Ανέρχομαι στο βήμα αυτό της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας με μεγάλη χαρά, βαθιά συγκίνηση και υψηλό αίσθημα ευθύνης, καθώς συνεχίζω μια παράδοση πρωθυπουργών της Ελλάδας να απευθύνονται στο σώμα των θεσμικών εκπροσώπων του κυπριακού λαού. Η παράδοση αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της αδιάρρηκτης σχέσης και του διαρκούς συντονισμού της Ελλάδας και Κύπρου σε όλα τα επίπεδα. Η στενή συνεργασία των δυο κρατών μας αποτελεί βασική αρχή και σταθερά της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Με την παρουσία μου σήμερα εδώ επιθυμώ να επαναβεβαιώσω τη διαχρονικά αταλάντευτη προσήλωση σύσσωμου του ελληνικού λαού και όλων των πολιτικών δυνάμεων στην κυπριακή υπόθεση μέχρι την άρση των επιπτώσεων της παράνομης τουρκικής εισβολής του 1974. Η στήριξη προς την Κύπρο ενώνει την Ελλάδα.
Ο κοινός μας αγώνας για τον τερματισμό της κατοχής και του εποικισμού είναι συνυφασμένος με την προσήλωσή μας στην εξεύρεση συνολικής και αμοιβαία αποδεκτής λύσης του Κυπριακού.
Για το σκοπό αυτόν υποστηρίζουμε σταθερά τη συνέχιση των απευθείας συνομιλιών, υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ. Δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά, αντί αυτών των συνομιλιών, άλλα σχήματα, όπως τετραμερή ή πενταμερή, ούτε άλλες μέθοδοι διαπραγμάτευσης, που η Τουρκία κατά καιρούς προωθεί. Απορρίψαμε όλα αυτά τα σχήματα διότι στην πραγματικότητα αγνοούν την Κυπριακή Δημοκρατία, κράτος-μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ. Υποστηρίζουμε την εφαρμογή των Αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ οι οποίες μετά την τουρκική εισβολή προκρίνουν, όλες, τη μέθοδο των δικοινοτικών διαπραγματεύσεων και αξιώνουν σεβασμό στην κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και επιστροφή των προσφύγων στις εστίες τους.
Οι ίδιες αυτές Αποφάσεις αποτελούν τη βάση εξεύρεσης συμπεφωνημένης λύσης της εσωτερικής διάστασης του Κυπριακού: τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, με μία διεθνή προσωπικότητα, μία κυριαρχία και μία ιθαγένεια.
Μια αμοιβαία αποδεκτή λύση θα πρέπει, βεβαίως, να συνάδει με την ιδιότητα της Κύπρου ως κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να διασφαλίζει δηλαδή την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου σε όλη την επικράτεια, καθώς και τη συνέχιση της αποτελεσματικής εκπροσώπησης της Κύπρου στη λήψη αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η λήξη της κατοχής και του εποικισμού αποτελεί ζωτική ανάγκη για τον κυπριακό ελληνισμό, για την αποκατάσταση των θεμελιωδών ελευθεριών και των δικαιωμάτων όλων των κυπρίων πολιτών, Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων, για την αδιαίρετη κυριαρχία, ασφάλεια, ανάπτυξη και ευημερία του κυπριακού λαού.
Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα στηρίζει την εκπεφρασμένη βούληση του Προέδρου Χριστόφια να συνεχίσει τη διαπραγματευτική του προσπάθεια και μετά την ανάληψη της Κυπριακής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Ιούλιο. Συμμεριζόμαστε επίσης πλήρως τη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία άλλωστε εδράζεται και στην Απόφαση 2026 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ότι δεν μπορεί να γίνει ουσιαστική και εποικοδομητική συζήτηση για τη σύγκληση διεθνούς διάσκεψης για τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού εάν προηγουμένως δεν έχουν επιλυθεί οι εσωτερικές πτυχές του προβλήματος. Αυτές περιλαμβάνουν το Εδαφικό, που είναι αλληλένδετο με το Περιουσιακό, όπως και το ζήτημα των τούρκων εποίκων.
Θέλω να επισημάνω εδώ ότι στην επίλυση των καίριων αυτών πτυχών του Κυπριακού, και όχι μόνο στα θέματα της ασφάλειας και των εγγυήσεων μιας συνολικά συμφωνημένης λύσης, η Άγκυρα μπορεί, αν έχει πράγματι την πολιτική βούληση, να αναλάβει αποφασιστικές πρωτοβουλίες προς την τουρκοκυπριακή πλευρά.
Γενικότερα, είναι προφανές ότι το κλειδί μιας συμφωνίας λύσης του Κυπριακού βρίσκεται στην Άγκυρα. Η Τουρκία οφείλει, κατά βάση, να αφήσει ελεύθερο τον κυπριακό λαό. Οφείλει να δεχτεί δηλαδή ότι θεμελιώδης προϋπόθεση της επίλυσης του Κυπριακού είναι η αποδοχή και αναγνώριση της κυπριακής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας. Να αντιληφθεί ότι ζητούμενο της διαπραγμάτευσης αυτής δεν είναι η κατάλυση, αλλά η μετεξέλιξη του κυπριακού κράτους με τρόπο που θα διασφαλίζει τη συνέχειά του, τα κυριαρχικά του δικαιώματα, την ικανότητά του να ανταποκριθεί στις ευρωπαϊκές και διεθνείς υποχρεώσεις του, καθώς και τη λειτουργικότητα και τις ουσιαστικές εξουσίες της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Η Τουρκία, επιπλέον, έχει κάθε δυνατότητα αλλά έχει και συμφέρον να επανεξετάσει τις θέσεις της στο θέμα της ασφάλειας. Πρέπει να γίνει από τους πάντες αντιληπτό, πρωτίστως δε από την Τουρκία, ότι στην ευρωπαϊκή μας γειτονιά οι μεταξύ μας σχέσεις δεν καθορίζονται, και δεν μπορούν να καθορίζονται, από τη στρατιωτική ισχύ ή και απειλή, αλλά από το σεβασμό σε ευρωπαϊκές αρχές και αμοιβαίες υποχρεώσεις. Και ότι ζητήματα όπως εκείνο της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τα διασφαλίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση πολύ καλύτερα από οιαδήποτε στρατιωτική δύναμη.
Η Τουρκία, δυστυχώς, προτιμά να απειλεί με μη επιστροφή της Μόρφου και της Καρπασίας, με μη αναγνώριση της Κυπριακής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με παρεμπόδιση των νόμιμων ερευνών στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πιστεύουμε ότι πρόκειται για αδιέξοδη και επικίνδυνη πολιτική, η οποία απλώς οξύνει προβλήματα που θα συνεχίσουν να υφίστανται.
Και βέβαια η διατήρηση και (ακόμη περισσότερο) η αύξηση της έντασης στο πρόβλημα που η Τουρκία έχει δημιουργήσει στην Κύπρο μόνο επιβάρυνση προκαλεί στο ήδη τεταμένο κλίμα στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, όπου υπάρχει γεωπολιτική αστάθεια. Στην τακτική αυτή η Ελλάδα και η Κύπρος απαντούν με ειρηνική στάση, με ψυχραιμία, με προσήλωση στη διεθνή νομιμότητα αλλά και αποφασιστικότητα για την προάσπιση των δικαίων μας. Και εδώ υπογραμμίζω ότι οι χώρες μας, Κύριε Πρόεδρε, ήταν και είναι παράγοντες ειρήνης για την ευρύτερη περιοχή αλλά και γενικότερα.
Η Ελλάδα προσβλέπει στην πλήρη εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η οποία όμως θα καταστεί εφικτή μόνο μετά την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης του Κυπριακού. Η λύση αυτή θα δώσει μεγάλη ώθηση στην πορεία της Τουρκίας προς την πλήρη ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πορεία που στηρίζεται από Ελλάδα και Κύπρο, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι η Τουρκία θα ανταποκριθεί πλήρως προς όλες τις υποχρεώσεις της έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θέλω, στο πλαίσιο αυτό, να είμαι σαφής προς κάθε κατεύθυνση: δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στην επανένωση της Κύπρου. Η Ελλάδα, όπως και ο κυπριακός ελληνισμός, δεν αποδεχόμαστε τη διχοτόμηση.
Κυρίες και Κύριοι,
Τώρα που η Κύπρος αναλαμβάνει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι καιρός, επιτέλους, να εφαρμοστούν σε όλο έδαφος της Κύπρου οι αρχές και οι αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να μπορούν όλοι οι Κύπριοι να κινούνται και να εγκαθίστανται ελεύθερα σε όλο το νησί, απολαμβάνοντας ειρηνικά τις περιουσίες τους και τα οφέλη του μόχθου τους. Το κοινοτικό κεκτημένο πρέπει να εφαρμοστεί σε όλη την Κύπρο όπως ορίζεται από το Πρωτόκολλο 10 της Πράξης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Είμαι βέβαιος ότι η πρώτη, ιστορική Κυπριακή Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα σημειώσει απόλυτη επιτυχία. Η Ελλάδα, η οποία έχει την εμπειρία τεσσάρων ιδιαίτερα εποικοδομητικών προεδριών της ΕΕ, έχει ήδη υπογράψει Μνημόνιο Συνεργασίας με την Κύπρο για την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Προεδρίας της και θα πράξει ό,τι άλλο χρειαστεί.
Από το βήμα αυτό θέλω επίσης να επαναλάβω ότι η Ελλάδα καταδικάζει τις απαράδεκτες απειλές και άλλες επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Tο αδιαμφισβήτητο δικαίωμα για ανακήρυξη Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης υφίσταται εντός του ευρύτερου πλαισίου της θέσπισης και οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών, σύμφωνα με τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, η οποία, υπενθυμίζω, αποτελεί μέρος του κοινοτικού κεκτημένου. Η ανακήρυξη και οριοθέτηση της κυπριακής ΑΟΖ αποτέλεσε θετική εξέλιξη για την εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου. Από πλευράς μας, στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών με τους γείτονες της Ελλάδας, εξετάζουμε βεβαίως και το θέμα της ανακήρυξης ΑΟΖ.
