Η παράνοια της βίας
«Το νησί των καταραμένων»
Με «Το νησί των καταραμένων», ο Μάρτιν Σκορσέζε σχολιάζει τον παραλογισμό της βίας, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, χρησιμοποιώντας ως όχημα το ψυχολογικό θρίλερ. Στην ταινία, τα όρια της πραγματικότητας και της παραίσθησης καταργούνται, η καχυποψία δηλητηριάζει τις σχέσεις των προσώπων και τα παιχνίδια του μυαλού υποκαθιστούν τη λογική.
Στον απόηχο της φρίκης του Νταχάου, οι νικητές Αμερικανοί δημιουργούν τις συνθήκες για ένα νέο εφιάλτη στην απομονωμένη ψυχιατρική κλινική ¶σκλιφ. Το νησί των καταραμένων, είναι χώρος βίαιης αναμόρφωσης ψυχοπαθών εγκληματιών και κομμουνιστών, με τις ευλογίες της επιτροπής Αντιαμερικανικών Ενεργειών. Πίσω από τις κλειστές πόρτες του διενεργούνται περίεργα πειράματα, λοβοτομές και μοντέρνα βασανιστήρια.
Με αφορμή την απόδραση της Ρέιτσελ Σολάντο, μιας επικίνδυνης ψυχωτικής μητέρας, που έχει σκοτώσει τα τρία παιδιά της, καταφθάνουν στο ίδρυμα δύο ντετέκτιβ, ο Τέντι Ντάνιελς (Λεονάρντο Ντι Κάπριο) και ο Τσακ (Μαρκ Ράφαλο).
Εκεί, αντιμετωπίζουν την επιφυλακτική συμπεριφορά του προσωπικού και τον μυστικοπαθή ψυχίατρο διευθυντή (Μπεν Κίνγκσλεϊ). Ορισμένοι γιατροί, όπως ο γερμανικής καταγωγής χειρούργος (Μαξ Φον Σίντοφ) φαίνεται, ότι κρύβουν σκοτεινό παρελθόν. Και ο Ντάνιελς όμως, έχει έρθει στο ¶σκλιφ για να λύσει παλιούς λογαριασμούς: στόχος του είναι να ανακαλύψει τον ψυχοπαθή ¶ντριου Λέιντις, το δολοφόνο της πολυαγαπημένης του συζύγου, Ντολόρες. Οι δύο επισκέπτες, προσπαθώντας να σπάσουν το τείχος της σιωπής για την περίεργη εξαφάνιση της Ρέιτσελ, ανακρίνουν τους ασθενείς, χωρίς να πάρουν απαντήσεις στα ερωτήματά τους. Όσο πλησιάζουν στην αλήθεια, τόσο ο κλοιός του ¶σκλιφ αρχίζει να κλείνει γύρω τους.
Τη χαριστική βολή τη δίνει ο τυφώνας που κρατά αποκλεισμένους τους δύο αστυνομικούς, για μερικές κρίσιμες ώρες στο νησί. Στο μεταξύ, το μυστήριο φαίνεται ότι τυπικά έχει λυθεί, εφόσον η Ρέιτσελ επιστρέφει σώα και αβλαβής στο κελί της. Ο Ντάνιελς, όμως επιμένει να φέρει στο φως τα απαγορευμένα μυστικά του ιατρικού προσωπικού.
Αρχίζει λοιπόν μια αγωνιώδης καταδίωξη του ήρωα, ο οποίος ανακαλύπτει με φρίκη ότι τα τραύματα του παρελθόντος μπορεί να του κοστίσουν την ελευθερία του. Η φυλακή του ¶σκλιφ είναι φτιαγμένη από τις ενοχές, τις αναμνήσεις και τον πόνο των τροφίμων του. Ο Ντάνιελς ,έχει τη δυνατότητα να δραπετεύσει, θα πρέπει όμως να διαλέξει ανάμεσα στην ανακάλυψη του ¶ντριου Λέιντις και την επώδυνη αλήθεια.
Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους συναντάμε επίσης τους Μισέλ Ουίλιαμς, Τζάκι Ερλ Χέιλι, Έμιλι Μόρτιμερ και Πατρίσια Κλάρκσον. Οι συνεχείς ανατροπές στο σενάριο και η αντιστροφή των ρόλων στα πρόσωπα, ενισχύουν την καφκική ατμόσφαιρα της πολυεπίπεδης αυτής ταινίας. Το σενάριο υπογράφει η ελληνικής καταγωγής Λέτα Καλογρίδη, ανερχόμενο αστέρι στη βιομηχανία του Χόλυγουντ, διάσημη και για την πρόσφατη συνεργασία της με τον Τζέιμς Κάμερον στο Avatar.
