Ο Μάριο Μόντι αντιμετωπίζει ένα μεγάλο πρόβλημα: η πολιτική του λειτουργεί. Τέσσερις μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας, η Ιταλία έχει ξαναβρεί τη θέση της στη διεθνή σκηνή και την αξιοπιστία της στις αγορές. Το spread ξανάπεσε στις τρεις εκατοστιαίες μονάδες και η χώρα ανέκτησε την εμπιστοσύνη των επενδυτών, οι οποίοι αγοράζουν πλέον χωρίς φόβο τα κρατικά της ομόλογα.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα, η Γουολ Στριτ Τζέρναλ, οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς και οι οίκοι αξιολόγησης χειροκροτούν τις μεταρρυθμίσεις. Ο καθηγητής οικονομικών που διοικεί την Ιταλία εμφανίζεται ως ο σωτήρας της χώρας, και σύντομα της ίδιας της ευρωζώνης. Στα ταξίδια του στις ξένες πρωτεύουσες, πρόσφατα στην Ασία, τον δοξάζουν. Αυτός ο καλός μαθητής της φιλελεύθερης τάξης θα πρέπει παρά ταύτα να προσέξει, γράφει ο ανταποκριτής της «Μοντ» στη Ρώμη Φιλίπ Ριντέ. Οι έπαινοι που λαμβάνει στο εξωτερικό δύσκολα συγκαλύπτουν τα προβλήματα που έχει στο εσωτερικό. Ο Μάριο Μόντι έχει ανοίξει δύο μέτωπα. Το πρώτο είναι συνδικαλιστικό. Τα συνδικάτα, ακόμη κι εκείνα που θέλουν τις μεταρρυθμίσεις, δεν βλέπουν με καλό μάτι την εξαφάνιση του άρθρου 18 του εργατικού κώδικα που περιόριζε την προσφυγή σε καταχρηστικές απολύσεις.
Ο Μόντι και η υπουργός Εργασίας Ελσα Φορνέρο δικαιολόγησαν αυτή την απόφαση με το επιχείρημα ότι το φρένο στις απολύσεις είναι και φρένο στις προσλήψεις, ιδιαίτερα των νέων, όπου η ανεργία φτάνει το 30%. Θα το δεχθούν οι Ιταλοί; Στις 13 Απριλίου θα γίνει πάντως μια ενωτική διαδήλωση όλων των συνδικάτων, η πρώτη ύστερα από πολλά χρόνια διχόνοιας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη μεταρρύθμιση των συντάξεων.
Το δεύτερο μέτωπο, συνεχίζει ο ανταποκριτής της Μοντ, είναι πιο πολιτικό. Μέχρι στιγμής, ο Μόντι απολαμβάνει της μεγαλύτερης πολιτικής πλειοψηφίας που είχε ποτέ ιταλός πρωθυπουργός. Μόνο η Λέγκα του Βορρά και η Ιταλία των Αξιών (το κόμμα του πρώην δικαστή Αντόνιο Ντι Πιέτρο) έχουν περάσει στην αντιπολίτευση.
Σύντομα θα γίνει γνωστό ποιος κέρδισε και ποιος έχασε από αυτή τη στρατηγική. Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές της 6ης και 7ης Μαϊου είναι ένα ραντεβού που η κυβέρνηση το φοβάται πολύ. Αν η Δεξιά και η Αριστερά εδραιώσουν τη θέση τους, θα είναι η απόδειξη ότι η στήριξη της κυβέρνησης των καθηγητών ήταν μια σωστή επιλογή. Σε αντίθετη περίπτωση, είναι βέβαιο ότι θα δημιουργηθούν εντάσεις. Και οι πολιτικοί που παραχώρησαν τη θέση τους στους τεχνοκράτες ίσως αντιμετωπίσουν τον πειρασμό να τη διεκδικήσουν και πάλι.
Απειλώντας να παραιτηθεί στην περίπτωση που δεν υιοθετηθεί η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, ο Μόντι προσπαθεί να ασκήσει πίεση στα κόμματα και να καθησυχάσει τους φόβους τους. Ο ιταλός πρωθυπουργός γνωρίζει ότι η παρουσία του απομακρύνει τους κινδύνους να χάσουν την εμπιστοσύνη τους οι επενδυτές μπροστά στο τεράστιο χρέος της χώρας, που φτάνει το 120% του ΑΕΠ (1,9 τρισεκατομμύρια ευρώ).
Και μετά; Αφού υιοθετηθεί αυτή η μεταρρύθμιση, τι θα μείνει στην ατζέντα του Μόντι; Τα κόμματα που τον στηρίζουν θέλουν να περιορίσουν τη δικαιοδοσία του σε οικονομικά θέματα. Μόλις ο πρωθυπουργός εξέφρασε την πρόθεσή του να μεταρρυθμίσει τη δικαιοσύνη και τη RAI, τα κόμματα ξεσηκώθηκαν, θεωρώντας ότι επεμβαίνει στα χωράφια τους.
Ο Μάριο Μόντι γνωρίζει ότι η επιτυχία του είναι παραδόξως και η αχίλλειος πτέρνα του. Η απομάκρυνση του κινδύνου να χρεοκοπήσει η Ιταλία ξυπνά την όρεξη των παραδοσιακών κομμάτων, που θέλουν να εμφανιστούν ως πρωτεργάτες της «αναγέννησης» της Ιταλίας και να κλείσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα την παρένθεση Μόντι.
Πηγή: Le Monde, ΑΠΕ-ΜΠΕ