Μάλιστα είναι τόσο σίγουρος ώστε λέει «είχε ένα μουστάκι ψιλό, ήταν και λίγο αξύριστος, φαινόταν και η ρυπαρότητα του δέρματος, τα πάντα›. Τον περιγράφει λοιπόν ψηλό, 1,80-1,85, αδύνατο, μελαχρινό με μαύρα πλούσια μαλλιά, ο οποίος φορούσε ένα πορτοκαλί μπλουζάκι Lacoste, και είχε και χωρίστρα στη μέση. Αυτά λέει ο κ. Αβδούλος.
Υπάρχει ένας άλλος μάρτυρας, ο κ. Παπαγεωργίου, ναυπηγός, αυτόπτης μάρτυρας και αυτός, βρισκόταν στη γωνία Φίλωνος και Σαχτούρη. Αναγνωρίζει κι αυτός τον Βασίλη, όχι με τόση βεβαιότητα όση ο κ. Αβδούλος, λέει όμως ότι αυτόν που είδε και έπαιξε αυτόν τον συγκεκριμένο ρόλο κατά την διάρκεια και μετά την ανθρωποκτονία αυτή, φορούσε τζόκεϋ και γυαλιά, τζιν και ένα ανοιχτό πουκάμισο.
¶ρα, αυτός που ο Αβδούλος περιγράφει, ήταν αυτός ο συγκεκριμένος δράστης, σ’ έναν συγκεκριμένο ρόλο, αλλά έχουμε εντελώς διαφορετικές και ασυμβίβαστες μεταξύ τους περιγραφές. Γιατί δε μπορεί να είχε δει ο μάρτυρας τη χωρίστρα όταν φορούσε τζόκεϊ. Ο Παπαγεωργίου δύο μπόρεσε να δει και να περιγράψει. Ο ένας ο φερόμενος ως Βασίλης με το τζόκεϊ που είπαμε, ο άλλος λέει «πιο σωματώδης και με μουστάκι, ενώ ο Βασίλης δεν είχε ούτε μούσι ούτε μουστάκι›. Ο Αβδούλος λέει ότι ήταν αξύριστος και είχε και μουστάκι ψιλό. Φαίνεται έτσι του τον έδειξαν ή έτσι τον είδε στην τηλεόραση.
Σας ανέφερα κι εχθές για την μάρτυρα Παπακώστα, συνάδελφος δικηγόρος η οποία αρνήθηκε να αναγνωρίσει, διότι λέει «αν είναι δυνατόν, πώς μπορώ, ήταν τόσο γρήγορα όσα έγιναν και η μνήμη αδυνατίζει›. Υπάρχει ο μάρτυρας Μόσχος ο οποίος είναι ο ταξιτζής τον οποίον έβγαλαν με τη βία με τα περίστροφα οι ληστές για να πάρουν το ταξί και να διαφύγουν.
Ο μάρτυρας αυτός, ο οποίος είδε και τους τρεις μαζί στον ίδιο χώρο, περιγράφει τον πρώτο ως ψηλό, 1,85, ευτραφή. Τον δεύτερο ως ξανθό με παχύ μουστάκι. Αυτό λέει, ο δεύτερος, ο ξανθός με το παχύ μουστάκι, ήταν και ο οδηγός του ταξί που διέφυγε. Ο Αβδούλος λέει ότι αναγνώρισε 100% τον Βασίλη, ο οποίος ήταν μελαχρινός και με χωρίστρα. Εδώ μιλάμε για ξανθό με παχύ μουστάκι, ο οποίος οδήγησε το ταξί της διαφυγής. Ως καλοβαλμένο 40άρη τον περιγράφει ο κ. Μόσχος και με περούκα. Το τρίτο άτομο δεν το γνώρισε.
Ο ίδιος βεβαίως είχε πει στην προανάκριση ότι δεν είχε περούκα ο δράστης, εκεί νομίζω υπάρχουν κάποιες πολύ εύστοχες ερωτήσεις του κ. Γεωργαντόπουλου ο οποίος προσπάθησε να ξεκαθαρίσει αυτές τις θέσεις, ρίξτε μια ματιά, νομίζω ότι είναι χρήσιμες για να αποφασίσετε.
Εδώ γίνεται μια προσπάθεια από μέρους του Εισαγγελέως της Έδρας, να ταυτίσει σώνει και καλά τον Βασίλη Ξηρό με αυτόν που αντιφατικά περιγράφουν οι μάρτυρες, λέγοντας «μα κοιτάξτε, δεν υπάρχει κάποιος στο ακροατήριο που να έχει χωρίστρα στη μέση;› Ο μάρτυρας έλεγε «δε μπορώ να καταλάβω›, δεν εννοούσε προφανώς αυτό, έγινε μια παρεξήγηση, ο κ. Εισαγγελέας σώνει και καλά «μα πείτε, αυτός είναι ο Βασίλης εκεί...› Ο Βασίλης όταν εκείνη την ημέρα καθόταν στο ακροατήριο είχε τα μαλλιά του χωρισμένα στη μέση.
Τελικώς ο μάρτυρας κατέληξε ότι δεν αναγνωρίζει ως δράστη τον Βασίλη, αυτόν που είδε στο ακροατήριο, παρά τη χωρίστρα, διότι λέει «ο Βασίλης Ξηρός είναι πολύ νεότερος από το άτομο που είδα εγώ›. Ένα πολύ ουσιαστικό και αντικειμενικό στοιχείο.
