Έχει κάνει τίποτα σωστό η Ευρώπη;

ΑΠΟΨΗ
Τετάρτη, 14 Ιουλίου 2010 14:07

A- A A+

Από τους Mario I. Blejer και Eduardo Levy Yeyati*

Οι χώρες της «περιφέρειας» της ευρωζώνης, όπως αποκαλούνται η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και ίσως μερικές ακόμη, πρέπει να λάβουν συμπληρωματικά διορθωτικά μέτρα, τα οποία συνήθως συζητώνται χωριστά αλλά στην πραγματικότητα πρέπει να εφαρμοστούν από κοινού. Πράγματι, για την αποκατάσταση της ευρυθμίας των εν λόγω οικονομιών, χρειάζεται προσαρμογή σε τρία επίπεδα: ανάμεσα στην ευρωζώνη και τον υπόλοιπο κόσμο, ανάμεσα στην περιφέρεια και τον πυρήνα της ευρωζώνης και ανάμεσα στο χρέος και το εισόδημα των υπερχρεωμένων περιφερειακών κρατών –ιδίως της Ελλάδας.

Σε καθένα από αυτά τα πεδία, οι λύσεις είναι τόσο ξεκάθαρες όσο και πολύπλοκες στην εφαρμογή. Πρώτον, προκειμένου να χαλαρώσουν οι πιέσεις που δέχονται τα περιφερειακά κράτη (εν μέρει τουλάχιστον), η ευρωζώνη θα πρέπει να εξαγάγει μερικές από τις αναγκαίες προσαρμογές μέσω μιας σημαντικής υποτίμησης του ευρώ –η οποία βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Αυτή είναι η προσαρμογή ανάμεσα στην ευρωζώνη και τον κόσμο.

Δεύτερον, για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα, η προσαρμογή ανάμεσα στην περιφέρεια και τον πυρήνα της ευρωζώνης προϋποθέτει κλείσιμο της ψαλίδας του διαφορικού πληθωρισμού (inflation differential) που έχει συσσωρευτεί από τις καλές εποχές των εισροών κεφαλαίων πριν από το 2008. Σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, το συγκεκριμένο μέγεθος αντιστοιχεί περίπου στο 14% του ΑΕΠ μετά την έναρξη της χρήσης του ευρώ.

Τελευταία, αλλά εξίσου σημαντική, είναι η προσαρμογή ανάμεσα στο χρέος και τα έσοδα, η οποία μπορεί ευνοηθεί διαχρονικά από την αύξηση του συνολικού πληθωρισμού της ευρωζώνης. Ωστόσο, γίνεται ολοένα πιο σαφές ότι η αντιστοίχηση του χρέους των «στριμωγμένων» κρατών με τις δυνατότητες αποπληρωμής προϋποθέτει –τουλάχιστον σε κάποια εξ αυτών, ιδίως στην Ελλάδα– μια προκαθορισμένη διαδικασία αναδιάρθρωσης χρέους.

Μέχρι στιγμής, οι υπεύθυνοι χάραξης στρατηγικής της Ευρώπης έχουν επιλέξει να κάνουν ακριβώς το αντίθετο και στα τρία επίπεδα. Επιχειρούν να πείσουν για την ανάγκη ανατίμησης του ευρώ, αν και οι αγορές τούς αγνοούν θεωρώντας ότι δεν είναι τίποτε άλλο από πολιτικές αγορεύσεις, φέρνοντας σε σύντομο διάστημα το ευρώ πιο κοντά σε ένα σημείο ισορροπίας.

Ομοίως, η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να διασκεδάσει τις υποψίες για επικείμενη αναδιάρθρωση χρέους στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη μέλη συστήνοντας ένα πράγματι μεγάλο ταμείο σταθερότητας (προσθέτοντας σε αυτό ανύπαρκτες μέχρι στιγμής δεσμεύσεις του ΔΝΤ ύψους 250 δισ. ευρώ). Το ταμείο αυτό δεν συστάθηκε τόσο για τη θωράκιση των περιφερειακών χωρών από μια ενδεχόμενη επέλαση της αγοράς, όσο για τη διασφάλιση των ιδιωτικών τραπεζών.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι τράπεζες αντιλήφθηκαν το βαθύτερο νόημα των ανακοινώσεων και συνειδητοποίησαν πόσο ανέφικτες είναι οι υποκείμενες δημοσιονομικές περικοπές. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Bloomberg, στην οποία συμμετείχαν παγκόσμιοι επενδυτές, το 73% θεωρεί πιθανή την πτώχευση της Ελλάδας. Υπό αυτές τις συνθήκες, το μόνο που γίνεται με την αναβολή της αναδιάρθρωσης είναι να διαιωνίζεται η δυσπιστία έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών για τις οποίες δεν είναι ξεκάθαρη η έκθεση στο δημόσιο χρέος, αλλά και των χρηματοοικονομικών αγορών γενικά. Η κατάσταση αυτή θυμίζει αρκετά τον τρόμο με τον οποίο η αβεβαιότητα σχετικά με την έκθεση σε τιτλοποιημένες δανειακές υποχρεώσεις προκάλεσε την κρίση εμπιστοσύνης στα τέλη του 2008.

Γιατί να μη χρησιμοποιήσουμε το πολύκροτο ταμείο σταθερότητας ως εξασφάλιση για το ευρωπαϊκό σχέδιο ομολόγων Brady που θα θέσει τέλος στην οδύσσεια του δημόσιου χρέους; Μπορεί να ακούγεται ακραίο, αλλά σίγουρα θα ήταν πιο αποτελεσματικό από την αργή αιμορραγία των κεφαλαίων της ΕΕ, η οποία θα άφηνε και επισήμως κατάλοιπα σε πολλά επίπεδα, τα οποία το μόνο που θα έκαναν θα ήταν να αποθαρρύνουν τις νέες ιδιωτικές τράπεζες.

Ένα τέτοιο σχέδιο θα αποκάλυπτε μια και καλή τις διαστάσεις της μετάδοσης της κρίσης στις τράπεζες της ΕΕ, οι οποίες τελικώς θα βρίσκονταν σε περιοριστικό κλοιό. Αυτό που χρειάζεται είναι πόροι –τόσοι πόροι όσους κατασπαταλά σήμερα η ΕΚΤ για την εξαγορά χρέους επί ίσοις όροις από τις πιεσμένες κυβερνήσεις της περιφέρειας –μια προσπάθεια που δεν φαίνεται να έχει συγκινήσει τις αγορές. Στην πραγματικότητα, τα spreads των ισπανικών και ιταλικών ομολόγων είναι σήμερα υψηλότερα από τα επίπεδα προ της εφαρμογής του προγράμματος της ΕΚΤ.

Τέλος, φαίνεται σαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να ανταγωνίζονται ποια θα επιβάλλει τα πιο δραστικά μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής. Πρόκειται για μια λύση αυτοάμυνας που ικανοποιεί μόνο τους πιο κοντόφθαλμους αναλυτές της αγοράς –και, περιέργως, και το ΔΝΤ με τη διχασμένη προσωπικότητα. Πριν από λιγότερο από ένα χρόνο, το ΔΝΤ τασσόταν πολύ σωστά υπέρ της συντονισμένης παροχής δημοσιονομικών κινήτρων –για τους ίδιους ακριβώς λόγους που τα σημερινά συγχρονισμένα μέτρα δημοσιονομικής περιστολής συνιστούν κακή πολιτική για την Ευρώπη.

Σε αυτό το πλαίσιο, το νέο πακέτο λιτότητας της Γερμανίας είναι το τελευταίο και πιο σοκαριστικό βήμα σε μια σειρά άστοχων ενεργειών. Η δημοσιονομική λιτότητα στη Γερμανία το μόνο που θα καταφέρει είναι να κάμψει τη ζήτηση για τα προϊόντα της ευρωζώνης και να οδηγήσει σε πτώση του πληθωρισμού. Και πτώση του πληθωρισμού στη Γερμανία σημαίνει ότι για να κλείσει η ψαλίδα του διαφορικού πληθωρισμού, τα περιφερειακά κράτη θα χρειαστούν μια γερή δόση αποπληθωρισμού.

Με άλλα λόγια, δημοσιονομικές περικοπές στη Γερμανία σημαίνει βαθύτερες δημοσιονομικές περικοπές στην Ελλάδα και την Ισπανία. Η Γερμανία έκανε μια αποπροσανατολιστική πολιτική επιλογή, ενώ θα έπρεπε να αξιοποιήσει τα περιθώρια που έχει για να χειριστεί τα δημοσιονομικά της και την οικονομική της επιρροή για να δημιουργήσει και να ενισχύσει τη ζήτηση που είναι απαραίτητη για να βγει η περιφέρεια της Ευρώπης από τη μιζέρια της. Μια τέτοια πολιτική θα οδηγούσε σε μια καλοδεχούμενη αύξηση του πληθωρισμού, η οποία θα διευκόλυνε τη σχετική προσαρμογή των τιμών εντός της Ευρώπης.

Κατά την περσινή σύνοδο του G20 στο Λονδίνο, οι πολιτικοί ηγέτες κατέληξαν ότι για την αντιμετώπιση της διεθνούς κρίσης χρειάζονται συντονισμένες δαπάνες προκειμένου να ανασυρθούν οι οικονομίες από το χείλος του γκρεμού. Δεκαπέντε μήνες μετά, η Ευρώπη και το ΔΝΤ –έχοντας προχωρήσει αδιακρίτως σε δημοσιονομικές περικοπές– δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι η ευρωπαϊκή κρίση χρειάζεται διαφοροποιημένες πολιτικές για την επίτευξη πολλαπλών και διαφορετικών στόχων. Το μόνο που επιτυγχάνεται με την εφαρμογή των υφιστάμενων απερίσκεπτων πολιτικών είναι να βαθαίνει η ύφεση και να αναβάλλεται η αναπόφευκτη ώρα του απολογισμού.

*Ο Mario I. Blejer έχει διατελέσει διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Αργεντινής.

Ο Eduardo Levy Yeyati είναι καθηγητής στο Barcelona Graduate School of Economics.

Copyright: Project Syndicate, 2010

Προτεινόμενα για εσάς