επιλεγεί και γιατροί οι οποίοι να είναι και αναγνωρίσιμοι από την Αντιτρομοκρατική οι οποίοι μόνον αυτοί όπως και νοσηλευτές μόνο αυτοί δικαιούνταν να μπαίνουν και να περιποιούνται τον Σάββα Ξηρό.
Στην άσκηση του επαγγέλματός του ο γιατρός έχει την υποχρέωση να δώσει προτεραιότητα στα συμφέροντα της υγείας του ασθενή. Πρέπει να χρησιμοποιεί τις επαγγελματικές του γνώσεις με μοναδικό σκοπό την βελτίωση και τη διατήρηση της υγείας αυτών που τον έχουν εμπιστευθεί και μετά από αίτησή τους σε ουδεμία δε περίπτωση είναι δυνατόν να ενεργήσει σε βάρος τους.
Η ίδια διακήρυξη στο άρθρο 22 προβλέποντας βασανιστήρια και άλλες απάνθρωπες αγωγές λέει: ο γιατρός ουδέποτε οφείλει να παρευρίσκεται, να συμμετέχει ή να αποδέχεται πράξεις βασανιστηρίων ή άλλων μορφών αποτρόπαιων, απάνθρωπων ή μειωτικών αγωγών οποιαδήποτε κι αν είναι τα προβαλλόμενα επιχειρήματα.
Νομίζω ότι αυτά αρκούν για να θεμελιώσουν αυτό που εμείς υποστηρίζουμε ότι και εκ μέρους των κρατικών λειτουργών αλλά και εκ μέρους των γιατρών υπήρξαν κατάφορες παραβιάσεις των δικαιωμάτων του Σάββα Ξηρού, δικαιωμάτων τα οποία θεμελιώνονται και στο Σύνταγμα το άρθρο 7 που απαγορεύει την άσκηση ψυχολογικής βίας διότι σίγουρα στον Σάββα Ξηρό ασκήθηκε ψυχολογική πίεση προκειμένου να δώσει αυτά τα οποία έδωσε.
Καταστρατήγηση του άρθρου 6 που αφορά την προσωπική ασφάλεια του πολίτη και ορίζει τις προθεσμίες με τις οποίες υποχρεούται η συνταγμένη πολιτεία να τον οδηγήσει στον Ανακριτή και βεβαίως και όλες αρχές της Ποινικής Δικονομίας που σας ανέφερα.
Αυτό το θέμα της μεταχείρισης του Σάββα Ξηρού κ.κ. Δικαστές πρέπει να το δούμε και ως μία προσπάθεια του Σάββα Ξηρού να επανορθώσει αυτό που ο ίδιος θεωρεί ότι έγινε αδίκως σε βάρος άλλων. Είναι αλήθεια ότι επανερχόμαστε πολλές φορές και επιμένουμε, από την άλλη όμως όπως και να έχει το πράγμα πρέπει να σταθούμε και με ένα σεβασμό απέναντι σε έναν άνθρωπο ο οποίος θεωρεί τον εαυτό του ή μη τι άλλο υπεύθυνο ότι σε αυτό το εδώλιο κάθονται δύο αδέλφια του.