Υπάρχει ο μάρτυρας Κήρυκος, ο περίφημος Α1. Νομίζω ότι δεν έγινε χρήση αυτών των κεκαλυμμένων αυτών μαρτύρων. Ήρθαν οι άνθρωποι, κατέθεσαν ελευθέρως και χωρίς φόβο. Ποιος ήταν ο λόγος του να εμφανιστούν ως κρυφοί μάρτυρες σε ελληνική δίκη για πρώτη φορά, χωρίς στοιχεία ταυτότητας.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι δήλωσαν ότι ούτε φοβήθηκαν, ούτε τίποτα. Ο ένας μάλιστα είπε «εγώ την φασαρία δεν ήθελα›. Υπάρχει ο μάρτυρας Κήρυκος ο οποίος περιγράφει, τους είδε όλους από τον Δ΄ όροφο, από πάνω από ένα μπαλκόνι. Λέει: «ο πρώτος ήταν ψηλός με μαύρα κατσαρά μαλλιά, αδύνατος›. Αναγνώρισε τον Σάββα με αυτήν την περιγραφή. «Ο δεύτερος ήταν ένας κοντός, φορούσε μπουφάν και καπελάκι, ο τρίτος ψηλός, καστανόξανθος με μουστάκι› και ως τέτοιον αναγνωρίζει τον Βασίλη.
Ο μάρτυρας Ρούσσης βρίσκονταν σε ένα παρακείμενο τουριστικό γραφείο. Κατηγορηματικά τόνισε στο Δικαστήριό σας ότι δεν είχε μουστάκι ο δράστης που αναγνωρίζει, βέβαια με σχετική βεβαιότητα ως Βασίλη. Κατά τα άλλα όμως είχε μακριά μαλλιά λαδωμένα, ήταν μελαχρινός, δεν είχε ούτε γένι, ούτε μουστάκι, είχε καθαρό πρόσωπο. Ο ένας ρυπαρό, ο άλλος καθαρό.
Παρότι έπεσε σε αντίφαση διότι ο ίδιος στην προανάκριση είχε πει ότι είχε κοντά μαλλιά, νομίζω ότι αυτό μπορεί να είναι σχετικό. Εκείνο όμως που είναι απόλυτο είναι ότι επειδή και τα δύο δεν μπορεί να είναι αληθινά διαλέξτε τι από τα δύο θέλετε ή κάντε το σωστό, ότι αν αμφιβάλλετε και για το ένα και για το άλλο, εν αμφιβολία πρέπει να δεχθείτε ότι δεν έχουμε αποδείξεις που να αποδεικνύουν εδώ τη συμμετοχή του Βασίλη Ξηρού σε αυτήν την ενέργεια.
Υπάρχει και ο άλλος μάρτυρας Παπαγεωργίου. Νομίζω τον ανέφερα. Ο μάρτυρας Σιάνος, ένας φύλακας του πάρκινγκ ο οποίος λέει ότι ο Βασίλης είχε μουστάκι και μούσι και αυτός τον αναγνωρίζει εδώ αλλά με μουστάκι και μούσι. Δεν θα συνεχίσω, νομίζω ότι αυτά είναι αρκετά για να καταδείξω αυτό το οποίο ισχυριζόμαστε ότι ο Βασίλης Ξηρός δεν συμμετείχε σε αυτήν την ενέργεια και δεν αποδεικνύεται από τα αποδεικτικά μέσα που έχετε στην διάθεσή σας η συμμετοχή του.
Ένα επιχείρημα που συνηγορεί είναι ότι ο Βασίλης ο οποίος φέρεται να ήρθε στην Αθήνα το ΄97 ή κατά τον αδελφό του Χριστόδουλο στην απολογία, στην «ομολογία του› το 1998 πώς είναι δυνατόν να του είχε ανατεθεί, το είπα και χθες αυτός ο πολύ ευαίσθητος ρόλος του οδηγού του οχήματος διαφυγής; Δηλαδή όσο κάποιος και να ξέρει καλά να οδηγεί πρέπει να έχει και γνώση του χώρου στον οποίο βρίσκεται για να μπορέσει ανά πάσα στιγμή να αποφασίσει ποια εναλλακτική διέξοδος, ποιος δρόμος εναλλακτικός διαφυγής διατίθεται ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι οι δράστες από την αρχή είχαν προκαθορίσει «από κει θα διαφύγουμε›. Το «από εκεί› δεν σημαίνει τίποτα. Είναι μπλοκαρισμένο ένα αυτοκίνητο, σταματάει ένα ταξί να κατεβάσει μία γιαγιά, πρέπει από κάπου αλλού να διαφύγουν.
Δε νομίζω ότι αυτή την ευαίσθητη αποστολή θα την ανέθετε κάποιος λογικός και σώφρων τρομοκράτης στον Βασίλη Ξηρό ο οποίος μόλις είχε κατέβει από την Θεσσαλονίκη, αν πράγματι ήταν στην Αθήνα. Έρχομαι σε μία σειρά από υποθέσεις οι οποίες είναι όλες εκρήξεις αρχίζοντας με την υπόθεση Ρούσσου.
Αναφέρθηκα αλλά όχι όμως ως προς την κατηγορία. Εδώ φέρεται ότι τοποθέτησαν μία βόμβα απλώς και μόνο για να δείξουν στον μαθητευόμενο τότε Βασίλη Ξηρό ο Δημήτρης Κουφοντίνας και ο Σάββας Ξηρός πώς γίνονται αυτές οι δουλειές. Τον πήγαν λοιπόν σε ένα οικόπεδο, ήταν ένα αυτοκίνητο. Φέρεται να λέει ο Βασίλης: «έφυγαν οι δυο τους, εγώ περίμενα, ήρθαν μετά από μισή ώρα. Ο Σάββας είχε μία σακούλα στο χέρι, πήγε παρακεί, την έβαλε κάτω από το αυτοκίνητο και φύγαμε. Αυτό ήταν όλο. Μετά έμαθα από τις ειδήσεις ότι έγινε η έκρηξη αυτή και προξένησε ζημιές›.
