Τα ανθρώπινα δικαιώματα έπεσαν θύματα των τρομοκρατικών επιθέσων της 11ης Σεπτεμβρίου, επισημαίνει στην ετήσια έκθεσή της η Διεθνής Αμνηστία.
«Πολλές χώρες έσπευσαν να θεσπίσουν νέους νόμους για νέα εγκλήματα, απαγόρευσαν οργανώσεις και δέσμευσαν τα κεφάλαιά τους, περιόρισαν τις ελευθερίες των πολιτών και μείωσαν τα μέτρα κατά της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», αναφέρει η γενική γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας Αϊρίν Χαν.
«Η προθυμία των κυβερνήσεων να ανταλλάξουν τα ανθρώπινα δικαιώματα με την ασφάλειά τους δεν είναι κάτι καινούργιο. Ομως αυτή τη φορά η διαφορά είναι πως δεν πρόκειται για απολυταρχικά καθεστώτα αλλά για εδραιωμένες δημοκρατίες που αποφάσισαν να επιβάλουν δρακόντεια μέτρα και να περιορίσουν την ελευθερία των πολιτών στο όνομα της δημόσιας ασφάλειας», τονίζει η ίδια.
Στην έκθεση της οργάνωσης αναφέρεται πως η Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες θέσπισαν νόμους που επιτρέπουν την κράτηση χωρίς δίκη, ξένων που θεωρούνται ύποπτοι. Επίσης στον Καναδά ισχύουν πλέον αυστηροί νόμοι, οι οποίοι είναι πιθανόν να υπονομεύσουν το δικαίωμα για μια δίκαιη δίκη.
Σε άλλα κράτη όμως είναι πολύ χειρότερα. Χώρες όπως η Νότια Κορέα, η Ιορδανία και η Ινδία έσπευσαν να ψηφίσουν νόμους που περιγράφουν αόριστα το τι είναι τρομοκρατία και δίνουν στις δυνάμεις ασφαλείας απεριόριστη εξουσία να επεμβαίνουν, πράγμα που κάνουν, αλλά εναντίον των πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης. «Κυβερνήσεις παραμένουν σιωπηλές μπροστά στις παραβιάσεις που διαπράττονται από αυτούς που θεωρούν συμμάχους».
«Η χρονιά που πέρασε μας έδειξε ακόμα πιό καθαρά πως ακόμα και αν τα ανθρώπινα δικαιώματα θυσιαστούν για την αναζήτηση ειρήνης και ασφάλειας, ειρήνη και ασφάλεια δεν θα υπάρξει», κατέληξε η κ. Χαν.