Τμήμα του «πολιτικού τοπίου» στο Αφγανιστάν αποτελούν οι ταλιμπάν, όπως δήλωσε σήμερα ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Γκέιτς, κάνοντας ωστόσο την εκτίμηση ότι μια συμφιλίωση δεν είναι δυνατή, παρά εάν καταθέσουν τα όπλα και συμμετάσχουν στις εκλογές.
Οι δηλώσεις του κ. Γκέιτς ενώπιον των δημοσιογράφων στο γειτονικό Πακιστάν, έγιναν τη στιγμή που ο πρόεδρος του Αφγανιστάν Χαμίντ Καρζάι αποκαλύπτει μέρος του «νέου του προγράμματος συμφιλίωσης» με τους ταλιμπάν, το οποίο θα παρουσιάσει στη διεθνή διάσκεψη για το Αφγανιστάν στο Λονδίνο στις 28 Ιανουαρίου.
Ο Αφγανός πρόεδρος δήλωσε στο BBC ότι θα προσφέρει εργασία και μισθό στους ταλιμπάν που θα εγκαταλείψουν την ένοπλη δράση και ότι για τον σκοπό αυτόν θα χρησιμοποιήσει πόρους της διεθνούς κοινότητας.
«Πρέπει να επιτύχουμε την ειρήνη με κάθε τίμημα», δήλωσε. «Οι ταλιμπάν, το παραδεχόμαστε, αποτελούν τμήμα του πολιτικού τοπίου του Αφγανιστάν στο στάδιο αυτό. Το θέμα είναι εάν είναι έτοιμοι να διαδραματίσουν έναν νόμιμο ρόλο στην εν εξελίξει πολιτική διαδικασία, δηλαδή με τη συμμετοχή στις εκλογές, τον τερματισμό των δολοφονιών τοπικών αξιωματούχων και των φόνων οικογενειών», πρόσθεσε ο κ. Γκέιτς.
«Το ερώτημα είναι: τι θέλουν να κάνουν οι ταλιμπάν στο Αφγανιστάν; Οταν κατά το παρελθόν το προσπάθησαν, είδαμε τι ήθελαν να κάνουν και η χώρα μετατράπηκε σε έρημο τόσο στον πολιτιστικό, όσο και σε όλους τους άλλους τομείς», επεσήμανε, αναφερόμενος στο διάστημα που οι ταλιμπάν βρίσκονταν στην εξουσία στο Αφγανιστάν (1996-2001).
Ο κ. Καρζάι έχει δηλώσει επανειλημμένως κατά το παρελθόν ότι καλεί τους ταλιμπάν σε διαπραγματεύσεις, αφού καταθέσουν τα όπλα, ανάμεσά τους και τον ανώτατο ηγέτη τους τον μουλά Ομαρ, υποσχόμενος ακόμη και κυβερνητικές θέσεις.
Ωστόσο, η Ουάσινγκτον έκανε επίσης επανειλημμένως γνωστό ότι δεν είναι θεμιτή η διαπραγμάτευση με τα πιο εξτρεμιστικά στοιχεία από τις τάξεις των ταλιμπάν και με τα στελέχη που συνδέονται με την Αλ Κάιντα.
Από την πλευρά τους τα μέλη της ηγεσίας των ταλιμπάν, ανάμεσά τους και μουλάς Ομαρ, δηλώνουν σταθερά ότι δεν θα συμμετάσχουν σε διαπραγματεύσεις όσο οι διεθνείς στρατιωτικές δυνάμεις παραμένουν στο Αφγανιστάν.
Πηγές: ΑΠΕ - ΜΠΕ, Γαλλ. Πρακτορείο