Γι’ αυτό και νομίζω ο Σάββας Ξηρός δεν ζήτησε να υπερασπιστεί τον εαυτό του σε κανένα άλλο ζήτημα, ούτε θα το κάνω εγώ. Δεν ζήτησε ούτε μέτρα επιείκειας, ούτε ελαφρυντικά. Ζήτησε μόνο να του δοθεί η ευκαιρία να αποδείξει ή τουλάχιστον να προσφέρει στο Δικαστήριό σας ικανές ενδείξεις που να οδηγήσουν στην πεποίθηση ότι όλα όσα έγιναν δεν ήταν αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησής του και εν πάση περιπτώσει απλά και ανθρώπινα να το δούμε νομίζω ότι δεν καταλείπεται στον κοινό νου και πολύ αμφιβολία ότι δεν μπορεί όλα αυτά τα πράγματα με τον τρόπο που έγιναν. Γιατί στο κάτω-κάτω να μην ακολουθηθεί η πεπατημένη, να συλληφθεί επισήμως ο Σάββας Ξηρός, γιατί να μην κρατηθεί προσωρινά με μια διάταξη προσωρινής κράτησης, γιατί να μην έχει το δικαίωμα ο δικηγόρος του να πάρει την δικογραφία, γιατί να μην έχει δικαίωμα ο ίδιος να ασκήσει τα δικαιώματα σιωπής ή τουλάχιστον να ζητήσει συμβουλή;
Αυτό είναι το θέμα, γιατί; Κάποιος λόγος πρέπει να υπάρχει. Βεβαίως ο λόγος είναι εμφανέστατος. Αν δεν υπογράψεις δεν έχεις δικηγόρο, δεν έχεις το ένα, δεν έχεις το άλλο. Δεν ξέρω τι έγινε εκεί πέρα. Ξέρω όμως (σας το διάβασα) ο Σάββας Ξηρός κάποια στιγμή αρνήθηκε να συνεχίσεις. Είπε «φέρτε μου δικηγόρο›. Δεν ξέρω βεβαίως τι συνέβη έτσι ώστε σήμερα να λέει αυτό και την άλλη ημέρα περιχαρής και μάλιστα σε διάθεση σχεδόν ερωτική λέγοντας ότι «αγαπώ τους κυρίους αυτούς› οι οποίοι εδώ δεν είχαν το καλό μυαλό τους, δεν μπορεί να είναι το καλό ενός κατηγορουμένου να συναναστρέφεται σε αυτό το επίπεδο με τις Διωκτικές Αρχές, εξ ορισμού αντιπάλους του.
Ότι πάντως και να συνέβη η αλήθεια είναι ότι δεν είναι τόσο απλές οι εξηγήσεις όσο θέλαμε μιλώντας για ανανήψαντα γιο ιερέα και επανανήψαντα και το ένα και το άλλο. Εν πάση περιπτώσει ακόμη και αυτά δείχνουν ότι η ψυχική κατάσταση του Σάββα Ξηρού μετά την αγωγή που εδέχθη στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ δεν είναι τέτοια ώστε να μπορεί κάποιος ευλόγως να υποστηρίξει ότι έχει πλήρη έλεγχος της βούλησής του και της συνείδησής του.
Ο ίδιος αναφέρθηκε στην λέξη «υποβολιμιαίως› ότι είχε καταστεί όργανο των διαθέσεων των ανακριτικών αρχών. Αυτά βεβαίως τα υποστηρίζουν και γιατροί οι οποίοι τον εξέτασαν και έχουν τεθεί τα στοιχεία υπόψη του Δικαστηρίου σας.
Πέραν όμως από το εθνικό Δίκαιο το οποίο έχει παραβιαστεί στον τρόπο αυτόν τον οποίο έγινε η προδικασία στην περίπτωση των αδελφών Ξηρών και του Σάββα και του Χριστόδουλου και του Βασίλη υπάρχουν και αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου οι οποίες και αυτές είναι υποχρεωτικές για την έννομη τάξη μας, οι οποίες έχουν προβλέψει και έχουν καταδικάσει παρόμοιες περιπτώσεις.
Επί τροχάδη σας αναφέρω την πολύ γνωστή και πολυσυζητημένη απόφαση της Ιρλανδίας κατά του Ηνωμένου Βασιλείου από 18/1/1978 όπου εκρίθη ως απάνθρωπη μεταχείριση η εφαρμογή των περιφήμων 5 μεθόδων ανάκρισης που είναι 1) μακρά ορθοστασία στον τοίχο, 2) κάλυψη κεφαλιού με κουκούλα, 3) έκθεση σε θόρυβο, 4) στέρηση ύπνου, 5) μείωση τροφής.
