Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές, λόγω της οικονομικής κρίσης, στρέφονται σε αυτοκίνητα μικρότερου κυβισμού και μεγέθους, ενώ δείχνουν σαφή προτίμηση προς τα πετρελαιοκίνητα, υποστηρίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαντώντας σε ερώτηση των Ευρωβουλευτών της ΝΔ, Καθ. κ. Γ. Παπαστάμκου και Καθ. κ. Ι.Α. Τσουκαλά.
Σύμφωνα με την Επίτροπο για την Κλιματική Αλλαγή, κ. Connie Hedegaard, η μείωση στον μέσο κυβισμό των κινητήρων υπήρξε η εντυπωσιακότερη από το 2000, οπότε και άρχισαν να συντάσσονται οι σχετικές εκθέσεις. Σημαντική υπήρξε και η μείωση του αριθμού των ταξινομήσεων νέων οχημάτων για το 2008 σε σχέση με τα προηγούμενα έτη. Τα νέα αυτοκίνητα που αγοράστηκαν στην Ευρώπη των 27 Κρατών Μελών το 2008 μόλις και μετά βίας ξεπερνούν τον αριθμό των νέων αυτοκινήτων που είχαν αγοραστεί το 2002 στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 τότε Κρατών Μελών.
O Ευρωβουλευτής της ΝΔ, Καθ. κ. Γ. Παπαστάμκος
Η Δανή Επίτροπος επισημαίνει και τη γενική μείωση του μέσου όρου εκπομπών CO2 τόσο για τα βενζινοκίνητα όσο και για τα πετρελαιοκίνητα επιβατικά οχήματα για το 2008. Σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής, οι μέσες εκπομπές CO2 των νέων επιβατικών βενζινοκίνητων αυτοκινήτων μειώθηκαν κατά 10,9% το διάστημα 2000-2008, ενώ για τα πετρελαιοκίνητα οχήματα η μείωση ήταν 5,7%. Σε απόλυτες τιμές, τα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα εξακολουθούν να εκπέμπουν λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα από τα βενζινοκίνητα, επιβαρύνοντας λιγότερο το περιβάλλον. Η μείωση στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα οφείλεται τόσο στην πρόοδο της τεχνολογίας που οδηγεί στην κατασκευή καθαρότερων κινητήρων, όσο και στην προτίμηση των καταναλωτών για οικονομικότερα μοντέλα.
O Ευρωβουλευτής της ΝΔ, Καθ. κ. Ι.Α. Τσουκαλάς
Σε συμπληρωματική ερώτηση των δυο Ελλήνων Ευρωβουλευτών για το ποσοστό πετρελαιοκίνητων επιβατικών οχημάτων στις νέες ταξινομήσεις στα κράτη μέλη της ΕΕ, η κα Hedegaard αναφέρει πως στην ΕΕ των 27 τα πετρελαιοκίνητα οχήματα αντιπροσωπεύουν το 51% των συνολικών ταξινομήσεων. Πρώτο στα πετρελαιοκίνητα οχήματα έρχεται το Βέλγιο με 79%, δεύτερη η Γαλλία με 77% και τρίτη η Πορτογαλία με 69%. Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί μόλις στο 4%, καθώς στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη απαγορεύεται η κυκλοφορία πετρελαιοκίνητων ΙΧ.
Ως προς το ειδικότερο ερώτημα των κκ. Παπαστάμκου και Τσουκαλά για το κατά πόσο η εν λόγω απαγόρευση είναι συμβατή με τη θεμελιώδη αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των προϊόντων εντός της ΕΕ και με την εν γένει κοινοτική νομοθεσία, η Επίτροπος απαντά πως η θέσπιση «ζωνών χαμηλών εκπομπών» δεν συνιστά καταρχήν παραβίαση της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων, εφόσον τα μέτρα δεν κάνουν διακρίσεις με βάση την προέλευση των εμπορευμάτων και αποσκοπούν στην προστασία του γενικού συμφέροντος. Ωστόσο επισημαίνει ότι μια τέτοια απαγόρευση θα πρέπει να αξιοποιείται με εύλογο τρόπο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη δρομολογήσει μελέτη για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις τρέχουσες πρακτικές αναφορικά με τις ζώνες χαμηλών εκπομπών στην ΕΕ με στόχο την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των τοπικών και εθνικών αρχών.
Σε κοινή τους δήλωση, οι Ευρωβουλευτές ανέφεραν τα εξής: «Η απαγόρευση κυκλοφορίας πετρελαιοκίνητων οχημάτων ιδιωτικής χρήσης στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη θα πρέπει να αναθεωρηθεί το συντομότερο. Είναι σαφές ότι η πρόοδος της τεχνολογίας στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας έχει ανατρέψει εξ ολοκλήρου τα τεχνικά και επιστημονικά δεδομένα που δικαιολογούσαν στο παρελθόν μια τέτοια απόφαση. Τα πετρελαιοκίνητα οχήματα έχουν χαμηλότερη κατανάλωση, λιγότερες εκπομπές ρύπων αλλά και μεγαλύτερη απόδοση ανά λίτρο καυσίμου. Οι προτιμήσεις των Ευρωπαίων καταναλωτών είναι ενδεικτικές, ιδιαίτερα αν λάβει κανείς υπόψη τις σημερινές τιμές των καυσίμων αλλά και την αυξημένη φορολόγηση της βενζίνης».