Στηρίζουμε απόλυτα την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη και βρισκόμαστε σε στενή συνεργασία και διαρκή συντονισμό ενεργειών με την κυβέρνησή σας στο θέμα αυτό.
Πιστεύουμε ότι η συμμετοχή της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η αξιοποίηση του φυσικού αερίου μπορούν να αποτελέσουν θετικούς παράγοντες για την επίτευξη μιας συνολικής και συμπεφωνημένης λύσης του Κυπριακού προς όφελος Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Πρέπει να υπογραμμίσω, επίσης, τη μεγάλη σημασία που αποδίδουμε στη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που θα επιτρέψουν να δοθεί τέλος στην αβεβαιότητα και στον πόνο που βιώνουν εδώ και 38 χρόνια οι οικογένειες των αγνοουμένων, Ελλαδιτών και Κυπρίων. Μας προβληματίζει η επιβράδυνση των ερευνών λόγω των καθυστερήσεων που παρατηρούνται ως προς τη διευθέτηση νομικών και τεχνικών ζητημάτων. Επείγει, επίσης, να επιτραπεί η πρόσβαση στις λεγόμενες στρατιωτικές ζώνες στα κατεχόμενα, αλλά και στα αρχεία του τουρκικού στρατού.
Κυρίες και Κύριοι
Η Ελλάδα βρίσκεται τα τελευταία δύο χρόνια αντιμέτωπη με τις συνέπειες μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης, που είναι αποτέλεσμα χρόνιων παθογενειών της οικονομίας μας. Κάνουμε μεγάλη προσπάθεια να υπερβούμε την κρίση και να πλοηγήσουμε την ελληνική οικονομία σε ήρεμα νερά. Να επιτύχουμε τη δημοσιονομική εξυγίανση και να πραγματοποιήσουμε τις αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ώστε να δημιουργήσουμε μια σύγχρονη και ανταγωνιστική οικονομία που αναπτύσσεται με υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς. Έχουμε ήδη σημαντικά αποτελέσματα. Η Ελλάδα, με τις θυσίες του ελληνικού λαού, έχει επιτύχει μια εντυπωσιακή μείωση του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος ύψους οκτώ ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ μέσα σε δύο χρόνια (2010 και 2011). Καμία χώρα του ΟΟΣΑ δεν έχει πετύχει τόσο μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή. Στην ίδια διετία αποκαταστήσαμε το 50% της ανταγωνιστικότητας που είχαμε χάσει από το 2000 σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης, και εκτιμάται ότι έως το τέλος του 2013 θα έχουμε ανακτήσει το σύνολο της απολεσθείσας ανταγωνιστικότητας.
Με τη νέα δανειακή συμφωνία έχουμε εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση της Ελλάδας έως το 2014, και εφαρμόζουμε σήμερα ένα ευρύτατο και φιλόδοξο οικονομικό πρόγραμμα. Το 2012 θα είναι μια δύσκολη χρονιά. Όμως αν μείνουμε σταθερά προσηλωμένοι στην εκπλήρωση των στόχων μας, και αν υλοποιήσουμε αποτελεσματικά τις μεταρρυθμίσεις που έχουμε αποφασίσει, αναμένεται ότι θα αρχίσει η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας στο δεύτερο ήμισυ του 2013. Δυστυχώς, η προσπάθεια αναδιάρθρωσης της οικονομίας συνεπάγεται, για κάποιο χρονικό διάστημα, μεγάλο κοινωνικό κόστος και έχει οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας και μείωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων. Θέλω, από αυτό το βήμα, να ευχαριστήσω τον κυπριακό ελληνισμό για την έμπρακτη αλληλεγγύη στην αντιμετώπιση των συνεπειών που υφίστανται σήμερα πολλοί Έλληνες. Είναι μια σκληρή δοκιμασία, που όμως δεν πρόκειται να κάμψει την απόφαση του ελληνικού λαού να υπερασπιστεί την συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωζώνη και τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γνωρίζουμε επίσης ότι λόγω της στενής σύνδεσης των οικονομιών μας, η κρίση στην Ελλάδα έχει αισθητές επιπτώσεις και στην Κύπρο. Συνεπώς, η αντιμετώπιση των προβλημάτων στην Ελλάδα θα έχει θετική επίδραση και στην κυπριακή οικονομία.
Στις κρίσιμες αυτές στιγμές αναδεικνύεται η μεγάλη σημασία των ακατάλυτων δεσμών των δύο λαών μας που επιβεβαιώνεται με την ισχυρή εκδήλωση αλληλεγγύης. Πορευόμαστε στο δρόμο της μεγάλης προσπάθειας με σταθερή βούληση, ψυχραιμία, αποφασιστικότητα, με αμείωτη, πάντα, την απόλυτη δέσμευσή μας στην προάσπιση των εθνικών μας θεμάτων, μεταξύ των οποίων εξέχουσα και καθοριστική θέση έχει το Κυπριακό.