Ας πάρουμε του Σάββα και ας εφαρμόσουμε αυτές τις μεθόδους να δούμε. Μακρά ορθοστασία βέβαια δεν γινόταν αλλά είχε μακρά κατάσταση κλινήρη. Κάλυψη του κεφαλιού με κουκούλα; Δεν χρειαζόταν, ήταν καλυμμένα τα μάτια του με γάζες, το ίδιο αποτέλεσμα παράγεται. Έκθεση σε θόρυβο; Σας έχουν μιλήσει ειδικοί για τον λεγόμενο θόρυβο της εντατικής, μονότονο και συνεχή 40 έως 50 ντεσιμπέλ. Ο ίδιος μη μπορώντας να εξηγήσει από πού προέρχεται παραπονέθηκε στη νοσηλεύτρια κα Κοκκινοπούλου η οποία ενόρκως το κατέθεσε ενώπιόν σας ότι πράγματι ο Σάββας μιλούσε για θορύβους, μιλούσε για θόρυβο ραπτομηχανής, ότι έβλεπε παραισθήσεις, ότι έβλεπε χρώματα, κύβους. Αυτά είναι γεγονότα που τα κατέθεσε η κα Κοκκινοπούλου ενώπιόν σας και αποτελούν στοιχεία τα οποία πρέπει να λάβει υπόψη το Δικαστήριο.
¶ρα λοιπόν υπήρχε και η έκθεση σε θόρυβο. Μπορεί ο Σάββας Ξηρός να γνώριζε τότε όλα αυτά τα πράγματα και επίτηδες να έλεγε «κοιτάξτε να δείτε, εγώ ακούω θορύβους›. Θόρυβος υπήρχε. Δεν ξέρουμε αν εν απουσία της νοσηλεύτριας ο θόρυβος αυτός αυξομειωνόταν, δυνάμωνε, κατέβαινε. Ο Σάββας παραπονιέται και για τέτοια πράγματα. Δεν ήμασταν μέσα, προσπαθούμε συμπεράσματα να βγάλουμε.
Στέρηση ύπνου αποδεδειγμένη. Όλες οι επισκέψεις και οι ανακρίσεις γίνονταν μεταμεσονύκτιες ώρες και διαρκούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας και μείωση τροφής και αυτή αποδεδειγμένη. Ο Σάββας ετρέφετο παρεντερικά και από τις 10/7 και μετά άρχισε να λαμβάνει κάποια μειωμένη ποσότητα τροφής, το οποίο σημαίνει βέβαια ότι όποιος έχει στα χέρια του τον στρόφιγγα μπορεί να κανονίσει και την ροή της.
Εδώ όλες αυτές οι μέθοδοι έχουν εφαρμοστεί στην περίπτωση του Σάββα Ξηρού και χαρακτηρίζονται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ως απάνθρωπη μεταχείριση. Ανάλογα έχουμε και την απόφαση Ρίμπιτς κατά Αυστρίας το 1995 όπου λέει ότι καμία σκοπιμότητα ανακριτική ή κατασταλτική δεν δικαιολογεί απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση του κατηγορουμένου όσο ισχυρά και να είναι τα κίνητρα της εξουσίας για την πρόληψη, την καταστολή τρομοκρατικών δραστηριοτήτων.
Υπάρχει απόφαση Λόρενς κατά Ιρλανδίας για την παραβίαση για την παράνομη κράτηση στην οποία αναφέρει ότι εφόσον κάποιος συνελήφθη και κρατείται δικαιολογημένα επειδή υπάρχει εύλογη υπόνοια τέλεσης εγκλήματος υπάρχει υποχρέωση να προσαχθεί συντόμως ενώπιον Δικαστού. Πέραν αυτού η Επιτροπή έχει δεχθεί ότι 4 ημέρες είναι σύμφωνες με την διάταξη για σύντομο χρόνο ενώ το Δικαστήριο το ίδιο έκρινε ότι ακόμα και 3 ή και 2 ημέρες δεν ήταν σύννομες. Το οποίο σημαίνει ότι ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της περίπτωσης μπορεί και 2 ημέρες να είναι παράνομες για να προσαχθεί ενώπιον Δικαστού και εν πάση περιπτώσει να φύγει από τα χέρια της Αντιτρομοκρατικής ο Σάββας.
Όσον αφορά το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ για την δίκαια δίκη σας το είπα και προηγουμένως, εδώ για να δούμε ένα πράγματι εφαρμόστηκαν οι αρχές για την δίκαια δίκη πρέπει να κάνουμε μία συνολική εκτίμηση. Δεν αρκεί να πούμε ψυχρά και τυπικά ότι αυτό εφαρμόστηκε, εκείνο εφαρμόστηκε. Η δίκαια δίκη είναι μία ευρεία έννοια η οποία πάντοτε είναι μία εκτίμηση που γίνεται μετά το τέλος της διαδικασίας και από το σύνολο της διαδικασίας.