Ο παραγωγός Μπρέντλεϊ Τζ. Φίσερ, επέλεξε την Καλογρίδη, καθώς είχε συνεργαστεί μαζί της στο θρίλερ Pathfinder κι ήταν πεπεισμένος, πως η συγκεκριμένη σεναριογράφος θα μπορούσε να ζωντανέψει στη μεγάλη οθόνη το ομώνυμο μυθιστόρημα του Ντένις Λεχέιν. «Το νησί των καταραμένων», έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Bell κι αποτελεί άλλη μια εκδοτική επιτυχία του συγγραφέα που μεταφέρεται στον κινηματογράφο, μετά το «Σκοτεινό ποτάμι» και το “Gone baby gone”. Η ταινία προβάλλεται στους κινηματογράφους από την UIP.
Η σταχτοπούτα του Περού
«Το γάλα της θλίψης»
Το συγκλονιστικό δράμα της Κλόντια Γιόσα, χάρισε για πρώτη φορά στο Περού, τη Χρυσή ¶ρκτο Καλύτερης Ταινίας στο 59ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου και το βραβείο της Καλύτερης Ταινίας των Κριτικών .
Η νεαρή Φάουστα, ήρθε στον κόσμο, την εποχή που το Περού δοκιμαζόταν από πολεμικές συγκρούσεις. Όταν η μητέρα της ήταν έγκυος, η σφαγή του συζύγου της και οι συνεχόμενοι βιασμοί μετέδωσαν στη Φάουστα τη μυστηριώδη ασθένεια, «το γάλα της θλίψης».
Σύμφωνα με την περουβιανή παράδοση, «το γάλα της θλίψης» μεταδίδεται στο νεογέννητο από το γάλα της μητέρας, όταν εκείνη έχει «χάσει την ψυχή της» από τον τρόμο. Η νεαρή Φάουστα χάρη στις τραγουδιστές διηγήσεις της μητέρας της, αναβιώνει συνεχώς τα τραγικά γεγονότα της γέννησής της και προσπαθεί να ξορκίσει τον πόνο της με τη μουσική. Ο θάνατος της μητέρας της, ανατρέπει τη ζωή της ηρωίδας και της δημιουργεί νέες υποχρεώσεις: η μικρή πρέπει να κηδέψει την αγαπημένη της μητέρα στο μακρινό χωριό της αλλά τα μεταφορικά είναι ακριβά.
Ο θείος της, ο οποίος προστάτευε ως τώρα τις δύο γυναίκες, ετοιμάζεται να παντρέψει την κόρη του και δεν μπορεί να καλύψει τα έξοδα. Επιπλέον το πένθος τη Φάουστα έρχεται σε αντίθεση με τη χαρούμενη ατμόσφαιρα που επικρατεί στο συγγενικό της σπίτι. Φοβισμένη, απαισιόδοξη και με κλονισμένη υγεία, η κοπέλα πηγαίνει να εργαστεί ως υπηρέτρια στο σπίτι μιας διάσημης μουσικού στο κέντρο της Λίμα.
Η μουσική επιδρά θεραπευτικά στη μελαγχολική κοπέλα, κανείς όμως δεν γνωρίζει το μυστικό που κρύβει μέσα στο ίδιο της το σώμα, προκειμένου να αποτρέψει έναν ενδεχόμενο βιασμό. Η συμπεριφορά της φαντάζει ανεξήγητη σε όσους τη γνωρίζουν ενώ οι φοβίες της υψώνουν αποτρεπτικό τείχος απέναντι στον έρωτα, τη χαρά και τη ζωή.
Οι έντονες αντιθέσεις χαρακτηρίζουν τη συγκινητική ταινία της περουβιανής Κλόντια Γιόσα: δίπλα στην εξαθλίωση, λάμπουν οι μικρές πολυτέλειες των φτωχών, οι χαρές του γάμου συνυπάρχουν με το τελετουργικό του θανάτου, και ο ρομαντισμός συναντά το γκροτέσκο. «Το γάλα της θλίψης» είναι μια ρομαντική σάγκα με φόντο τις φτωχογειτονιές του Περού.
Η σκηνοθέτιδα δεν καταφεύγει σε ωραιοποιήσεις ή μελοδραματισμούς και αλαφραίνει τη βαριά ατμόσφαιρα με κωμικές πινελιές. Παίζουν οι Μαγκαλί Σολιέ, Σουζί Σάντσεζ, Εφρέν Σολίς και Μαρίνο Μπαγιόν. Η ταινία προβάλλεται στους κινηματογράφους από την Οdeon.
