Βλέπετε λοιπόν δυο διατυπώσεις για δυο υποθέσεις που οι προκηρύξεις της 17Ν έχουν πει άλλα πράγματα. Η κοινή λογική από αυτούς τους ανθρώπους τους μακαρίτες εννοώ άλλα έχει συγκρατήσει, η κοινή μνήμη και οι διατυπώσεις είναι αλλιώτικες. Βεβαίως αυτός που έγραψε το άρθρο ή αυτός που ήταν ο νομικός παραστάτης αυτού πιθανώς να θυμάται την δήλωση του πελάτη του μετά από μια τόσο σημαντική δίκη.
Δείτε πάλι τι λέει για τον Μπακογιάννη ο Σάββας. Έχει μία διατύπωση που λέει «επελέγη ο στόχος ίσως επειδή ήταν πολύ ικανός άνθρωπος της Δεξιάς και ήταν μια γέφυρα προς την Αριστερά›. Επί λέξει, σε εισαγωγικά είναι αυτό. Εγώ σκέφτομαι τώρα, ένα μέλος ένοπλης Οργάνωσης της Αριστεράς που έχει πάρει μέρος στην εκτέλεσή του αν δεν κάνω λάθος ως απλός συνεργός το πιο πιθανό είναι ότι θα έχει για τον μακαρίτη τον Μπακογιάννη την γνώμη που έχει η Οργάνωσή του και την έγραφε στην προκήρυξη. Δεν την έχετε διαβάσει κ. Εισαγγελέα; Θα σας την πω περιληπτικά.
Το ότι ήταν μέτοχος της ΓΡΑΜΜΗ, (αν θυμάμαι καλά) έλεγε ότι και το σόι, η αδελφή του ήταν μέτοχος της ΓΡΑΜΜΗΣ και ο ίδιος ήταν διευθυντής κάποιου περιοδικού του Κοσκωτά. Αυτά έγραφαν αν τα θυμάμαι καλά τώρα κι εγώ. Λογικά αυτό το πράγμα είναι πολύ πιο χαρακτηριστικό σαν γεγονός για να το θυμάσαι ειδικά αν έχεις πάρει μέρος στην δολοφονία του. Δεν μιλάμε για έναν τυχαίο.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Για να το προσεγγίσουμε γιατί κι εγώ αυτό σκέφτηκα και όχι μόνο αυτό, εγώ σκέφτηκα και κάτι ακόμα. Μπορεί άλλα να πίστευε όταν έκανε το γεγονός και να άλλαξε και γνώμη, πέρασαν και 15 χρόνια από τότε, από το ΄89, δεύτερο ενδεχόμενο.
Εγώ σκέφτομαι τώρα εδώ ότι εντάξει, αυτοί το έκαναν έτσι, τα έγραψαν κι έτσι. Εμείς τι πιστεύαμε τότε; Ο πολύς κόσμος τι έλεγε; Θυμόσαστε ότι η βασική αιχμή της κριτικής του ΠΑΣΟΚ προς τη Νέα Δημοκρατία ως άμυνα στην κριτική που του έκαναν για το σκάνδαλο Κοσκωτά ήταν ότι και οι δικοί σας είναι μπλεγμένοι; Και παράδειγμα έφερνε το μόνον κοινοβουλευτικό από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας που φαινόταν να έχει εμπλοκή με το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Δηλαδή ήταν κοινή αντίληψη για την κοινωνία τότε ακριβώς λόγω της αντιπαλότητας των δυο μεγάλων Κομμάτων για το ρόλο του Μπακογιάννη. Δεύτερον, θυμόσαστε κανέναν να θεωρούσε το ΄89 ότι ήταν γεφυροποιός της Δεξιάς προς τα Αριστερά ο Μπακογιάννης; Εδώ βούιζε ο τόπος τότε για την εμπλοκή του στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Θυμόσαστε πώς μίλαγε για τον Εισαγγελέα η Αριστερά τότε, ότι χρειάζεται Εισαγγελέας και τη λύση θα δώσει ο Εισαγγελέας. Η Αριστερά τα έλεγε τότε αυτά τα πράγματα εκεί.
Έναν άνθρωπο που ήταν μπλεγμένος με το σκάνδαλο Κοσκωτά υπήρχε περίπτωση ποτέ οποιοσδήποτε Αριστερός της πιο ευρείας Αριστεράς να τον θεωρεί γέφυρα; Να πούμε και την μαύρη αλήθεια το ΄89 ήταν μία εποχή που η Αριστερά δεν χρειαζόταν γεφυροποιούς για την Δεξιά, τα έκανε μόνη της. Δυστυχώς πρέπει να πούμε την αλήθεια όπως είναι.
Γι’ αυτό το λόγο αυτή η άποψη δεν μπορεί να είναι άποψη του Ξηρού ούτε με την γενική λογική ενός Αριστερού ανθρώπου, ούτε με την γενική λογική ενός ανθρώπου που επηρεάζεται από αυτά που έχουν πει τα διάφορα Κόμματα. Πότε αναπτύχθηκε αυτή η άποψη και πού αναπτύχθηκε; Πολύ αργότερα όταν χρειαζόμαστε πια την μυθοποίηση κάποιων ανθρώπων, να δώσουμε ένα άλλο «γιατί› γιατί το πραγματικό «γιατί› μπορεί να ενοχλεί και χρειαζόμαστε ανθρώπινα είναι αυτά τα πράγματα να φτιάξουμε ένα άλλο «γιατί› και άρχισε να φτιάχνεται αυτό το «γιατί› της γέφυρας που όπως σας απέδειξα δε νομίζω ότι υπήρχε στην πραγματικότητα τίποτα τέτοιο.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Κύριε Εισαγγελέα, θα τα πείτε αυτά στην δευτερολογία σας. Αφήστε να πω εγώ τα δικά μου κι εσείς θα μου απαντήσετε μετά. Φαίνεται λοιπόν ότι αυτή η τοποθέτηση μέσα στην απολογία του Σάββα δεν μπορεί ούτε καν να προέρχεται από αυτό που είτε μας αρέσει, είτε όχι μάθαμε να λέγεται ευρύς προοδευτικός χώρος. Δηλαδή ούτε ένας του ΠΑΣΟΚ δεν θα μπορούσε να πει αυτό το πράγμα στην Ελλάδα. Θα μπορούσε να το πει ένας άνθρωπος από έναν άλλο πολιτικό χώρο ενδεχομένως και μάλιστα από αυτόν τον στενό πολιτικό χώρο που διακινούνται αυτές οι απόψεις γιατί άλλο είναι ποιοι ψηφίζουν ένα Κόμμα και άλλο πού αναπτύσσονται, ζυμώνονται και διακινούνται οι απόψεις. Είναι πιο στενοί αυτοί οι χώροι.
Θα μπορούσε να προέρχεται από τέτοιους χώρους. Εγώ σκέφτομαι ότι έχω στο μυαλό μου για την ίδια περίοδο που γραφόντουσαν αυτές οι καταθέσεις του Σάββα και την γνωστή δήλωση του κ. Πρέσβη εκεί ότι το προέχων τώρα είναι μία καλή δικογραφία. Έτσι ακριβώς το είχε πει. Αυτό δεν υπαγορεύει ορισμένα καθήκοντα; Κουβέντες λένε; Τι είναι; Δεν είναι τυχαίοι. Τι καθήκοντα υπαγορεύει αυτό το πράγμα;
Ένας αστυνομικός τρέχει όλη την ημέρα να πιάσει την 17Ν, δουλεύει 24 ώρες το 24ωρο. Ένας Εισαγγελέας, ο συγκεκριμένος τρέχει και ο ίδιος ολόκληρο το 24ωρο, θα σκεφτεί την καλή δικογραφία, τις σωστές διατυπώσεις που δεν θα αφήσουν να καταρρεύσει η υπόθεση στο Δικαστήριο μετά; Γιατί η κριτική που γινόταν πάντα και στην αστυνομία και στην κυβέρνηση, τα θυμόσαστε αυτά είναι ότι φέρνει τις υποθέσεις μπάχαλο στα Δικαστήρια και αθωώνονται, ότι δεν μπορούν να τις δέσουν. Γι’ αυτό βγήκε και ο έρμος ο Πρέσβης και έκανε αυτή τη δήλωση, ότι τούτη τη φορά να τα κάνετε καλύτερα.
Αυτοί που παίρνουν τις καταθέσεις τρέχουν. Δεν θα χρειαστούν την συνδρομή ενός έγκυρου νομικού για το πώς πρέπει να κάνουμε τη δουλειά για να αντέξει σε ένα Δικαστήριο; Εγώ νομίζω ότι είναι εκ των ουκ άνευ αυτά. Τι να λέμε; Θα χρειαστείς ένα νομικό πρώτον της εμπιστοσύνης σου γιατί αυτές οι δουλειές δεν γίνονται έτσι. Δεύτερον, θα χρειαστείς όμως έγκυρο νομικό και τρίτον, έμπειρο νομικό, να έχει ασχοληθεί με ανάλογες υποθέσεις. Πώς θα το ξέρεις αυτό; Αν έχει αρθρογραφήσει, αν έχει κάνει δημοσιεύματα και ούτω καθεξής.
Βλέπετε λοιπόν ότι μεγάλο υλικό μέσα σε αυτές τις καταθέσεις του Σάββα, τόσο που μπόρεσα να δω εγώ, ένας που έχει καλύτερο μάτι από μένα μπορεί να έβλεπε και άλλα πράγματα εκεί, δεν μπορεί να προέρχεται ούτε από τον ίδιο, ούτε από τον συγκεκριμένο Ανακριτή με ονοματεπώνυμο που περιέχεται πάνω στην κατάθεση. Είναι αποτέλεσμα εργασίας ευρύτερης και έτσι γίνεται γιατί δεν μπορείς να πετάξεις τον εαυτό σου όταν δίνεις συμβουλές σε έναν άλλον πώς θα γράψεις.