Εδώ λοιπόν ενόψει του βαρυτάτου αυτού κατηγορητηρίου το οποίο αντιμετώπιζε ο Σάββας Ξηρός και οι υπόλοιποι θα πρέπει πράγματι να δούμε εάν οι δικονομικοί τύποι και κανόνες θα έπρεπε να τηρηθούν απλώς ή θα έπρεπε να λειτουργήσουν ουσιαστικώς, δίνοντας δηλαδή ουσιαστικά τη δυνατότητα στους κατηγορουμένους να ασκήσουν τα δικαιώματά τους διότι μόνο τότε είναι δίκαια η δίκη όταν η κάθε πλευρά έχει οπλιστεί και με κάποια απαραίτητα όπλα ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει τον αγώνα αυτόν που λέγεται δικαστηριακή διευθέτηση της υπόθεσης.
Από τις ειδικές λοιπόν περιστάσεις κρίνεται το αποτέλεσμα και εδώ έχουμε το άρθρο 6 στην παράγραφο 3Β που αναφέρει την παροχή αναγκαίων ευκολιών στην υπεράσπιση. Ας δούμε τι έχει γίνει στην περίπτωσή μας. Υπήρξε ελάχιστος χρόνος επικοινωνίας του κατηγορουμένου με τον δικηγόρο του πριν την απολογία τόσο του Σάββα Ξηρού όσο και των υπολοίπων.
Ο κ. Αγιοστρατίτης κατέθεσε ενώπιόν σας ότι πριν οδηγηθεί στον Ανακριτή τον κ. Ζερβομπεάκο μία μόνο φορά και για μισή μόνο ώρα μπόρεσε να επικοινωνήσει μαζί του. Αυτό δεν νομίζω ότι συνάδει με τις προϋποθέσεις της δίκαιας δίκης σε μισή ώρα μέσα και μάλιστα με έναν Σάββα ο οποίος έλεγε «το χεράκι μου, το χεράκι μου›. Ήταν δύσκολο στον δικηγόρο να μπει μέσα στην ψυχολογία και να μπορέσει να τον οδηγήσει στα σημεία ακριβώς αυτά τα οποία είναι σημαντικά για την υπεράσπιση των δικονομικών του δικαιωμάτων. Νομίζω λοιπόν ότι δεν ανταποκρίνεται σε αυτό που η ΕΣΔΑ θέλει να προασπίσει ως δίκαια δίκη.
Δεύτερον, υπήρξε ελάχιστος χρόνος για την προετοιμασία του απολογητικού υπομνήματος χωρίς να έχει τεθεί στη διάθεση των υπερασπιστών των δικηγόρων η δικογραφία. Εδώ έχουμε ένα τεράστιο κατηγορητήριο. Δικογραφία δεν είχε δοθεί και παρόλα αυτά δόθηκε μεν μία παράταση 2 ημερών αν δεν κάνω λάθος στον κ. Αγιοστρατίτη για να ετοιμάσει ένα απολογητικό υπόμνημα επί ενός βαρύτατου κατηγορητηρίου.
Τρίτον, υπήρξαν απαράδεκτες συνθήκες επικοινωνίας με τους δικηγόρους στην περίπτωση εδώ των αδελφών Ξηρών. Τέταρτον, δεν υπήρξε ανεμπόδιστη και ακώλυτη επικοινωνία με τους συνηγόρους διότι παρακολουθούνταν η επικοινωνία επί αρκετό χρονικό διάστημα και αφότου είχαν ήδη εγκλειστεί στις Δικαστικές Φυλακές Κορυδαλλού η οποία άρση του απορρήτου καταργήθηκε αν θυμάμαι καλά περί μήνα Νοέμβριο ή Δεκέμβριο, δεν είμαι σίγουρος.