Κατηγορείται ο Βασίλης Ξηρός εδώ ως συνεργός στην έκρηξη αυτή. Εγώ απορώ και σας καλώ να διαλογιστείτε μαζί μου εάν αυτή η περιγραφή αυτής της συμμετοχής στοιχειοθετεί κάποιας μορφής συνέργια υπό την έννοια βεβαίως της ψυχικής συνδρομής. Μα ποια ήταν η ψυχική συνδρομή; Ούτε τους παρακίνησε, ούτε τους παρότρυνε κατά την εκτέλεση, ούτε τους δημιούργησε κάποια υποχρέωση να κάνουν αυτά που έκαναν. Με καμία έννοια δεν νομίζω ότι συμμετείχε σε αυτό που συνέβη ψυχικά ο ίδιος ο Βασίλης. Το πολύ-πολύ να πουν ότι χάριν τούτου έγινε αυτό αλλά δεν είναι συνεργός αυτός χάριν του οποίου γίνεται κάτι.
Βεβαίως θα αναφερθώ στην νομολογία και στο σχόλιο υπ’ αριθμ. 4 του άρθρου 46 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας όπου ο συγγραφέας Μαργαρίτης εκφράζει συγκεκριμένα σε αυτήν την περίπτωση την άποψη ότι «αν η ψυχική συνέργια παρέχεται υπό την μορφή παρουσίας του συνεργού στον τόπο εγκλήματος κατά την ορθότερη άποψη δεν αρκεί μόνο η παρουσία του αλλά πρέπει να διαπιστώνεται έπ’ ακριβώς και επιμελώς με ποιον τρόπο ενισχύθηκε ή διευκολύνθηκε αντικειμενικά η τέλεση της πράξης στη συγκεκριμένη μορφή›. Σωστά το λέτε κ. Πρόεδρε.
Αναφέρει βέβαια και νομολογία τόσο του γερμανικού ακυρωτικού όσο και την απόφαση του Αρείου Πάγου 1303/98. Σας καλώ να εμμείνετε στην άποψή σας, είναι σωστή. ¶ρα λοιπόν δεν στοιχειοθετείται ούτε συνέργια σε αυτήν την περίπτωση για τον Βασίλη Ξηρό και πρέπει γι’ αυτόν τον λόγο να απαλλαγεί. Εκτός τούτου κανένας άλλος δεν αναφέρεται, ούτε προκήρυξη υπάρχει, ούτε έχει αναλάβει η Οργάνωση αυτή την ενέργεια. Μόνο ο ίδιος ο Βασίλης αναφέρεται. Δεν υπάρχει άλλος που να λέει ότι «με τον Βασίλη πήγαμε›.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, αυτό το λέει σε όλα. Για να είμαστε ειλικρινείς και για να τα πούμε ανοιχτά και όπως είναι τα πράγματα, εάν πάρουμε την περιγραφή που έχει το παραπεμπτικό βούλευμα τότε τουλάχιστον ως σοβαρό νομικό κείμενο δεν πρέπει να θεωρηθεί. Όλα είναι standards, σε όλες τις ενέργειες το ίδιο ακριβώς διότι συνέδραμε με κάθε τρόπο και επιτηρούμε κι έκανε, standard χωρίς εξειδίκευση, χωρίς τόπο, χρόνο, χωρίς συγκεκριμένη συμμετοχή. Δεν νομίζω ότι πρέπει να στηριχθούμε εκεί γι’ αυτό υπάρχει και η νοοτροπία ότι το παραπεμπτικό βούλευμα τα πάει στο ακροατήριο.
Να σας πω και κάτι άλλο. Αν πράγματι επιτηρούσε από πού προκύπτει αυτό; Ο ίδιος δεν λέει ότι εγώ έμεινα εκεί και επιτηρούσα. Ποια απόδειξη έχετε ότι επιτηρούσε; Επειδή το λέει το παραπεμπτικό βούλευμα; Ο ίδιος ο Βασίλης δεν λέει. Εγώ λέει ήμουν εκεί, το έκαναν, φύγαμε. Δεν λέει «κρατούσα τσίλιες μην έρθει κανένας, πρόσεχα μην εμφανιστεί κάποιος›. Ήταν απλή παρουσία εκεί πέρα, έγινε χάριν τούτου. Εάν αυτός χάριν του οποίου γίνεται κάτι είναι συνεργός τότε να σκεφτούμε μήπως και όσες φορές κάποιος ή κάποια κυρία δέχεται ένα δώρο από μία ληστεία μήπως είναι και αυτή συνεργός στην ουσία χάριν της οποίας έγινε.
Δεν νομίζω ότι αξίζει να συνεχίσουμε, δεν αποδεικνύεται από πουθενά ότι είχε κανένα ρόλο εκεί πέρα. Υπάρχουν οι εκρήξεις κατά των MUC DONALD’S δύο φορές στο Χαλάνδρι και στα Βριλήσσια, κατά της DETROIT MOTORS, της εταιρείας CHRYSLER και της εταιρείας OPEL. Εδώ παραπέμπεται κατά το βούλευμα ως συναυτουργός ο Βασίλης ενώ σε όλες αυτές τις ενέργειες ο ίδιος φέρεται να λέει και τουλάχιστον εάν δεχθούμε αυτά που λέει ας τα δεχθούμε και επί λέξει όπως τα λέει.
Εμείς λέμε ότι δεν τα είπε αλλά ας σεβαστούμε τουλάχιστον αυτά που εμείς θέλουμε να λέμε ότι είπε. Εάν λοιπόν δεχθούμε αυτά που είπε έτσι όπως φέρεται ότι τα είπε λέει εδώ πέρα «σε όλες τις ενέργειες αυτές εγώ ήμουν αυτό που λένε τσιλιαδόρος, πρόσεχα μήπως έρθει κάποιος ή οδηγούσα›. Εδώ το λέει. «Τα ‘καλάθια’ τοποθετούσε στη θέση τους ο Σάββας›.