Οποιαδήποτε άποψη και να πεις, θα μπεις στη θέση δηλαδή του κατηγορούμενου πώς πρέπει να γραφτούν αλλά το υπόστρωμα των απόψεων πάνω στο οποίο χτίζεις τα συγκεκριμένα επιχειρήματα δεν μπορεί παρά να είναι το δικό σου. Έτσι βγήκαν λοιπόν αυτά τα περί γέφυρας Δεξιάς και Αριστεράς. Καταλάβατε; Έτσι ξεφεύγουν αυτά τα πράγματα γιατί αυτό είναι το δικό σου υπόστρωμα του ανθρώπου που συμβουλεύει δηλαδή και από αυτό δεν μπορεί να βγεις. Αυτά δεν είναι Σάββας και δεν θα μπορούσε να είναι. Και τώρα να τον ρωτήσετε δεν μπορεί να σας τα ξαναπεί αυτά τα πράγματα και το πιο πιθανό ότι δεν μπορεί να σας τα πει ούτε ο Ανακριτής του αυτά τα πράγματα. Καταλάβατε;
Αυτά νομίζω ότι είναι αρκετά για να καταλάβει κανείς τι έγινε και άσχετα από χάπια, φάρμακα και τέτοια που δεν είναι και ειδικότητά μου σε τελευταία ανάλυση. Κοντά σε όλα αυτά που μας δημιουργούν νομίζω πολύ ρεαλιστικότερες επιφυλάξεις από πολλά άλλα επιχειρήματα, τελειώνει αυτή η κατάθεση η προανακριτική του Σάββα και μας λέει «οι επιλογές των στόχων γίνονται πάντοτε από τον Λάμπρο, είχε την ικανότητα να πείθει›. Τι είναι αυτό τώρα; Πάρτε το εσείς και βάλτε το σε μία απόφαση. Τι θα αποδείξει αυτό το πράγμα;
Κατά την γνώμη μου δεν είναι τίποτα παραπάνω από γενικές τοποθετήσεις ίσον δηλώσεις. Πληρείται καμία αντικειμενική υπόσταση με τέτοιες δηλώσεις; Όσο και να ψάξετε όλες τις καταθέσεις δεν θα βρείτε πιο σαφές, πιο προχωρημένο αποδεικτικό υλικό από τέτοιες δηλώσεις που φαίνεται ότι έχουν μπει κατά παραγγελία αλλά και που μπήκαν είναι πολύ λίγες για να κάνουν οτιδήποτε και πέρα από αυτά δεν επιβεβαιώνουν τον τρόπο δράσης.
Συμπεράσματα: από όλο αυτό το υλικό και των απολογιών στο ακροατήριο (λίγα πράγματα είναι, μη λέμε και όλο), από αυτές τις δυο τρεις απολογίες που ακούσατε εδώ πέρα και απ’ αυτές τις λίγες προανακριτικές καταθέσεις που αναγνώσατε, τί βγαίνει: Βγαίνει ότι κανένας δεν αποδίδει με πραγματικά περιστατικά αρχηγικό ρόλο στον Γιωτόπουλο. Κανένας δεν του αποδίδει με ίδια πραγματικά περιστατικά αποφασιστική αρμοδιότητα. Δε μας δίνει κανένας περιστατικά που να δείχνουν χρήση συγκεκριμένων μέσων και τρόπου για να προκαλέσει μια απόφαση σε έναν άλλον.
Αυτό που αποδεικνύεται είναι ότι η λήψη αποφάσεων ήταν υποχρεωτικά συλλογική όχι γιατί κάποιον τον υποχρέωνε αλλά από τη φύση της δράσης της Οργάνωσης που επέβαλλε να λαμβάνεται η απόφαση μετά από εξέταση πολλών πιθανών στόχων και εξέταση για μεγάλο διάστημα. Η λειτουργία αυτής της Οργάνωσης, ήταν υποχρεωτικά δημοκρατική με την έννοια της ομοφωνίας, λόγω των μεγάλων κινδύνων που ανελάμβανε το μέλος και λόγω της φύσης της Οργάνωσης, δηλαδή της απήχησης που είχε.
Η απόφαση για το είδος του εγκλήματος, ανθρωποκτονία, έκρηξη, κλοπή κτλ., υπήρχε ήδη από την ένταξη ο γενικός δόλος. Η συγκεκριμενοποίηση του στόχου ήταν επιχειρησιακό ζήτημα και όχι αναγκαίος όρος. Οι στόχοι συγκεκριμενοποιούνταν από την παρακολούθηση, είτε από καθέναν που παρακολουθούσε ένα στόχο. Νομίζω ότι αυτές είναι οι θέσεις οι οποίες αποδείχθηκαν εδώ.
Ένα γενικό συμπέρασμα: Προτάθηκαν δυο πραγματικές βάσεις για να στηριχθεί η αυτουργία. Μία από το βούλευμα, «πειθώ και φορτικότητα› χωρίς να προσδιορίζει επακριβώς τα μέσα και την ενεργό συμπεριφορά του κατηγορουμένου, ούτε τον τόπο και το χρόνο, αυτή η θέση πάσχει από πραγματικό και δεν καλύπτει όλη την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και μία από τον κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα, την υπόδειξη ή συγκεκριμενοποίηση του στόχου η οποία έχει τα εξής χαρακτηριστικά: διευρύνει την αντικειμενική υπόσταση, δεν είναι αναγκαίος όρος.
Κανείς δεν είπε απ’ όσους πήραν αυτή τη θέση ή όποια άλλη θέση, ποια αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά σε κάθε μία από τις 88 πράξεις που εξετάσατε, αποδεικνύουν τη μια ή την άλλη άποψη που ετέθη μπροστά σας. ¶ποψη μπορεί να έχεις, το θέμα είναι να την αποδεικνύεις κιόλας. Δεν υπάρχει κανένα περιστατικό, υλική ενέργεια δηλαδή, που να αποδεικνύει την αντικειμενική υπόσταση όπως και να την προσεγγίσεις, κάτω από οποιαδήποτε θεωρία.
Γι αυτό και ο αγαπητός μου συνάδελφος, ο κ. Γιαννίδης στην τοποθέτησή του βλέποντας όλο αυτό το πρόβλημα που υπάρχει είπε «δε μπορεί να είναι κι άλλος απ’ τον Γιωτόπουλο....›, έτσι κάπως το έθεσε το ζήτημα. Κι εγώ σας λέω «δε μπορείτε να καταδικάσετε κανέναν διά την εις άτοπον απαγωγής›. Πώς να το κάνουμε, απαιτεί να αποδείξετε το έγκλημα θετικά, δε μπορείτε να πάτε σε τέτοιες τοποθετήσεις. Αν το έγραφε ένας φοιτητής αυτό το πράγμα θα τον έκοβε.
Πώς μπορείς να πεις ότι αφού δεν είναι ο ένας, δεν είναι ο άλλος, θα είναι ο τρίτος και μάλιστα για ένα έγκλημα που δεν είναι υποχρεωτική η συμμετοχή. Δεν είναι πάντα υποχρεωτικό να έχουμε ηθική αυτουργία σε ένα έγκλημα.
Μια κουβέντα μόνο για την αλυσιδωτή ηθική αυτουργία. Φυσικά δεν αποδεικνύεται θεωρητικά. Εδώ όμως πώς αποδεικνύεται ότι ο Γιωτόπουλος έπεισε τον Κουφοντίνα να τελέσει οποιαδήποτε πράξη; Πώς αποδείχθηκε; Ακούστηκε έστω και μια κουβέντα γι αυτό το δίπολο που να την πάρετε και να τη βάλετε κάπου; Ειδικά γι αυτό το θέμα δεν ακούστηκε μια λέξη εδώ μέσα. Πώς θα πείτε για αλυσιδωτή ηθική αυτουργία από κει και πέρα;
Ό,τι πείτε σ’ αυτό το πράγμα, μπορεί να είναι μια κομψότατη θεωρητική κατασκευή, ως προς το πραγματικό της μέρος όμως θα είναι αποκύημα φαντασίας. Αντίθετα, θα έλεγα, αν θέλετε να δείτε κάποιες ενδείξεις, στο αντίθετο συμπέρασμα θα καταλήξετε. Αυτό που σας έδωσε η διαδικασία για τον Κουφοντίνα δεν είναι υποχείριο. Και μόνο από τα χρόνια της δράσης του θα έλεγα εγώ, που δεν είναι μόνο δηλαδή ότι είναι παλιός και έμπειρος σ’ αυτή τη δράση που αποκλείει το να μην ξύπνησε ποτέ, πάντα να ήταν ένα ενεργούμενο κάποιου άλλου και να χρειαζόταν μια αλυσιδωτή ηθική αυτουργία για να κάνει την α’ ή τη β’ πράξη.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό, υπήρξε μια συγκεκριμένη ευφυία, μια συγκεκριμένη πολιτική συγκρότηση. Δεν είναι δική μου δουλειά να κάνω σχόλια για άλλους κατηγορούμενους. Αλλά θέλω να πω ότι δεν πατάει πουθενά, δεν πατάει ούτε σαν ένδειξη όλη αυτή η ιστορία της αλυσιδωτής ηθικής αυτουργίας που σας ξαναλέω ότι το θεωρώ κι εγώ μια πολύ κομψή κατασκευή, δεν υπάρχει αντίρρηση σ’ αυτό.
Ορισμένα επιμέρους θέματα τώρα. Ένα θέμα που υποθέτω ότι θα απασχολήσει, γι αυτό και το θίγω, παρόλο που δεν έχει ακουστεί καθόλου στην υπόθεση, είναι ότι μπορεί να υπάρχει σχέση των πειστηρίων και της ηθικής αυτουργίας, υπό την προϋπόθεση ότι θα τα θεωρήσετε γνήσια, παρόλο που εμείς τα έχουμε αμφισβητήσει, σ’ αυτό το στάδιο εγώ λέω πάρτε τα όλα γνήσια για να δούμε αν μπορούμε να αναζητήσουμε κάποιες σχέσεις με την ηθική αυτουργία, δηλαδή να πατήσουμε την απόδειξη σε τέτοια αποδεικτικά μέσα.
Καταρχήν αυτό που θέλω να πω είναι ότι δε μπορεί το ζήτημα να τεθεί γενικά, δηλαδή δεν είσαι ηθικός αυτουργός κανενός επειδή έπιασες χαρτιά της Οργάνωσης αφού τα έχουν πιάσει και άλλοι ή τα έχουν πιάσει και όλοι ή ακόμα και αν τα έχεις πιάσει μόνο εσύ. Αυτό από μόνο του δεν αποδεικνύει τίποτα. Ούτε επειδή έγραψες ένα κείμενο για το Χ θέμα, τα μέτρα ασφαλείας για παράδειγμα, είσαι εν γένει ηθικός αυτουργός σε οποιοδήποτε αδίκημα.