Βεβαίως εδώ υπάρχει και μία απόφαση Ες κατά Ελβετίας από 28/11/91 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου η οποία λέει ότι το δικαίωμα επικοινωνίας με συνήγορο εξασφαλίζεται μόνο τότε και ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφος 3Β της ΕΣΔΑ όταν γίνεται η επικοινωνία αυτή χωρίς παρακολούθηση από άλλα πρόσωπα. Εγώ που είχα επισκεφθεί τους κατηγορουμένους στον Κορυδαλλό επισήμως παρακολουθούνταν οι επικοινωνίες και η αλληλογραφία τους και αυτό βεβαίως είναι παρακολούθηση ακόμη και αν ο παρακολουθητής δεν είναι ο ίδιος μπροστά.
Υπάρχει το περίφημο τεκμήριο αθωότητας κ. Δικαστές, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση για μας παραβιάστηκε, του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, το οποίο λέγει ότι απαγορεύεται οποιαδήποτε επίσημη δήλωση περί της ενοχής, πριν την έκδοση της απόφασης. Όχι μόνο παράγοντες της δίκης, αλλά και εκτός αυτής, κανένας εκπρόσωπος κρατικής αρχής δεν επιτρέπεται να δηλώνει ότι ένα πρόσωπο είναι ένοχο εγκλήματος.
Εδώ εγώ θα σταθώ μόνο στους παράγοντες εκτός αυτής της δίκης, πόσο μάλλον όταν είναι πολιτειακοί, θεσμικοί παράγοντες. Θα σας αναφέρω δήλωση του Υπουργού Χρυσοχοϊδη στα ΝΕΑ, στις 12.7.2002, διαβάζω: «πρόκειται για σπείρα δολοφόνων, που δεν θα την εξαρθρώσουμε απλώς, αλλά και θα την απομυθοποιήσουμε πλήρως. Έχουμε να κάνουμε με κοινούς εγκληματίες.›
Ο Υπουργός κ. Χριστοδουλάκης στην Κυριακάτικη εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 28.8.2002: «πριν από 10 χρόνια είχα πει, ότι η 17Ν είναι μια θλιβερή παρέα δολοφόνων, πράγμα που εκ των υστέρων αποδείχθηκε.›
Και βεβαίως και η δήλωση του ίδιου του πρωθυπουργού κ. Σημίτη η περίφημη αυτή στην έκθεση της Θεσσαλονίκης: «ο κ. Πρωτόπαπας που μίλησε ευθέως για κοινούς εγκληματίες και δήλωσε ότι πρέπει να τεθεί στις πραγματικές της διαστάσεις αυτή η ιστορία?›, νομίζω ότι εάν πράγματι θέλουμε να είμαστε σοβαροί μ’ αυτά που λέμε και μ’ αυτά που υποστηρίζουμε ως Δικαστήριο, στις επιστημονικές επετηρίδες, ή σε κατ’ ιδίαν επιστημονικές συζητήσεις, πρέπει να εφαρμόσουμε και εδώ πέρα τις αρχές αυτές και να δούμε ότι εδώ υπήρξε μια παράφορη παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας.
Σε πολύ μικρότερες παρεμβάσεις το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε, ότι στην περίπτωση Αλνέντε Ριμπεμώ κατά της Γαλλίας από 10.2.1995, ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 2, διότι ο Υπουργός Εσωτερικών και ο αστυνομικός που διενεργούσε προανάκριση, δήλωσαν σε συνέντευξη τύπου, ότι ο ύποπτος ήταν ένοχος για την πράξη.
Επίσης στην περίπτωση Σαλαμπιά κατά της Γαλλίας από 16.4.1986, το δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας. Επίσης εδώ αναφέρομαι σε μια απόφαση της οποίας ήθελα να τονίσω το εξής. Πέραν από την παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας η οποία υπάρχει, όταν δηλώσεις πολιτειακών και άλλων παραγόντων υπευθύνων προδικάζουν το αποτέλεσμα πριν την έκδοση της απόφασης, υπάρχει παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας.
Και όταν στους ώμους των κατηγορουμένων, εναποτίθεται το βάρος, να αποδείξουν πράγματι ενώπιον Ποινικού Δικαστηρίου, κατά καταστρατήγηση του λεγομένου τεκμηρίου αθωότητας. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διαπιστώνει παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, όταν διατάξεις νόμου καθιερώνουν στην ουσία τεκμήριο ενοχής και μεταθέτουν το βάρος απόδειξης αθωότητας στους ώμους του κατηγορουμένου. Ας δούμε τι έγινε εδώ.
Ο περίφημος νόμος 2928, Αντιτρομοκρατικός παρ. 187 του Ποινικού μας Κώδικα, πώς εφαρμόζεται και πώς έχει αφήσει να διαφανεί το Δικαστήριό σας ότι προτίθεται και αυτό να τον εφαρμόσει;
Όσον αφορά την απόδειξη της ιδιότητας του μέλους της τρομοκρατικής οργάνωσης, βεβαίως αυτό είναι βάρος το οποίο φέρει το Δικαστήριό σας. Όσον αφορά όμως τη λήξη της ιδιότητας του μέλους της τρομοκρατικής οργάνωσης, αυτό επαφύεται στον καθένα κατηγορούμενο μόνος του να αποδείξει. Και εγώ σας λέω κάτι πολύ απλό. Πώς θα αποδείξει ένας άνθρωπος, ο οποίος αποδεδειγμένα κατά τον ίδιο και εν πάση περιπτώσει και από τα στοιχεία που έχουν προκύψει από την ακροαματική διαδικασία. Από το 1992 παράδειγμα και μετά, δεν έχει οποιαδήποτε σχέση, με οποιαδήποτε ενέργεια της οργάνωσης, αν ήθελε υποτεθεί ότι πριν το ’92 αποδεικνύεται η συμμετοχή του, πώς θα αποδείξει ενώπιόν σας την λήξη της ιδιότητάς του, ως μέλους της τρομοκρατικής οργάνωσης, τη στιγμή που το σκεπτικό είναι ότι ήταν ας πούμε εν υπνώσει ένα μέλος το οποίο θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή με ένα τηλέφωνο, ή με ένα πάτημα ενός κουμπιού, ενός κουδουνιού της εξώπορτάς του ίσως, να επανεργοποιηθεί. Το οποίο σημαίνει ότι υπήρξες μια φορά μέλος, παραμένεις εσαεί μέλος, ακόμα και αν δεν έχεις κάνει επί πολλά χρόνια το παραμικρό, αρκεί και μόνο ότι εμείς σου λέμε ότι, εάν χρειαζόταν και σε καλούσανε τι δεν θα πήγαινες; ΄Αντε έλα εσύ απόδειξέ μου ότι δεν θα το έκανες.
Και βεβαίως πώς θα το αποδείξει; Μόνο με την πρόθεσή του μπορεί να το αποδείξει. Έλα όμως που οι προθέσεις δεν αποδεικνύονται. Αλλά και αν ακόμα σας τις δηλώνουν εδώ, ίσως να πείτε, μα δεν είναι στοιχεία η πρόθεσή σου. Εσύ λες ότι δεν είχες την πρόθεση να ξανασυμμετάσχεις και εμείς που το ξέρουμε, πώς το αποδεικνύεις; Κοντολογίς αυτό το οποίο λέμε είναι ότι, θα έπρεπε ο κατηγορούμενος για συμμετοχή σε τρομοκρατική ή εγκληματική οργάνωση, να κάνει δυο τινά. Ή να βγάζει μια ανακοίνωση τύπου και να λέει ότι, δηλώνω υπευθύνως ότι παραιτούμαι από κάθε ανάμιξή μου.
Ή εκ των υστέρων θα γίνεται αυτό που λέμε καρφί. Δηλαδή συνεχίζω μέλος, αλλά ξέρετε κάτι, για να σας πω ότι, για να γίνω πιστευτός, ότι εγώ δεν είχα καμία σχέση με όλα αυτά τα πράγματα, εδώ και πολλά χρόνια, σας λέω ότι ναι μεταμελήθηκα, τώρα λοιπόν, αυτό και μόνο αποδεικνύει ότι σταμάτησε η οποιαδήποτε συμμετοχή μου και για να αποδείξω και αυτό το πράγμα, σας λέω ότι επειδή μεταμελήθηκα, σας λέω και πέντε πράγματα από πάνω, θες είναι από το μυαλό μου, θες είναι αυτά που θέλετε εσείς να σας πω, είναι λοιπόν καταστρατήγηση του τεκμηρίου αθωότητας, αυτός ο τρόπος με τον οποίον εφαρμόζεται, ή πάει να εφαρμοστεί ή διαβλέπουμε ότι πάει να εφαρμοστεί ο 2928.
Και πρέπει να το σκεφθεί πολύ σοβαρά το Δικαστήριό σας, αν πράγματι έχει την απαίτηση από τους ίδιους τους κατηγορουμένους να αποδείξουν και με ποιο τρόπο θα μπορούσαν εξάλλου ότι σταματήσανε κάποιο χρονικό διάστημα, από κάποιο χρονικό σημείο και μετά, να συμμετέχουν.
Επίσης ένα άλλο θέμα που τραυματίζει το τεκμήριο αθωότητας, είναι ότι, ενώ γίνανε επανειλημμένες καταγγελίες και εκ μέρους μας και εκ μέρους άλλων κατηγορουμένων, για βασανιστήρια, για εξευτελιστικές μεταχειρίσεις, εμείς φρονούμε, ότι ήταν υποχρέωση του Δικαστηρίου σας, να εξετάσει την βασιμότητα αυτών των καταγγελιών, διότι αφορούν παραβίαση διατάξεων δημόσιας τάξης. Δεν επικαλείται ο κατηγορούμενος ένα άλλοθι, έτσι ώστε να πρέπει ο ίδιος ενώπιόν σας να το αποδείξει. Ο κατηγορούμενος επικαλείται παραβίαση κανόνων δικονομικών. Επικαλείται παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Θα έπρεπε λοιπόν αντί να περιμένει το Δικαστήριό σας, εμείς να καλέσουμε μέσω του κ. Εισαγγελέως βεβαίως που έκανε δεκτή την αίτησή μας, μάρτυρες εδώ να εξεταστούν για τις συνθήκες που επικρατούσαν στον «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ›, έπρεπε μόνο του αν κινηθεί και να ζητήσει αυτά τα στοιχεία. Και βεβαίως συνεπικουρείται αυτή η άποψη της υπεράσπισης και από τον καθηγητή τον κ. Μπέη που σε άρθρο του στην «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ› έχει ακριβώς αυτό υποστηρίξει, ότι πρέπει το Δικαστήριο σ’ αυτές τις περιπτώσεις μόνο του να κινηθεί.
Το άρθρο 6 παρ. 3γ της ΕΣΔΑ, είμαστε ακόμα στο άρθρο 6 για την δίκαια δίκη. Προβλέπει το δικαίωμα παράστασης και συμπαράστασης με δικηγόρο. Εδώ έχουμε ένα παράξενο φαινόμενο. Ενώ για την τήρηση των αρχών της νομιμότητας και των αρχών της δίκαιας δίκης θα έπρεπε να παρίστανται συνήγοροι το έχω ήδη αναφέρει, θα ήταν η μεγαλύτερη εγγύηση για την διαφάνεια και την νομιμότητα της διαδικασίας, η μεγαλύτερη, η μοναδική εγγύηση. Κύριε είχε τον δικηγόρο σου από την αρχή, είχες νομικό συμπαραστάτη.
Εδώ έχουμε το παράξενο φαινόμενο όλοι οι κατηγορούμενοι, να δηλώνουν, δεν θέλουμε δικηγόρο. Και σας είπαν τώρα ο κ. Τζωρτζάτος ότι είχε προσωπική του φίλη δικηγόρο. Σας είπε ο κ. Χριστόδουλος Ξηρός, ότι κάθε μέρα είχε επαφή με το δικηγόρο του αδελφού του, του Σάββα, τον κ. Αγιοστρατίτη τότε. Δεν είναι θέμα ότι δεν είχε πρόσβαση σε κάποιο δικηγόρο. Και άλλοι κατηγορούμενοι σας είπαν ότι, είχαν την διάθεση και την πρόθεση όμως τους είχε απαγορευθεί η επαφή με δικηγόρο, με τρόπους και μεθόδους βέβαια που δεν νομίζω να φημίζονται για το σύννομό τους.
