Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 70 ετών η Σεζάρια Εβόρα, η «ξυπόλητη ντίβα» από το Πράσινο ακρωτήρι, που μάγεψε ολόκληρο τον κόσμο με την μοναδική φωνή της.
Η διεθνώς αναγνωρισμένη τραγουδίστρια είχε υποβληθεί σε εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς στο Παρίσι, έπειτα από σοβαρά προβλήματα που παρουσίασε στη στεφανιαία αορτή. Από την Παρασκευή νοσηλευόταν σε κρίσιμη κατάσταση στην εντατική, σε νοσοκομείο της πατρίδας της, καθώς είχε επιστρέψει στο νησί Σαο Βινσέντε στο Πράσινο Ακρωτήρι από τις 22 Οκτωβρίου. Πριν από περίπου τρεις μήνες είχε ανακοινώσει την απόσυρσή της από τη μουσική σκηνή, καθώς τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε δεν της επέτρεπαν ταλαιπωρίες και μετακινήσεις.
Η «ξυπόλητη ντίβα» - που συνήθιζε να τραγουδά ανυπόδητη εκφράζοντας την αντίθεσή της προς τη συνεχιζόμενη φτώχεια της πατρίδας της- είχε στο ενεργητικό της πολλά πετυχημένα άλμπουμ, χιλιάδες συναυλίες, πλατινένιους και χρυσούς δίσκους, πέντε υποψηφιότητες και τρία βραβεία Grammy -τα οποία αποτελούν μια αξιοζήλευτη συγκομιδή- για παρουσία της στο παγκόσμιο καλλιτεχνικό στερέωμα. Γεννημένη το 1941 στο Πράσινο Ακρωτήρι, βρέθηκε στο βασιλικό θρόνο της morna, μουσικού ιδιώματος -ιδιαίτερα διαδεδομένου στα νησιά του αρχιπελάγους ανοιχτά της Σενεγάλης- που γεννήθηκε μέσα από την καταπίεση της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας. Στο θεματολογικό επίκεντρο της morna η νοσταλγία της ελευθερίας, τα σκλαβοπάζαρα, οι προδομένες αγάπες και τα ματαιωμένα όνειρα, που ερμηνεύονται -πάντα- σε ατμόσφαιρα εξωτικής θλίψης.
H Εβόρα τραγούδησε morna από τα 16 της. Η ίδια έχει παρομοιάσει το μουσικό αυτό ιδίωμα με την blues, καθώς το θεωρεί μουσικό μέσο έκφρασης του πόνου της ζωής. Ποτέ δεν εγκατέλειψε την πατρίδα της, αναγκάστηκε όμως να εγκαταλείψει το τραγούδι στα μέσα της δεκαετίας του '70, εξαιτίας της απουσίας κέρδους, που άγγιζε τα όρια της φτώχιας.
Επέστρεψε στη μουσική στα 45 της χρόνια, όταν ανακαλύφθηκε από την πορτογαλική κοινότητα, και ταξίδεψε στην Πορτογαλία προκειμένου να ηχογραφήσει δύο τραγούδια για μια ανθολογία τραγουδιστριών του Πράσινου Ακρωτηρίου. Ακολούθησαν ηχογραφήσεις στο Παρίσι και ήταν τότε που άρχισε να φαίνεται ότι η τραγουδιστική της διαδρομή έχει χιλιάδες μουσικά χιλιόμετρα να διανύσει. Αυτό οδήγησε σε επόμενες συναντήσεις ηχογραφήσεων στο Παρίσι, μέσα από τις οποίες άρχισε να γίνεται σαφές ότι η πορεία της Εβόρα θα είχε, αυτή τη φορά, διάρκεια. Σε συνεργασία με πολύ καλούς μουσικούς, καινοτόμησε εισάγοντας στο ρεπερτόριό της επιρροές από Βραζιλία, Πορτογαλία και Κούβα. Ήταν πλέον μαθηματικά βέβαιο ότι το όνομά της θα ξέφευγε από τα υδάτινα όρια του νότιου Ατλαντικού και θα εξαπλωνόταν σε όλο τον κόσμο.
Η διεθνής καριέρα της ξεκίνησε το 1988, με αφετηρία την ηχογράφηση στη Γαλλία του θρυλικού και ανάρπαστου «La Diva aux pieds nus», που ήταν και το πρώτο της άλμπουμ. Το 1990 κυκλοφόρησε το «Distino Di Belita» με υπέροχα κλασικά morna κομμάτια, ένα χρόνο αργότερα το διαχρονικά αγαπημένο «Mar Azul», και το 1992 το «Mis Perfumado» με την παγκόσμια επιτυχία «Sodade». Είναι η εποχή που η φήμη της ολοένα και μεγάλωνε και πολλές ήταν οι περιοδείες σε Ευρώπη, Αφρική, Βραζιλία και Καναδά, με στάσεις και στις ΗΠΑ, όπου τραγουδούσε για συμπατριώτες της.
Στην πρώτη συναυλία που έδωσε τότε στις ΗΠΑ, στο Bottom Line, έδωσαν το «παρών» η Madonna, ο David Byrne, ο Brandford Marsallis και άλλα μεγάλα ονόματα της αμερικανικής καλλιτεχνικής ελίτ. Το 2006 κυκλοφόρησε το δέκατο άλμπουμ της καριέρας της, με τίτλο «Rogamar», μια «προσευχή στη θάλασσα» που μιλά για την αγάπη, την απώλεια, τη νησιώτικη ζωή και το ανθρώπινο γένος μέσα από το πρίσμα του ωκεανού.
Αξέχαστη θα μας μείνει η τελευταία φορά που την απολαύσαμε τον Ιούλιο του 2007, στο Διεθνές Φεστιβάλ Πέτρας. Στη χώρα μας, ήταν πάντα ήταν ιδιαίτερα αγαπητή και μας είχε τιμήσει πολλές φορές με την εμφάνισή της. Η φωνή με τις τροπικές διαστάσεις που μεταμορφωνόταν σε κυκλώνας αισθημάτων, εκμηδένιζε πάντα τις γλωσσικές αποστάσεις και δημιουργούσε έναν αρχέγονο μουσικό τόπο, δημιουργώντας το σημείο της συνάντησής της μαζί με το κοινό που θα τη λατρεύει και θα την έχει στην καρδιά του για πάντα.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης