Η Siemens ανακοίνωσε ότι διακόπτει τις δραστηριότητές της στον κλάδο της ηλιακής ενέργειας και πως βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με πιθανούς αγοραστές της μονάδας. Ο γερμανικός όμιλος σκοπεύει να επικεντρωθεί στην αιολική και υδροηλεκτρική ενέργεια που αποδεικνύονται πιο επικερδείς.
Σύμφωνα με ανακοίνωση, η ηλιακή επιχείρηση δεν υπήρξε όσο κερδοφόρα ήλπιζε η Siemens. «Εξαιτίας μεταβολών στις συνθήκες - πλαίσιο, της χαμηλότερης ανάπτυξης και των ισχυρών πιέσεων στις τιμές της ηλιακής αγοράς, οι δραστηριότητες στον κλάδο της ηλιακής ενέργειας δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες της εταιρίας.
Το αντίστοιχο τμήμα του ομίλου απασχολεί 680 υπαλλήλους και πέρυσι ο κύκλος εργασιών του δεν ξεπέρασε τα 300 εκατομμύρια ευρώ, ενώ πρόσφατα κατέγραψε απώλειες. «Η παγκόσμια αγορά συσσωρευμένης ηλιακής ενέργειας συρρικνώθηκε από τα 4GW σε κάτι περισσότερο από 1GW σήμερα», εξήγησε ο επικεφαλής του ενεργειακού κλάδου της Siemens Μίχαελ Ζυς. «Σε αυτό το περιβάλλον, οι εξειδικευμένες εταιρίες θα είναι σε θέση να αξιοποιήσουν στο έπακρο τα δυνατά τους σημεία».
Ο όμιλος προβλέπει ότι η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές θα αποτελεί το 28% του παγκόσμιου «ενεργειακού κοκτέιλ» το 2030. Υπολογίζει ότι η υδροηλεκτρική και αιολική ενέργεια θα συνεισφέρουν ως τότε το 54% της ανανεώσιμης ενέργειας, γι' αυτό και, σύμφωνα με τον Ζυς, «οι δραστηριότητές μας στον κλάδο των ΑΠΕ θα επικεντρωθούν σε αυτούς τους δύο τομείς».
Η Siemens δεν είναι η μοναδική εταιρία που επλήγη πέρυσι από πολλούς παράγοντες, όπως ο αυξανόμενος ανταγωνισμός από κινεζικές εταιρίες, που είχε ως αποτέλεσμα τη ραγδαία μείωση του κόστους των ηλιακών πάνελ. Οι χαμηλότερες πωλήσεις, αλλά και ο περιορισμός των κυβερνητικών επιδοτήσεων σε κάποιες χώρες, επέτειναν τα προβλήματα.
Η Siemens διευκρίνισε ότι θα συνεχίσει να πωλεί τουρμπίνες ατμού, γεννήτριες και εξοπλισμό που σχετίζεται με ηλιοθερμικές εγκαταστάσεις. Το «πωλητήριο» της ηλιακής επιχείρησής της εντάσσεται σε σχέδιο αναδιάρθρωσης, οι λεπτομέρειες του οποίου θα γίνουν γνωστές στις αρχές Νοεμβρίου. Το πρόγραμμα διετούς διάρκειας έχει ως στόχο η εταιρία να «μειώσει τα κόστη, να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα, να γίνει πιο ευέλικτη και λιγότερο γραφειοκρατική».