Αντί λοιπόν εδώ να τηρηθούν οι κανόνες της δίκαιας δίκης, να επιμείνει το ίδιο το κράτος, να επιμείνει η ίδια η δικαιοσύνη, να επιμείνουν οι ίδιες οι αρχές, όχι πάρτε δικηγόρο γιατί εμείς όταν αντιμετωπίζουμε στα σοβαρά και θέλουμε μια σοβαρή εξάρθρωση του θέματος της τρομοκρατίας και θέλουμε μια αξιόπιστη προς τον ελληνικό λαό εξάρθρωση του φαινομένου, θέλουμε να καταδείξουμε ότι είμαστε ηθικά ανώτεροι από σας. Αυτό θα έπρεπε να λεχθεί.
Ότι εμείς έχουμε το θάρρος να βγούμε ανοιχτά και να πούμε, με ανοιχτές διαδικασίες κύριοι, αυτά είναι τα δικαιώματά σας, εμείς οι ίδιοι υπερασπιζόμαστε τα δικαιώματά σας και ας μας κατηγορήσατε εσείς και ας στρέψατε τα όπλα εναντίον μας, γιατί υποστηρίζετε ότι δεν λαμβάνουμε μόνοι μας τα δικαιώματα τα οποία προδιαγράφουμε στα σοβαρά.
Όμως δεν συνέβη αυτό. Και αυτό για μένα, συγνώμη κ. Δικαστές που το λέω, είναι όνειδος. Ειλικρινά η μη παράσταση δικηγόρου σημαίνει την αποδιοργάνωση του κατηγορουμένου σ’ όλα τα επίπεδα. Ο κατηγορούμενος είναι σε ευαίσθητη ψυχική και πνευματική κατάσταση, είναι ευάλωτος, είναι υποβόλιμος, είναι οτιδήποτε. Είναι όμως ένας άνθρωπος με ανάγκη. Και όσο πιο βαρύ το κατηγορητήριο τόσο πιο βαριά η ανάγκη του. Και όσο πιο σοβαρά παίρνουμε τα δικαιώματα, διότι επιτέλους πρέπει να τα πάρουμε σοβαρά τα δικαιώματα.
Δεν μπορεί να τα γράφουμε και να μην τα παίρνουμε σοβαρά. Τότε πρέπει πράγματι να φροντίζουμε, ώστε να εφαρμόζονται κιόλας αυτά τα δικαιώματα. Και θα αναφερθώ μόνον σε μια δημοσίευση του καθηγητή κ. Καρρά στον ΠΟΙΝΙΚΟ ΛΟΓΟ, ο οποίος αναφερόμενος ακριβώς στο φαινόμενο της παραίτησης των κατηγορουμένων στο στάδιο της προδικασίας από το δικαίωμα παράστασής τους με δικηγόρο, λέγει ότι, επιτρέπεται μεν να παραιτηθεί κανείς από τα δικαιώματά του, βεβαίως δικαιώματα είναι, δικά μου είναι τα δικαιώματα μπορώ να παραιτηθώ απ’ αυτά, όμως τότε μόνο όταν είναι πρώτον , αναμφισβήτητη η σοβαρότητα με την οποία γίνεται η παραίτηση, δηλαδή και εν πάση περιπτώσει το τεκμήριο της σοβαρότητας της παραίτησης, λειτουργεί κατά της συναίνεσης.
Δηλαδή οι διωκτικές αρχές, οι εισαγγελικές αρχές, οι υπεύθυνες αρχές, ξεκινάνε από την προϋπόθεση ότι, εν αμφιβολία θα του βάλω δικηγόρο. Εάν είμαι πολύ σίγουρος ότι πράγματι τα έχει 400 και ξέρει τι θέλει και ξέρει να υπερασπιστεί τον εαυτό του, σ’ αυτή τη περίπτωση θα δεχθώ το ρίσκο, του να μου πούνε μετά ότι παραβίασες τις αρχές της δίκαιης δίκης, θα πω ορίστε κύριοι νάτα. Εδώ όμως τι έχουμε;
Εδώ έχουμε ανθρώπους που δηλώνανε όλοι και καμία αμφιβολία δεν καταλείπεται από τις καταθέσεις τους εκεί πέρα τις απολογίες τους, ότι δεν ξέρανε τι θέλανε και οι οποίοι μόλις βρεθήκανε εκτός κλίματος Αντιτρομοκρατικής ανακαλέσανε όλοι και θα δούμε αν είχαν το δικαίωμα και αν είναι δυνατόν να ανακαλέσουν αυτά που λέγαμε.