Νομίζω ότι είναι ξεκάθαρο ότι σε αυτές όλες τις περιπτώσεις δεν στοιχειοθετείται συναυτουργία. Το πολύ εάν δεχθείτε συνέργια. Υπόθεση CITIBANK, επίθεση με ρουκέτα. Κατά το βούλευμα φέρεται ως απλός συνεργός εδώ. Πράγματι φέρεται να λέει ότι «εγώ οδηγούσα, δεν ξέρω ποιος έφτιαξε τον μηχανισμό, τον τοποθέτησε στο καπό του αυτοκινήτου ο Σάββας›. Ξεκάθαρα λοιπόν δεν μπορούμε να δεχθούμε τίποτα άλλο πέραν της απλής συνέργιας με την μορφή ότι οδηγούσε.
Επίθεση κατά των γραφείων του ΠΑΣΟΚ στην Χαριλάου Τρικούπη. Κι εδώ φέρεται ως συναυτουργός. Όμως ο ίδιος λέει και φαίνεται ότι ο κύριος ή οι κύριοι που συντάξανε το παραπεμπτικό δεν έκαναν τουλάχιστον στοιχειωδώς τον κόπο να διαβάσουν τι λένε οι λίγοι αυτοί που δεν είχαν και τίποτε άλλο, τον Σάββα είχαν και την μαρτυρία του Βασίλης. Μάρτυρες αυτόπτες δεν υπήρχαν.
Φέρεται να λέει ο Βασίλης: «Ο Λουκάς και ο Σάββας τοποθέτησαν την ρουκέτα με τον ωρολογιακό μηχανισμό›. Υπήρχε ρουκέτα που πυροδοτήθηκε με ωρολογιακό μηχανισμό. «Εγώ οδηγούσα›, δεν έκανε τίποτε άλλο. Επίθεση κατά των γραφείων ΠΑΣΟΚ στο Γαλάτσι. Φέρεται να λέει ο Βασίλης: «Οδηγούσα εγώ, ο αδελφός μου τοποθέτησε το καλάθι σε ένα τοιχάκι και φύγαμε›.
Νομίζω ορθά ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας ανέφερε ότι μόνο συνέργια μπορεί να προκύψει σε αυτές τις ενέργειες. Έχουμε τις επιθέσεις με ρουκέτες κατά 3 Τραπεζών στον Πειραιά, CHANGE MANHATTAN, MIDLAND BANK και BANK NATIONALE DE PARIS. Εδώ φέρεται να λέει ο Βασίλης: «Ο Σάββας και ο Λουκάς έδεσαν και προσάρμοσαν στη σχάρα του αυτοκινήτου 3 σωλήνες με ρουκέτες. Ο Λουκάς οδηγούσε και ο Σάββας πυροδοτούσε τις ρουκέτες. Εγώ καθόμουν στο πίσω κάθισμα›. Αυτό έκανε μόνο. Ήταν συνοδός; Αν ο συνοδός μπορεί να αξιολογηθεί ποινικά και ως συνεργός στη συγκεκριμένη περίπτωση και με βάση ποιες συγκεκριμένες ενέργειες και με ποια συνδρομή σε αυτήν την πράξη, το θέτω και αυτό στην εκτίμησή σας.
Υπόθεση κατά Γερμανικής Πρεσβείας. Εδώ έχουμε μία κατηγορία για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά του Γερμανού Πρέσβη και της γυναίκας του αν δεν κάνω λάθος. Μάρτυρες βεβαίως δεν υπάρχουν, όχι για τους δράστες. Κατέθεσαν μάρτυρες για την έκρηξη την ίδια, ο κ. Κατσιφαράκης που ήταν οδηγός του Πρέσβη και ο κ. Τσιμπερδώνης που ήταν φύλακας της Πρεσβείας εκείνη την βραδιά.
Ο πρώτος λέει ότι η ρουκέτα έσκασε ψηλά και μπήκε μέσα στην σκεπή. Ο δεύτερος λέει ότι «δεν γνωρίζω τι επεδίωκαν οι δράστες› και βεβαιώνει και αυτός ότι έγιναν λίγες ζημιές στην σκεπή, στην στέγη της οικείας του Γερμανού Πρέσβη. Βεβαίως κι εδώ δέχθηκαν οι μάρτυρες αφόρητη πίεση από τον κ. Εισαγγελέα να πουν «έλα πες μας τώρα, μα δεν είχαν πρόθεση να σκοτώσουν, είναι δυνατόν να σημαδέψεις›.
Εγώ νομίζω κ.κ. Δικαστές ότι δεν πρέπει να κρίνουμε με βάση υποθετικές σκέψεις, ότι δεν πήγε μέσα γιατί δεν σημάδεψε σωστά. Τι λέει ο Σάββας Ξηρός; Λέει: «σημάδεψα ψηλά για να μην πάει μέσα η ρουκέτα›. Γιατί δηλαδή να στηριχθούμε σε μία υποθετική σκέψη που θέλουμε σώνει και καλά εδώ να χρησιμοποιήσουμε ότι όχι μέσα ήθελε να πάει αλλά δεν σημάδεψε σωστά και πήγε ψηλά και έσκασε στη στέγη.