Σκηνές από έναν ελληνικό γάμο
«Ο διαχειριστής»
Γλυκόπικρο κοινωνικό δράμα του Περικλή Χούρσογλου, με πρωταγωνιστή τον ίδιο και τα μέλη της οικογένειάς του. Ο σκηνοθέτης, ξετυλίγει μια οικεία ιστορία για τις δύσκολες στιγμές ενός γάμου, όταν η καθημερινότητα, οι αναποδιές και οι μικρές ματαιώσεις υπονομεύουν τις σχέσεις του ζευγαριού.
Ο κεντρικός ήρωας ο Παύλος, διανύει την πέμπτη δεκαετία της ζωής του, είναι παντρεμένος με τη Νίκη κι έχει δύο γιους. Η χήρα μητέρα του, η Βιολέτα (Κατερίνα Γιουλάκη), υπήρξε αποτυχημένη διαχειρίστρια της πολυκατοικίας και καλεί το γιο της να βάλει τάξη στο χάος: η κεντρική αποχέτευση έχει διαλυθεί, καθώς ο Ρώσος τεχνίτης, που της είχε υποσχεθεί ότι θα την έφτιαχνε, πήρε τα λεφτά των κοινοχρήστων κι εξαφανίστηκε.
Προσπαθώντας να συμπαρασταθεί στη μητέρα του, ο Παύλος έρχεται αντιμέτωπος με μικροαστικές ίντριγκες, αναπάντεχες καταστάσεις και άδικη κριτική. Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, ο νέος διαχειριστής απευθύνεται στον ηλικιωμένο Ισίδωρο (Κώστας Βουτσάς), πρώην φίλο του πατέρα του για να λύσει το πρόβλημα.
Ο πονηρός τεχνίτης όμως γνωρίζει πώς να βγάζει κέρδος, μεγεθύνοντας τις ζημιές κι εκμεταλλευόμενος τον υποχωρητικό χαρακτήρα του Παύλου. Το πρακτικό πρόβλημα της πολυκατοικίας μετατρέπεται σταδιακά σε προσωπικό στοίχημα του νεοφώτιστου διαχειριστή και γίνεται η αφορμή για να βγουν στην επιφάνεια όλα τα προβλήματα της σχέσης του με τη Νίκη.
Η μοναξιά κρύβεται στην επιφανειακή συντροφικότητα και ο πειρασμός καραδοκεί για τους δύο συζύγους: Ο Παύλος ερωτεύεται τη Γιάννα, μια κοπέλα με τα μισά του χρόνια, ενώ η Νίκη αισθάνεται κολακευμένη από το φλερτ ενός φίλου από τα παλιά.
Στο μεταξύ, τα προβλήματα της πολυκατοικίας οξύνονται παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του άτυχου διαχειριστή και οι άκαιρες παρεμβάσεις της εριστικής Βιολέτας δυναμιτίζουν την ατμόσφαιρα. Νέες ζημιές στο αποχετευτικό σύστημα, νέα έξοδα και συγκρούσεις με τους ενοίκους.
Η μοναδική ελπίδα για λίγη κατανόηση χάνεται κι αυτή, όταν ο Παύλος συνειδητοποιεί ότι ακόμα και η Γιάννα δεν συμμερίζεται τα προβλήματά του. Ο Χούρσογλου περιγράφει κωμικοτραγικές καταστάσεις των ανθρώπων της διπλανής πόρτας. Διερευνά τα όρια και τις αντοχές δύο ανθρώπων, που κάποτε αγαπήθηκαν πολύ και τώρα νιώθουν το έδαφος να φεύγει κάτω από τα πόδια τους. H ταινία προβάλλεται στους κινηματογράφους από τη Feelgood Entertainment.
Η δύσκολη εφηβεία του Τζον Λένον
«Όλοι θέλουν λίγη αγάπη»
Ο Τζον Λένον, πριν η φήμη του χτυπήσει την πόρτα. Η βίντεο άρτιστ Σαμ Τέιλορ Γουντ (υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα με τη μικρού μήκους ταινία της ΅Love You MoreΆ to 2008) υπογράφει την τρυφερή, βιογραφική ταινία «Όλοι θέλουν λίγη αγάπη».
Η εφηβεία του Τζον Λένον (στο ρόλο ο ¶αρον Τζόνσον) στο Λίβερπουλ και οι δύο σημαντικότερες γυναίκες της ζωής του: από τη μια πλευρά η αγαπημένη θεία του Μίμι, η οποία τον μεγάλωσε και από την άλλη, η ατίθαση Τζούλια, η μητέρα που τον έδωσε για υιοθεσία.
Πολλά στοιχεία της ταινίας προέρχονται από δηλώσεις του Λένον για την παιδική του ηλικία. «Συνήθιζα να λέω στη θεία μου, μού πετάς την ποίησή μου και μια μέρα θα το μετανιώσεις, όταν θα είμαι διάσημος. Κι εκείνη πετούσε τα πράγματά μου…», θυμόταν ο ίδιος.