Μπορεί όμως να πει κάποιος ότι αφού έχεις διορθώσει την προκήρυξη του Περατικού και έχεις αποτυπώματα σε ορισμένα άλλα έγγραφα επίσης έχεις γράψει και για τα μέτρα ασφαλείας, μήπως ειδικά είσαι ηθικός αυτουργός στην υπόθεση του Περατικού; Μπορεί να το προσεγγίσει κάποιος έτσι; Λογικά δεν θα μπορούσε να το προσεγγίσει και κυρίως δεν θα μπορούσε όχι γιατί θεωρητικά δε μπορείς να κάνεις ό,τι προσέγγιση θέλεις, αλλά γιατί η διαδικασία δεν έδωσε τίποτα σε αυτή την κατεύθυνση.
Αλλά είπαμε, δίκη πολιτικών αντιπάλων είναι, όλες τις πλευρές πρέπει να τις σκεφτείς εδώ γιατί είναι αναγκαίο να τις σκεφτείς εκ των πραγμάτων. Θα έλεγα ότι αυτές οι διορθώσεις σε αυτό το προσχέδιο έχουν δυο πλευρές. Η μια πλευρά είναι οι λεκτικές διορθώσεις, οι μικρές οι οποίες συμπεριελήφθησαν στο προσχέδιο και δυο ουσιώδεις διορθώσεις και μία ουσιώδης διαγραφή οι οποίες δεν περιελήφθησαν στο τελικό σχέδιο.
Τί συμπέρασμα βγαίνει απ’ αυτό; Ότι όχι αυτός που έγραψε τις διορθώσεις αν τις έγραψε, αλλά άλλοι, είναι αυτοί που είχαν ικανότητα λήψης απόφασης και δικαίωμα λήψης απόφασης για τι θέσεις που θα απευθύνουν στο κοινό. Σημαίνει ότι κάποιος άλλος μπορούσε να αποφασίζει ότι αυτό μπαίνει, το άλλο κόβεται. Μπορεί να ήταν πολλοί αυτοί οι άλλοι, μια συλλογική απόφαση, μπορεί να ήταν και ένας άλλος, η διαδικασία όλη δεν πήγε προς έναν άλλον, πήγε προς την ομάδα.
Πάντως δείχνει ότι κάποιος μετά τη διόρθωση είχε ικανότητα λήψης απόφασης αντίθετης και την έλαβε. Θα πρόσθετα εδώ ότι η απεύθυνση στο κοινό δεν είναι το έγκλημα που δικάζεται σε σχέση με την υπόθεση Περατικού μιλώ. Εδώ δικάζουμε ανθρωποκτονία, δεν δικάζουμε την απεύθυνση στο κοινό. Η συνδρομή δεν είναι απεύθυνση στο κοινό μιας Οργάνωσης του άρθρου 187 ή κάποιων που τελούν ένα έγκλημα. Θα μπορούσε να είναι ψυχική συνέργια στην τέλεση του 187. Αλλά ως εκεί.
Τον συνδράμεις, δηλαδή του διορθώνεις τα συντακτικά λάθη, κάνεις το «αυτός› «εκείνος› κτλ. σε μια προκήρυξη. Είναι μια ψυχική συνδρομή αυτό το πράγμα. Βεβαίως είναι συνδρομή όμως σε ποιο πράγμα; Στο έγκλημα ή στην απεύθυνση της Οργάνωσης στο κοινό; Είναι στην απεύθυνση της Οργάνωσης, άρα στο 187. Το έγκλημα μπορούσε να γίνει και έγινε ασχέτως από τις λεκτικές διορθώσεις και δεν ήταν σχετικές οι λεκτικές διορθώσεις. Δε σας δίνει περιθώριο η προκήρυξη να πάτε προς τα εκεί λοιπόν.
Μια δεύτερη παρατήρηση γύρω από τον Περατικό: Το έγκλημα αυτό φαίνεται να έχει αποφασισθεί τουλάχιστον δυο χρόνια πριν αν θεωρήσουμε αληθή όλα αυτά τα πειστήρια. Γιατί βλέπουμε ένα απόσπασμα γραμμένο το ’95, άλλο το ’96, το έγκλημα έγινε το ’97, συνοδευόταν και από άλλο απόσπασμα και μάλιστα το ίδιο μας λέει και η Οργάνωση στην προκήρυξή της οπότε μπορεί να θεωρήσουμε ότι όντως έτσι είναι τα πράγματα, έχουμε και εύρημα, έχουμε και τη δήλωση την ίδια της Οργάνωσης, ότι όντως αυτό το έγκλημα είχε αποφασισθεί δυο χρόνια πριν.
Θα έλεγα το εξής: Όπως αποδείχθηκαν τα πραγματικά περιστατικά σε σχέση με τον τρόπο δράσης της 17Ν, αυτά που σας έλεγα κι εγώ σήμερα εκεί, είναι πλέον μία η εγκληματική απόφαση; Φαίνεται ότι για να γίνει ένα έγκλημα από τη συγκεκριμένη Οργάνωση, προηγείτο παρακολούθηση, κλοπή μεταφορικών μέσων, μια διαδιακασία ολόκληρη η οποία κατέληξε στην απόφαση ότι «μπορούμε να κάνουμε το συγκεκριμένο πράγμα› ή «δε μπορούμε να κάνουμε το συγκεκριμένο πράγμα›.
