Πέντε γενικούς όρους συναλλαγών των τραπεζών έκρινε παράνομους και καταχρηστικούς ο Αρειος Πάγος. Όμως έκρινε νόμιμους τρεις άλλους όρους.
Πιο αναλυτικά, το Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου με την υπ’ αριθμ. 652/2010 απόφασή του έκανε εν μέρει δεκτές αντίθετες αναιρέσεις της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και της Ένωσης Καταναλωτών «Η Ποιότητα της Ζωής» (ΕΚΠΟΙΖΩ) κατά της 3499/2008 απόφασης του Εφετείου Αθηνών που αφορούσαν τους Γενικούς Όρους Συναλλαγών (ΓΟΣ) των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Συγκεκριμένα, ο ¶ρειος Πάγος, έκανε δεκτή την εισήγηση του αρεοπαγίτη Ν. Λεοντή και έκρινε νόμιμους τους εξής όρους: 1) την επιβάρυνση του καταναλωτή που χρησιμοποιεί την πιστωτική κάρτα ως μέσο πίστωσης με τόκους αναδρομικά από την ημέρα διεξαγωγής της συναλλαγής και όχι με την πάροδο της προθεσμίας πληρωμής που αναγράφεται στο μηνιαίο λογαριασμό που του αποστέλλεται (γεγονός που συνεπάγεται την επιβάρυνση του καταναλωτή με τόκους κατά μέσο όρο 35 ημερών). 2) την καταστρατήγηση της διαφάνειας του κυμαινόμενου επιτοκίου στις πιστωτικές κάρτες με τη δυνατότητα της τράπεζας για μεγαλύτερη αναπροσαρμογή από αυτή που προκύπτει από την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. 3) τη μονομερή από την τράπεζα διαμόρφωση του επιτοκίου καταθέσεων, δίχως αναφορά σε εύλογα κριτήρια.
Αντίθετα, έκρινε παράνομους και καταχρηστικούς τους εξής όρους συναλλαγών: 1) την επιβολή εξόδων για τις αναλήψεις μετρητών από την ίδια τράπεζα μέσω πιστωτικής κάρτας που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσό της ανάληψης. 2) την επιβολή εξόδων αδράνειας (0,60 ή 1,00 ευρώ ανά μήνα) σε καταθετικούς λογαριασμούς που παραμένουν ακίνητοι για διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών. 3) την επιβολή επιβάρυνσης στον δανειολήπτη 50 ευρώ για τη χορήγηση από την Τράπεζα βεβαίωσης οφειλών. 4) τον περιορισμό της ευθύνης της τράπεζας σε περίπτωση που γίνει παράνομη χρήση του απολεσθέντος ή κλαπέντος βιβλιαρίου καταθέσεως. 5) την επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