Νομίζω ότι πολύ πιο λογικό και πιο κοντά στην αλήθεια είναι να δεχθούμε εφόσον θέλουμε να δεχθούμε ορισμένα πράγματα έτσι όπως τα περιγράφουν αυτοί όπως τα περιγράφουν. Τι είπε ο Σάββας Ξηρός; «Σημάδεψα ψηλά για να μην μπει μέσα η ρουκέτα και έχουμε θύματα›. Δεν ήθελαν να έχουν θύματα σε αυτήν την περίπτωση. Το έχουν πει, φαίνεται και από την προκήρυξη. Για όνομα του Θεού, δεν μπορούμε να φτιάχνουμε υποθετικούς αιτιώδεις συνδέσμους ή υποθετικές σκέψεις για να στέλνουμε ανθρώπους για μια απόπειρα ανθρωποκτονίας, μια για μια δεύτερη απόπειρα. Θέλει νομίζω και λίγο πιο προσεκτική προσέγγιση το κατηγορητήριο.
Πιστεύω λοιπόν εδώ ότι σε καμία περίπτωση δεν στοιχειοθετείται απόπειρα ανθρωποκτονίας. Όσον αφορά τον Βασίλη Ξηρό εδώ λέει ο ίδιος ο Βασίλης «Οδηγούσε ο Λουκάς, εγώ καθόμουν πίσω. Ο Σάββας ήταν στη θέση του συνοδηγού. Όταν φτάσαμε στο σπίτι βγήκαμε και οι τρεις έξω από το αυτοκίνητο. Ο Σάββας πυροδότησε την ρουκέτα›.
Σας το είπα και χθες, άλλη μια περίπτωση όπου εγκατέλειψαν το αυτοκίνητο. Βγήκαν και οι τρεις. Να λοιπόν εδώ, στην Πρεσβεία την Αμερικάνικη έγινε ακριβώς το ίδιο, με τον ίδιο τρόπο. Κι εκεί είχαν βγει και οι τρεις αλλά εδώ θέλαμε σώνει και καλά να έχουμε και έναν τέταρτο. Δεν υπήρχε τέταρτος κ.κ. Δικαστές και λάβετέ το υπόψη σας.
¶ρα λοιπόν στη συγκεκριμένη περίπτωση το μόνο για το οποίο αν ήθελε δεχθούμε διότι το να παρευρίσκεται ας πούμε ότι θεωρείται ως ψυχική συνδρομή. Δεν ξέρω βεβαίως κατά ποιον τρόπο θα μπορούσε να συνδράμει αλλά εν πάση περιπτώσει κρίνετέ το εσείς. Το πολύ-πολύ να κατηγορηθεί ως συνεργός στην έκρηξη και πρέπει να απαλλαγεί σε αυτήν την περίπτωση και ο Σάββας Ξηρός για την απόπειρα ανθρωποκτονίας.
Δεν ξέρω αν μου έχει διαφύγει κάποια άλλη περίπτωση. Νομίζω ότι σε όλα αυτά για να ανακεφαλαιώσω, όλες αυτές τις εκρήξεις αλλά και σε όλη την εν γένει δράση έτσι όπως φέρεται να την έχει πραγματώσει εάν πράγματι δεχθείτε αυτά τα οποία περιγράφονται, ο Βασίλης Ξηρός ήταν πράγματι ένας άνθρωπος ο οποίος εάν είχε ήταν πολύ δευτερεύουσα και πολύ περιθωριακή ή περιφερειακή αν θέλετε η δράση του.
Αν ήθελε οδηγηθείτε στην κρίση περί ενοχής του ζητώ σοβαρά να λάβετε υπόψη σας όλη αυτή την σταδιοδρομία αυτού του νέου ανθρώπου με αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας. Ένας ευαίσθητος νέος άνθρωπος που επί μήνες καθόταν στο ακροατήριό σας και στην ουσία είχε απομονωθεί στον κόσμο του ζωγραφίζοντας διότι κάπου ένοιωθε ότι δεν έχει λόγο ύπαρξης εδώ μέσα.
Πρέπει λοιπόν σοβαρά να αναλογισθείτε και αν θέλετε νομίζω ότι είναι και από τις περιπτώσεις που αξίζει να εξετάσετε με πολύ προσεκτική προσέγγιση δίνοντας όλα τα περιθώρια στο να αντιμετωπιστεί σωστά και σοβαρά η περίπτωση του Βασίλη Ξηρού.
Δύο πολύ σύντομες παρατηρήσεις ήθελα να κάνω, θα μου επιτρέψετε για τον τρόπο με τον οποίο ο Εισαγγελέας της Έδρας αντιμετώπισε τις κατηγορίες. Βεβαίως το ότι ιδεολογικοποίησε μόνος του αυτά τα οποία αρνείται να αποδεχθεί ως πολιτικά εγκλήματα αυτό είναι εμφανές αλλά νομίζω ότι κ. Εισαγγελεύ υπερβάλλατε και πρέπει να αντιτάξουμε κι εμείς αναλόγως αυτές τις υπερβολές.
Δεν πιστεύω δηλαδή ότι η 17Ν φταίει για το οικονομικό μας χάλι. Υπάρχουν άλλοι πολύ πιο ισχυροί και κραταιοί τρομοκράτες της οικονομίας οι οποίοι φταίνε για το οικονομικό μας χάλι κι αν το ζούμε στο πετσί μας αυτό το οικονομικό μας χάλι εγώ θα σας πω ότι η φτώχια όπως λέει και ένας τροβαδούρος της νεοελληνικής σκηνής, ότι η φτώχιας καθεαυτής δεν ερμηνεύεται, έχει λόγους που υπάρχει η φτώχια και η μιζέρια έχει λόγους που υπάρχει σε μία κοινωνία και αυτοί οι λόγοι σίγουρα δεν είναι η 17Ν.
Νομίζω λοιπόν ότι είναι πολύ επιφανειακό και είναι μία άδικη προσέγγιση του φαινομένου της τρομοκρατίας ή εν πάση περιπτώσει της ένοπλης δράσης ή της επαναστατικής δράσης ή όπως θέλετε στην χώρα μας το να προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε ή να τους φορτώσουμε ως αποδιοπομπαίους τράγους όλα τα μαύρα χάλια, τα αποδεδειγμένα μαύρα χάλια κάτω από τα οποία υποφέρει η χώρα μας. Αυτό είναι το μόνο γεγονός.
Τώρα αν θέλουμε σώνει και καλά να καταστήσουμε αυτούς τους ανθρώπους υπεύθυνους γι’ αυτά τα χάλια νομίζω ότι μας βολεύει πολύ για να κρύψουμε τι; Ίσως ότι όλοι μας είμαστε συνυπεύθυνοι γι’ αυτά τα χάλια, τα αποδεδειγμένα επαναλαμβάνω χάλια.
Το πόσο -μου επιτρέπετε κ. Εισαγγελέα. Ιδεοληπτική ήταν η προσέγγισή σας φάνηκε σε πολλές περιπτώσεις. Είπατε στην περίπτωση του κ. Βαρδινογιάννη παράδειγμα, παράγει πλούτο από τον οποίο όλοι ωφελούμαστε. Εγώ λέω μήπως παράγουμε όλοι μας πλούτο από τον οποίο ωφελείται ο κ. Βαρδινογιάννης ή τουλάχιστον μήπως είναι κι έτσι κι αλλιώς; Αλλά εν πάση περιπτώσει δεν νομίζω να παράγει τον πλούτο ο Βαρδινογιάννης και να μας τον επιστρέφει εμάς. Νομίζω ότι εμείς όλοι μας με όποια θεωρία πολιτικής οικονομίας ??
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Όχι, αλλά ξέρω καλούς και κακούς επιχειρηματίες αν θέλετε. Ξέρω ένα ανοιχτό και διαφανές επιχειρηματικό παιχνίδι και ξέρω διαπλοκή. Εμείς στην Ελλάδα την ξέρουμε την διαπλοκή. Εσείς δεν την ξέρατε ως τώρα να κάνετε κάτι γι’ αυτό;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Εμείς είδατε που είμαστε όλοι με γεμάτα στομάχια και γεμάτες τσέπες. Εμείς που είμαστε μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τουλάχιστον αυτοί είχαν και μία αυτοκρατορία.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, το έχετε ξαναπεί ότι πριν από 20-30 χρόνια ήμασταν φτωχότεροι απ’ ότι είμαστε σήμερα. Δεν πιστεύω ότι είστε τόσο απροβλημάτιστος άνθρωπος που να μην έχετε σκεφτεί το αυτονόητο, ότι η φτώχια είναι μία έννοια σχετική. Όταν αυξάνονται τεχνητώς οι καταναλωτικές ανάγκες του ανθρώπου οι άνθρωποι παρότι έχουν σε απόλυτα μεγέθη περισσότερα χρήματα στην τσέπη τους είναι υποκειμενικά φτωχότεροι. Ούτε εμείς προσπαθήσαμε να τα λύσουμε αλλά και από την πλευρά της Έδρας τέθηκαν αυτά τα ζητήματα.
Μα δεν βλέπετε την οπισθοδρόμηση; Σας είπα πλήθος καταναλωτικών αγαθών. Οι άνθρωποι φτωχότεροι. Έχουν αλλά έχουν αυξηθεί και οι ανάγκες τους και βεβαίως και καλά έκαναν οι ανάγκες τους και αυξάνονται γι’ αυτό έχουμε έναν πολιτισμό που έχει μια ανοδική πορεία. Το θέμα είναι: μπορούν να ικανοποιήσουν και πόσα κομμάτια του πληθυσμού όλες αυτές τις ανάγκες; Αυτό είναι το θέμα. Να δούμε υπάρχει η νέα φτωχή τάξη; Γιατί 20% των ανθρώπων σε μία αναπτυγμένη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου πακτωλός δισεκατομμυρίων έχει εισρεύσει τα τελευταία 20 χρόνια, 20% των ανθρώπων εξακολουθούν να ζουν μίζερα και φτωχά; Αυτό δεν μας έχει προβληματίσει; Η καθημερινότητα;
Θα το συνδέσω κ. Εισαγγελέα, αυτή είναι η υπόθεση μας. Στην ουσία αυτή είναι η υπόθεσή μας πέραν του ευνουχισμού και του περιορισμού της υπόθεσης στο καθαρά ποινικό σκέλος. Η υπόθεση εκεί είναι από εκεί ξεκίνησε και εκεί θα ξανακαταλήξει πάλι. Αν δεν βάλουμε ακριβώς το δάχτυλο εκεί που χρειάζεται να ξέρετε και το ξέρετε πολύ καλά ότι θα ξανάρθουμε εδώ πέρα με άλλους κατηγορουμένους, με νέες Οργανώσεις διότι βεβαίως αν τα παραγωγά αίτια όλης αυτής της κατάστασης δεν στηλιτευτούν και δεν γίνει προσπάθεια να έχουμε μία αντιμετώπιση του φαινομένου σφαιρικά αναγνωρίζοντας και τη δική μας ευθύνη απέναντι στην παραγωγή αυτού του φαινομένου βεβαίως δεν θα μπορέσουμε και να κάνουμε κάτι ουσιαστικό για να το αντιμετωπίσουμε. Μόνο να καταστείλουμε θα μπορούμε κ. Εισαγγελέα.