Τον Βαρδινογιάννη φερ’ ειπείν δεν μπορούσαμε να τον κάνουμε τότε, τον άλλον μπορεί να μην τον κάναμε και ποτέ. Εδώ έχουμε λοιπόν μία απόφαση; Ή λήφθηκε απόφαση περισσότερες από μία φορές, εγκατελήφθη κι έχουμε νέα απόφαση; Μήπως λοιπόν, εφόσον έχουμε διορθώσεις σε κείμενο του ’95 και του ’96 και όχι του ’97, ακόμα και αν το λέγατε αυτό το πράγμα, ηθική αυτουργία, που δεν βγαίνει, έχουμε ηθική αυτουργία σε μη τετελεσμένο έγκλημα;
Έχετε κι εσείς μια παρατήρηση κ. Πρόεδρε στα σχόλια που κάνατε στον Ποινικό Κώδικα, στο βιβλίο σας, τί συμβαίνει ότι η απόσταση μεταξύ της πράξης του ηθικού αυτουργού και της τέλεσης του εγκλήματος είναι μεγάλη. Δε σημαίνει πια πάντα ότι η ηθική αυτουργία είναι ενεργός ως προς την τέλεση του εγκλήματος. Εδώ νομίζω ότι υπάρχει μια τέτοια περίπτωση που σας είπα, δεν πάει με τίποτα αυτή η προσέγγιση, αλλά επειδή φαντάζομαι ότι όλα θα τα σκεφτείτε, κι επειδή μετά τη διάσκεψη δεν έχει νόημα να σας πω οτιδήποτε, θα πρέπει να σας το πω προκαταβολικά, ακόμα και αν δεν τέθηκε, ακόμα και αν η θέση μου είναι ότι πράγματα που δεν βγήκαν στη διαδικασία, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της απόφασης μετά, πώς να το κάνουμε δηλαδή. Θα είναι σα να έχετε δικάσει άλλη δίκη.
Παρά ταύτα, ας εξαντληθεί και αυτό το ζήτημα. Από αυτή την άποψη μου φαίνεται ότι δεν μπορεί να σταθεί ηθική αυτουργία ούτε με αυτή την προσέγγιση, γιατί υπήρξε νέα εγκληματική απόφαση. Γιατί δεν μπορούμε να υποθέσουμε ότι παρακολουθούσαν τον Περατικό διαρκώς επί τρία χρόνια, γιατί όπως προέκυψε από τη διαδικασία, αυτά τα χρόνια κατά βάση έμενε στο εξωτερικό, οπότε δε μπορούμε να πούμε ότι απλώς η παρακολούθηση και η προετοιμασία ήταν μεγάλη. Τελείωσε γιατί τον έχασαν ή γιατί δεν μπορούσαν, πληροφορήθηκαν μετά από ένα χρόνο ότι ξαναήρθε, ξανάρχισε η ίδια ιστορία πάλι. Αυτά αποδείχθηκαν από τη διαδικασία.
Υπάρχει ένα γενικότερο ζήτημα που θα μας βοηθούσε και στο συγκεκριμένο ζήτημα της προκήρυξης. Ας πούμε ότι βρίσκονταν αποτυπώματα του εντολέα μου πάνω σε ένα όπλο το οποίο ενδεχομένως να είχε χρησιμοποιηθεί και στον Περατικό. Τί θα αποδεικνύατε από αυτό; Ηθική αυτουργία θα αποδεικνύατε αν είχε ένα δακτυλικό αποτύπωμα στο πιστόλι; Μπορεί να αποδεικνύατε συμμετοχή στην Οργάνωση, θα αποδεικνύατε οπλοκατοχή ίσως, αλλά δε θα μπορούσατε να βγάλετε ηθική αυτουργία. Κατ’ αναλογία λοιπόν με τα πειστήρια δεν μπορείτε να πάτε προς αυτή την επιθυμητή ίσως κατεύθυνση, δε βγαίνει προς τα εκεί.
Ορισμένα άλλα ειδικότερα θέματα: Υπήρξε εισαγγελική πρόταση από τον κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα, «αθώος ο κ. Γιωτόπουλος για την ηθική αυτουργία στις απόπειρες ανθρωποκτονίας κατά αστυνομικών στα Σεπόλια›, για το γνωστό λόγο και είναι σωστή και η θεωρητική θέση που υποστηρίζει αυτή την πρόταση. Ότι δεν μπορεί να υπάρχει γενική ηθική αυτουργία, σε πείθω γενικώς να τελείς εγκλήματα αν σου δοθεί η ευκαιρία να κάνεις κι ένα άλλο έγκλημα κάντο, δεν είσαι ηθικός αυτουργός σ’ αυτή την περίπτωση.
Και αφού λέει ότι η ηθική αυτουργία σχετιζόταν με την κλοπή και δεν μπορούσε να προβλέψει κάποιος το αιφνίδιο γεγονός της επέλευσης των αστυνομικών οργάνων εκεί, το οποίο ήταν αιφνίδιο και γενικώς απρόβλεπτο, δεν ευσταθεί να πούμε ότι ήταν ηθικός αυτουργός στον τρόπο που αντέδρασαν οι συγκεκριμένοι άνθρωποι όταν συνέβη αυτό το γεγονός.
