Απαγορεύτηκαν οι διαδηλώσεις στο Μπαχρέιν, ενώ ο στρατός θα λάβει «όλα τα απαραίτητα μέτρα» για την εγγύηση της ασφάλειας, όπως μεταδίδει η κρατική τηλεόραση, μετά τη βίαιη απομάκρυνση διαδηλωτών από την πλατεία Μαργαριταριού.
«Οι δυνάμεις ασφαλείας υπογράμμισαν ότι θα πάρουν οποιοδήποτε αυστηρό και αποτρεπτικό μέτρο κρίνεται απαραίτητο για να διαφυλάξουν τη δημόσια ασφάλεια και τάξη», σημείωσε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικών.
Το κέντρο της πρωτεύουσας παραμένει κλειστό, καθώς έχουν εγκατασταθεί τεθωρακισμένα και σταθμοί ελέγχου, στρατιωτικές περίπολοι επιθεωρούν τους δρόμους και ελικόπτερα παρακολουθούν από αέρος. Συρματοπλέγματα εμποδίζουν την προσέλευση πολιτών στην πλατεία Μαργαριταριού.
Τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν και δεκάδες τραυματίστηκαν τη νύχτα της Τετάρτης προς Πέμπτη όταν οι δυνάμεις ασφαλείας επενέβησαν για να απομακρύνουν διαδηλωτές που διανυκτέρευσαν σε σκηνές στην πλατεία Μαργαριταριού, στο κέντρο της πρωτεύουσας, Μανάμα. Ένας ακόμα διαδηλωτής που είχε τραυματιστεί κατά την επέμβαση της αστυνομίας, υπέκυψε το πρωί της Πέμπτης στα τραύματά του, ανεβάζοντας τον αριθμό των νεκρών σε τέσσερις.
Σύμφωνα με βουλευτή του κόμματος της σιιτικής αντιπολίτευσης Wefaq Ιμπραχίμ Μάταρ, 60 άνθρωποι αγνοούνται μετά τα σημερινά βίαια γεγονότα. Ο ίδιος σημείωσε ότι το Wefaq, το οποίο έχει 18 έδρες από τις 40 του κοινοβουλίου του Μπαχρέιν, προτίθεται να αποσυρθεί από την Εθνοσυνέλευση.
«Όλα τα μέλη θα παραιτηθούν. Η απόφαση έχει ληφθεί», δήλωσε ο Μάταρ. Ερωτηθείς γιατί το κόμμα του πήρε την απόφαση αυτή, ο βουλευτής απάντησε ότι οφείλεται στην επιδρομή που έκανε η αστυνομία κατά των διαδηλωτών.
«Αισθανόμαστε ότι ελήφθη μια απόφαση για να πλήξει το λαό», σημείωσε.
Σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες ανθρώπων που πέρασαν τη νύχτα στην πλατεία του Μαργαριταριού, η αστυνομία επιτέθηκε ξαφνικά στους διαδηλωτές κάνοντας χρήση δακρυγόνων, αλλά, όπως υποστήριξε η αντιπολίτευση, και πλαστικών σφαιρών.
Σχολιάζοντας την επέμβαση, ο ηγέτης του κυριότερου σιϊτικού κόμματος της αντιπολίτευσης, σεΐχης Αλι Σάλμαν, έκανε λόγο για «αληθινή τρομοκρατία» και σε δηλώσεις του στο Γαλλικό Πρακτορείο υποστήριξε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας επιτέθηκαν «χωρίς να υπάρξει πρόκληση» από τους διαδηλωτές. Ήταν, είπε, μία άγρια και αδικαιολόγητη επίθεση εναντίον μίας ειρηνικής συγκέντρωσης, εκτιμώντας παράλληλα ότι «θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την σταθερότητα του Μπαχρέιν».
Οι διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στην πλατεία της πρωτεύουσας Μανάμα με αίτημα τις μεταρρυθμίσεις στο Μπαχρέιν. Η σιιτική πλειοψηφία σε αυτό το βασίλειο που κυβερνάται από μία σουνιτική δυναστεία θεωρεί ότι είναι θύμα διακρίσεων στον εργασιακό τομέα, αλλά και στον τομέα κοινωνικών παροχών και των δημόσιων υπηρεσιών.
Η βίαιη καταστολή έχει προκαλέσει αμηχανία στη Δύση, καθώς το Μπαχρέιν αποτελεί στρατηγικό σύμμαχο των ΗΠΑ και της Βρετανίας. Ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ουίλιαμ Χέιγκ καταδίκασε τις βίαιες συγκρούσεις, καλώντας την κυβέρνηση του Μπαχρέιν να «δείξει αυτοσυγκράτηση».