Ο Λένον σε νεαρή ηλικία βρέθηκε ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά, καθώς η Μίμι και η Τζούλια, δύο γυναίκες με ισχυρή προσωπικότητα και διαφορετικές αρχές, διεκδικούσαν επίμονα την αποκλειστική αγάπη του. Νοσταλγώντας μια φυσιολογική οικογένεια, ο Τζον βρίσκει καταφύγιο στη μουσική και στη φιλία του Πωλ Μακ Κάρτνεϊ. Η αλήθεια για το παρελθόν του όμως, τον οδηγεί σε μια αναπόφευκτη τραγωδία.
Η Αν Μαρί Νταφ, ερμηνεύει το ρόλο της Τζούλια, μιας γυναίκας, με ροκ αύρα, που ξεπερνά τα όρια, αλλά μεταδίδει τον ενθουσιασμό της στους άλλους. Στο ρόλο της συντηρητικής Μίμι, η Κρίστιν Σκοτ Τόμας, η οποία δήλωσε, ότι χάρη στη συμμετοχή της στην ταινία, λάτρεψε την επαναστατική πλευρά του Τζον Λένον: «προήλθε από μια ασυνήθιστη οικογένεια και προσπαθώντας να είναι συνηθισμένος, κατέληξε να γίνει ένας εκπληκτικός άνθρωπος». Η ταινία προβάλλεται στους κινηματογράφους από την Odeon.
Τα διαφορετικά πρόσωπα της Αθήνας
«Χρυσόσκονη»
Στη νέα ταινία της Μαργαρίτας Μαντά, αφανής πρωταγωνίστρια είναι η Αθήνα, μια πόλη σε διαρκή κίνηση, που σβήνει γρήγορα το παρελθόν της, προτάσσοντας το καινούργιο της πρόσωπο. Στο επίκεντρο, το δράμα της αντιπαροχής, σύνηθες φαινόμενο στα ελληνικά χρονικά, λειτουργεί ως εναρκτήριο λάκτισμα της πλοκής.
Τρία αδέλφια, μετά το θάνατο των γονιών τους αντιμετωπίζουν την προοπτική πώλησης του πατρικού τους σπιτιού, προκειμένου να ανεγερθεί στη θέση του ένα σύγχρονο κτίριο. Οι διαφορετικές απόψεις του Αλέξη (Αργύρης Ξάφης), της ¶ννας (Μάνια Παπαδημητρίου) και της Αμαλίας (¶ννα Μάσχα) περιπλέκουν την πώληση του σπιτιού και ταυτόχρονα ανοίγουν το ξεχασμένο κουτί με τις αναμνήσεις.
Η παιδική ηλικία των ηρώων ξεδιπλώνεται, χωρίς τη νοσταλγική χρυσόσκονη του ευτυχισμένου οικογενειακού βίου. Το παραμύθι του μακρινού και ανέμελου παρελθόντος θρυμματίζεται χάρη σε μια συγκυρία: ένα γράμμα ξεχασμένο θα λειτουργήσει ως καταλύτης εξωθώντας τα τρία αδέλφια να αφήσουν το δικό τους στίγμα.
Η Μαργαρίτα Μαντά εξηγεί, πώς προέκυψε η ανάγκη για τη δημιουργία της νέας της ταινίας: «Η χρυσόσκονη γεννήθηκε από την ανάγκη να μιλήσω για την πόλη μου. Την Αθήνα. Μια πόλη, που μεταλλάσσεται εξαφανίζοντας το βιωμένο της παρελθόν. Που «παγκοσμιοποιείται» χωρίς σεβασμό στο ανθρώπινο στοιχείο της, χωρίς αισθητική και ήθος. Θέλησα να προβάλλω αυτή τη μετάλλαξη της πόλης πάνω στην εσωτερική ζωή των ηρώων της ταινίας. Έφτιαξα μια ιστορία προσωπικών απολογισμών σε μια ηλικία ιδιαίτερα αποφασιστική: αυτή των σαράντα. Τότε, που οι απώλειες κάθε είδους είναι πλέον αμετάκλητες. Που συντελείται ο οριστικός αποχαιρετισμός της παιδικής ηλικίας. Που ο χρόνος είναι ολάνοιχτος μπροστά μας και μας προκαλεί να πούμε αυτά που δεν έχουν λεχθεί, να διαχειριστούμε το παρελθόν μας. Να καθορίσουμε το παρόν μας. Να ξαναδημιουργήσουμε το μέλλον μας». Η ταινία προβάλλεται στους κινηματογράφους από την Odeon.