Αυτή η σωστή προσέγγιση κατά τη γνώμη μου πρέπει να εφαρμοστεί οπουδήποτε ο δράστης τελεί απολύτως διάφορο έγκλημα από αυτό για το οποίο του προκάλεσε απόφαση ο ηθικός αυτουργός. Δηλαδή δεν αφορά μόνο τα Σεπόλια αυτό το θέμα.
Στη ληστεία στα ΕΛΤΑ Αιγάλεω δεν έχουμε ακριβώς το ίδιο θέμα. Τους έβαλε να κάνουν ληστεία και όπως έβγαιναν, έρχεται ένας αστυνομικός τον οποίον δεν τον είχε προβλέψει κανένας, δεν ήταν ο φρουρός του καταστήματος, είναι αυτός που επέδραμε, και σηκώνει ένας το όπλο και τον πυροβολεί. Δεν έχουμε ταυτότητα νομικού λόγου εδώ;
Στον ΟΤΕ Πατησίων δεν είναι η ίδια περίπτωση; Μπορούσε να έχει προβλέψει οποιοσδήποτε ότι θα τους καταδίωκαν με ένα αυτοκίνητο το οποίο το πυροβόλησαν κιόλας; Πυροβόλησαν δηλαδή τους ανθρώπους που ήταν μέσα. Στον Περατικό δεν είναι ίδια περίπτωση; Καταδιώκεται από έναν αστυνομικό και ας υποθέσουμε ότι τον πυροβολεί με δόλο ανθρωποκτονίας, εκεί παίζεται βεβαίως πάρα πολύ αν υπάρχει δόλος ανθρωποκτονίας, αλλά αν πείτε ότι και εκεί υπήρχε δόλος ανθρωποκτονίας –Αβδούλος νομίζω λεγόταν αυτός ο αστυνομικός- δεν είναι κάτι αιφνίδιο και έξω από το δόλο του ηθικού αυτουργού;
Γιατί την ταυτότητα του νομικού λόγου και μόνο, νομίζω ότι σε αυτές και σε ανάλογες περιπτώσεις δεν μπορεί να μιλάμε για ηθική αυτουργία γιατί ακριβώς ο δράστης τελεί τελείως άσχετο έγκλημα από αυτό για το οποίο σκοπούσε ο ηθικός αυτουργός.
Να δούμε λίγο τους πυροβολισμούς με δόλο τραυματισμού, τις γνωστές τρεις περιπτώσεις. Υπάρχει το εξής ζήτημα εδώ. Δεν υπάρχει σωματική κάκωση η οποία δεν μπορεί να επιφέρει θάνατο αν συντρέξουν ορισμένες ειδικές περιπτώσεις. Και μια γροθιά ενός ενήλικα και σε έναν άλλον ενήλικα κάτω από μια συγκυρία μπορεί να επιφέρει τον θάνατο. Ακόμα και πιο ήπιο χτύπημα -και έχουν συμβεί αυτά τα πράγματα- ένα απλό σπρώξιμο, μπορεί να επιφέρει τον θάνατο.
Όμως η γνώση του μέσου λογικού ανθρώπου λέει ότι μια γροθιά δεν προκαλεί θάνατο. Έτσι και από έναν σκοπούμενο πυροβολισμό στα πόδια, ο μέσος λογικός άνθρωπος λέει το αντίθετο από αυτό που συζητιόταν εδώ, ότι προκαλείται σωματική βλάβη και όχι θάνατος. Όχι ότι δεν μπορεί να επέλθει θάνατος, σας είπα και από απλούστερα επέρχεται θάνατος. Πλην όμως η μέση λογική του ανθρώπου λέει ότι από αυτό δεν προέρχεται ο θάνατος. Και θα μπορούσατε κάλλιστα εσείς να διαφωνήσετε και να μου πείτε «όχι, επέρχεται και αυτό λέει η κοινή λογική›.
Θα σας πω όμως εγώ ότι ο νομοθέτης σε άλλο νόμο έχει τη δική μου λογική και όχι τη δική σας. Στο Ν. 3169/2003 «χρήση όπλων από τους αστυνομικούς›, άρθρο 1.δ περίπτωση 3, λέει ότι είναι πυροβολισμός ακινητοποίησης και όχι πυροβολισμός εξουδετέρωσης, όταν στοχεύεται η πλήξη μη ζωτικών σημείων του σώματος ανθρώπου και ιδίως των κάτω άκρων.
Τί λέει εδώ ο νομοθέτης: Ότι ο πυροβολισμός του αστυνομικού προς τα πόδια ενός άλλου δεν είναι πυροβολισμός εξόντωσης, εξουδετέρωσης. Αυτό λέει και η κοινή λογική, αυτό λέει και ο νομοθέτης. Καλό θα είναι να μην πάμε εδώ κόντρα ούτε στη λογική του νομοθέτη, αλλά ούτε και σε αυτό που εγώ πιστεύω ότι είναι η κοινή λογική. Τί θα συμβεί εδώ πέρα, αν πάμε σε άλλη λύση;
Πρακτικά θα καταργήσετε το έγκλημα της σωματικής βλάβης και κάθε προσβολή του ανθρώπινου σώματος θα μπορείτε να τη θεωρήσετε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο. Γιατί σε θεωρητικό επίπεδο, αν το απογειώσουμε από την πραγματικότητα το ζήτημα, τα πάντα μπορούν να προκαλέσουν θάνατο και επειδή ο ενδεχόμενος δόλος, κακά τα ψέματα, είναι αέρας και τίποτε παραπάνω, είναι πολύ εύκολο να πάμε εκεί.
Εδώ βέβαια έχουμε και τον δόλο της οργάνωσης τον οποίον τον εκφράζει με την προκήρυξη και λέει, θέλαμε να τον τραυματίσουμε, αυτό είπαν και όχι απολογήθηκαν γι’ αυτά τα πράγματα. Αλλά επιπλέον έχουμε και κάτι, έχουμε την ολοφάνερη δυνατότητα να σκοτώσουν το θύμα. Ένα καθιστό θύμα στη θέση του αυτοκινήτου του, μάλλον είναι πιο δύσκολο να το πυροβολήσεις στα πόδια, παρά να το πυροβολήσεις στο σώμα ή στο κεφάλι. Με την κοινή λογική το λέω, ότι μάλλον αυτό θέλει και μεγαλύτερη προσπάθεια. Μην φανταστούμε πώς κάθεται ένας άνθρωπος μέσα στο αυτοκίνητο.
Αυτό που θα ήθελα να πω για τον ενδεχόμενο δόλο, επειδή οι μισές κατηγορίες, τουλάχιστον τα δυο τρία της κατηγορίας πάνω στον ενδεχόμενο δόλο στηρίζονται είναι ότι, αυτό που πρέπει να αναζητούμε από τον δράστη, είναι ότι οφείλει να προβλέψει ότι κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων η πράξη του μπορεί να οδηγήσει στο αποτέλεσμα, στο θάνατο στη συγκεκριμένη περίπτωση και να το αποδέχεται βεβαίως και το αποτέλεσμα.
Αλλά δεν μπορούμε να ζητήσουμε να προβλέψει το μη συνήθως συμβαίνον. Αυτή είναι η θέση μου για τον ενδεχόμενο δόλο. Και βέβαια πολύ ιδιαίτερη είναι η περίπτωση του κ. Ανδρουλιδάκη την είπα και χθες, γιατί εδώ έχουμε άρθρο που τυποποιεί ακριβώς αυτό που έγινε. Και έχουν βγάλει και προκήρυξη και μπορούσαν να τον σκοτώσουν και λένε, ενδεχόμενος δόλος και εδώ. Αφού έχεις μια βαριά σκοπούμενη από την οποία ο δράστης πέθανε εκεί στο τυποποιεί ο νόμος ακριβώς αυτό το πράγμα κι έχεις και την συλλογική έκφραση των δραστών και λένε ότι εμείς αυτό θέλαμε να κάνουμε, να τον τραυματίσουμε και όχι να τον σκοτώσουμε. Και τελικώς ήταν και πιο δύσκολο αυτό που κάνανε. Και πρέπει να τους τιμωρήσεις όπως λέει ο νόμος εδώ. Και εδώ θα φτιάξουμε μια κατασκευή.
Και ένα τελευταίο. Σας είπα για την περίπτωση του Μαρινόπουλου χθες, να μην τα ξαναλέω το έβαλα βέβαια στο γενικό μέρος, νομίζω ότι εδώ εάν θέλουμε κάπως να έχουμε μια συνέπεια με την νομολογία και ειδικά με τα θέματα που ταλάνισαν τα δικαστήρια, όπως είναι αυτό το ζήτημα του πώς κρίνεται η παραγραφή, αν κρίνεται με την βασική πράξη ή με τις ειδικές περιστάσεις του συγκεκριμένου εγκλήματος, ας μείνουμε συνεπείς σ’ αυτό και μια φορά που αυτή η καταστάλαξη της νομολογίας, η 18/2001 είναι αυτή η απόφαση, οδηγεί σ’ αυτή τη κατεύθυνση.
Το ξέρω ότι δεν είναι ακριβώς η διατύπωση, γιατί εκεί τους απασχολούσε το ανάποδο. Αλλά θα πούμε, όταν ισχύει το ανάποδο, δηλαδή όταν βλάπτεται ο κατηγορούμενος από την ερμηνεία, εμείς πάμε έτσι. Δεν την τηρούμε όμως την ίδια λογική προσέγγιση, όταν ευνοείται ο κατηγορούμενος. Όταν δηλαδή η ειδική περίπτωση είναι επιβαρυντική.
Δυο τρεις κουβέντες για την ψυχική συνέργια. Η ψυχική συνέργια πρέπει να αποσκοπεί στην ενίσχυση της ειλημμένης απόφασης του αυτουργού. Είτε κατά την τέλεση της πράξης, δηλαδή προτροπές, επιφωνήματα και τα σχετικά, είτε κατά τον αμέσως προηγούμενο χρόνο, αλλά πάντως μετά την λήψη της απόφασης. Συνεπώς πράξεις πριν την λήψη της απόφασης, ή θα είναι ηθική αυτουργία, ή δεν θα είναι τίποτα. Δεν έχουμε άλλο στάδιο σε σχέση με το έγκλημα πριν την λήψη της απόφασης.