Βεβαίως άλλοι προβληματισμοί του κ. Εισαγγελέα, πρέπει να τους αποκρούσω. Γιατί δεν δώσανε λέει σε κάποια στιγμή απευθυνόμενος στον Σάββα φάρμακα και στον κ. Γιωτόπουλο. Μα κ. Εισαγγελεύ σας το είπα και χθες. Όταν έφτιαξαν αυτό το σενάριο πέρασαν από τον Σάββα στον Βασίλη και στον Χριστόδουλο και πιστεύω ότι έχοντας πλέον όλη την παλέτα των στοιχείων που θέλανε, πίστεψαν ότι είχαν δέσει και την υπόθεση και το επιβεβαιώσατε εσείς ο ίδιος λέγοντας ότι μετά τις ομολογίες δεν έψαξαν οι ανακριτικές αρχές να βρουν παραπάνω στοιχεία. Σου λέει «αφού μας την έφεραν στο πιάτο› έτσι είπατε εσείς ο ίδιος και πράγματι κι εγώ αυτό λέω. Γιατί λοιπόν να κάθονται τώρα να ταλαιπωρούνται με οποιονδήποτε;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Εάν εξετάσουμε λίγο όλα αυτά τα θέματα που επ’ αφορμή των παρεμβάσεων του κ. Εισαγγελέως για την ποιότητα της δράσης, την κοινωνική ποιότητα της δράσης της 17Ν, αν τα εξετάσουμε κάτω από ένα άλλο πρίσμα με κατανόηση, όχι κατανόηση όσον αφορά την ποινική τους αξιολόγηση, αλλά ποτέ το Ποινικό Δίκαιο δεν ήταν ξεκομμένο εντελώς από την κοινωνία.
Νομίζω λειτουργούμε υποκριτικά αν θέλουμε να το δούμε έτσι. Ξαφνικά δηλαδή διεκπεραιώνουμε μια ποινική υπόθεση και αγνοούμε όλα τα άλλα, που όλη η φιλοσοφία του Δικαίου λέει ότι το Ποινικό Δίκαιο είναι το κατεξοχήν κοινωνικό εργαλείο. Εγώ θα μιλήσω για τα μη ταπεινά κίνητρα, αλλά θέλω να κάνω την εξής διαφοροποίηση: Δεν επικαλούμαι μη ταπεινά κίνητρα για να ζητήσω ελαφρυντικά για τους εντολείς μου. Δεν το επιθυμούν.
Και βεβαίως με τη λογική ότι εφόσον οι δυο λένε ότι «εμείς δεν είχαμε καμία σχέση›, λογικό είναι να μη θέλουν να ζητήσουν και μη ταπεινά κίνητρα. Ο δε Σάββας Ξηρός με τη δική του λογική, διότι δεν προσδοκά απ’ ότι δήλωσε ενώπιόν σας δικαιοσύνη από εσάς, με το σκεπτικό του βεβαίως ότι εφόσον δεν αναγνωρίσατε όσα έπαθε στον «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ› ο ίδιος αρνείται πλέον να αναγνωρίσει εσάς, είναι μια εκατέρωθεν σχέση αναγνώρισης, μια στάση την οποία εγώ απλώς μεταφέρω στην Έδρα σας διότι αυτή είναι η εντολή που έχω.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Παρότι δεν ζητάμε λοιπόν τα κίνητρα, εγώ ήθελα απλώς να σας πω και το γνωρίζετε, ότι εάν διαγνώσετε αντικειμενικά την ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων, μπορείτε να τις αναγνωρίσετε ακόμα και αν δεν έχουν προταθεί. Διότι αφορούν την ενοχή, είναι θέμα το οποίο θα χειριστείτε με την διακριτική σας ευχέρεια και από Έδρας.
Τί είναι όμως τα ταπεινά κίνητρα; Εδώ δεν υπάρχει μια άποψη στη θεωρία. Ο κ. Κατσαντώνης μας είπε ότι «δυο αποφασούλες υπάρχουν εκεί›, πράγμάτι λοιπόν μία αφορά τους λεγόμενους «Απριλιανούς›, Ζωϊτάκη και λοιπούς, όπου επικαλέστηκαν για τον εαυτό τους μη ταπεινά κίνητρα, τη σωτηρία της πατρίδος και η απόφαση τότε που τους καταδίκασε λέει επί λέξει «δεν προέκυψαν στοιχεία που να αποδεικνύουν μη ταπεινά κίνητρα διότι προέκυψε και ετονίσθη υπό πλείστων μαρτύρων, ότι ούτοι εκινούντο εκ του πάθους της αρχομανίας και της εκμεταλλεύσεως των αγαθών των εξουσιών αναλόγως του βαθμού τον οποίον έκαστος θα κατελάμβανε και της ικανότητος εκμεταλλεύσεως αυτού›.
Δείχνει λοιπόν ότι τα ταπεινά κίνητρα συνδέονται εν πάση περιπτώσει με ιδιοτέλεια, με ιδιοτελείς σκοπούς και εφόσον λοιπόν δεν αποδείχθηκε ότι δεν είχαν ιδιοτελείς σκοπούς. Εφόσον λοιπόν δεν αποδείχθηκε ότι δεν είχαν ιδιοτελείς σκοπούς οι πρωτεργάτες της δικτατορίας, γι αυτό το δικαστήριο αρνήθηκε να τους αναγνωρίσει τα ταπεινά κίνητρα.
Κατά τον Χωραφά, «ταπεινό είναι το αίτιο που προδίδει κακοβουλία του δράστη ή διαστροφή του χαρακτήρα του›. Βεβαίως η κακοβουλία υπάρχει πάντα στο δόλο. Από κει και πέρα διαστροφή του χαρακτήρα νομίζω ότι είναι μια ψυχολογίζουσα προσέγγιση και μια έννοια η οποία μπορεί εύκολα να εξαρτήσει την κρίση του Δικαστή από ιδεολογήματα, πέραν του ότι είναι μια αόριστη και δύσκολα εξειδικευόμενη έννοια.
