Οι άνθρωποι που υφίστανται μείωση του εισοδήματός τους είναι πιθανότερο να υποφέρουν από κατάθλιψη και αγχωτικές διαταραχές, σύμφωνα με νέα καναδική έρευνα. Η μελέτη κατέδειξε επίσης ότι όσοι ανήκουν στην χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν συχνότερα και εμφανίζουν περισσότερες διαταραχές προσωπικότητας, σε σχέση με όσους βρίσκονται στα ανώτερα εισοδηματικά κλιμάκια.
Η έρευνα του Τμήματος Ψυχιατρικής του πανεπιστημίου της Μανιτόμπα, με επικεφαλής τον δρα Τζίτεντερ Σαρίν, έρχεται να επιβεβαιώσει προηγούμενες μελέτες, οι οποίες επίσης είχαν καταδείξει ότι υπάρχει σχέση ανάμεσα στην απώλεια εισοδήματος ή γενικότερα στα χαμηλά εισοδήματα και στα ψυχικά προβλήματα (χωρίς να αποκλείεται πάντως, σε μερικές περιπτώσεις, η σχέση να είναι αντίστροφη, δηλαδή άτομα με προϋπάρχοντα ψυχικά προβλήματα να βγάζουν λιγότερα χρήματα).
Οι ερευνητές μελέτησαν περίπου 35.000 ενήλικους σε διάστημα τριών ετών και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το χαμηλότερο εισόδημα (ιδίως αν είναι κάτω από περίπου 15.000 ευρώ το χρόνο) συνδέεται με μια μεγάλη γκάμα ψυχολογικών προβλημάτων, σε σχέση με όσους βγάζουν τουλάχιστον 52.000 ευρώ ετησίως.
Ο Βρετανός οικονομολόγος Άντριου Όσβαλντ του πανεπιστημίου του Γουόργουικ, ο οποίος εδώ και χρόνια εξειδικεύεται στη σχέση εισοδήματος και ψυχικής υγείας, σχολίασε ότι η νέα έρευνα ενισχύει την πεποίθηση ότι το χαμηλό εισόδημα προκαλεί περισσότερες ψυχικές και νοητικές διαταραχές (και όχι το αντίστροφο), αν και, όπως είπε, είναι δύσκολο να αποδειχτεί με απόλυτη βεβαιότητα κάτι τέτοιο. «Αυτό που ξέρουμε είναι ότι υπάρχει πολύ στενή συσχέτιση ανάμεσα σε αυτά τα δύο πράγματα», επεσήμανε. Είναι πολύ πιθανό από την άλλη, πρόσθεσε, ότι όταν αυξάνεται το εισόδημα ενός ανθρώπου, αυτό τον βοηθά να καταπολεμήσει τα όποια ψυχολογικά προβλήματά του, την κατάθλιψή ή το άγχος του, αν και ίσως όχι τις πιο σοβαρές διαταραχές της προσωπικότητάς του.
Σε μια δεύτερη μελέτη οι ερευνητές με επικεφαλής τον καθηγητή κοινωνιολογίας Έραν Σορ του πανεπιστημίου ΜακΓκιλ, εξέτασαν (μετα -ανάλυση) μια σειρά από προηγούμενες έρευνες, που αφορούσαν περίπου 20 εκατ. ανθρώπους σε 15 χώρες, τα τελευταία 40 χρόνια.
Μεταξύ άλλων, προς έκπληξή τους, διαπίστωσαν ότι, ανεξάρτητα από τις προόδους στα συστήματα υγείας και πρόνοιας των ανεπτυγμένων κρατών, η σχέση ανάμεσα στην απώλεια της θέσης εργασίας - ανεργίας και τον αυξημένο κίνδυνο για πρόωρο θάνατο είναι η ίδια σε όλες τις χώρες.
Για πρώτη φορά, μια μελέτη δείχνει να υπάρχει σχέση αιτίου-αποτελέσματος ανάμεσα στην ανεργία και τον πρόωρο θάνατο. Οι ερευνητές, σύμφωνα με τον Σορ, απομόνωσαν την επίδραση άλλων προϋπαρχόντων -δυνητικά επιβαρυντικών για την υγεία - παραγόντων (χρόνιες ασθένειες, κάπνισμα, αλκοόλ, χρήση ναρκωτικών κ.α.) και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η σχέση ανεργίας - πρόωρης θνησιμότητας ισχύει από μόνη της.
Όπως είπαν, η βασική αιτία φαίνεται να είναι το άγχος που προκαλεί η ανεργία και οι συνέπειες της απώλειας της εργασίας για το γενικότερο κοινωνικο-οικονομικό «στάτους» του ανέργου, πράγμα που έχει ως συνέπεια την επιδείνωση της υγείας του και, τελικά, τον πιθανό πρόωρο θάνατό του.
Η έρευνα βρήκε ότι η ανεργία αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου πολύ περισσότερο στους άνδρες (78%) σε σχέση με τις γυναίκες (37%), ενώ ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα υψηλός για όσους μένουν άνεργοι πριν τα 50 τους.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