Απ’ όσα έψαξα, η πιο λογική προσέγγιση και πιο κοντά στην πραγματικότητα που θα μπορούσε να βοηθήσει τη δική μας περίπτωση, είναι η προσέγγιση του καθηγητή κ. Παρασκευόπουλου στο βιβλίο της Ποινολογίας του, που λέει ότι «ως όχι ταπεινά αίτια θα πρέπει να χαρακτηρίζονται αυτά που προδίδουν θετική ψυχική στάση του δράστη απέναντι σε άλλα, πλην αυτών που προσέβαλε και μη ανήκοντα αποκλειστικά στον ίδιο αγαθά›.
Δεν ξέρω ποια είναι αυτά που προσέβαλλαν εδώ, ήταν τα αγαθά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της περιουσίας.... Δείχνει λοιπόν ως μη ταπεινά αυτά τα οποία δείχνουν σεβασμό ως προς άλλα. Λογικό είναι, δεν μπορεί για τα ίδια, εφόσον τα έχει προσβάλλει. Νομίζω ότι μας δίνει αυτή η εξήγηση του κ. Παρασκευόπουλου μια διέξοδο για να εκτιμήσουμε πιθανώς και τα κίνητρα των συγκεκριμένων φερομένων ως δραστών.
Βεβαίως σας το είπα κι εχθές κ. Πρόεδρε, δεν μπορούμε να κάνουμε αναγωγή, εγώ δεν σας το συμβουλεύω, στον μέσο κοινωνό, σας είπα, είναι μια κατασκευή, είναι ένα ιδεολόγημα αν θέλετε. Στον μέσο αυτό κοινωνό, του προσδίδουμε όλες αυτές τις ιδιότητες τις οποίες θέλουμε μετά να πάρουμε πάλι για να πούμε «ορίστε, ο μέσος νους και ο μέσος κοινωνός λέει ότι αυτό είναι έτσι›. Ναι, αλλά πού ξέρουμε εμείς τί λέει; Ποιος μας δίνει χειροπιαστά, ποιος μας αποδεικνύει τί λέει εν πάση περιπτώσει αυτός ο μέσος κοινωνός; Κανείς. Είναι ένα κατασκεύασμα, αν θέλετε ιδεολόγημα.
Υπήρξαν και στο παρελθόν προσεγγίσεις της λεγόμενης πολιτικής εγκληματικής δράσης, οι οποίες δεν είχαν απαξιωτικό χαρακτήρα. Αντίθετα δηλαδή με αυτό που προσπαθεί εδώ να γίνει και σας διάβασα χθες και δηλώσεις του Υπουργού κ. Πετσάλνικου, ότι ήρθε ο καιρός να τους απαξιώσουμε ηθικά, στη Γερμανία για παράδειγμα, στον παλιό ποινικό νόμο, υπήρχε ιδιαίτερο είδος ποινής για τέτοιου είδους εγκλήματα, η οποία ήταν μεν ποινή, είχε στερητικό της ελευθερίας χαρακτήρα, δεν εμπεριείχε όμως απαξίωση, ηθική απαξίωση όπως εμπεριέχουν οι ποινές του κοινού Ποινικού Δικαίου.
Αυτό έχει μια μακρά παράδοση. Αναφέρομαι και στην custodia honesta του ρωμαϊκού Δικαίου, ότι ναι μεν σε τιμωρώ, σε φυλακίζω, σου στερώ την ελευθερία σου, αλλά δεν υψώνω το δάχτυλο της ηθικής κατακραυγής εναντίον σου διότι αναγνωρίζω ότι είχες κάποια κίνητρα τα οποία εν πάση περιπτώσει, αν δεν συνάδουν με το νόμο, δε σημαίνει ότι τραυματίζουν και την ηθική ή τουλάχιστον σου αναγνωρίζω το δικαίωμα να διαμορφώσεις και να διατυπώσεις και μια δική σου ηθική.
Θα σας πω τί πρακτική συνέπεια θα είχε για τη δική μας περίπτωση, να κάνετε χρήση εν πάση περιπτώσει των στοιχείων αυτών, των μη ταπεινών κινήτρων αν θέλετε και χωρίς να σας το ζητήσουμε εμείς. Σπάει ο ανελαστικός χαρακτήρας της ποινής της ισόβιας κάθειρξης. Διότι είναι μια απόλυτη ποινή η οποία δεν επιτρέπει να επιδιώξει το Δικαστήριο διάφορους σκοπούς της ποινής. Δηλαδή δεν επιτρέπει να προσαρμόσει το Δικαστήριο έτσι την ποινή ώστε η ποινική μεταχείριση του δράστη να πραγματώσει και κάποιον από τους σκοπούς της ποινής ο οποίος μπορεί να είναι είτε ειδική πρόληψη, είτε γενική πρόληψη, εν πάση περιπτώσει αυτοί που φέρονται ως σκοποί της ποινής, μια ανελαστική ποινή δεν δίνει αυτό το περιθώριο.
Η ισόβια κάθειρξη μπορεί να σχετικοποιηθεί μόνο με την αναγνώριση των ελαφρυντικών του άρθρου 84 και βεβαίως στην πράξη μετά, με την υφ’ όρων απόλυση. Λοιπόν εδώ για οποιονδήποτε λόγο πρέπει να κρίνετε όχι γενικά για όλες τις ενέργειες, αλλά για κάθε μία ενέργεια ξεχωριστά, διότι δεν κατηγορείται σύσσωμη όλη η Οργάνωση ή αυτοί που φέρονται ως μέλη της για όλα εσαεί και με τον ίδιο δόλο, εδώ έχουμε απλώς συνεκδίκαση περισσοτέρων υποθέσεων που έφτασαν όλες μαζί ενώπιόν σας λόγω του 187.